Για το κοινωνικό περιεχόμενο της σχέσης μητρότητας – πατρότητας
Με αφορμή το νομοσχέδιο της κυβέρνησης για τον πολιτικό γάμο και την τεκνοθεσία ομόφυλων ζευγαριών
Με αφορμή το επικείμενο νομοσχέδιο της κυβέρνησης για τον πολιτικό γάμο και την τεκνοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια, κυριαρχεί στη δημόσια συζήτηση το λεγόμενο δικαίωμα στη «γονεϊκότητα».
Η γονεϊκότητα, όμως, δεν είναι ατομικό δικαίωμα του ζευγαριού, αλλά υποχρέωση των γονιών απέναντι στα παιδιά. Η κοινωνική ευθύνη της μητρότητας και της πατρότητας απέναντι στο παιδί έχει αντικειμενική βάση, εμπεριέχοντας τη συμπληρωματική σχέση ανδρικού και γυναικείου οργανισμού στην τεκνοποίηση.
Στο σημερινό αστικό δίκαιο κατοχυρώνεται νομικά ως «κοινή γονική μέριμνα» και περιλαμβάνει την ευθύνη ανατροφής, μόρφωσης, υγείας, στέγης, διοίκησης της περιουσίας του παιδιού κ.ά. Από τα αστικά κόμματα κι άλλους μηχανισμούς του συστήματος επιδιώκεται να διαστρεβλωθεί το περιεχόμενο μητρότητας – πατρότητας.
Μια όψη της διαστρέβλωσης στηρίζεται στις ανορθολογικές, αντιεπιστημονικές θεωρίες του μεταμοντέρνου κονστρουκτιβισμού, που διαδίδονται από όλες τις βαθμίδες της Eκπαίδευσης, από ΜΜΕ και Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, από την πολιτιστική βιομηχανία κ.ά. που θεωρούν τα πάντα κοινωνική κατασκευή, όπως και το φύλο, τη γονική σχέση, την οικογένεια. Ολα αυτά τα παρουσιάζουν αποσπασμένα από το υλικό τους υπόβαθρο.
Η άλλη όψη της είναι οι σκοταδιστικές, εθνικιστικές αντιλήψεις που υπερασπίζονται τη λεγόμενη «πυρηνική οικογένεια», φτάνοντας να αναπαράγουν το «Πατρίς – Θρησκεία – Οικογένεια» και να αντιμετωπίζουν τη γυναίκα ως μηχανή αναπαραγωγής παιδιών.
Για την εξέλιξη της κοινωνικής διάστασης της μητρότητας – πατρότητας
Η μητρότητα και η πατρότητα έχουν κοινωνική διάσταση. Διαμορφώνονται αντικειμενικά, αντανακλώντας τις εκάστοτε ανάγκες της κοινωνίας, καθορίζονται από τις κυρίαρχες σχέσεις παραγωγής – κατανομής και βέβαια συνοδεύονται από τις αντίστοιχες αντιλήψεις και δομές οργάνωσης της κοινωνίας.
Η οικογένεια, ως μορφή κοινωνικής συμβίωσης, έχει στη βάση της την αναπαραγωγή του είδους. Δεν είχε τις ίδιες οικονομικές και κοινωνικές λειτουργίες σε όλη την ιστορία της ανθρωπότητας. Αυτές ποίκιλλαν ανάλογα με το ιστορικό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, με βάση τον κυρίαρχο τρόπο παραγωγής, των κοινωνικών σχέσεων που καθόριζαν και τις υλικές συνθήκες αναπαραγωγής του είδους.
Στις διάφορες εκμεταλλευτικές κοινωνίες, από τη δουλοκτητική έως την καπιταλιστική, η νομική κατοχύρωση των οικογενειακών σχέσεων μέσω του γάμου κατοχύρωνε το δικαίωμα του άνδρα να γνωρίζει ποια είναι τα παιδιά του, οι κληρονόμοι του. Αρχικά αφορούσε κυρίως τους άνδρες της κυρίαρχης τάξης. Σταδιακά επεκτάθηκε και σε άλλα κοινωνικά στρώματα.
Κάθε διαφορετικός τύπος κοινωνίας συνεπάγεται και διαφορετικό κοινωνικό περιεχόμενο του γάμου, διαφορετικές υποχρεώσεις και δικαιώματα των γονιών τόσο προς το παιδί, όσο και μεταξύ τους.
Στον καπιταλισμό, με τη μαζική ένταξη των γυναικών στη μισθωτή εργασία ή στην αυτοαπασχόληση, που αντικειμενικά επέφερε τη σχετική οικονομική ανεξαρτησία της γυναίκας από τα ανδρικά μέλη της οικογένειας (πατέρας, αδερφός, σύζυγος) με τον αντίστοιχο νομικό εκσυγχρονισμό, εξελίχθηκε και το κοινωνικό περιεχόμενο του γάμου.
Αντίστοιχα, επήλθαν αλλαγές στον κοινωνικό ρόλο της μητρότητας και της πατρότητας: Η μητρότητα ως κύριος κοινωνικός ρόλος της γυναίκας υποχωρούσε, ενώ αναβαθμιζόταν ο κοινωνικός ρόλος της πατρότητας, ιδιαίτερα για την εργατική τάξη και τα λαϊκά τμήματα των μεσαίων στρωμάτων της πόλης.
Οσο αδυνατίζει το οικονομικό κίνητρο του γάμου, όσο στηρίζεται όλο και περισσότερο στην ελεύθερη επιλογή συμβίωσης (ιδιαίτερα για τις εργατικές, λαϊκές δυνάμεις), τόσο στον πυρήνα του γάμου παραμένει ως αναγκαιότητα μόνο η θεσμική ρύθμιση της κοινής γονικής μέριμνας.
Οι εξελίξεις αυτές αποτυπώθηκαν σε ουσιαστικές αλλαγές στο δίκαιο (οικογενειακό, εργατικό κ.λπ.), στη θεσμοθέτηση με καθυστέρηση της κοινής γονικής μέριμνας ακόμα και για γονείς με ελεύθερη συμβίωση. Αυτά ήταν κατοχυρωμένα στη Σοβιετική Ενωση, πολύ αργότερα στις καπιταλιστικές χώρες, όπως και στην Ελλάδα.
Τις τελευταίες δεκαετίες, διαπιστώνονται σημαντικές αλλαγές στις σχέσεις συμβίωσης, που αντανακλούν και ορισμένες βαθύτερες αλλαγές στις σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων. Καταγράφεται τάση μείωσης των θεσμοθετημένων μορφών συμβίωσης (πολιτικός, θρησκευτικός γάμος, σύμφωνα συμβίωσης) στην Ελλάδα κατά 31,85% την περίοδο 2009 – 2020, καθώς και τάση αύξησης των διαζυγίων.
Επίσης, υπάρχει αυξητική τάση στις γεννήσεις παιδιών εκτός γάμου, που αποτελούσαν το 9,2% των γεννήσεων το 20201.Υπάρχει ως τάση η συμβολή και των δύο γονέων στην ανατροφή των παιδιών. Επέδρασαν, βέβαια, και οι αντικειμενικές αλλαγές στις συνθήκες εργασίας και ζωής των νέων γονιών (ωράρια, γενίκευση «ελαστικών» σχέσεων εργασίας) ιδιαίτερα την περίοδο της προηγούμενης καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης.
Η κατάργηση της διάκρισης του φύλου στον γάμο
Η ικανοποίηση της σεξουαλικότητας του ανθρώπου δεν ταυτίζεται με την τεκνοποίηση. Με αυτήν την έννοια, δεν ήταν το βασικό κίνητρο της θεσμοθέτησης του γάμου σε κανέναν κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό.
Στον σημερινό θεσμό του γάμου δεν υπάρχει διάκριση με κριτήριο τη σεξουαλικότητα, τον σεξουαλικό προσανατολισμό. Υπάρχει η διάκριση του φύλου, αποτυπώνοντας την κοινωνική ευθύνη της μητρότητας και της πατρότητας. Πάνω σε αυτήν τη διάκριση του φύλου στηρίζονται τα μέτρα προστασίας της μητρότητας, του γυναικείου οργανισμού στον χώρο δουλειάς. Υπάρχει αρνητική πείρα από την κατάργηση δικαιωμάτων στο όνομα της «ισότητας» στον νόμο και της «μη διάκρισης», π.χ. διαφορά στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης ανδρών – γυναικών.
Αντικειμενικά, η «ισότητα» στον γάμο ανεξαρτήτως φύλου ισοδυναμεί με κατάργηση της διάκρισης του φύλου. Δηλαδή, διαγράφονται η μητρότητα και η πατρότητα και αντικαθίστανται από μια «θολή» γονεϊκότητα, οδηγώντας στο «Γονέας 1 – Γονέας 2 – Γονέας 3 κ.λπ.».
Αυτό, άλλωστε, επιβεβαιώνει η διεθνής πείρα, η πρόσφατη απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου για το «ευρωπαϊκό πιστοποιητικό γονικής σχέσης». Αυτήν την ευρωπαϊκή πείρα επικαλείται η κυβέρνηση ως επιχείρημα για να φέρει το νομοσχέδιο. Μάλιστα, στη σχετική πρόταση νόμου του ΣΥΡΙΖΑ αντικαθίσταται η πατρότητα από τη γονεϊκότητα, διαγράφεται η παρένθετη γυναίκα και αντικαθίσταται από το «πρόσωπο που κυοφορεί».
Οι διάφορες θεωρίες του μεταμοντερνισμού υποβαθμίζουν την αντικειμενική βιολογική διαφορά ανδρών – γυναικών και υποστηρίζουν τη «ρευστότητα» του φύλου. Στη βάση αυτών των θεωριών, το υποκειμενικό βίωμα του ατόμου χρησιμοποιείται ως εργαλείο για την προσέγγιση υποκειμενικά και του συνόλου των κοινωνικών σχέσεων στις οποίες εντάσσεται.
Στη βάση αυτή, τα διάφορα κοινωνικά γνωρίσματα του ατόμου είναι «κατασκευές» και όχι συγκεκριμένες εκφράσεις των αντικειμενικών σχέσεων με ιστορικό, κοινωνικό περιεχόμενο. Αυτές οι θεωρίες υπηρετούν πολλαπλά τους στόχους του κεφαλαίου.
Η ταξική διάσταση της γονεϊκότητας
Η γονεϊκότητα, ως συμβολή της μητέρας και του πατέρα στη φροντίδα και την ανατροφή των παιδιών, δεν είναι μια ταξικά ουδέτερη έννοια, αποσπασμένη από τις κυρίαρχες οικονομικές, κοινωνικές σχέσεις.
Στην αλληλεπίδραση του παιδιού με το περιβάλλον του, στη δραστηριότητά του, στη διαμόρφωση της συναισθηματικής και νοητικής λειτουργίας του, δηλαδή στη διαμόρφωση της συνείδησής του, αντανακλάται η αντικειμενική, κοινωνική πραγματικότητα.
Αρα, είναι καθοριστικός παράγοντας «σε τι κόσμο» μεγαλώνουν τα παιδιά και με τι όρους, πρώτα απ’ όλα οικονομικούς – κοινωνικούς. Και η γονική σχέση υποτάσσεται στην κυρίαρχη ιδεολογία, στη σχέση οικονομικού καταναγκασμού (σχέση κεφαλαίου – μισθωτής εργασίας), που διατρέχει όλους τους μηχανισμούς κοινωνικοποίησης του παιδιού.
Η ψυχική, σωματική και διανοητική, κοινωνική ανάπτυξη των παιδιών είναι φανερό ότι δεν μπορεί να εξασφαλιστεί από ένα σύστημα που μετρά τις ανάγκες των εργαζομένων, των παιδιών με το κριτήριο του κόστους – οφέλους για το αστικό κράτος και την καπιταλιστική ανταγωνιστικότητα.
Επομένως, σε αυτές τις συνθήκες δεν μπορεί να γίνονται συγκρίσεις μεταξύ «ευτυχισμένων παιδιών» ετερόφυλων ζευγαριών και «μη ευτυχισμένων» παιδιών για όσα ζουν με ομόφυλα ζευγάρια. Οπως και αντίστροφα.
Αντίθετα, αυτό που επιβεβαιώνεται και από τις αστικά κατευθυνόμενες έρευνες, είναι το γεγονός ότι οι αλλεπάλληλες βαθιές και παγκόσμια συγχρονισμένες καπιταλιστικές οικονομικές κρίσεις – και όχι μόνο – συνοδεύονται από έξαρση της εφηβικής πορνείας, αγοριών και κοριτσιών, της βίας και παραβατικότητας, της τοξικοεξάρτησης, του αλκοολισμού, διαφόρων άλλων ειδών εξαρτήσεων (π.χ. τζόγος, διαδίκτυο).
Στην αρένα και τη σήψη της καπιταλιστικής κοινωνίας, συνοδεύονται με τις σάπιες αξίες του ατομισμού, του εγωιστικού τρόπου σκέψης και στάσης ζωής, του ανταγωνισμού, που διαπερνούν και τις οικογενειακές σχέσεις.
Γονική μέριμνα με κριτήριο τα συμφέροντα του παιδιού
Μιλώντας για τον γάμο στη σημερινή του μάλιστα εξέλιξη, άξονας της πολιτικής του ΚΚΕ είναι η θεσμοθετημένη ρύθμιση της κοινής γονικής μέριμνας με γνώμονα τα συμφέροντα του παιδιού και όχι τις στενά ατομικές επιθυμίες των γονιών. Το παιδί έχει δικαίωμα και στη μητρότητα και στην πατρότητα, με την αναγκαία κρατική, δωρεάν στήριξη σε κοινωνικές δομές (π.χ. συμβουλευτική γονιών – παιδιών).
Ομως, ο πρωθυπουργός καθώς και τα άλλα αστικά κόμματα δεν κάνουν καμία αναφορά σε αυτήν την κρατική ευθύνη. Ουσιαστικά, η κυβέρνηση διασφαλίζει το «δικαίωμα» πλούσιων ζευγαριών να αποκτήσουν παιδιά, δηλαδή ζευγάρια που έχουν την οικονομική δυνατότητα να προσφύγουν στην εμπορική παρένθετη μητρότητα (ακόμα κι εκτός Ελλάδας ή με άλλους παράνομους τρόπους) ή να προχωρήσουν σε ιδιωτικές υιοθεσίες παιδιών από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Ενώ την ίδια στιγμή, τα νέα ζευγάρια που ζουν με την ανασφάλεια του χαμηλού εισοδήματος, της έλλειψης στέγης, της ακρίβειας, δυσκολεύονται να κάνουν οικογένεια ή να καλύψουν στοιχειώδεις ανάγκες του παιδιού, ως αποτέλεσμα της αντιλαϊκής πολιτικής της σημερινής κυβέρνησης ΝΔ, όπως και των προηγούμενων κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ.
Αποδεικνύεται ότι στην κοινωνία της ταξικής εκμετάλλευσης και των ταξικών διαχωρισμών, η ισότητα στον νόμο διαιωνίζει την ανισοτιμία στην πραγματική ζωή.
Παραπομπή
1. ΕΛΣΤΑΤ Στοιχεία φυσικής κίνησης πληθυσμού 2020, 1/10/2021
* Αναδημοσιεύεται από τον Ριζοσπάστη του Σαββατοκυριακάτικου 20 – 21/1/2024