Χρήστος Ηλ. Κολοβός: Η προσφορά του Αλέκου Ξένου (Μικρή εισαγωγή στους αγώνες για τη δημιουργία των Ορχηστρών μας)

Ο Αλέκος Ξένος (1912 – 1995), ο «συνθέτης της Αντίστασης», ο συνθέτης του «Αρη», του «Μικρού Χωριού», έδωσε τη ζωή του ολάκερη στον βωμό του αγώνα για τη μουσική και το θέατρο και την εκπαίδευση του λαού από την εποχή που ήταν στην Ελεύθερη Ελλάδα, επάνω στα Βουνά…

Ο Αλέκος Ξένος (1912 – 1995) είναι ο «συνθέτης της Αντίστασης», ο συνθέτης του «Αρη», του «Μικρού Χωριού».

Από καιρού έχει ξεκινήσει ο πόλεμος μεταξύ αστικού κράτους και προλετάριων της Τέχνης ή, αλλιώς, η επίθεση του αστικού κράτους στις κρατικές κοινωνικές υπηρεσίες, δηλαδή σε νοσοκομεία, πανεπιστήμια, Εκπαίδευση, Πολιτισμό, αλλά και τις Ορχήστρες μας. Διότι οι Ορχήστρες είναι θεσμοί αδιαπραγμάτευτοι και ακλόνητοι. Οπως τα σχολειά, τα νοσοκομεία, τα θέατρα.

Ο Ξένος έδωσε τη ζωή του ολάκερη στον βωμό του αγώνα για τη μουσική και το θέατρο και την εκπαίδευση του λαού από την εποχή που ήταν στην Ελεύθερη Ελλάδα, επάνω στα Βουνά, τα οποία «όργωνε», δημιουργώντας χορωδίες από αντάρτες παλικάρια του ΕΛΑΣ μαζί με ούτε 10 κάθε φορά μουσικούς, όπως γλαφυρά και παραστατικά αποτύπωσε στις φωτογραφίες του ο φωτογράφος της Αντίστασης, Σπύρος Μελετζής – εκπαιδεύοντάς τους κατάλληλα και όσο οι συνθήκες το επέτρεπαν, τραγουδώντας έτσι τους αγώνες του λαού μας και την ελπίδα για τη νίκη, αντηχώντας πά’ στις ψηλές κορφές και από πλατεία σε πλατεία και αλώνι σ’ αλώνι για το θάρρος και το κουράγιο του. Για τη λευτεριά μας.

ΠΟΛΕΜΑΜΕ ΚΑΙ ΤΡΑΓΟΥΔΑΜΕ ήταν το σύνθημα της ΕΠΟΝ. Τα αντάρτικα τραγούδια, μια μουσική λαϊκή, τραγουδήθηκαν από χιλιάδες λαού, στρατευμένου και μη, χωρικών, αλλά και ανθρώπων των πόλεων και έγιναν κτήμα τους. Αυτό δηλαδή που πραγματικά αγωνίζεται να πετύχει μια μουσική λαϊκή. Και όπως ο ίδιος χαρακτηριστικά λέει, «ποτέ στην Ελλάδα το τραγούδι σαν μέσο διάδοσης των πιο πλατιών λαϊκών ελπίδων (…) δε γνώρισε αυτή την άνθηση, δεν τραγουδήθηκε από τόσους ανθρώπους. Ποτέ δεν ήταν τόσο δεμένο σ’ ένα πανανθρώπινο αδελφικό αγκάλιασμα με τους άλλους λαούς, ποτέ δεν τραγουδήθηκε από τόσο πολυπρόσωπες χορωδίες, όπως στις πόλεις την περίοδο της απελευθέρωσης».

***

Ο Ξένος από τα γεννοφάσκια του μπήκε με πολύ πόνο στο μετερίζι του αγώνα για τη ζωή. Στη βιογραφία του περιγράφει σπαραχτικά την ορφάνια του από μάνα.

Θα σας αφήσω, παιδιά μου, θα σας αφήσω για να ζήσετε εσείς (…) έλεγε η μάνα του. Μια παγωμένη χειμωνιάτικη μέρα, η μάνα του βούτηξε στη μανιασμένη θάλασσα. Δεν ξανάρθε ποτέ…

Η Ορχήστρα της Ραδιοφωνίας δημιουργήθηκε με την ίδρυση του Σταθμού, δηλαδή στα 1938. Για την ίδρυσή της, όπως και για τη δημιουργία αυτοτελούς Οργανισμού Λυρικού Θεάτρου, έξω από το Εθνικό Θέατρο, ο Ξένος εργάστηκε σκληρά μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ, μαζί με άλλους καλλιτέχνες, μουσικούς επί το πλείστον. Κομμουνιστής, από τότε που θυμόταν τον εαυτόν του, όπως χαρακτηριστικά πολλές φορές έλεγε, πίστευε ότι ο κόσμος μπορούσε να αλλάξει και ένας τρόπος ήταν μέσα από την Τέχνη, μέσα από την υψηλή μας μουσική, αφού, όμως, γνωρίζουμε το δημοτικό μας μέλος καλά, τα μοιρολόγια μας, τα ακριτικά μας τραγούδια και τη βυζαντινή παράδοση.

Η εγγραφή του στον Πανελλήνιο Μουσικό Σύλλογο (ΠΜΣ) του προσδίδει, εκτός από ένα συνεχές αγωνιστικό φρόνημα, πολλή δουλειά για τους συναδέλφους μουσικούς, μα και για τον ίδιον, ώστε να καλυτερέψουν οι συνθήκες εργασίας, τα μεροκάματα, οι όροι των συμβάσεων, η ασφάλεια υγείας του μουσικού. Το κυριότερο είναι ότι ασκήθηκε πίεση από τον ΠΜΣ προς τον διευθυντή του Ωδείου Αθηνών, Φιλοκτήτη Οικονομίδη (1889 – 1957), να κρατικοποιηθεί η Συμφωνική του Ορχήστρα μεσούσης της Κατοχής. Ο Οικονομίδης το κατάφερε αυτό χρησιμοποιώντας από τη μια το αδιαμφισβήτητο ανάστημα της προσωπικότητάς του, αλλά και την εν γένει γερμανική του παιδεία, από την άλλη, δε, τις διάφορες επαφές που είχε σε ανώτερα κρατικά κλιμάκια για να πετύχει κάτι τέτοιο εν καιρώ πολέμου.

Σε χειρόγραφο σημείωμά του ο Ξένος γράφει πως πρόκειται ουσιαστικά για πολιτική επιστράτευση. Ακόμη, αγωνίστηκε για να αποκτήσουν μόνιμες ορχήστρες η Λυρική Σκηνή, με δικό της προϋπολογισμό και αίθουσα με μαέστρο τον Αυστριακοεβραίο Βάλτερ Πφέφερ (1897 – 1970), «μετρ» της βιεννέζικης οπερέτας, που βρέθηκε στην Αθήνα κατόπιν πρόσκλησης, στα 1939, του Κωστή Μπαστιά, να επανδρώσει τη νεοσύστατη Λυρική και να σωθεί από τον Χίτλερ, και το Ραδιόφωνο με τον συνθέτη και μαέστρο Αντίοχο Ευαγγελάτο (1902 – 1982).

Τα πράγματα όμως πάνε από το κακό στο χειρότερο στον τόπο, ο αγώνας γίνεται πολύπλευρος και μαζικότερος, το κίνημα δυναμώνει και ο Ξένος είναι οργανωμένος στο ΕΑΜ, όπως γράψαμε και πιο πάνω, που από τους κόλπους του δουλεύει αδιάκοπα στη στρατολόγηση νέων μελών, αλλά και στο να ατσαλώσει ηθικά και ψυχικά τους συναδέλφους του, αλλά και να τους βοηθήσει να αποκτήσουν πολιτική και ταξική συνείδηση, ώστε να οργανώσουν μεταξύ άλλων μια ιστορική απεργία σε συναυλία της Συμφωνικής του ΕΙΡ στα παλιά «Ολύμπια», όπου θα έπαιζαν έργα Βάγκνερ σε μια αίθουσα γεμάτη από όλους τους Γερμανούς αξιωματικούς του Γ’ Ράιχ στα 1943.

Αποφασίζεται λοιπόν τα «βαρέα» όργανα της ορχήστρας, δηλαδή τα χάλκινα, να μην παρουσιασθούν στη συναυλία, άρα να μην παίξουν. Υπήρχαν δύο παράμετροι που θα έπρεπε να λάβουν υπόψη τους οι αγωνιστές. Η μια παράμετρος ήταν ο φόβος των ανοργάνωτων πολιτικά μουσικών και η άλλη ήταν ο Αυστριακός αρχιμουσικός που, όπως γράφει ο Ξένος, «παρίστανε τον αντιχιτλερικό στα κρυφά και είχε συνάψει σχέσεις με παλιό μέλος του Κόμματος. Και από τις δύο πλευρές αντιμετωπίζαμε τη διαρροή και μετά το χτύπημα». Και πώς αλλιώς δεν θα φανερωνόντουσαν στη σκηνή τα κόρνα, οι τρόμπες, τα τρομπόνια και οι τούμπες; Μόνο μια ασθένεια θα τους έσωζε. Ως και εγένετο! Εσήμανε συναγερμός σε όλους τους ιθύνοντες, τα Ες – Ες έφτασαν αμέσως, ανακρίσεις έγιναν, η εκδήλωση ακυρώθηκε και οι κρυφοί «χαφιέδες» υπέδειξαν τον Ξένο. Πριν τον συλλάβουν, όμως, ο Ξένος κατάφερε να ξεφύγει με τη γυναίκα του για την Ελεύθερη Ελλάδα στο Βουνό. Του είχαν φορτώσει τα πάντα. Και έτσι για πρώτη φορά απολύεται και από την Κρατική. Συνολικά απολύθηκε από την Κρατική, την ΕΡΤ και τη Λυρική, πέντε φορές, τελευταία από την Οπερα, έναν μήνα μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967.

***

Σε όλο αυτόν τον αγώνα, που κράτησε όλη τη ζωή του, δεν πρέπει να λησμονήσουμε δύο πράγματα. Οτι όλα τα έργα του Αλέκου Ξένου, από την «Εισαγωγή Ελευθερίας» του 1940, που πρωτοπαίχτηκε από τη Συμφωνική του ΕΙΡ υπό τον Βαβαγιάννη, μέχρι τον «Σπάρτακο», τον «Προμηθέα», τη «Συμφωνία της Αντίστασης», αλλά και τη «2η Συμφωνία» του της ειρήνης, τα τραγούδια του, πάνω σε ποίηση Σικελιανού, Παλαμά, Βάρναλη, Βρεττάκου, Αναγνωστάκη, Σολωμού κ.λπ., διακατέχονται από μια πηγαία αγωνιστικότητα, η οποία φαίνεται από τις αρμονίες που χρησιμοποιεί, τα χαρακτηριστικά του στην ενορχήστρωση, όπως τα ξύλινα φερ’ ειπείν σε γρήγορα χρωματικά περάσματα, ή τις εκρήξεις των κρουστών και τα χορικά των χάλκινων ή ακόμη τα επικά θέματά του που συνήθως πρόκειται για τις αντάρτικες μελωδίες που χιλιοτραγουδούσαν οι τιμημένοι πολεμιστές του ΕΛΑΣ και του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας στο βουνό και την πόλη.

Το δεύτερο που πρέπει να θυμόμαστε είναι πως ακόμη και ο ιδρυτής της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, μαέστρος και διευθυντής του Ωδείου Αθηνών, Φιλοκτήτης Οικονομίδης, μέσω επιστολών του που σώζονται και έχουμε δημοσιεύσει στο παρελθόν, γνωστός συντηρητικός πνευματικός ανήρ της εποχής, ενώ θα μπορούσε να μεσολαβήσει άνετα για μεγαλύτερη απουσία του Ξένου από την Ορχήστρα λόγω πολιτικών φρονημάτων ή ακόμη και εκτοπισμό του στο Μακρονήσι, το λεγόμενο και «θανατονήσι», εκείνος αντίθετα προέταξε την αξία του Ανθρώπου με άλφα κεφαλαίο, ως μουσικού, συναδέλφου και Ανδρός, και κατάφερε να τον φέρει πίσω στη θέση του χωρίς ποτέ να υπογράψει δήλωση, γεγονός όχι μοναδικό γι’ αυτόν. Προς ισχυροποίηση τούτου, σώζεται κι άλλο έγγραφο του Οικονομίδη προς τον διοικητή Ασφαλείας για τον δάσκαλο του Ξένου στο τρομπόνι – και του άλλου συντρόφου του Τάσου Κυπραίου (1912-2002) – και σολίστ του οργάνου στην Κρατική και την Λυρική, Μήτσο Πολίτη (1896 – 1969), που μεσολαβεί ο ίδιος ο Οικονομίδης ξανά να επιστρέψει στην Ορχήστρα από τη Μακρόνησο (ενν. ο Πολίτης), επίσης χωρίς να υπογράψει δήλωση αποκήρυξης των ιδεών του. Τελικά, για κάποιους ανθρώπους προέχουν κάποια υψηλά ιδανικά και η ιστορία το χρωστά στη μνήμη τους να το καταγράψει και να το μνημονεύει σε κάθε ευκαιρία.

Χρήστος Ηλ. Κολοβός
Δρ Πανεπιστημίου του Μόντρεαλ, αρχιμουσικός
Ριζοσπάστης
Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: