Σε χωματερές οι τεράστιες φτερωτές των ανεμογεννητριών
Η «πράσινη ανάπτυξη» έχει κίνητρο το κέρδος και στο όνομα της προστασίας του περιβάλλοντος οδηγεί στη ρύπανση του περιβάλλοντος και τη σπατάλη πόρων
Οι κεφαλαιοκράτες και οι κυβερνήσεις τους που πλασάρουν την «πράσινη ανάπτυξη» και τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), εφόσον νοιάζονται, όπως λένε, για το περιβάλλον και την κλιματική αλλαγή δεν θα έπρεπε να έχουν κάνει μια ολιστική μελέτη για όλη τη διάρκεια ζωής των τεχνικών μέσων των ΑΠΕ, τα οποία σπέρνουν σε στεριά και θάλασσα σε όλο τον κόσμο;
Μια μελέτη που να ταιριάζει στα μεγάλα – αλλά κούφια – λόγια της αειφόρου ανάπτυξης και να υπολογίζει το περιβαλλοντικό κόστος κατασκευής, λειτουργίας, αλλά και απόσυρσης αυτών των συσκευών, συγκριτικά με το περιβαλλοντικό όφελος; Τι θα γίνουν π.χ. οι τεράστιες φτερωτές των ανεμογεννητριών όταν φτάσουν το προσδόκιμο ζωής τους, δηλαδή τα 20 χρόνια, ή νωρίτερα αν πάθουν ζημιά από κάποια αιτία;
Η απάντηση σ’ αυτό σήμερα είναι ότι θα θαφτούν. Οι φτερωτές, διαμέτρου 50 και 100 μέτρων, δεν θα ανακυκλωθούν. Θα ταφούν σε χωματερές, σαν τεράστια σκουπίδια. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι το 2050 περισσότεροι από 2 εκατομμύρια τόνοι υλικού των φτερωτών αυτών θα αποσύρονται ετησίως και θα αντικαθίστανται με νέα εξαρτήματα.
Μόλις τώρα κάποιοι ερευνητές αρχίζουν να ψάχνουν λύσεις για το πρόβλημα, αναζητώντας υλικά τα οποία θα επιτρέψουν την επαναχρησιμοποίηση των λεπίδων, που θα κατασκευαστούν στο μέλλον. Όμως, έτσι κι αλλιώς, οι φτερωτές των χιλιάδων ανεμογεννητριών, που λειτουργούν σήμερα, είναι μάλλον οριστικό ότι θα θαφτούν ως έχουν, επειδή δεν συμφέρει, δηλαδή δεν είναι κερδοφόρο να υποστούν κάποια επεξεργασία.
Οι κατασκευές αυτές είναι πολύ μεγάλες και γι’ αυτό δύσκολο να αποσυναρμολογηθούν και να μετακινηθούν. Είναι φτιαγμένες με τα φτηνότερα υλικά, που τους επιτρέπουν να είναι ελαφριές και ανθεκτικές στον χρόνο και στις τεράστιες δυνάμεις που ασκεί ο άνεμος πάνω τους και γι’ αυτό αποτελούνται από ίνες φάιμπεργκλας, που «δένεται» με μια πολυμερή ρητίνη.
Θεωρητικά θα μπορούσαν να ανακυκλωθούν, αλλά, όπως λέει ο Τζον Ντόργκαν, καθηγητής χημικής μηχανικής και επιστήμης των υλικών στο πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, «είναι φτηνότερο απλώς να τα θάψεις στο έδαφος, από το να τα επανεπεξεργαστείς σε κάτι χρήσιμο».
Η δυσκολία μεταφοράς και η κατάληξή τους έτσι κι αλλιώς στο χώμα δεν αποκλείει όταν έρθει η ώρα να μπει ζήτημα να ταφούν επιτόπου, δηλαδή καταστρέφοντας επιπλέον παρακείμενες περιοχές στις κορυφές των βουνών. Για τις παράκτιες ανεμογεννήτριες πάλι, δεν αποκλείεται για οικονομικούς λόγους να προταθεί να ριχτούν στη θάλασσα.
Ο Ντόργκαν και οι συνεργάτες του ανέπτυξαν μια νέα πολυμερή ρητίνη, που θα μπορούσε να συγκρατήσει σφιχτά τις ίνες φάιμπεργκλας όσο χρησιμοποιούνται οι ανεμογεννήτριες, αλλά να μετατραπεί σε διάφορα προϊόντα, όταν έρθει η ώρα να αποσυρθούν. Η ρητίνη σχηματίζεται με τη διάλυση πολυλακτιδίου (πολυγαλακτικό οξύ, γνωστό και ως PLA), ενός βιοαποικοδομούμενου πολυμερούς, μέσα σε ένα συνθετικό μονομερές, που ονομάζεται μεθακρυλικό μεθύλιο (ΜΜΑ).
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν στη συνέχεια αντλίες κενού, ώστε να αναγκάσουν τη ρητίνη να αγκαλιάσει τις ίνες φάιμπεργκλας και στη συνέχεια επέτρεψαν στη ρητίνη να σκληρύνει, δημιουργώντας πλάκες στερεού φάιμπεργκλας. Η διαδικασία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία μεγαλύτερων δομών, όπως οι λεπίδες τουρμπίνων ή ο σκελετός πλεούμενων.
Το υλικό αυτό μπορεί να ξαναδιαχωριστεί σε ίνες και σιρόπι ρητίνης, αν βυθιστεί μέσα σε ΜΜΑ. Οι ίνες και η ρητίνη μπορούν να χρησιμοποιηθούν εκ νέου για την κατασκευή λεπίδων φτερωτών, που θα έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά αντοχής και άλλες φυσικές ιδιότητες με τις αρχικές. Η ρητίνη θα μπορούσε να βρει και άλλες χρήσεις, όπως για την παραγωγή πολυμεθακρυλικού μεθυλίου, δηλαδή πλεξιγκλάς, διαφανούς άθραυστου υλικού, εναλλακτικού του γυαλιού, με χρήση από παράθυρα μέχρι προβολείς αυτοκινήτων. `Η να μετατραπεί σε πολυμεθακρυλικό οξύ, υλικό απορροφητικό που χρησιμοποιείται σε πάνες και άλλα προϊόντα.
Όπως όλα στον καπιταλισμό, το αν θα αξιοποιηθούν τέτοιες τεχνολογίες ή όχι, εξαρτάται από το ποσοστό κέρδους που θα αποφέρουν στους κεφαλαιοκράτες, είτε απευθείας μέσω των νόμων της καπιταλιστικής αγοράς είτε με τη βοήθεια του κράτους, που θα βάλει πιο βαθιά το χέρι στη λαϊκή τσέπη, για να χρηματοδοτήσει τη διαφορά ως το επιθυμητό κέρδος, για το επενδεδυμένο κεφάλαιο. Στο μεταξύ, τα υπερσυσσωρευμένα στάσιμα κεφάλαια θα συνεχίσουν να επιζητούν «πράσινη» διέξοδο προς την κερδοφορία, με όποιο κόστος για το περιβάλλον και τον λαό (κόστος ηλεκτρικής ενέργειας, κόστος του «πράσινου» καυσίμου που ονομάζεται φυσικό αέριο κ.ο.κ).
Πηγή: «Scientific American»