Le Chabanais: Ο ναός της ερωτικής ηδονής στο Παρίσι του 20ού αιώνα
Εντός του γονάτιζαν με ευχαρίστηση ισχυροί άνδρες της πολιτικής και της οικονομικής παγκόσμιας σκηνής. Στα 70 χρόνια λειτουργίας του διασημότερου οίκου ανοχής του Παρισιού πολλά συνέβησαν αλλά λίγα από αυτά βγήκαν έξω από τις κάμαρες των δωματίων.
Στην οδό Chabanais αριθμός 12 της γαλλικής πρωτεύουσας στέκει ένα 6ώροφο κτίριο. Εκ πρώτης όψεως δεν διαφέρει σε τίποτα από τα χιλιάδες παρόμοια κτίρια του κέντρου. Στεγάζει διαμερίσματα και μέσα του μπαινοβγαίνουν καθημερινά εκατοντάδες άνθρωποι. Βρίσκεται σε μια από τις πιο ακριβές συνοικίες όπου μόνο οι πλούσιοι μπορούν να αντέξουν τα τσουχτερά ενοίκια, ακριβώς δίπλα στο διασημότερο μουσείο της Ευρώπης, το επιβλητικό Λούβρο.
Αν σταθούμε στην πόρτα του και κρυφοκοιτάξουμε μέσα, θα δούμε δυο παλιά ασανσέρ. Καμία εντύπωση ως τώρα.. Και όμως, αυτά τα ασανσέρ κάποτε κρατούσαν οικογένειες ενωμένες ή ίσως χώρες ολόκληρες… Πόσο άβολο αλήθεια θα ήταν αν ο γιος έβλεπε τον πατέρα ή πολιτικοί αντίπαλοι, ο ένας τον άλλον, μέσα σε έναν οίκο ανοχής σε καιρούς που η τιμή και η ευπρέπεια ήταν παράσημα ενός άνδρα;
Πάμε πίσω στο 1878. Μια γουστόζα γυναίκα ονόματι Μαντάμ Κέλλυ κόβει την κορδέλα των εγκαινίων ενός πολυτελούς οίκου ανοχής στην οδό Chabanais αριθμός 12. Το 6ώροφο κτίριο θα μείνει στην ιστορία της πόλης του Φωτός για την πολυτέλεια και για τις ερωτικές του υπηρεσίες. Από τις πόρτες και τα κρεβάτια του πέρασαν όλοι: Αυτοκράτορες, βασιλιάδες, πολιτικοί, καλλιτέχνες.
Η Μαντάμ Κέλλυ καταγόταν από την Ιρλανδία, μέλος ευκατάστατης οικογένειας ωστόσο η ίδια, άτακτη από μικρή, προτίμησε από ένα καλό γάμο.. αμέτρητες ανδρικές αγκαλιές της καλής κοινωνίας. Υπήρξε ‘’επιστήθια’’ φίλη πολλών ευκατάστατων κυρίων από το διάσημο ιδιωτικό κλαμπ Jockey – Club de Paris, οι οποίοι με χαρά την λάτρεψαν και της έδιναν πλουσιοπάροχα δώρα.
Ένα μέρος της ζωής της ενέπνευσε το φιλμ ‘’Βασίλισσα Κέλλυ’’ το 1928 με την Γκλόρια Σουάνσον στον πρωταγωνιστικό ρόλο και χρηματοδότη τον παράνομο εραστή της ηθοποιού και τρανό επιχειρηματία Τζόζεφ Κένεντι. Η ταινία υπήρξε οικονομική και καλλιτεχνική καταστροφή για την Σουάνσον.
Σε αντίθεση η Μαντάμ Κέλλυ θα κολυμπούσε στα αμύθητα πλούτη με το άνοιγμα του οίκου ανοχής το 1878. Στα 33 της χρόνια ξόδεψε 1.700.000 γαλλικά φράγκα ώστε να το διαμορφώσει και να το διακοσμήσει με ό,τι εκλεκτότερο υπήρχε εκείνη την εποχή. Κάθε δωμάτιο του οίκου είχε ξεχωριστή διακόσμηση και κάθε αντικείμενο εκεί μέσα ήταν επιλεγμένο με προσοχή. Τίποτα στην τύχη. Τίποτα ακαλαίσθητο. Οι άνδρες που θα έμπαιναν μέσα σε αυτόν τον οίκο ανοχής και αντοχής έπρεπε να βιώνουν μια ξεχωριστή εμπειρία, αφήνοντας τα προβλήματα τους και εκ προκειμένου τα προβλήματα ολοκλήρων λαών έξω από την πόρτα του.
Τριάντα πανέμορφες κοπέλες τους κρατούσαν συντροφιά πάντα ντυμένες με την τελευταία λέξη της παρισινής μόδας, βαμμένες, χτενισμένες, αρωματισμένες με ακριβά γαλλικά αρώματα, χαμογελαστές, γλυκιές. Στο χώρο υποδοχής τις έβλεπες σαν πορσελάνινες κούκλες να σιγογελούν ακούγοντας μουσική, τα τελευταία κουτσομπολιά της πόλης, τα πειράγματα των ανδρών. Η σαμπάνια και τα πανάκριβα γαλλικά κρασιά έρρεαν σαν χείμαρροι, τα μάγουλα κοκκίνιζαν, τα βλέμματα έπαιζαν μεταξύ τους και οι συνεννοήσεις για το ποια κοπέλα, ποιο δωμάτιο και για πόσο γίνονταν σχεδόν με αυτόματο τρόπο. Για τους παλιούς και καλούς πελάτες άλλωστε τα πάντα ήταν κανονισμένα από πριν.
Τα ίδια κορίτσια μεταμορφωνόντουσαν μέσα στα δωμάτια ανάλογα με την θεματική αυτών και τις επιθυμίες των ανδρών. Γινόντουσαν σκλάβες ή βασίλισσες, αμαζόνες ή υποτακτικές, πόρνες ή Αγίες.
Κάθε δωμάτιο ήταν διαφορετικά διακοσμημένο. Ταξίδι στο χρόνο; Μήπως προτιμούσε κάποιος να κυλιστεί στα σεντόνια ενός κρεβατιού από την προεπαναστατική εποχή ή να πάρει το χαλαρωτικό του μπάνιο σε ένα δωμάτιο όπως εκείνο της, για πάντα χαμένης, Πομπηίας; Ή μήπως προτιμούσε αντί για το χρόνο να ταξιδέψει στο χώρο; Ινδικό δωμάτιο, Ιαπωνικό δωμάτιο... Το τελευταίο θα βραβευτεί με το πρώτο βραβείο εσωτερικής διακόσμησης στην Διεθνής Έκθεση του Παρισιού το 1900. Φανταζόμαστε πως κάποιος ή μάλλον κάποιοι κύριοι της κριτικής επιτροπής θα ‘χαν ιδία εμπειρία περί της διακοσμήσεως του χώρου πριν τον βραβεύσουν..
Όλοι περνούσαν άλλωστε από τον διάσημο οίκο. Ήταν κάτι σαν την Μέκκα. Πολλοί επιφανείς άνδρες είχαν διαμορφώσει τα δικά τους δωμάτια εντός του. Πρώτος και καλύτερο ο “Βρώμικος Μπέρτι’’ όπως ονόμαζαν τα κορίτσια του οίκου τον Πρίγκιπα της Ουαλίας Εδουάρδο και μετέπειτα βασιλιά της Μεγάλης Βρετανίας Εδουάρδο τον 12ο.
Το δωμάτιο του ήταν μισθωμένο ετησίως, διακοσμημένο με το προσωπικό του γούστου. Η μπανιέρα με το σώμα γυναίκα – Σφίγγας, όπου συχνά εκείνος και οι γυναίκες του οίκου έπαιρναν όλοι μαζί ένα αφρόλουτρο με τις ακριβότερες σαμπάνιες και η περίφημη καρέκλα του έρωτα δέσποζαν επιβλητικά μέσα στο δωμάτιο.
Αυτή η καρέκλα σκανδαλίζει μέχρι και σήμερα την φαντασία πολλών που συχνά ρωτούν στο ίντερνετ πώς την χρησιμοποιούσε. Η αλήθεια είναι εξαιρετικά πεζή. Ο Εδουάρδος μετά τα σαράντα του έβαλε αρκετό βάρος και η καρέκλα δεν εξυπηρετούσε, όπως πολλοί γράφουν, για να μπορεί να ικανοποιεί πολλές γυναίκες μαζί αλλά να μπορεί να κρατιέται ώστε να μην πιέζει με την υπερμεγέθη κοιλιά του τις χαριτωμένες Γαλλιδούλες κατά την διάρκεια της ερωτικής επαφής.
Η μητέρα του Βασίλισσα Βικτώρια δεν άντεχε καθόλου τις ερωτικές περιπέτειες του γιού της. Εξαιρετικά συντηρητική, είχε επιβάλει αυστηρούς κοινωνικούς κανόνες μέσα στην βρετανική κοινωνία. Η λέξη παντελόνι ήταν απαγορευμένη να ειπωθεί μπροστά σε μια κυρία. Καλώς, έτσι και αλλιώς ο άτακτος Μπέρτι σπανίως το φορούσε. Λένε πως η μητέρα του τον κατηγόρησε ευθέως για τον θάνατο του αγαπημένου της συζύγου που δεν άντεξε τα σκάνδαλά του και πως επειδή δεν ήθελε να τον δει στον θρόνο, παρέμεινε εκείνη ως τα βαθιά της γεράματα. Εκείνος στέφθηκε σε ηλικία 60 ετών.
Ο άτακτος γιος της Βικτώριας δεν ήταν το μόνο βασιλικό αίμα που βρισκόταν μπλεγμένο ανάμεσα σε γαλλικά μπούτια. Ο Κάρολος ο Πρώτος της Πορτογαλίας γνωστός και ως ο Διπλωμάτης, ο Μάρτυρας ή ο Παχύς βρισκόταν συχνά ανάμεσα στην πελατεία του γαλλικού οίκου. Κανένα από αυτά το ονόματα δεν του δόθηκαν από τις κοπελίτσες αλλά τα κέρδισε μέσω του πολιτικού του βίου.
Το 1899 στέφθηκε βασιλιάς της Πορτογαλίας, την ίδια χρονιά η Μαντάμ Κέλλυ αφήνει την τελευταία της πνοή. Είναι σίγουρο πως οι δυο βασιλιάδες θα είχαν συναντηθεί πολλάκις κάτω από το βλέμμα της και ίσως να είχαν κοιμηθεί με τις ίδιες κοπέλες. Το 1890, η Μεγάλη Βρετανία στέλνει τελεσίγραφο στην Πορτογαλία να αποσύρει τον στρατό της από περιοχές της Αφρικής, όπως η σημερινή Ζιμπάμπουε και το Μαλάουι, ώστε να περάσουν κάτω από την βρετανική κυριαρχία, διαφορετικά θα έμπαιναν σε πόλεμο.
Εννοείται πως η Πορτογαλία δεν ήθελε τέτοιες σκοτούρες και απέσυρε τα στρατεύματά της κρατώντας μόνο την Αγκόλα και την Μοζαμβίκη. Αγνοούμε ποιες ήταν οι ερωτικές επιδόσεις του Καρόλου αλλά δεν τον χαρακτήριζε ιδιαίτερη πυγμή στις πολιτικές του υποθέσεις. Κατά την βασιλεία του η Πορτογαλία χρεοκόπησε δύο φορές, το 1892 και το 1902. Έξι χρόνια αργότερα από την δεύτερη χρεοκοπία, το 1908, ο Κάρολος θα δολοφονηθεί από Δημοκρατικούς ακτιβιστές.
Όπου υπάρχουν εθισμοί, υπάρχουν και «καταραμένοι» καλλιτέχνες. Ξέρω πως σας ακούγεται στερεοτυπικό ΑΛΛΑ στο Παρίσι των αρχών του 20ού αιώνα καλλιτέχνες και κακές συνήθειες ήταν αλληλένδετα.
Ο Γκυ ντε Μωπασσάν, ο μαιτρ των σύντομων ιστοριών, σύχναζε σε πολλά μπουρδέλα της εποχής. Το Chabanais ήταν ένα από αυτά. Καταθλιπτικός, κλειστός χαρακτήρας δεν άφηνε εύκολα τους γύρω του να τον πλησιάσουν. Άγνωστο αν μιλούσε στις γυναίκες που ξάπλωνε για τις ιστορίες που έγραφε ή πόσες από εκείνες έγιναν οι πρώτες που τις άκουσαν. Το σίγουρο είναι πως από τους οίκους ανοχής κόλλησε την σεξουαλική μάστιγα της εποχής, την σύφιλη. Πέθανε στα 42 του χρόνια από την ασθένειά του σε άσυλο. Ένα χρόνο πριν είχε προσπαθήσει να βάλει τέλος στην ζωή του κόβοντας το λαιμό και τους καρπούς του. Η επιτάφια πλάκα του γράφει: «Πόθησα τα πάντα και δεν πήρα χαρά από τίποτα». Μιλάμε για ένα συγγραφέα πρωτοπόρο στο είδος των σύντομων ιστοριών, προστατευόμενο του Φλωμπέρ, που μέγας θαυμαστής του ήταν ο Λέων Τολστόι. Ήταν τόσο τραυματισμένος ψυχολογικά και τυφλός στα επιτεύγματά του!
Από την ίδια ασθένεια και τον αλκοολισμό θα φύγει από την ζωή και ένας άλλος θαμώνας του Chabanais, ο Ανρί ντε Τουλούζ -Λοτρέκ. Λάτρης των ιερόδουλων. Δεν είχε αφήσει οίκο ανοχής που δεν είχε επισκεφτεί. Παρότι πλούσιος γόνος, προτιμούσε περισσότερο την συντροφιά γυναικών της Μονμάρτρης, πράγμα που του στοίχισε ακριβά. Έφυγε σε ηλικία 36 χρόνων, ημίτρελος και εθισμένος στο ποτό. Πριν πεθάνει ωστόσο εκμεταλλεύτηκε το βραχύβιο σώμα του στο έπακρο, χαρίζοντάς του κάθε απόλαυση. Οι ιερόδουλες του Παρισιού τον ήξεραν με το ψευδώνυμο «Ο Τρίποδος» λόγω των μεγάλων προσόντων που έκρυβε ανάμεσα στα κοντά του πόδια.
Αγαπημένα του θέματα ζωγραφικής, εννοείται οι πόρνες. Χάρισε 16 πίνακες γυναικών στο ίδιο οίκο ανοχής Chabanais οι οποίοι κρεμάστηκαν στα σαλόνια και στα δωμάτια τιμώντας τον. Ειλικρινά καλύτερη τύχη των έργων του δεν θα μπορούσε να φανταστεί.
Ανάμεσα στους πίνακες του συχνά βλέπουμε τον λεσβιακό έρωτα. Μεγάλο ταμπού της εποχής. Ο Πιερ Λουίς, συγγραφέας λεσβιακών μυθιστορημάτων θα εμπνευστεί ενδεχομένως από κάποιο πίνακά του και θα ξεκινήσει την συγγραφική του πορεία. Πελάτης του ακριβού οίκου, είναι ο πρώτος που μιλά στα έργα του για την ομοφυλοφιλία των γυναικών ανοιχτά ενώ γίνεται ενεργός ακτιβιστής των δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων στην Γαλλία.
Τα χρόνια περνούν. Τα μέχρι πρότινος δροσερά κορίτσια χάνουν την λάμψη τους και αποσύρονται η κάθε μία με την μοίρα της. Άλλοτε κακή και άλλοτε καλή. Κάποιες πεθαίνουν φτωχές, άρρωστες και ξεχασμένες ή καταλήγουν στο δρόμο μέχρι τα βαθιά τους γεράματα να πουλούν φθηνά ό,τι κάποτε ήταν ακριβό. Κάποιες άλλες σπιτώνονται από παλιούς πελάτες και κάποιες πιο τυχερές, ίσως, παντρεύονται και «αναβαπτίζονται» σε άσπιλες παρθένες της καλής κοινωνίας.
Το ίδιο και οι πελάτες γέρνουν και φεύγουν από την ζωή…
Νέα κορίτσια και πελάτες παίρνουν την θέση τους. Κατά την διάρκεια του μεσοπολέμου οι τίτλοι και πένες περνούν σε δεύτερη μοίρα. Οι σταρ του κινηματογράφου έχουν αποκτήσει μυθικές διαστάσεις και η ύπαρξή τους προκαλεί παραλήρημα. Αδύνατόν να επισκεφτούν το Παρίσι χωρίς να προσκυνήσουν ανάμεσα στα πόδια μια Γαλλίδα του Chabanais.
Ο Γκάρυ Γκραντ και ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ είναι δύο από τους διασημότερους Αμερικανούς ηθοποιούς που απολαμβάνουν την γυναικεία συντροφιά αλλά δεν είναι οι μόνοι.. Ο οίκος ανοίγει της πόρτες του και στις δύο πιο διάσημες αμφιφυλόφιλες της εποχής. Την Μάρλεν Ντίτριχ και την Μέι Γουέστ.
Όλοι οι οίκοι ανοχής επιστρατεύονται την εποχή της γερμανικής κατοχής για την ικανοποίηση των Γερμανών αξιωματούχων και στρατιωτών. Εννοείται πως οι πανάκριβοι οίκοι ήταν αποκλειστικά για τα υψηλόβαθμα στελέχη των Γερμανών και τους Γάλλους πλούσιους συνεργάτες τους.
Το Chabanais γέμισε από γερμανικές φωνές και εννοείται κατασκόπους που ήθελαν να μάθουν τις δράσεις τους ανάμεσα στα ερωτικά του βογκητά. Υπήρξαν αρκετοί οίκοι που ήταν θύλακες της αντίστασης αλλά άλλοι τόσοι που κατέδιδαν τους αγωνιστές.
Μετά την απελευθέρωση και την λήξη του Β’ ΠΠ αρκετές γυναικείες οργανώσεις ξεσηκώθηκαν πιέζοντας την κυβέρνηση να κλείσει τους οίκους ανοχής, κατηγορώντας τις ιερόδουλες ως συνεργάτιδες και ερωμένες των Γερμανών. Η αλήθεια είναι πως οι ιερόδουλες των πλουσίων οίκων απολάμβαναν μια υπερπολυτελή ζωή την ώρα που χιλιάδες κόσμου πέθαινε από την πείνα. Ηταν λογικό η οργή να ξεσπάσει πάνω τους.
Η γαλλική κυβέρνηση έκλεισε τελικά με νόμο όλους τους οίκους ανοχής το 1946.
Όλα τα αντικείμενα του Chabanais βγήκαν σε δημοπρασία το 1951. Η περιβόητη καρέκλα ξαναγύρισε στον εγγονό του επιπλοποιού που την είχε κατασκευάσει ενώ η μπανιέρα του, μετά από πολλές περιπέτειες, κατέληξε στα χέρια του Σαλβαδόρ Νταλί έναντι 117.000 γαλλικών φράγκων το 1972.
Τα περισσότερα πουλήθηκαν σε ιδιώτες αλλάζοντας, μέχρι σήμερα, πολλά χέρια ιδιοκτητών, κρυμμένα από τα μάτια των πολλών.
Λέγεται πως τα κτίρια κρατούν την ενέργεια των ανθρώπων που έχουν ζήσει μέσα σε αυτά. Αν είναι έτσι, ίσως τελικά η ζωή των ενοίκων στην οδό Chabanais να μην είναι καθόλου ξενέρωτη τελικά..