Για τον Βασίλη Καρρά και το λαϊκό τραγούδι
Για τον Βασίλη Καρρά και το λαϊκό τραγούδι
Επειδή αρκετοί διαδικτυακοί φίλοι και σύντροφοι που εκτιμώ υπερασπίζονται τον λαϊκό χαρακτήρα των τραγουδιών του Καρρά, με το σκεπτικό ότι επέτρεψε σε μικρομεσαία και λαϊκά στρώματα να το “ρίξουν έξω” και να εκφράσουν αυθόρμητα την “καψούρα¨ τους, ως εραστής του λαϊκού τραγουδιού νιώθω την ανάγκη να επισημάνω γιατί κατά τη γνώμη μου η εκτίμηση αυτή είναι επιφανειακή και διαστρεβλωτική.
Τόσο στο μεσοπολεμικό όσο και στο μεταπολεμικό αστικό λαϊκό τραγούδι η έννοια του γλεντιού έχει κοινωνικό περιεχόμενο και συνιστά βασικά τρόπο συγκρότησης μιας κοινής ταυτότητας των φτωχών λαϊκών στρωμάτων κι απόδρασής τους από τη φτώχεια, την κοινωνική περιθωριοποίηση και τις διώξεις που τους επέβαλε το αστικό κράτος και η κυρίαρχη ιδεολογία της εποχής (ηθική της “εγκράτειας” και της “αποταμίευσης” και “ελληνοχριστιανικά ιδεώδη”). Παρομοίως, ο έρωτας, αν και ξεκινάει ως ατομικό συναίσθημα και βίωμα αποτελεί αφορμή προβολής ενός ολόκληρου πλέγματος έμφυλων κοινωνικών σχέσεων και αξιών, όπως δείχνουν τα πολυάριθμα τραγούδια για τις γυναίκες της εργατικής τάξης και για τις χειραφετημένες ρεμπέτισσες του Μεσοπολέμου.
Και τα δύο αυτά βρίσκονται στον αντίποδα των αξιών και της στάσης ζωής που εκφράζουν τα τραγούδια του Β. Καρρά, όπου το λαϊκό γλέντι στην ταβέρνα αντικαθίσταται από το “ξεφάντωμα” και την επιδεικτική κατανάλωση στα μπουζουξίδικα (σπασίματα πιάτων και μπουκαλιών με ακριβά ποτά) ως απόδειξη μιας επίπλαστης ευημερίας και της κοινωνικής ανόδου των πελατών. Αντίστοιχα, ο έρωτας μετατρέπεται σε μελό “καψούρα” ανδρών που βλέπουν αποκλειστικά τη γυναίκα ως ερωτικό τρόπαιο το οποίο παρακαλούν για να το κατακτήσουν και μεμψιμοιρούν με υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς εις βάρος της όταν αυτή δεν ανταποκρίνεται.
Ραφαήλ Παπαδόπουλος