Νόπη Ταχματζίδου – «Τα κόκκινα πουλιά» του Πασχάλη Κατσίκα
Τα «Κόκκινα πουλιά», περισσότερο από τις προηγούμενες ποιητικές συλλογές του Π. Κατσίκα αποτελούν μια συζήτηση του ποιητή με τον κόσμο που μας περιβάλλει, μια ουσιαστική τοποθέτησή του απέναντι σε θέματα, κοινά μεν αλλά φλέγοντα, της σύγχρονης ζωής.
Η τέταρτη ποιητική συλλογή του Πασχάλη Κατσίκα έχει τον τίτλο «Κόκκινα Πουλιά», αποτελείται από 37 ποιήματα γραμμένα με ελεύθερη ποιητική τεχνοτροπία και κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «ΔΡΟΜΩΝ» τον Απρίλιο του 2022. Η ποιητική συλλογή χωρίζεται σε τέσσερα μέρη με βάση τέσσερα ποιήματα («Θλιμμένη Λέξη», «Οι προνύμφες», «Τα κόκκινα πουλιά», «Μια φορά κι έναν καιρό»), που προτάσσονται των υπολοίπων και λειτουργούν ως ποιητικό μότο για τη συγγραφή αλλά και την κατανόηση των υπολοίπων ποιημάτων των ενοτήτων.
1η Ενότητα
ΘΛΙΜΜΕΝΗ ΛΕΞΗ
Σε γράμμα ανεπίδοτο
βαρκάδα με μπουκάλι είν’ η ζωή
Ζητά αραξοβόλι στα παράλια
Τον χρόνο τηγανίζει
απ’ την κοιλιά της μάνας μας
Κοιμάται ο έρωτας στην άμμο
Το χέρι καρτερά που θα χαϊδέψει το γυαλί
το μήνυμα να λευτερώσει
Στην πρώτη ενότητα ο ποιητής καταθέτει στιγμές και βιώματα που σχετίζονται με τον οικείο του χώρο και τον αφορούν περισσότερο συναισθηματικά: οι καταστάσεις των φίλων ,(«Ο ζεστός αέρας/οι ακτίνες του ήλιου/που σκορπάνε στις φυλλωσιές/το κομμένο χορτάρι
είναι οι φίλοι μου») οι έρωτες, που φαίνεται ότι δεν τελεσφορούν και απογοητεύουν, («Ύστερα, στο αφιλόξενο ντους,/μισήσαμε τους εαυτούς μας), τα καιρικά φαινόμενα με όλα τα σύμβολα, που εμπεριέχει η αναφορά τους, («Οι θλιβεροί χειμώνες/Δένουν με κάτι σύρματα τα χρόνια/εμπρός σ’ έναν καθρέφτη/με μαύρο μίνιο βάφουν τα μαλλιά») συνιστούν το αφηγηματικό περιβάλλον.
Η ποιητής καταθέτει κυρίως θλίψη, έλλογο προβληματισμό αλλά και ελπίδα, («Χαίρομαι στον κόσμο τούτο/που ’χω μιαν άγκυρα/Αν δεν υπήρχες/ίσως να ήμουν ο Χάνιμπαλ») που μπορεί να μην κραυγάζει, υπάρχει όμως και αποτελεί τη βάση της ποιητικής αποτύπωσης των παραπάνω.
2η Ενότητα
ΟΙ ΠΡΟΝΥΜΦΕΣ
Ένα ακμαίο θαλάσσιο ερπετό
αλλάζει δέρμα στο νησί μας
Κρέμεται τη μέρα στα κλαδιά
μήλα κερνά και τρώει απ’ το μεγάλο δέντρο
Τις νύχτες κύκλος γίνεται
Δαγκώνει την ουρά του
Όσοι ονειροπόλοι και τρελοί
εκδύονται σαν νύμφες το δικό τους
Με άσπρο σώμα ξεδιψούν
απ’ τις πηγές του Ασωπού
Δεν σπρώχνουν πέτρες
στου Σίσυφου τη ράχη
Στη δεύτερη ενότητα ο ποιητής μεταβαίνει και επεξεργάζεται θέματα περισσότερο κοινωνικά με την ιδιαίτερη προσωπική του οπτική ενώ παράλληλα οξύνεται η προσπάθειά του να κατανοήσει το παρόν, που δημιουργούν οι κοινωνικές συνυπάρξεις, αλλά και να δώσει σχήμα σε όσα (υπαρκτά ή φανταστικά, υλικά ή άυλα, σωματικά ή πνευματικά) καθορίζουν την ανθρώπινη ύπαρξη και διαμορφώνουν στάσεις αλλά και συναισθήματα. («Μια γυναίκα μού χάρισε ένα περίστροφο/κι ένα παιδί μια φυσαρμόνικα»). Εδώ συχνά συνυπάρχουν τα πρόσωπα (πρώτο ενικό ή πληθυντικό, δεύτερο πρόσωπο, τρίτο ενικό και πληθυντικό πρόσωπο) («Αν έχεις το αντίτιμο, έλα μες στο κλουβί/Τα βάσανά σου διώχνω/ Όλοι εσείς που ξημεροβραδιάζεστε/στα δρομολόγια του πάθους/αφήστε τουλάχιστον ένα στεφάνι/στον τύμβο της δυστυχίας μου/ Παλεύουν, παλεύουν οι άνθρωποι») αλλά και οι αφιερώσεις στη μνήμη σημαντικών για τον ποιητή προσώπων ή προσώπων- συμβόλων («στον Ντ. Χριστιανόπουλο/ στην Τατιάνα/ σε κάθε Μνησαρέτη») και έτσι πιστοποιείται ο κοινωνικός προβληματισμός που κατατίθεται στο παρόν αναφερόμενος περισσότερο στο σύνολο και όχι στο άτομο .Παράλληλα η χρήση υποθέσεων αλλά και η αναφορά των αποδόσεων των υποθέσεων στα ποιήματα («Αν γεννηθείς από φωτιά/Όλοι προσπαθούν να σε δαμάσουν») αποδεικνύει τον κοινωνικό χαρακτήρα των ποιημάτων, αφού έτσι το ποιητικό υποκείμενο με ερωτήσεις, υποθέσεις, με μίξεις της λογικής με τη διαίσθηση και πάντως όχι με τελεσίδικες και οριστικές κρίσεις διερευνά τα κοινωνικά όρια που αντιστοιχούν στη μονάδα αλλά και τη δυναμική των ατομικών ορίων.
3η Ενότητα
ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΠΟΥΛΙΑ
Μια ζοφερή νύχτα ονειρεύτηκες κόκκινα πουλιά
μέσα σε παραλήρημα
σκέπασαν άξαφνα με κρότους έναν ακάνθινο ουρανό
Από τότε κοιμάμαι μ’ εκείνα τ’ αγκάθια
καρφωμένα στον φάρυγγα
ουρλιάζω στα φλαμίνγκο σου ν’ αποδημήσουν
Η Τρίτη ενότητα αναφέρεται στον χώρο της φαντασίας και της πνευματικής καταφυγής του ποιητή: ο ποιητής διερευνά και καταγράφει ποιητικά τους τρόπους μέσω των οποίων αντιμετωπίζει την πραγματικότητα που τον περιβάλλει, η οποία φαίνεται ότι δεν τον ικανοποιεί τουλάχιστον πνευματικά. Αναζητά τους τρόπους απόδρασης, καταφεύγει στη λυτρωτική δύναμη της φαντασίας αλλά και της μνήμης («Απόψε, όταν σε συναντήσω κάτω απ’ το μάρμαρο,
θα είναι όλα αμόλυντα») παντρεύει την πραγματικότητα με τη σκέψη, το όνειρο και τους θρύλους προσδίδοντας έτσι συμβολισμό, που, επειδή έχει λαϊκές ρίζες, γίνεται εύκολα αντιληπτός, («Έρχεται ο λύκος/Καταβροχθίζει τους θεούς/Καταπίνει τον ήλιο, το φεγγάρι) πετά σαν πουλί ανάμεσα σε πράγματα και καταστάσεις φαινομενικά άσχετες πετυχαίνοντας απίστευτες συνάψεις, οι οποίες λειτουργούν κυρίως μεταφορικά. («Περιπλανιέμαι τα μεσάνυχτα/στον κήπο του Καλού και του Κακού»)
4η Ενότητα
ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ
στον γιο μου
Έδωσα μιλιά στα δέντρα
κι αισθήματα στα τρεχούμενα νερά
ποιήματα έγραψα στα χώματα
Όταν με καταπιούν ν’ ακούς τη φωνή μου
πάνω στο δέρμα της μάνας μου, της γης
Η τέταρτη ενότητα παρουσιάζει την πραγματικότητα έτσι όπως την πλάθει, την δημιουργεί, την αισθάνεται αλλά και την κοινωνεί ο ποιητής. Αυτή η ποιητική πραγματικότητα λειτουργεί σε επίπεδο συμβολικό, αισθαντικό και έντονα καλαισθητικό τουλάχιστον σε επίπεδο έκφρασης. («Πηγαινοέρχομαι σ’ έναν σκληρό διάδρομο προς-γείωσης χωρίς από-). Δεν είναι τυχαίο ότι σ’ αυτήν την ενότητα, εκτός από τον πολλαπλασιασμό των εκφραστικών μέσων και την αύξηση των σχημάτων λόγου,(« Χαμογελαστοί όλοι οι θαλάσσιοι πόροι/ξαπλώνουν στο στρώμα του./ Τη νύχτα μου φωτίζω/με μια πολύχρωμη μεταξωτή γραβάτα») περιλαμβάνονται ποιήματα ποιητικής, ποιήματα δηλαδή που αναφέρονται στην τέχνη της ποίησης ως προς τη σύλληψη των ιδεών, ως προς την εμπράγματη εφαρμογή της ποιητικής ιδέας αλλά και ως τη σχέση τους με τον αναγνώστη.
Εκείνο το πουλί που παράγει ποιητές
έπαψε να κεντά το δέρμα μου
Δεν μιλά άλλο για τ’ όνομά σου
Τα «Κόκκινα πουλιά», περισσότερο από τις προηγούμενες ποιητικές συλλογές του Π. Κατσίκα αποτελούν μια συζήτηση του ποιητή με τον κόσμο που μας περιβάλλει, μια ουσιαστική τοποθέτησή του απέναντι σε θέματα, κοινά μεν αλλά φλέγοντα, της σύγχρονης ζωής. Ο ποιητής περιδιαβαίνει τον κόσμο ως κοσμοπολίτης («ν’ ακούς τη φωνή μου/πάνω στο δέρμα της μάνας μου, της γης) χωρίς τις αναφορές σε τόπους ή τρόπους της ιδιαίτερης πατρίδας, που διαμόρφωναν μεγάλο μέρος της ποιητικής των προηγούμενων ποιητικών συλλογών. Αυτός ο κοσμοπολιτισμός («Τόπος μας είναι εκεί/όπου έχουμε την τελευταία ανάμνηση») τόσο λεπτός στην έκφρασή του, τόσο κρίσιμος στα θέματα που εναγκαλίζεται, τόσο δραματικά επίκαιρος, συνιστά ένα μεγάλο βήμα ωριμότητας του ποιητή: δίνει όχι μόνο τα στοιχεία, που συνιστούν τους κοινούς τρόπους των βιωμάτων του σύγχρονου ανθρώπου, αλλά και προτείνει τρόπους θέασης του λυπηρού κόσμου που μας περιβάλλει. Οι τρόποι αυτοί, ρηξικέλευθοι, επαναστατικοί αλλά και βαθιά ανθρώπινοι αγγίζουν την ανθρώπινη δημιουργία ως γένεση στοιχείων που ‘αξίζουν τον κόπο’ ακόμη και στην ισοπεδωτική πραγματικότητα που ζούμε. Τα στοιχεία αυτά αναδεικνύονται μέσα από την κλιμάκωση που ενυπάρχει στην ποιητική συλλογή, είναι οι άγκυρες του ανθρώπου και παράλληλα οι λόγοι, για τους οποίους συνεχίζουμε να προσπαθούμε σήμερα, παρ’ όλη την απόλυτη κυριαρχία του υλισμού και του ωφελιμισμού: ο ένας είναι το παιδί και ο άλλος η τέχνη, και τα δυο αποτελέσματα της δημιουργίας του ανθρώπου, του φιλοσοφικού ‘ποιείν’. Για τον ποιητή και τα δυο ‘ποιούνται’ με τους ίδιους τρόπους και για τους ίδιους λόγους: ‘ποιούνται’ μέσω της ευλογημένης συνύπαρξης της λογικής, της διαίσθησης αλλά και του συναισθήματος, υπερβαίνοντας τις δυσκολίες του περιβάλλοντος ή τις έλλογες αμφιβολίες, που προτάσσει ο νους. Κυρίως ενέχουν την πρόθεση βελτίωσης σε ατομικό ή και ευρύτερα συλλογικό επίπεδο ως προσδοκία αποδέσμευσης από τον στείρο υλισμό, που έχει επικρατήσει, και ως προσπάθεια επαναπροσδιορισμού των όρων της ανθρώπινης πληρότητας και ευτυχίας. Ετσι η τέχνη, κυρίως η ποιητική, αποδεσμεύεται πλήρως από τα όρια της ακραίας λογικής και εκφράζεται υπερβαίνοντάς την με έναν ιδιαίτερα γοητευτικό αλλά και συγκινητικό τρόπο: με την συμπερίληψη των λόγων της αλεπούς, με το δάγκωμα του φιδιού, με την αφηγηματική παραμυθία των ποταμόπλοιων, με τις συναντήσεις κάτω από λευκά μάρμαρα, με αρώματα που θυμίζουν και ταυτίζονται με το θάνατο, με πουλιά που μας αγαπούν περισσότερο ή λιγότερο, με γραβάτες που δένονται ανάποδα, με καρχαρίες που τρώνε κόλλυβα ,με τη σοφία των πεταλίδων, με ουράνια τσουρέκια για τα πεινασμένα φαντάσματα, με ανθρώπους, δημιουργούς και μη, που λειτουργούν χωρίς ντεσέν ανεξάρτητα από τα κυρίαρχα πρότυπα. Κυρίως αποτελεί το δώρο του ποιητή προς την ανθρωπότητα, ένα δώρο άυλο, καλαισθητικό, πραγματικά πολύτιμο, λόγω της δυναμικής που μπορεί να αναπτύξει στο παρόν και στο μέλλον:
ΤΑ ΑΔΙΗΓΗΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
Όσο ωριμάζουν πληγώνονται απ’ τον χρόνο
κι εγώ τα περιθάλπω με στοργή
Πρωί και βράδυ από μια δυνατή εκφώνηση
μού έχουν συστήσει οι γιατροί
Τις λέξεις τους αλλάζω τακτικά
Προτού κακοφορμίσουν
Κι όταν πια είναι ικανά να εργαστούν
λιγάκι πριν γεράσουν, σ’ εσάς τα παραδίδω
Νόπη Ταχματζίδου
Ευχαριστούμε τη Νόπη Ταχματζίδου για την αποστολή της παρουσίασής της, που πρωτοδημοσιεύτηκε στις 23/8/2022 στον Παρατηρητή Θράκης.