Σαμπόνις – Το σοβιετικό θαύμα της φύσης που έγινε ορκισμένος αντισοβιετικός
Σάμπας, σε ευχαριστούμε για τις αθλητικές αναμνήσεις που μας χάρισες -και μόνο για αυτές. Και θα μείνουμε με την απορία τι θα γινόταν αν ένας τέτοιος παίκτης, το “σοβιετικό θαύμα της φύσης”, εκτός από το μπασκετικό του μυαλό, είχε και μια στάλα γνήσιας, σοβιετικής συνείδησης
Ο Άρβιντας Σαμπόνις, με αυτό το αρχοντικό όνομα, γεννήθηκε στις 19 Δεκεμβρίου 1964 (είχε γενέθλια την ίδια μέρα με τον Μπρέζνιεφ) και ήταν μια μοναδική περίπτωση παίκτη. Ένας γίγαντας που ξεπερνούσε τα 220 εκατοστά και σκέπαζε την μπασκέτα, ενώ παράλληλα μπορούσε να σουτάρει με άνεση έξω από τη γραμμή του τριπόντου και να μοιράσει παιχνίδι σαν οργανωτής (πλέι-μέικερ) αού το βασικό του πλεονέκτημα δεν ήταν τα τρομερά σωματικά του προσόντα, αλλά η μπασκετική του ευφυία.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, ονομάστηκε θαύμα της φύσης, ένας εκπληκτικός περιφερειακός στο σώμα ενός απροσπέλαστου ψηλού σέντερ. Κι άφησε πίσω του να εκκρεμεί και να ιντριγκάρει το ερώτημα τι παραπάνω θα μπορούσε να πετύχει, αν δεν είχε χτυπηθεί από τόσους τραυματισμούς στην καριέρα του.
Για άλλους, το πραγματικό ερώτημα είναι τι θα είχε πετύχει αν είχε πάει νωρίτερα στο ΝΒΑ, όπου πρωτόπαιξε ως ρούκι, έχοντας πατήσει τα 30. Κι εδώ μπαίνει πάντα μια αντισοβιετική αιχμή ενάντια στο σύστημα που δεν τον άφησε να φύγει νωρίτερα και να μεγαλουργήσει στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, το “στρατηγό” (προπονητή) Γκομέλσκι που τον κράτησε με τις συμβουλές του κτλ. Έχει γραφτεί μάλιστα ότι ο Σαμπόνις το 88′ είχε ταξιδέψει, με άδεια των Σοβιετικών, στο Πόρτλαντ, για να τον παρακολουθήσει το ιατρικό επιτελείο των Μπλέιζερς, που τον είχαν επιλέξει δύο χρόνια πριν στα ντραφτ, αλλά επιδείνωσε την υγεία του, γιατί πιέστηκε να επισπεύσει την επιστροφή του στα γήπεδα και να παίξει στους Ολυμπιακούς της Σεούλ με τη σοβιετική ομάδα, που πήρε το χρυσό μετάλλιο.
Υπάρχουν κάποιες λεπτομέρειες που δεν κολλάνε πολύ στο παραπάνω αφήγημα: από το σοβιετικό σύστημα υγείας, που δεν είχε πολλά να ζηλέψει από την καπιταλιστική δύση, και τη χαρά του ίδιου του Σαμπόνις στη διάρκεια αυτών των αγώνων, μέχρι τους ανέμους της Περεστρόικα, που άφησαν διάφορους παίκτες να φύγουν στο εξωτερικό πριν καν δρομολογηθούν οι ανατροπές και η διάλυση της ΕΣΣΔ (ας θυμηθούμε την ποδοσφαιρική τρόικα Λιτόφτσενκο, Σαβίτσεφ, Προτάσοφ, που ντύθηκε στα ερυθρόλευκα το 90′).
Ο ίδιος ο Σαμπόνις πάντως μισούσε οτιδήποτε σοβιετικό. Έλεγε πως έμενε σιωπηλός στην ανάκρουση του σοβιετικού ύμνου, όχι για να συγκεντρωθεί, αλλά γιατί δεν ήθελε να τραγουδήσει τους στίχους. Ενώ σε ένα Τρίποντο της εποχής, μπορεί να βρει κανείς μια δήλωσή του ότι ο κομμουνισμός του κατέστρεψε την καριέρα…!
Αν με αυτό εννοεί πως δεν του επέτρεψε να κερδίσει περισσότερα χρήματα, πιθανότατα έχει δίκιο. Αλλά ως προς την μπασκετική παιδεία και τις βάσεις που πήρε, θα κατάλαβε κι ο ίδιος πόση αξία είχε η σοβιετική του “θητεία”, όταν πήγε στο ΝΒΑ κι οι Μπλέιζερς του έδωσαν ένα πρόγραμμα συστηματικής εκγύμνασης, για να αυξήσει τον όγκο του, κι αυτός τους απάντησε σκωπτικά πως “το μπάσκετ δεν είναι σούμο”.
Ο Σαμπόνις ξεκίνησε την καριέρα του στη Ζαλγκίρις (ή μάλλον Ζάλγκιρις) Κάουνας κι έχουν μείνει στην ιστορία οι μονομαχίες του με το Βλαντίμιρ Τκατσένκο, τον άλλο μεγάλο σέντερ της εποχής, που ήταν πιο “συμβατικό μοντέλο”. Εξίσου ιστορικές ήταν κι οι τελικοί μεταξύ της Ζαλγκίρις και της ΤΣΣΚΑ Μόσχας -της ομάδας του Τκατσένκο- με τον τίτλο να καταλήγει τρεις σερί χρονιές στο Κάουνας.
Την ίδια περίοδο, κατακτούσε διάφορα μετάλλια και διακρίσεις με τη φανέλα της Σοβιετικής Ένωσης, από τους οποίους ξεχωρίζει το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο στη Σεούλ και η τρομερή παράσταση του Σάμπας απέναντι στις ΗΠΑ και το “ναύαρχο” Ντέιβιντ Ρόμπινσον, στον ημιτελικό. Λέγεται πως αυτή η ήττα σφράγισε την ήδη ειλημμένη απόφαση των Αμερικάνων να αρχίσουν να χρησιμοποιούν επαγγελματίες παίκτες από το επόμενο ολυμπιακό τουρνουά στη Βαρκελώνη -όπου έκανε την εμφάνισή της η Ομάδα Όνειρο.
Εκεί ο Σαμπόνις αγωνίστηκε για πρώτη φορά με τα χρώματα και την -πέραν κάθε φαντασίας κιτς- στολή της Λιθουανίας, και πήρε το χάλκινο μετάλλιο, νικώντας στο μικρό τελικό για την τρίτη θέση, τα υπολείμματα της Σοβιετικής Ένωσης, την Κοινοπολιτεία (ή ΚΑΚ) που ήταν μια ιδιότυπη ένωση της Ρωσίας με κάποιες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες έκανε μία και μοναδική εμφάνιση στην ιστορία των αγώνων -αν και τυπικά δεν έπαψε να υπάρχει ποτέ.
Στο μυαλό του Άρβιντας μπορεί να ήταν κάποιας μορφής γλυκιά εκδίκηση. Λένε πάντως πως το ίδιο βράδυ έλειπε από την απονομή, γιατί έπινε βότκα, και μέθυσε τόσο άσχημα, που τον βρήκαν την επόμενη μέρα στους αθλητικούς κοιτώνες των γυναικών. Κανείς δυτικός δημοσιογράφος, πάντως, δεν απόρησε ποτέ τι καριέρα θα μπορούσε να έχει κάνει ο Σάμπας αν δεν είχε τέτοια αγάπη για το ποτό…
Μετά τις ανατροπές στην ΕΣΣΔ, ο Σαμπόνις -που αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα- κατέληξε στην άσημη Βαγιαδολίδ και από εκεί στη Ρεάλ του Ομπράντοβιτς, με την οποία στέφθηκε πρωταθλητής Ευρώπης, νικώντας στον τελικό τον Ολυμπιακό του Ιωαννίδη.
Στα 31 του χρόνια, έφυγε για να δοκιμάσει την τύχη του και τις δυνάμεις του στο ΝΒΑ και το Πόρτλαντ, όπου ο γιατρός της ομάδας είπε μεταξύ σοβαρού και αστείου πως η ακτινογραφία του θα αρκούσε για να του δώσει μια θέση αναπήρων στο πάρκινγκ.
Παρόλα αυτά, ο Σαμπόνις έμεινε κι έκανε πράγματα και θαύματα -όσο τον βαστούσαν τα πόδια του και το κορμί του- για επτά χρόνια, κερδίζοντας με την ομάδα του ισάριθμες φορές το εισιτήριο για τα πλέι-οφ, όπου θα μπορούσε να πετύχει περισσότερα πράγματα αν δεν έπεφτε πάνω στην κυριαρχία των Λέικερς. Την ομάδα του Σακίλ -με τον οποίο έδιναν ομηρικές μάχες- και του Κόμπε Μπράιαντ, που είδε χτες τους Λέικερς να αποσύρουν τη φανέλα του, για να τιμήσουν την προσφορά του.
Η σχέση του με την Ελλάδα
Το κεφάλαιο αυτό χωρίζεται σε δύο μέρη: σε επίπεδο συλλόγων και εθνικών ομάδων.
Το 89′ η Ζαλγκίρις ήρθε στην Ελλάδα, για να παίξει εναντίον της ΑΕΚ, για το Κύπελλο Κόρατς. Από τον αγώνα αυτό έχουν μείνει κάποιες καλτ δηλώσεις του Μάκη Ψωμιάδη που ήθελε να φέρει το Σάμπας στο δικέφαλο.
Το 92′ ο Ιωαννίδης τον απέρριψε λόγω των τραυματισμών του, αλλά το μετάνιωσε τρία χρόνια αργότερα, στον τελικό της Μαδρίτης, όπου “και πέντε μέρες να παίζαμε, δε θα κερδίζαμε, όσο ήταν ο Σαμπόνις στο γήπεδο”.
Το 87′ ήταν τραυματίας και δεν είχε έρθει με τη σοβιετική ομάδα στο μεγάλο έπος του Ευρωμπάσκετ της Αθήνας (το λεγόμενο “τιρινίνι”). Δυο χρόνια αργότερα όμως, ήταν παρών στον ημιτελικό του Ζάγκρεμπ, τη μεγάλη νίκη της Εθνικής και τη ραψωδία του Γκάλη, που πέτυχε τους 45 από τους 81 πόντους της ομάδας.
Το 95′ δε βρεθήκαμε αντίπαλοι με τους Λιθουανούς, αλλά ο Σάμπας άκουσε ένα ολόκληρο στάδιο να υποστηρίζει την ομάδα του και να φωνάζει ρυθμικά “Λιέ-του-βα”, προδίδοντας την παραδοσιακή φιλία με τους “ομόδοξους” Γιούγκους, που είχαν την εύνοια της διαιτησίας και της FIBA του Στάνκοβιτς.
Το 96′ στην Ατλάντα, θεωρούσαμε τη Λιθουανία συγκριτικά πιο προσιτό αντίπαλο και χάσαμε καμιά τριανταριά πόντους.
Το 99′ τέλος έβαλε με τη Λιθουανία το τελευταίο καρφί στο Γολγοθά της Εθνικής στη Ντιζόν, όπου μετά από 11 χρόνια (σχεδόν) αδιάλειπτων επιτυχιών, έμεινε τελευταία και καταϊδρωμένη, εγκαινιάζοντας μια σύντομη περίοδο παρακμής.
Ποιο είναι λοιπόν το ηθικό δίδαγμα;
Σάμπας, σε ευχαριστούμε για τις αθλητικές αναμνήσεις που μας χάρισες -και μόνο για αυτές. Και θα μείνουμε με την απορία τι θα γινόταν αν ένας τέτοιος παίκτης, το “σοβιετικό θαύμα της φύσης”, εκτός από το μπασκετικό του μυαλό, είχε και μια στάλα γνήσιας, σοβιετικής συνείδησης, όπως αυτοί που τον αγάπησαν…