Μάρκος Σκούφαλος – Η ζωή του Φώτη Αγγουλέ μέσα από το ποιητικό του έργο

Η στάση του ποιητή Φώτη Αγγουλέ, απέναντι στη ζωή, απέναντι στους συνανθρώπους του, ακόμα και απέναντι στους δυνάστες του είναι αυτή που ζωντανεύει τους στίχους του, που τους μετουσιώνει σε παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές αγωνιστών, για τις επόμενες γενιές που επιμένουν στο πέρασμα από το βασίλειο της βαρβαρότητας στο βασίλειο της Ελευθερίας.

Την Δευτέρα 7 του Αυγούστου 2023, πραγματοποιήθηκε στη Χίο η παρουσίαση του βιβλίου του Γρηγόρη Σπανού «Φώτης Αγγουλές. Στοιχειοθετώντας» (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις “αλφα πι”).

Στο βιβλίο καταγράφονται ποιήματα που δεν περιλαμβάνονται στις ποιητικές συλλογές του Φώτη Αγγουλέ, πεζά κείμενα και όλα τα χρονογραφήματα, που με το ψευδώνυμο «Σπέρος» δημοσίευε στην εφημερίδα «Χιακός Λαός» από το 1959 έως το 1962.

Η παρουσίαση του βιβλίου πραγματοποιήθηκε στη γειτονιά του Φώτη Αγγουλέ, στον αύλειο χώρο του Αγ. Γεωργίου στο Κάστρο της Χίου, μπροστά στο δημοτικό σχολείο που πήγαινε ο σπουδαίος ποιητής.

Για το βιβλίο μίλησαν οι Μάρκος Σκούφαλος, δάσκαλος – κοινωνιολόγος, Στέλλα Τσιροπινά, φιλόλογος, Δέσποινα Τσαρδάκα, αρχαιολόγος και η Δέσποινα Γεμέλου, φιλόλογος Αγγλικής Φιλολογίας, που έκανε τον συντονισμό της εκδήλωσης, ενώ ο Ισίδωρος Χαλλιορής τραγούδησε το «Φεγγαράκι» σε στίχους Φώτη Αγγουλέ και μουσική Πάνου Τζαβέλα.

Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί την ομιλία του Μάρκου Σκούφαλου στην εκδήλωση. Τον ευχαριστούμε από καρδιάς για την παραχώρησή του.

*Φωτογραφία ανάρτησης: Ο Φώτης Αγγουλές φυλακισμένος

Η ζωή του Φώτη Αγγουλέ μέσα από το ποιητικό του έργο

Του Μάρκου Σκούφαλου
Δάσκαλου – Κοινωνιολόγου

Αγαπητοί φίλοι.

Θα ήθελα να ευχαριστήσω με τη σειρά μου τους συντελεστές αυτής της εκδήλωσης  με αφορμή την έκδοση του βιβλίου «Στοιχειοθετώντας»  του δασκάλου μας Γρηγόρη Σπανού, αφιερωμένου στη ζωή και το έργο του Φώτη Αγγουλέ.  Τους ευχαριστώ επίσης, γιατί, αφενός, αυτή η έκδοση και συγγραφή έρχεται να προσθέσει νου και γνώση στο πολιτισμικό απόθεμα αυτού του νησιού, που όλοι το έχουμε ανάγκη, αφετέρου για την τιμή που μου έκαναν να πω δυο λόγια στη σημερινή εκδήλωση.

Ο σοβιετικός ψυχολόγος Λεοντίεφ, σηματοδοτώντας την ανθρώπινη συνείδηση και την πηγή της, αναφέρει ότι  «ποτέ, εκτός από τις αφαιρέσεις μας, δε βρίσκουμε τον άνθρωπο πριν τον κόσμο ή έξω από τον κόσμο, έξω από τον πραγματικό, συγκεκριμένο δεσμό του με την αντικειμενική πραγματικότητα.»

Αρκετά χρόνια πριν ο Τρότσκι στο έργο του «Λογοτεχνία και Επανάσταση» αναφέρει προλογικά, «…Είναι γελοίο, παράλογο και ακόμα ηλίθιο στο υπέρτατο σημείο, να ισχυρίζεται κανείς ότι η Τέχνη θα μείνει αδιάφορη στους σπασμούς της εποχής μας. Τα γεγονότα προετοιμάζονται από τους ανθρώπους, γίνονται από τους ανθρώπους, αντενεργούν πάνω στους ανθρώπους και τους αλλάζουν».

Αλήθεια ποιος είναι ο κόσμος του κομμουνιστή ποιητή Φώτη Αγγουλέ; Πώς «αντενεργούν» πάνω του τα γεγονότα της ζωής, η φτώχεια, η προσφυγιά, η κοινωνική αδικία που την αντιμετωπίζει από τα πρώτα του βήματα, η φρίκη του πολέμου; 

Ξένος ο κόσμος, σύνορα παντού, για να σταθείς,
δεν έμεινε γωνιά.
Φωτιά είν’ ο πόνος μα μπορείς μ’ αυτόν να ζεσταθείς
σε τόση παγωνιά;
Ξένος ο κόσμος και κακός, κι ούτε φελά, ούτ’ αξίζει
ή σιάξτε τον, ή κάψτε τον, να μη μας βασανίζει.

Ο Φώτης Αγγουλές έζησε και έφυγε από τη ζωή ως λαϊκός βάρδος στο πλευρό των αδικημένων, δεμένος με το χνώτο των αποκάτω, των απόκληρων της ζωής, των κολασμένων.

Ο Κ. Παλαμάς  γράφει ότι «Η αλήθεια δεν πρέπει μόνο να λάμπει, πρέπει και να σφάζει». Αυτή την αλήθεια μέχρι το τέλος υπηρέτησε ο Αγγουλές, πότε με άκρατο λυρισμό, πότε με αυστηρότητα, πότε με επαναστατικότητα και πότε με σάτιρα.

Γράφει στη «Μιχαλού»: «Η Ελλάδα από τα μαρτύρια που υπέστη στα χέρια των καταχραστών αγίασε και έγινε ΑΓ.ΕΛΛΑΔΑ…Ε, κύριοι πλεονέκτες μη γάλα, μη πολύ γάλα, διότι η ΑΓ.ΕΛΛΑΔΑ είναι ξεδυναμωμένη και υπάρχει φόβος να μας τινάξει τα πέταλα.» 

Σε κάθε περίπτωση όμως ο ποιητής δεν έγραφε για να γράφει, δεν ήταν ο ποιητής της Τέχνης για την Τέχνη, αλλά έγραφε για να δείχνει, να δείχνει ενόχους, τις χαρές και τις λύπες του λαού, τη διαλεκτική της φύσης και της ζωής, τα κοιλοπονέματα της ιστορίας, μπροστά στην κατάντια μιας κοινωνίας στηριγμένης στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.

Στην ποίηση του Αγγουλέ μετουσιώνεται η έκφραση του Τερέντιου, «Είμαι άνθρωπος, τίποτα το ανθρώπινο δεν μου είναι ξένο.» Γι’ αυτό και από νωρίς διαλέγει στρατόπεδο, ωριμάζει χρόνο με το χρόνο, καυτηριάζει από το 1932 τις προετοιμασίες πολέμου, καταδικάζεται για την κριτική στο Μουσολίνι, τον βρίσκει ο πόλεμος εξόριστο στο Χαλέπι και στην Αίγυπτο που παντρεύεται. Τον πόνο του πολέμου τον δίνει σε πολλά του ποιήματα, όμως για τη μάνα έχει τραγική σημασία ένας πόλεμος και αυτό δεν διαφεύγει της ευαισθησίας του ποιητή.

Στη Μάνα

 Μανούλα
Τα μωρά θα πεθάνουν στις κούνιες τους
Θα σκοτωθούνε οι έφηβοι άδικα
θα μαραθούν τα λουλούδια στις γλάστρες,
κι εσύ, να μην περιμένεις
να πραγματοποιήσεις
κανένα σου όνειρο…
Αυτό… είναι Πόλεμος.

Ο Φώτης Αγγουλές συμμετέχει στο κίνημα τον Απρίλη του 1944, όπου με την καθοδήγηση της Αντιφασιστικής Στρατιωτικής Οργάνωσης, οι αντιφασίστες στρατευμένοι της Μ. Ανατολής, μεταξύ των οποίων και πάρα πολλοί Χιώτες εξεγέρθηκαν. Η ξενόδουλη κυβέρνηση του Καΐρου ανέθεσε την καταστολή της εξέγερσης, την εξόντωση της Αντιφασιστικής Στρατιωτικής Οργάνωσης στους Άγγλους που γέμισαν τις φυλακές και τα «σύρματα» από τους αντιφασίστες αγωνιστές. Αυτή η τύχη των συντρόφων του, ακολουθεί και τον ποιητή μας.

Ο «ποιητής των συρμάτων», κρατούμενος των Αγγλων στο στρατόπεδο Μπαρντίας της Μ. Ανατολής, μαζί με 15.000 Ελληνες δημοκρατικούς στρατιώτες και μέσα στο χαροπάλεμά του απ’ την αρρώστια του άσθματος που τον βασάνιζε, γράφει αναπολώντας τη μορφή του Μπάιρον:

«Εμείς την εκτιμούμε τη φιλία / εμείς τη λευτεριά την αγαπούμε… / Μα τώρα που βάρβαροι οι δικοί σου / μας τυραννούν τι να τους πούμε;»

Ο Φώτης είναι πλέον μέλος του ΚΚΕ από το 1943 σύμφωνα με τη μαρτυρία των μελών του κόμματος και αντιφασιστών Μεσανατολιτών, συρματένιων,  Διαμαντή Γεωργούλη και Νίκου Μπακοντούζη. Παίρνει μέρος στις συνεδριάσεις του κομματικού πυρήνα του Ντεκαμερέ, συμμετέχει στη δημουργία σχολείου. Συμμετέχει στην πραγματοποίηση μαθημάτων για την άνοδο του πολιτικού επιπέδου των συναγωνιστών του. Γράφει δεκάδες ποιήματα αντιφασιστικά «Μπιρ Χακίμ», «στην Ιστορία», «Ασμάρα», «Μπάυρον», «ERIDAN». Τυπώνει προκηρύξεις και μικρά περιοδικά με πολιτικό, κοινωνικό και λογοτεχνικό περιεχόμενο.

Τα ποιήματά του ποτέ γραπτά πότε από στόμα σε στόμα, γίνονται φωτιά που θεριεύει και εμπνέει τους αντιφασίστες αγωνιστές που ονειρεύονται μια απελευθερωμένη από το φασιστικό ζυγό Ελλάδα, λαοκρατούμενη και δημοκρατική χωρίς την ξένη ακρίδα.

Το στίγμα

Και μες στα χιόνια θησαυρούς το άρπαγο μάτι βλέπει;
Ξανθέ φονιά, τι σ’ έφερε σ’ αυτήν εδώ τη στέπη;
Μέσα στη νύχτα, φονικό ποιανού έστηνες καρτέρι;
Ποιος σ’ έβλαψε τόσο μακριά; Ποιον ξέρεις; Ποιος σε ξέρει
εδώ που χρόνια εμόχθησε το εργατικό το χέρι
να χτίσει την καλύβα του και μια ζωή να φτιάσει;
Νυχτερινέ διαγουμιστή, πώς θες να σε δικάσει
το χέρι αυτό που του γκρεμνάς ό,τι από χρόνια χτίζει;
Ποια καταδίκη στο φονιά και στο φασίστα αξίζει;

Τώρα φωλιάζουν στ’ άσαρκο κρανίο σου σκοτάδια
κι απ’ της φυλής σου τα όνειρα είναι τα στήθια σου άδεια.
………………………………………………………………………………………….
Κι ίσως μια μάνα, ένα παιδί κάπου να σε προσμένει,
μα εσύ θα μένεις πάντοτε ξένος σε χώρα ξένη,
κι η μνήμη σου που της ζωής το νόημα θα λερώνει
θα ‘ναι ένα στίγμα, ένας λεκές μες στο κατάσπρο χιόνι…

Η απελευθέρωση τον βρίσκει να επιστρέφει στο νησί από τους τελευταίους το 1946, πιο ώριμος από ποτέ στην ιδεολογία του, οι διώξεις και οι κακουχίες, οι συναντήσεις με ομότεχνούς του, τον έχουν ατσαλώσει, όμως ήδη το αστικό καθεστώς της εποχής, μαζί με το παλάτι και τους Άγγλους έχουν στήσει ένα τρομοκρατικό καθεστώς που επιδιώκει το τσάκισμα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και τον κύριο αιμοδότη του το ΚΚΕ. 

Το αποτέλεσμα είναι από την πρώτη στιγμή ο Αγγουλές να βρίσκεται στο στόχαστρο της ασφάλειας, να καταδιώκεται, να δυσκολεύεται ακόμα και να βιοποριστεί στοιχειωδώς, χωρίς όμως να ενδίδει, χωρίς να συμμορφώνεται με τας υποδείξεις. Τα πρώτα θύματα, οι σύντροφοι του από τη Μ. Ανατολή, Μανώλης Μαυράκης και Γιαννης Πίττας, που στις 16 Γενάρη, πέφτουν νεκροί από τα βόλια των Χωροφυλάκων του μοίραρχου Παντελίδη, επειδή τραγουδούσαν αντιφασιστικά τραγούδια στην προσφυγογειτονιά του Βαρβασιού. Από πριν οι στίχοι του είχαν δώσει σαφή ίχνη για το δρόμο που διάλεξε τόσο ο ίδιος , όσο και οι σύντροφοί του:

 Ας μην ήρθατε πίσω,
               κι’ ας μη φτάσατε πουθενά.
               Ο δρόμος μας αρχινά,
               από κει που ο δικός σας τελειώνει.
               Μέσα στο κάτασπρο χιόνι,
               μια ματωμένη γραμμή το δρόμο μας δείχνει,
               ας ρίχνει σκοτάδι τριγύρω η νύχτα, ας ρίχνει…
               Ακολουθούμε πιστά τα ματωμένα σας ίχνη.

Ο Φώτης Αγγουλές υφίσταται όλες τις διώξεις, εξευτελισμούς, τραμπουκισμούς εις βάρος του ως κομμουνιστής, αν και βρισκόταν σε άσχημη κλονισμένη υγεία εξαιτίας των προβλημάτων από τη Μέση Ανατολή. Αρνείται όμως επίμονα να υπογράψει τη γνωστή  δήλωση ότι αποκηρύσσει την ιδεολογία του. Ο ταγματάρχης της Χωροφυλακής Ντουβλάς Ελευθέριος γράφει στην αναφορά του:

«Την υπογραφήν της ως άνω δηλώσεως ηρνήθη επιμόνως. Έκτοτε παρακολουθείται η δράσις του.»

Ξεκινούν τα πέτρινα χρόνια της ταξικής σύγκρουσης του εμφύλιου πολέμου, που βρίσκουν το Φώτη να αγωνίζεται ενάντια στις λευκή τρομοκρατία, στις διώξεις, στις εκτελέσεις  και στις εξορίες.

Κορύφωση του αγώνα του η Φουντάνα  ενός ερημωμένου σπιτιού, η οποία βρισκόνταν δίπλα στο σπίτι του Ζαννή Αθηναίου. 

Επί τέσσερις μήνες περίπου μέσα στη Φουντάνα, οι  Φώτης Αγγουλές και Μιχάλης Βατάκης κάτω από άθλιες συνθήκες (ανήλια, υγρασία και κρύο με αποτέλεσμα να τους προκαλέσει σοβαρά προβλήματα υγείας, φυματίωση, πνευμονία) έβγαζαν τον παράνομο κομματικό τύπο, ΕΜΠΡΟΣ και ΠΡΩΤΟΠΟΡΟΣ.

Σ’ αυτή τη Φουντάνα συνελήφθηκαν με τον Βατάκη και είναι καταγεγραμμένο, ότι ο Αγγουλές ευχαρίστησε βγαίνοντας το σιδερά σε διπλανό μαγαζί, που ο ήχος του σφυριού του, ήταν γι’ αυτούς η παρηγοριά  ότι είχε ξημερώσει. 

Όταν τους συνέλαβαν ο μοίραρχος Παντελίδης είπε στο Φώτη: 

-Βλέπεις, Φώτη, ο κόσμος σε αποδοκιμάζει. Και με την παροιμιώδη ετυμολογία του ο Φώτης του είπε:

-Φαντάσου χάλι που θα γινόντανε, αν εμείς σε κουβαλούσαμε εσένα.

Ακολούθησε η δίκη του Φώτη μαζί με 56 άλλους κομμουνιστές αλλά πριν τη δίκη μεταφέρθηκαν  στη Γιούρα στην αρχή και μετά στις φυλακές Αβέρωφ, μεταφερόμενος και στη Σύρα για νοσηλεία αφού η κατάσταση της υγείας του είχε χειροτερέψει.

Στις 13-08-1948 η απόφαση του στρατοδικείου είναι 12 εις θάνατο, 21 ισόβια και ο Φώτης 12 χρόνια. Κατά την ώρα της απόφασης, σύμφωνα με μαρτυρία του Διαμαντή Γεωργούλη, ο Φώτης απήγγειλε ποίημα για την Ελλάδα δηλώνοντας  ότι δεν είναι προδότης.

Ξεκινά ο Γολγοθάς του, αν και η σκέψη του παραμένει και πάλι στους χαμένους συντρόφους του. Φυλακές του Ναυπλίου, Βούρλα, Κεφαλονιά, Αλικαρνασσός Κρήτης, ξανά Κεφαλονιά και το  1955 μεταφέρεται στις φυλακές της Κέρκυρας όπου αποφυλακίζεται το 1956 αφού είχε εκτίσει τα 2/3 της ποινής του 8 χρόνια.

Δεν λύγισε: 

Κι εφέτος η πρωτοχρονιά, στη φυλακή με βρίσκει,
κι άδειο κανίσκι ειν’ η καρδιά και μαύροι γύρω μου ίσκιοι.
Κι έτσι καθώς σε σκέφτομαι Χαρά που μού’χεις λείψει,
μου σιγοτραγουδά η βροχή του σύννεφου τη θλίψη.

Μην καρτεράτε να λυγίσουμε μηδέ για μια στιγμή
Μηδ’ ‘όσο στην κακοκαιριά λυγάει το κυπαρίσσι
έχουμε τη ζωή πολύ πάρα πολύ αγαπήσει

Γυρίζει στη Χίο σε άθλια οικονομική κατάσταση και με την υγεία του σε φθίνουσα πορεία. Οι αδελφές του τον βοήθησαν όσο μπορούσαν. 

Συνεχίζεται το κυνηγητό από τη βασιλική χωροφυλακή Χίου. Οι χωροφύλακες στο κατόπιν του …. Δεν τον αφήνουν λεπτό μονάχο, τον ακολουθούν ακόμα και σε εξόδους του εκτός πόλης. Είναι χαρακτηριστική η φωτογραφία στο Νεχώρι, όπου, όπως χαρακτηριστικά έλεγε αστειευόμενος στους φίλους του: «Ο Φώτης και η προσωπική του φρουρά»

Δρακογενιά ο Φώτης, συνεχίζει την Πορεία μέσα στη νύχτα, όπως είναι και η ομώνυμη συλλογή των ποιημάτων του, πληγωμένος και λαβωμένος νοητικά αυτή τη φορά.

Ήταν τόσο θολωμένο το μυαλό του που όταν του ζήτησαν να υπογράψει ένα χαρτί του ΙΚΑ αρνήθηκε πιστεύοντας ότι τον παραπλανούσαν να υπογράψει δήλωση. 

Το καλοκαίρι του 1963 έπαθε την αρρώστια των τυπογράφων μολυβδίαση και νοσηλεύτηκε σ’ ένα νοσοκομείο στα Μελίσσια.

Το μυαλό του είχε σαλέψει πια με τη φροντίδα της ΕΔΑ μπήκε σε μια ψυχιατρική κλινική στο ελληνικό  που με τη φροντίδα του νοσηλευτικού προσωπικού και των αδελφάδων του άρχισε να συνέρχεται και να επικοινωνεί με τους γύρω του. 

Ξαναγυρίζει στη Χίο. Του είχαν βγάλει και μια σύνταξη μειωμένη των τυπογράφων.

Στο πλοίο ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ στο διάδρομο της τουριστικής θέσης τη νύχτα  26 προς 27 Μάρτη του 1964 άφησε την τελευταία του πνοή φεύγοντας από Χίο προς Πειραιά.

Φίλες και φίλοι.

Σοφή στους σοφούς, λέει ο Μπρεχτ στις Ιστορίες του κυρίου Κόυνερ , είναι η στάση. Η στάση του ποιητή Φώτη Αγγουλέ, απέναντι στη ζωή, απέναντι στους συνανθρώπους του, ακόμα και απέναντι στους δυνάστες του είναι αυτή που ζωντανεύει τους στίχους του, που τους μετουσιώνει σε παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές αγωνιστών, για τις επόμενες γενιές που επιμένουν στο πέρασμα από το βασίλειο της βαρβαρότητας στο βασίλειο της Ελευθερίας.

Αλλάξτε τη μοίρα σας

 Άβουλος μη σταθείς στιγμή, μπρος στης ζωής τη στράτα
κι είν’ όμορφα τα γηρατειά κι είναι γλυκά τα νιάτα.
Χιλιόγλωσση είν’ η προσευχή κι έχει απ’ τα χρόνια πια γεράσει.
Κι όμως ως του Θεού τ αφτιά, ποτέ δεν έχει φτάσει.

 Τίποτα. Τίποτα καλό σε σας, δεν έχουν δώσει
όσοι σοφοί κι αν περάσουν και παντογνώστες και μεγάλοι.
Ποιόν περιμένετε να’ ρθει.
Ποιόν καρτεράτε, να σας σώσει.

 Εσείς οι ίδιοι, με τα χέρια σας, με το μυαλό σας, με την πράξη.
Αν δεν αλλάξετε τη μοίρα σας.
Ποτέ της δεν θ αλλάξει…..

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: