Σοβιετική κληρονομιά
Φυσικά και δεν μπορεί να θεωρείται μόνος υπεύθυνος ο Γκορμπατσόφ για τη σταδιακή μετάλλαξη του Κομμουνιστικού Κόμματος και της αντίστοιχης πολιτικής κατεύθυνσης της σοβιετικής εξουσίας. Είναι όμως κατηγορούμενος, γιατί έτσι αναίτια, τον Δεκέμβριο του 1991, με μια κίνηση απ’ αυτόν σχεδόν άνευ προηγουμένου, η Σοβιετική Ένωση, η έδρα του κομμουνισμού, διαλύθηκε γρήγορα και ειρηνικά.
Ο θάνατος του πρώην σοβιετικού ηγέτη Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, προκάλεσε ένα ξέσπασμα συλλυπητηρίων και αφιερωμάτων από ηγέτες της Δύσης που αντανακλούν τις σκοπιμότητες και τα συμφέροντα της πολιτικής τους. Γι’ αυτό επαινέθηκε ως ήρωας της φιλελεύθερης δημοκρατίας από την καπιταλιστική Δύση (μέχρι και η δική μας πρόεδρος της Δημοκρατίας θεώρησε υποχρέωσή της, σε μήνυμα της για το θάνατό του, να αναφερθεί σε μαθήματα εκδημοκρατισμού που έδωσε ο εκλιπών στη Σοβιετική Ένωση) ενώ καταδικάστηκε στη συνείδηση των συμπατριωτών του και της εργατικής τάξης για τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Γιατί με την καπιταλιστική παλινόρθωση, την οποία για δεκαετίες μεθόδευε η καπιταλιστική Δύση με τις ενέργειές της και η οποία προωθήθηκε και ολοκληρώθηκε με τις ενέργειες του ανεκδιήγητου Μπόρις Γιέλτσιν, η φτώχεια στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης εκτοξεύτηκε στα ύψη, το ΑΕΠ έπεσε κατακόρυφα, πόλεμοι ξεκίνησαν στο έδαφος της πρώην ΕΣΣΔ, δημόσια περιουσιακά στοιχεία και πόροι πουλήθηκαν για πενταροδεκάρες σε όψιμους επιχειρηματίες. Πολλά μέλη του κομμουνιστικού μηχανισμού που βρήκαν στο κόμμα μια εύκολη διαδρομή προς καριέρα ή άλλους στόχους, πούλησαν, για το μεγαλύτερο προσωπικό τους κέρδος, τα μέσα παραγωγής και ιδιαίτερα τα ορυχεία και τα εργοστάσια που διοικούσαν στο όνομα του σοσιαλισμού.
Μέχρι το 1989, η Σοβιετική Ένωση ήταν μια από τις δύο υπερδυνάμεις του κόσμου. Η ισχύς και η επιρροή της είχε επεκταθεί πολύ πέρα από τα σύνορά της στο Βιετνάμ στην Ανατολική Ασία, στο Δυτικό ημισφαίριο, στο Ιράκ και στη Συρία στη Μέση Ανατολή, σε τμήματα της νότιας Αφρικής, στην Κούβα και την Κεντρική Αμερική κι ενέπνεε και ενίσχυε απελευθερωτικούς και αντιαποικιακούς αγώνες. Στα εβδομήντα και πλέον χρόνια της ύπαρξής της πρωτοστατούσε στη δημιουργία ενός νέου τρόπου οργάνωσης της οικονομίας και κοινωνίας αντικαθιστώντας τον καπιταλισμό με τον σοσιαλισμό, την ιδιωτική ιδιοκτησία με τις δημόσιες επιχειρήσεις και τον homo Economicus με τον «σοβιετικό άνθρωπο».
Για το μεγαλύτερο μέρος αυτής της περιόδου, η ισχύς της, η κομμουνιστική της ιδεολογία, ο αθεϊσμός της και η απήχησή της στον αναπτυγμένο και αναπτυσσόμενο κόσμο προκαλούσαν φόβο στις καρδιές των πολιτικών της καπιταλιστικής Δύσης και ιδιαίτερα των ΗΠΑ. Εκατομμύρια Αμερικανοί εκπαιδεύονταν να θεωρούν το κομμουνιστικό σύστημα ως υπαρξιακή απειλή για τον τρόπο ζωής τους. Στα μάτια τους, το να είναι κάποιος κομμουνιστής στη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο εποχή ισοδυναμούσε με εχθρό του αμερικανικού κράτους, θανάσιμη απειλή για την αμερικανική παράδοση της ελευθερίας της αγοράς και της ελεύθερης επιχείρησης. Κι έτσι δικαιολογούνταν πολιτικές της κυρίαρχης εξουσίας που στρέφονταν ενάντια στη Σοβιετική Ένωση και τις κομμουνιστικές ιδέες.
Η Σοβιετική Ένωση δημιουργήθηκε από μια επανάσταση που είχε μεταβάλει ριζικά την ταξική δομή της κοινωνίας, ισοπεδώνοντας τη παλιά δομή της και δημιουργώντας νέες πολιτικές ιεραρχίες. Εφόσον το πολιτικό καθεστώς βασίστηκε σε μια νέα κοινωνική δομή στην οποία καταργήθηκαν όλα τα παραδοσιακά προνόμια, κανείς δεν θα μπορούσε από την παλιά τάξη να αποφύγει την απειλή καταστολής και απέλασης. Η Οκτωβριανή επανάσταση, λοιπόν, προκάλεσε ένα τρομακτικό τραύμα στην ευρωπαϊκή αστική τάξη, συγκρίσιμο από πολλές απόψεις με το σοκ που έζησε η αριστοκρατία μετά το 1789 και ο φόβος της γι’ αυτήν κατηύθυνε τις δράσεις και ενέργειές της εναντίον της.
Η Σοβιετική Ένωση, το πρώτο σοσιαλιστικό κράτος στην ιστορία, σημείωσε τεράστια βήματα προόδου στην οικονομία, την εκπαίδευση και την παιδεία για τον σοβιετικό λαό. Κι αυτή η νεοσύστατη Σοβιετική Ένωση το 1929, χρονιά μεγάλης ύφεσης για τον καπιταλισμό, μόλις 12 χρόνια μετά τη ρωσική επανάσταση, και 7 χρόνια μετά τη νομική δημιουργία της Σοβιετικής Ένωσης, έδειξε τη δυναμική της με το πρώτο Πενταετές Σχέδιο και την κολεκτιβοποίηση της γεωργίας δημιουργώντας ένα οικονομικό σύστημα που δεν είχε ξαναδεί η ιστορία. Και κατάφερε ν’ αντιμετωπίσει την απειλή της εξωτερικής στρατιωτικής επίθεσης και του φασισμού, σώζοντας, με τη θυσία εκατομμυρίων Σοβιετικών, την Ευρώπη από το φασισμό.
Και μετά τον πόλεμο όμως ο αντίκτυπός της ήταν καθοριστικός στην καταστροφή των αποικιακών αυτοκρατοριών, ενώ ο φόβος της εξάπλωσης της ρωσικής επανάστασης οδήγησε τον καπιταλισμό στη Δυτική Ευρώπη να δημιουργήσει ένα σύστημα κοινωνικής προστασίας για τον πληθυσμό. Όπως λοιπόν κι αν κατέληξε η ΕΣΣΔ, τα επιτεύγματά της ήταν μια γιγάντια συνεισφορά τόσο στους δικούς της ανθρώπους όσο και σε ολόκληρο τον κόσμο.
Κι αν κυρίως κατηγορείται ο Γκορμπατσώφ δεν είναι γιατί δεν κατάφερε, αλλά αντίθετα επιδείνωσε, η πολιτική του να ξεπεράσει τα υπαρκτά προβλήματα της Σοβιετικής Ένωσης, οικονομικά και ιδεολογικά. Γιατί βεβαίως και είχε πρόβλημα η Σοβιετική Ένωση να κρατήσει τον οικονομικό ρυθμό με την καπιταλιστική Δύση, ειδικά στο να προσφέρει στους ανθρώπους της την ποσότητα και την ποιότητα των καταναλωτικών αγαθών που γίνονται από τους καπιταλιστές τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των επιτυχημένων κοινωνιών. Η αντιστοίχιση μάλιστα της στρατιωτικής επέκτασης και του προϋπολογισμού του Ρόναλντ Ρέιγκαν με τη ανάπτυξη της δικής της αντιπυρηνικής ασπίδας για να αναιρέσει τον αντίκτυπο της Στρατηγικής Αμυντικής Πρωτοβουλίας της Αμερικής επιβάρυνε και τα οικονομικά της Σοβιετικής Ένωσης και την τεχνολογική της ικανότητα. Επιπλέον, από τη δεκαετία του ’60 τα ιδεολογικά θεμέλια της Σοβιετικής Ένωσης είχαν αρχίσει να τρίζουν. Αν μέχρι τότε τα σοσιαλιστικά καθεστώτα που ιδρύθηκαν στην ΕΣΣΔ παρουσιάζονταν ως ένα βήμα προς τον οικουμενικό κομμουνισμό, σιγά σιγά ο λόγος για την ολοκλήρωση του κομμουνισμού αλλάζει, η υπόσχεση της επικείμενης έλευσης του σχεδόν εξαφανίζεται από τον πολιτικό λόγο, ο οποίος επομένως εστιάζει στα προβλήματα του παρόντος, αναζητώντας και καπιταλιστικές λύσεις στα προβλήματά του. Και ο σοσιαλισμός, χάνοντας τον στόχο του, μπαίνει σε ιδεολογική κρίση.
Φυσικά και δεν μπορεί να θεωρείται μόνος υπεύθυνος ο Γκορμπατσόφ για τη σταδιακή μετάλλαξη του Κομμουνιστικού Κόμματος και της αντίστοιχης πολιτικής κατεύθυνσης της σοβιετικής εξουσίας. Είναι όμως κατηγορούμενος, γιατί έτσι αναίτια, τον Δεκέμβριο του 1991, με μια κίνηση απ’ αυτόν σχεδόν άνευ προηγουμένου, η Σοβιετική Ένωση, η έδρα του κομμουνισμού, διαλύθηκε γρήγορα και ειρηνικά. Ο Γκορμπατσόφ δεν επέτρεψε στη Σοβιετική Ένωση να παλέψει για την ύπαρξή της αντιδρώντας στην αποσχιστική κίνηση του Γέλτσιν, ηγέτη της Ρωσίας, και των ηγετών Ουκρανίας και Λευκορωσίας με την ίδρυση της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών. Ο Μ. Γκορμπατσόφ θεώρησε μόνη επιλογή τη διάλυση της χώρας στην οποία για πρώτη φορά οργανώθηκε ένα εργατικό κράτος. Κι έτσι η καπιταλιστική Δύση είχε κάθε λόγο ν’ αναγνωρίσει στον Μ. Γκορμπατσόφ ρεαλισμό και πολιτική διορατικότητα, επειδή δέχτηκε τα μεγάλα «λάθη» σχεδόν όλων των προκατόχων του από τον Λένιν, αμφισβητώντας όλα όσα υποστηρίζουν τον δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, την ταξική πάλη, την παγκόσμια επανάσταση, την κομματική πειθαρχία και, τέλος, τον κυρίαρχο ρόλο του ίδιου του κομμουνιστικού κόμματος, εγκαταλείποντας το όνειρο του κομμουνισμού στη ζωή μας κι αναγνωρίζοντας τη νομιμότητα και αποτελεσματικότητα του καπιταλιστικού συστήματος της Δύσης. Κι έγινε έτσι ώστε η διάλυση του πρώτου, με όλες τις στρεβλώσεις του και τις αποτυχίες του, σοσιαλιστικού κράτους στην ιστορία, να ενσταλάξει ανά τον κόσμο αμφιβολίες, απογοήτευση και ηττοπάθεια για την κομμουνιστική προοπτική, για τη σκοπιμότητα εκείνου του πολιτικού σχεδίου σκοπός του οποίου σχηματικά θα ήταν η καθολική κατάργηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας.
Μόνο που τελικά οι ιδέες και τα επιτεύγματα της Οκτωβριανής επανάστασης, παρ’ όλη την ενορχηστρωμένη απαξίωσή της από τον κυρίαρχο λόγο της καπιταλιστικής Δύσης, στα πλαίσια ενός αντικομμουνισμού που ξαναγίνεται καλυμμένα η κυρίαρχη ιδεολογία, συνεχίζουν να ζουν σε κάθε αγώνα των καταπιεσμένων, σε κάθε κινητοποίηση των εργαζομένων.