Έφυγε από τη ζωή ο αλύγιστος Μακρονησιώτης, αταλάντευτος κομμουνιστής, Λάζαρος Κυρίτσης

Έφυγε από τη ζωή στα 102 του χρόνια, ο σύντροφος Λάζαρος Κυρίτσης, αλύγιστος Μακρονησιώτης, με αδιάκοπη δράση στο λαϊκό κίνημα και αταλάντευτη στάση, η οποία σφυρηλατήθηκε με τα ιδανικά της ΕΑΜικής Αντίστασης, του ΔΣΕ και του ΚΚΕ.

Έφυγε από τη ζωή, χθες το βράδυ, πλήρης ημερών, ο σύντροφος Λάζαρος Κυρίτσης, αλύγιστος Μακρονησιώτης, με αδιάκοπη δράση στο λαϊκό κίνημα και αταλάντευτη στάση, η οποία σφυρηλατήθηκε με τα ιδανικά της ΕΑΜικής Αντίστασης, του ΔΣΕ και του ΚΚΕ.

Τα πρώτα δύσκολα χρόνια

Ο σ. Λάζαρος γεννήθηκε το 1920 στη Χαραυγή Πωγωνίου Ιωαννίνων, όπου έμεινε μέχρι που τελείωσε την πρώτη γυμνασίου. Τότε μετακομίζει στην Αθήνα, για να βοηθήσει μαζί με τον αδελφό του στο μπακάλικο που άνοιξε ο πατέρας τους στου Χαροκόπου και ταυτόχρονα συνεχίζει το γυμνάσιο στην Καλλιθέα. Αλλά η δουλειά δεν πήγαινε καλά και ο πατέρας αποφασίζει να επιστρέψει στο χωριό, ενώ τα παιδιά παρέμειναν στην Αθήνα, ο Λάζαρος για να συνεχίσει το σχολείο και ο αδελφός του για δουλειά. Ο πατέρας τους πριν φύγει, ανέθεσε τη φροντίδα των παιδιών και κυρίως του Λάζαρου σε ένα γείτονα γαλατά, με τη συμφωνία να του παρέχει στέγη για να συνεχίσει το σχολείο του και με αντάλλαγμα να δουλεύει γι’ αυτόν χωρίς να πληρώνεται. Τα παιδιά κοιμούνται στο υπόγειο, δίπλα στα γάλατα, ξυπνούν 2 και 3 φορές τη νύχτα λόγω της δουλειάς, ενώ από τα ξημερώματα πρέπει να γυρίζουν στην περιοχή για να μαζέψουν και να μοιράσουν το γάλα. Ο Λάζαρος μετά βίας προλαβαίνει στις 8.30 το πρωί να βρίσκεται στο σχολείο. Η ζωή αυτή δεν μπορούσε να συνεχιστεί. Φτάνοντας στην 5η γυμνασίου, ο αδελφός του έχει ήδη βρει καλύτερη δουλειά και προτείνει στον Λάζαρο να φύγει για την Παραμυθιά της Θεσπρωτίας, όπου υπήρχε οικοτροφείο για να μείνει και να τελειώσει εκεί το γυμνάσιο. Τα έξοδά του τα ανέλαβε εκείνος. Από τις 400 δραχμές μηνιάτικο που έπαιρνε τότε, τα 325 τα έστελνε στον Λάζαρο για να σπουδάσει.

Εκεί, ο νεαρός Λάζαρος δεν τελείωσε απλά το γυμνάσιο, αλλά πήρε ένα ακόμα μεγαλύτερο μάθημα ζωής. Γνώρισε τη συντροφικότητα, την ανιδιοτέλεια, τη δύναμη που κουβαλά μέσα της η κολεκτίβα προκειμένου να στηριχθεί και να εξελιχθεί το άτομο. Τον χειμώνα της ίδιας χρονιάς αρρωσταίνει από τύφο. Ο καθηγητής των Μαθηματικών -Τζιμόπουλο τον έλεγαν- ανέθεσε τη φροντίδα του Λάζαρου ουσιαστικά στους 18 συμμαθητές του. Κάποια χρεώθηκαν να κουβαλούν από το βουνό χιόνι που ήταν απαραίτητο για να πέσει ο πυρετός και τα υπόλοιπα με βάρδιες, που άλλαζαν κάθε μία ώρα, από το πρωί μέχρι τη νύχτα βρίσκονταν στο πλευρό του και τον φρόντιζαν. Τη νύχτα τη φροντίδα του αναλάμβανε ο καθηγητής. Τρεις μήνες έκανε ο συνέλθει ο Λάζαρος. Η τάξη και οι καθηγητές του βοήθησαν να περάσει την τάξη παρόλο που είχε χάσει πολλά μαθήματα.

Η πρώτη επαφή με τις μαρξιστικές ιδέες

Σ’ αυτό το σχολείο γνωρίστηκε για πρώτη φορά με τις μαρξιστικές ιδέες. Στον αυλόγυρο σ΄ ένα εξωκλήσι ο θεολόγος του σχολείου τους μιλούσε για τον Μαρξ. Και όταν κάποτε κάρφωσαν τον καθηγητή και έγινε έλεγχος, κανείς από τους μαθητές δεν βρέθηκε να καταδώσει τον δάσκαλο.

Το 1938 επιστρέφει στην Αθήνα προκειμένου να βρει δουλειά και να μπει στο πανεπιστήμιο. Γράφεται τελικά στη Νομική σχολή την επόμενη χρονιά, ενώ ταυτόχρονα αρχίζει να δουλεύει σε δικηγορικό γραφείο, απ’ όπου φεύγει λόγω της χαμηλής αμοιβής. Βρίσκει δουλειά σε εστιατόριο. Εδώ κάνει και τα πρώτα του βήματα στον συνδικαλισμό και έρχεται σε επαφή με τον πρόεδρο του σωματείου επισιτισμού για τις συνθήκες δουλειάς και τα μεροκάματα.

Το 1940, με την Γερμανική κατοχή η πείνα θερίζει στην Αθήνα. Ο Λάζαρος αποφασίζει να επιστρέψει στο χωριό του. Στις αρχές του 1943 εντάσσεται στο ΕΑΜ και αναλαμβάνει τη δημιουργία ομάδας του ΕΑΜ στην περιοχή. Με την ίδρυση του ΕΛΑΣ, αρχικά ανήκει στον εφεδρικό ΕΛΑΣ, ενώ από τις αρχές του 1944 κατατάσσεται στον τακτικό ΕΛΑΣ, με την ειδικότητα του ολμιστή. Παίρνει μέρος μέσα από τον τακτικό ΕΛΑΣ στη μάχη της Χρυσορράχης, μία σημαντική εκκαθαριστική επιχείρηση κατά των Γερμανών, όπου οι Γερμανοί χάνουν 35 άτομα, ενώ ο ΕΛΑΣ κανένα. Στα τέλη του Δεκέμβρη του 1944 συμμετέχει στη σύγκρουση του ΕΛΑΣ με τον ΕΔΕΣ, όπου ο δεύτερος προσπάθησε να εισβάλει σε περιοχή ελέγχου του ΕΛΑΣ (συμφωνία ΕΛΑΣ – ΕΔΕΣ, μετά τον Γοργοπόταμο).

Το 1945, μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας, ο σ. Λάζαρος κατατάσσεται για να υπηρετήσει τη θητεία του στον εθνικό στρατό -στα ΕΜΠΕΔΑ, στην περιοχή της Ν. Χαλκηδόνας. Αρχικά αναλαμβάνει γραφιάς. Εκεί γνωρίζεται με άλλα οργανωμένα μέλη του ΚΚΕ, οι οποίοι συγκροτούν ομάδα και διαμαρτύρονται για τη διάδοση της φασιστικής εφημερίδας «Ελληνικό Αίμα» μέσα στο στρατόπεδο. Παρά τις υποσχέσεις της Διοίκησης ότι θα σταματήσει τη διακίνηση, με την καθοδήγηση των χιτών, αλλά και με την ανοχή των υπολοίπων αξιωματικών του στρατοπέδου, η διακίνηση συνεχίστηκε. Έτσι οι κομμουνιστές – φαντάροι αποφάσισαν να απαντήσουν με τη διακίνηση του Ριζοσπάστη μέσα στο στρατόπεδο, ενέργεια που βρήκε μεγάλη ανταπόκριση από τους φαντάρους του στρατοπέδου.

Διώξεις, ποινή φυλάκισης και εξορία στη Μακρόνησο

Από εκεί και πέρα ξεκινούν οι διώξεις. Μεταφέρεται μαζί με 11 ακόμα στρατιώτες στο Χαϊδάρι, στο κελί 15 -κελί μελλοθανάτων επί γερμανικής κατοχής. Οι τοίχοι ήταν γεμάτοι με σημειώματα αλύγιστων κομμουνιστών και αγωνιστών που ετοιμάζονταν να αντιμετωπίσουν το εκτελεστικό απόσπασμα. Περνά από στρατοδικείο, και καταδικάζεται σε φυλάκιση, με ποινή σχετικά μικρή, αλλά γεμάτη καψόνια. Στη συνέχεια μεταφέρεται ως κρατούμενος στο 300 τάγμα στον Αγ. Παντελεήμονα. Τότε του ζητούν τη συμμετοχή του σε εκτελεστικό απόσπασμα στο Χαϊδάρι. Ο Λάζαρος αρνείται, προβάλλοντας τον πραγματικό λόγο της άρνησής του. «Δεν θα σήκωνα ποτέ το όπλο απέναντι στους συντρόφους μου». Τον χτυπούν με λύσσα και τον βάζουν για 5 μέρες στο κρατητήριο.

Η στάση του αυτή ήταν και το διαβατήριο για τη μεταφορά του στο κολαστήριο της Μακρονήσου, στον τόπο που το ελληνικό αστικό κράτος δεν λυπήθηκε τα μέσα για να ξεριζώσει από τη συνείδηση -και όπου δεν το κατάφερνε, φτάνοντας μέχρι και την τελική φυσική εξόντωση, τον θάνατο- όλων αυτών που αγωνίστηκαν για την απελευθέρωση του λαού από κάθε ζυγό, ξένο ή ντόπιο, για τις αξίες της ελευθερίας, της ισότητας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της εξάλειψης της ανθρώπινης εκμετάλλευσης, της λαοκρατίας, όπως οι ίδιοι έλεγαν, και εφάρμοσαν έστω και για μικρό χρονικό διάστημα στις απελευθερωμένες περιοχές από τον ΕΛΑΣ.

Ο Λάζαρος αρχικά τοποθετείται στο Β’ Τάγμα σκαπανέων. Βασικό καθήκον των κρατούμενων φαντάρων ήταν η μεταφορά πέτρας για την κατασκευή της προβλήτας για να δένουν τα καΐκια από το Λαύριο που κουβαλούσαν νερό και τρόφιμα, όπως και τους λεγόμενους «αντιφρονούντες» φαντάρους. Μετά από 2 μήνες και τη σταθερή άρνησή του να υπογράψει δήλωση μετανοίας, μεταφέρεται στο Α’ Τάγμα σκαπανέων, στο τάγμα των «αμετανόητων» ή το «κόκκινο τάγμα», όπως το αποκαλούσαν οι στρατιωτικές υπηρεσίες.

Ο σ. Λάζαρος θυμάται πως όταν έφτασε εκεί, βρήκε το «τραπέζι στρωμένο» όπως λέει, από τους άλλους συντρόφους που είχαν πάει νωρίτερα. Υπήρχε μια ιδιαίτερη συντροφικότητα ανάμεσα στους φαντάρους και το πρόβλημα του καθενός γίνονταν πρόβλημα όλου του τάγματος. Οργανωτής τους η κομματική οργάνωση του ΚΚΕ, που παρόλα τα εμπόδια κατάφερνε να λειτουργεί κανονικά. Καθημερινά υπήρχε δελτίο τύπου και πληροφοριών που διαδίδονταν από στόμα σε στόμα. Ακόμα και ο παράνομος Ριζοσπάστης έμπαινε κάποιες φορές μέσα στο τάγμα. Αυτή η σχετικά ήρεμη ζωή κράτησε μέχρι τα τέλη του 1947, όπου άρχισαν να πυκνώνουν οι επιθέσεις των αλφαμιτών κατά των κρατουμένων στρατιωτών. Για το παραμικρό σήκωναν τα γκλομπς και χτυπούσαν ανελέητα.

Βασανιστήρια, απομόνωση και η σφαγή της Μακρονήσου

Η όξυνση της ταξικής πάλης, η συγκρότηση και οι νίκες του ΔΣΕ, εξαγρίωνε τους ταγούς τους αστικού κράτους, που η αφρόκρεμά τους – ορκισμένοι αντικομμουνιστές βρέθηκαν να υπηρετούν ως αξιωματικοί στη Μακρόνησο. Η συντριπτική τους πλειοψηφία είχε περγαμηνές στην υπηρεσία των Γερμανών κατακτητών και της ελληνικής κατοχικής κυβέρνησης, με προϋπηρεσία ως χίτες και κουκουλοφόροι καταδότες των λαϊκών αγωνιστών. Ήδη από τις αρχές του 1948 είχαν αντικατασταθεί όλοι οι μετριοπαθείς αξιωματικοί. Έτσι φτάσαμε στην 1η του Μάρτη 1948 στη μεγάλη σφαγή της Μακρονήσου, στη μαζική δολοφονία των πάνω από 350 άοπλων στρατιωτών Α’ Τάγματος, ένα έγκλημα που 70 χρόνια μετά, το ελληνικό αστικό κράτος κρατά εφτασφράγιστο μυστικό, χωρίς να αφήνει καμία πρόσβαση στα αρχεία του στρατού, παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες του ΔΣ της ΠΕΚΑΜ.

Ο σ. Λάζαρος ήταν παρών, όπως και χιλιάδες άλλοι κομμουνιστές. Παρόλο που επιβίωσαν από αυτή τη φρικαλεότητα, έμελλε το μαρτύριό τους να συνεχιστεί για πολύ ακόμα. Το ξύλο, το λιντσάρισμα, η απομόνωση, το βασανιστήριο της δίψας, ο πάσσαλος, το σταύρωμα και ότι άλλο επινοούσε ο διεστραμμένος νους των ανθρωπόμορφων τεράτων ήταν όπλα στα χέρια τους, προκειμένου να αποσπάσουν «μια δήλωση μετανοίας» απ’ αυτούς που διάλεξαν να είναι άνθρωποι, να ζουν σαν άνθρωποι γι’ αυτό και έγιναν Κομμουνιστές. Και η συντριπτική τους πλειοψηφία δεν έκανε πίσω, όποιο και να ήταν το τίμημα. Κάποιοι τρελάθηκαν, άλλοι πέθαναν από μελαγχολία, από τα βασανιστήρια, άλλοι βρέθηκαν πνιγμένοι στη θάλασσα και άλλοι πολλοί που κακοποιημένοι, σακατεμένοι τα κατάφεραν να αντέξουν και να βγουν με το κεφάλι ψηλά από το κολαστήριο της Μακρονήσου. Όλοι τους και αυτοί που έφυγαν και αυτοί που επέζησαν κουβαλούν στο κορμί τους τη χρυσή σφραγίδα – ΑΛΥΓΙΣΤΟΙ ! Ανάμεσά τους και ο σύντροφός μας ο Λάζαρος Κυρίτσης.

Το 1949 ο Λάζαρος μεταφέρεται από τη Μακρόνησο για να δουλέψει στην κατασκευή του δρόμου Μουζάκι – Καρδίτσα, απ’ όπου και παίρνει το 1950 το απολυτήριό του από τον στρατό. Επιστρέφει στην Αθήνα, συνδέεται με τον παράνομο μηχανισμό του Κόμματος. Εκπαιδεύεται με χρέωση από το Κόμμα στην στοιχειοθεσία σε ένα τυπογραφείο στην πλατεία Βάθη και αξιοποιείται στο παράνομο τυπογραφείο. Το 1952, μετά την εκτέλεση του Μπελογιάννη, υλοποιώντας την κομματική απόφαση να προπαγανδιστεί η εκτέλεσή του, αναρτά μαζί με άλλους συντρόφους φωτεινό πανό στην περιοχή του Αγ. Ιωάννη, με το σύνθημα «Ο ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ ΖΕΙ». Τον ίδιο χρόνο ολοκληρώνει τις σπουδές του και παίρνει το πτυχίο του στη Νομική. Με τη διάλυση των κομματικών οργανώσεων εντάσσεται στην ΕΔΑ και από το 1964 είναι επικεφαλής της δημοτικής παράταξης στο Δήμο Ζωγράφου, χρέωση που είχε από το Κόμμα και μετά την μεταπολίτευση. Κατεβαίνει 3 φορές υποψήφιος βουλευτής με τα ψηφοδέλτια της ΕΔΑ και 2 φορές μετά τη μεταπολίτευση με τα ψηφοδέλτια του ΚΚΕ.

Στη χούντα συλλαμβάνεται για την αντιδικτατορική του δράση και καταδικάζεται σε ποινή φυλάκισης 18 χρόνων, από τα οποία εκτίει τα 6, αλλά του αφαιρείται η άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, την οποία επανακτά μετά το 1974.

Η δράση του σ. Λάζαρου δεν σταματά εδώ. Η συνεχής, ακούραστη και πρωτοπόρα στάση ζωής τον συνοδεύουν πάντα και παντού. Είναι στην πρώτη γραμμή της λειτουργίας και δράσης της ΠΕΚΑΜ. Από τα απλά και καθημερινά, όπως η βάρδια για τη λειτουργία του Μουσείου, μέχρι τη σταθερή παρουσία του σε κάθε δραστηριότητα που έχει το σωματείο. Είναι μπροστά στις διεκδικήσεις να διατηρηθεί η Μακρόνησος ως τόπος ιστορικής μνήμης και να απαλλαγεί από τους καταπατητές της, να ανοίξουν τα αρχεία του στρατού και να φανεί η ιστορική αλήθεια για τη σφαγή της Μακρονήσου. Πάνω απ΄ όλα όμως είναι η συμβολή του στη διάδοση της ιστορικής αλήθειας στη νέα γενιά.

Ανήκε στη δρακογενιά των αλύγιστων της ταξικής πάλης

Ο σ. Λάζαρος είναι από εκείνη τη δρακογενιά των αλύγιστων της ταξικής πάλης. Έζησε ως οργανωτής του ΕΑΜ, μαχητής του ΕΛΑΣ, αλύγιστος κρατούμενος του κολαστηρίου της Μακρονήσου και της χούντας, οργανωμένος κομμουνιστής στον παράνομο μηχανισμό του Κόμματος, συνδικαλιστής δικηγόρος, Δημοτικός Σύμβουλος και υποψήφιος Βουλευτής του ΚΚΕ, μπροστάρης στους αγώνες των συνταξιούχων, για πολλά χρόνια αντιπρόεδρος του ΔΣ της ΠΕΚΑΜ και ενεργό μέλος της ΠΕΑΕΑ, σταθερός και αταλάντευτος προπαγανδιστής των θέσεων του ΚΚΕ, όπου κι αν βρίσκεται.

Τα χρόνια ζωής και δράσης του συμβάδιζαν με την ηρωική πορεία του ΚΚΕ και τον τίτλο του μέλους του που κράτησε επάξια παραμένοντας πάντα μπροστάρης στην πάλη για το δίκιο του λαού, σταθερός διεκδικητής και αγωνιστής για την κατάργηση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, για την οικοδόμηση της κοινωνίας στο μπόι των ανθρώπων και των ονείρων μας, της σοσιαλιστικής – κομμουνιστικής.

902.gr

Δείτε ακόμα:

Πολεμάμε και τραγουδάμε στα 100α γενέθλια του συντρόφου Λάζαρου Κυρίτση

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: