Κώστας Βουτσάς: «Το ΚΚΕ είναι το μόνο κόμμα που μπορεί να ξεσηκώσει, που μπορεί να κάνει πράξη την αντίσταση»

«Πρόσεχε πού μπλέκεις, γιατί αν μπεις φυλακή θα λένε όλοι πως είναι λογικό από κομμουνιστή πατέρα να βγει αλήτης γιος»!

Πέρασαν ακριβώς 60 χρόνια από εκείνη τη σκηνή στην ταινία «Κάτι να καίει», το 1963, όπου ο Κώστας Βουτσάς και η Μάρθα Καραγιάννη χόρευαν τουίστ στον Λευκό Πύργο. Βλέποντας ξανά την ταινία πριν λίγες μέρες, σκεφτόμουν πως η πρώτη συνέντευξη που έκανα στα 18 μου χρόνια, ως επαγγελματίας δημοσιογράφος στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία», ήταν με τον Μάνο Κατράκη. Η δεύτερη ήταν με τον Κώστα Βουτσά.

Στις μεγάλες του δόξες τότε ο ηθοποιός, αφού ο δημοφιλής κινηματογραφικός και θεατρικός Βουτσάς ήταν πλέον και λαμπρό τηλεοπτικό αστέρι. Μεσουρανούσε ήδη δύο χρόνια στην τηλεόραση. Στο τηλέφωνο ήταν ευγενέστατος, αν και λακωνικός. Τρεις ερωτήσεις μόνο έκανε:

– Πώς είπατε πως λέγεστε;

– Από ποια εφημερίδα;

– Πόση ώρα με θέλετε;

Περιέργως δεν είχα το τρακ που με είχε διαλύσει λίγες μέρες πριν, πηγαίνοντας για τη συνέντευξη με τον Κατράκη. Τον Βουτσά τον αισθανόμουν οικείο, προσιτό, κι ας μην τον γνώριζα. Με υποδέχτηκε στο τέλος της πρώτης παράστασης. Φορούσε μπουρνούζι και ήταν μούσκεμα στον ιδρώτα.

«Δεν πιστεύω να είσαι τίποτε κουκούδι…»

Μου έκανε εντύπωση και τον θυμάμαι ακόμα τον πρόλογο εκείνης της κουβέντας, που γινόταν μια μέρα που έξω εξελισσόταν μια διαδήλωση. «Πώς και δεν είσαι, νέο κορίτσι εσύ, στη διαδήλωση;», με ρώτησε. «Θα ήμουν, κ. Βουτσά», του είπα, «αλλά ενημέρωσα πως είχα εδώ και μέρες τώρα κλείσει τη συνέντευξη μαζί σας… Και μάλιστα χάρηκαν που τους το είπα». Με κοίταξε τότε ψιλοπονηρά, ψιλοσυνωμοτικά, και ξαναρώτησε: «Ωστε έτσι ε; Πού το είπες δηλαδή και χάρηκαν; Δεν πιστεύω να είσαι τίποτε κουκούδι…». «Είμαι στην ΚΝΕ, κ. Βουτσά». «Εμ πες το επιτέλους κορίτσι μου, να συνεννοηθούμε».

Ούτε που θυμάμαι τι ειπώθηκε σε εκείνη τη συνέντευξη που ακολούθησε, θυμάμαι μόνο πως εκείνο το βράδυ στην Ιπποκράτους ξεκίνησα να τον αγαπάω περισσότερο. Από τότε μέχρι το 2009, που αποχώρησα από την τηλεόραση, δεν υπήρξε τηλεοπτική χρονιά που να μην κάνουμε μαζί εκπομπή. Συνεντεύξεις, αφιερώματα, αποστολές, εορταστικά… Ηταν πάντα δώρο ανεκτίμητο για όλους μας η παρέα μαζί του. Κεφάτος, αισιόδοξος, αεικίνητος, ευρηματικός, παιχνιδιάρης, ανήσυχος, ένα πανέξυπνο άτακτο παιδί μέχρι και τα 88 εφηβικά του χρόνια.

Αρχηγός στο «Ξυπόλητο Τάγμα»

Εχοντας μελετήσει την περιπετειώδη ιστορία της ζωής του, μένω στο σημείο που ο Κώστας Βουτσάς, ως 12χρονος Κώστας Σαββόπουλος (το αληθινό του όνομα), υπήρξε αρχηγός του θρυλικού «Ξυπόλητου Τάγματος» στη Θεσσαλονίκη, όπως έχει αποκαλύψει μέλος του «Τάγματος» στον δημοσιογράφο Στέργιο Βασιλείου και στο site ethniki-antistasi-dse.gr. Το «Ξυπόλητο Τάγμα» στα χρόνια της Κατοχής το αποτελούσαν καμιά 150αριά ορφανοί πιτσιρικάδες και έφηβοι, που τους είχαν εκδιώξει οι ναζί από τα ορφανοτροφεία της Θεσσαλονίκης. Αυτοί λοιπόν είχαν καταφέρει να οργανωθούν σαν μυστικός στρατός, έγιναν κάτι σαν Ρομπέν των Δασών, μάθαιναν τις κινήσεις των Γερμανών και ύστερα σαλτάριζαν στα καμιόνια τους και άρπαζαν τρόφιμα, κουραμάνες, ό,τι έβρισκαν. Στο στόχαστρό τους ήταν επίσης οι αποθήκες όπου έκρυβαν τρόφιμα οι μαυραγορίτες και οι δοσίλογοι. Υστερα τα μοίραζαν δίκαια σε φτωχούς και άλλα ορφανά. Η δράση τους πήρε τόσο μεγάλες διαστάσεις, σχεδόν μύθου, που αργότερα η ιστορία τους έγινε και ταινία από τον Γκρεγκ Τάλας, με μουσική του Μίκη Θεοδωράκη. Ισως σε αυτό το ριψοκίνδυνο «Τάγμα» ο Βουτσάς να έμαθε στην πράξη τις αξίες της αλληλεγγύης, του αλτρουισμού, της αυταπάρνησης, και δεν τις ξέχασε ποτέ, όσο κι αν στην πορεία άλλαζε προς το καλύτερο η ζωή του.

Ο Κώστας Βουτσάς γεννήθηκε το 1931 στην Αθήνα, σε προσφυγική οικογένεια, από Θρακιώτη πατέρα και μητέρα Κεφαλονίτισσα. Με την πάμφτωχη οικογένειά του δεν ζούσαν καν σε σπίτι. Εμεναν σε ένα μαγαζί στον Βύρωνα, με καλυμμένη τη βιτρίνα για να μην τους βλέπουν οι περαστικοί. «Τρώγαμε στραγάλια και νερό για να πρηστεί η κοιλιά μας και να νομίσουμε πως χορτάσαμε», συνήθιζε να λέει γελώντας.

Ο κομμουνιστής πατέρας και η τιμωρία στον στάβλο

Ο πατέρας του ήταν εργάτης οδοποιίας και μέλος του ΚΚΕ, που σημαίνει ότι ο μικρός Κώστας έζησε από πρώτο χέρι τις διώξεις, τον βασανισμό και την εξορία του, όταν αρνήθηκε να υπογράψει δήλωση μετανοίας. Κάποτε μάλιστα, όταν είχε αρρωστήσει από φυματίωση, τον είχαν πάει στο σανατόριο και τον είχαν εγκαταστήσει μέσα σε στάβλο. Ο μικρός Κώστας πήγαινε καθημερινά από τη Θεσσαλονίκη στο Ασβεστοχώρι με τα πόδια και καθάριζε τον στάβλο από την κοπριά, για να μένει ο πατέρας του σε κάπως καλύτερες συνθήκες. «Τον πατέρα μου» – μου έλεγε – «που ήταν πραγματικός κομμουνιστής, είχε ιδανικά και πάλευε γι’ αυτά, τον κυνήγησαν άγρια. Εφτυσε αίμα αυτός ο άνθρωπος. Ξέρεις πόσα χρόνια έβλεπα στον ύπνο μου εφιάλτες να τον χτυπάνε και να τον βασανίζουν;».

Αναγκάστηκε να κάνει πολλές δουλειές τότε, για ένα κομμάτι ψωμί. Ξεκίνησε πουλώντας τσιγάρα, με ένα κασελάκι στους δρόμους της Θεσσαλονίκης, κάνοντας τον αβανταδόρο στους …παπατζήδες, και άλλες που έκαναν οι φτωχοδιάβολοι εκείνης της εποχής για να επιβιώσουν. Τις παράτησε σχετικά σύντομα, όμως, γιατί μια κουβέντα της μάνας του τον στοίχειωσε. Του είχε πει: «Πρόσεχε πού μπλέκεις, γιατί αν μπεις φυλακή θα λένε όλοι πως είναι λογικό από κομμουνιστή πατέρα να βγει αλήτης γιος».

Η πρώτη του επαφή με τον κινηματογράφο έγινε στον εμφύλιο. Οργανωμένος στα Αετόπουλα της ΕΠΟΝ, μοίραζε στους κινηματογράφους προκηρύξεις του ΕΑΜ και της ΕΠΟΝ που τύπωνε ο κομμουνιστής πατέρας του. Ανέβαινε με τους συντρόφους του στους εξώστες, πετούσαν τις προκηρύξεις και μέχρι να προσγειωθούν, κατέβαιναν στην πλατεία και παρίσταναν τους θεατές. Αργότερα, όταν τελείωσε ο πόλεμος, τον κέρδισε ο αθλητισμός και διακρίθηκε στον στίβο, στην κωπηλασία, στο βόλεϊ και στο μπάσκετ.

Το 1999 στους «Εντιμότατους Φίλους», σε μία από τις δεκάδες εκπομπές που κάναμε μαζί, η πιο αγαπημένη του φίλη, η Μάρθα Καραγιάννη, είχε αποκαλύψει ότι γνωρίστηκαν στα μπουλούκια τη δεκαετία του ’50 και ότι η φιλία της μαζί του ήταν «η περιουσία της». Εκείνος είχε πει ότι από την ηρωική εποχή των μπουλουκιών τού έμειναν τα βρογχικά, που με τα χρόνια εξελίχθηκαν σε άσθμα.

«Δεν κάνεις για ηθοποιός», του είπαν στο ξεκίνημά του

Ο πολυβραβευμένος Κώστας Βουτσάς χάρισε 70 χρόνια από τη ζωή του στην Τέχνη του. Επαιζε μέχρι την τελευταία στιγμή και μέχρι το τέλος ήταν η χαρά της ζωής. Ηταν ένας μεγάλος θεατρίνος, που χάρισε ψυχαγωγία και γέλιο στον κόσμο, αλλά και που κέρδισε δύσκολα στοιχήματα σε σπουδαίες δουλειές και σε πολύ απαιτητικούς ρόλους στον κινηματογράφο και στο θέατρο, όπως «Ο Ερωτας του Οδυσσέα», «Γιούγκερμαν», «Σφήκες», «Ορνιθες», «Θεσμοφοριάζουσες», «Ο Αρχοντοχωριάτης» κ.ά. Πρόκειται για τον ίδιο άνθρωπο που όταν έδωσε εξετάσεις για να πάρει την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος κατάφερε να την πάρει με την τρίτη προσπάθεια, αφού η επιτροπή τον απέρριψε δύο φορές, επειδή λέει «δεν έκανε για ηθοποιός»!

Τις φορές που συζητούσαμε χωρίς φώτα και κάμερες, μιλούσαμε για τα χρόνια της Θεσσαλονίκης, τον πατέρα του, την ΑΕΚ που αγαπούσαμε και οι δυο, και πάντα για το ΚΚΕ. Πάντα κάποιο γεγονός ή πρόσωπο έβρισκε για να πηγαίνει η κουβέντα σ’ αυτό και να μου υπενθυμίζει: «Μην ξεχάσεις ποτέ πως μόνο δύο κόμματα υπάρχουν στην Ελλάδα, η Δεξιά (και τα κόμματα – παραφυάδες της) και το ΚΚΕ! Θυμήσου, δεν θα αφήσουν τίποτα όρθιο. Είναι Λερναία Υδρα, κόβεις ένα κεφάλι – βγαίνουν περισσότερα». Η πολύ δύσκολη ζωή του, η ένταξη του πατέρα του, του αδερφού του και η δική του στην Αντίσταση, τον έκαναν να συνειδητοποιήσει από νωρίς τις συνέπειες της εκμετάλλευσης, της αδικίας και της ταξικής ανισότητας, και ένιωθα πως όλο αυτό του δημιουργούσε ένα είδος χρέους απέναντι στην οικογένειά του. Ηθελε να είναι αντάξιός της, να μην προδώσει ποτέ τις αξίες της.

Θυμάμαι πως στις εκλογές του 2019 δήλωνε στον «Ριζοσπάστη» ότι ψηφίζει ΚΚΕ «γιατί είναι το μόνο κόμμα που λέει αλήθειες». «Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου» – είχε πει – «μέχρι τώρα, με περηφάνια ψηφίζω ΚΚΕ. Είναι επιτακτική ανάγκη για τον εργάτη, τον αγρότη, τον συνταξιούχο, τον νέο που βλέπει με αβεβαιότητα το μέλλον του, να υπερασπιστεί στην ουσία το δίκιο του, την κοινωνική του υπόσταση, ψηφίζοντας ΚΚΕ. Το έχω ξαναπεί και θα το λέω: Τα κόμματα στην Ελλάδα είναι δύο. Η Δεξιά και το ΚΚΕ. Η Δεξιά, που δεν είναι μόνο η ΝΔ αλλά και το ΠΑΣΟΚ. Πρέπει να αφήσουμε τις μικροδικαιολογίες, ότι τάχα δεν γίνεται τίποτε, να απεμπλακούμε από τις κοροϊδίες του δικομματισμού και να ψηφίσουμε το κόμμα που υπερασπίζεται τα δίκια του λαού. Το ΚΚΕ είναι το μόνο κόμμα που μπορεί να ξεσηκώσει, που μπορεί να κάνει πράξη την αντίσταση. Οι άνθρωποι του μόχθου πρέπει να στηρίξουν το ΚΚΕ, που μπορεί να είναι το αντίπαλο δέος σε όσα προσπαθούν να μας επιβάλουν και σε όσα επιχειρούν να καταργήσουν. Κι αυτά που θα καταργήσουν είναι δικαιώματα κερδισμένα με αγώνες. Ο κόσμος πρέπει να ξεσηκωθεί, να ξαναγίνει αντίσταση». «Εγώ» – έλεγε – «ψηφίζω ΚΚΕ και για λόγους συνείδησης, γιατί αισθάνομαι το χρέος απέναντι στον πατέρα μου, που αγωνίστηκε για όλα αυτά που συνεχίζει να αγωνίζεται το Κόμμα, αλλά και γιατί το ΚΚΕ είναι το μόνο που συνεχίζει να αντιστέκεται στην κατηφόρα που έχει πάρει η ελληνική κοινωνία, και αισθάνομαι χρέος να συμμετέχω σ’ αυτήν την αντίσταση».

Ενας γαλαξίας ταλέντου, καλοσύνης και γενναιοδωρίας

Από την παραμονή Πρωτοχρονιάς του 1931, που ήρθε στον κόσμο στον Βύρωνα, μέχρι τις 26 Φεβρουαρίου 2020, που ταξίδεψε στο σύμπαν, το άστρο του διέγραψε μια λαμπρή πορεία. ‘Η, μάλλον, η λέξη «άστρο» είναι λίγη για τον Βουτσά. Αυτός ο άνθρωπος ήταν ένας ολόκληρος γαλαξίας ταλέντου, καλοσύνης, γενναιοδωρίας. Αγάπησε με πάθος τη ζωή και τον αγάπησε πολύ και εκείνη. Και όλοι μας.

Σεμίνα Διγενή
Ριζοσπάστης

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: