Γυναικοκτονία στους Αγ. Αναργύρους: «Γολγοθάς» για τις γυναίκες που καταγγέλλουν το κακοποιητικό περιβάλλον που ζουν – Απροστάτευτες από την πολύμορφη βία
Την έλλειψη στοιχειωδών μέτρων για την προστασία από τη βία και την κακοποίηση, την εγκληματική αδιαφορία του κράτους και της αστυνομίας για τη ζωή των γυναικών, φέρνει με εξοργιστικό τρόπο στο προσκήνιο η δολοφονία μια ακόμα νέας γυναίκας, λίγα μόλις βήματα μακριά από το Αστυνομικό Τμήμα των Αγίων Αναργύρων.
Τον πραγματικό «Γολγοθά» που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες που καταγγέλλουν το κακοποιητικό περιβάλλον στο οποίο ζουν, που εκτός από την ουσιαστική ανυπαρξία των απαραίτητων δομών προστασίας και τις μακρόσυρτες νομικές διαδικασίες, έχουν να αντιμετωπίσουν και την αστυνομική αδιαφορία έως αυθαιρεσία, αναδεικνύει άλλη μια φορά η νέα γυναικοκτονία 28χρονης κοπέλας από τον 39χρονο πρώην συμβίο της, που έγινε το βράδυ της Δευτέρας και μάλιστα λίγα μόλις μέτρα από το Αστυνομικό Τμήμα Αγίων Αναργύρων, όπου είχε απευθυνθεί για βοήθεια λίγο πριν πέσει νεκρή από το μαχαίρι του φονιά.
Τεράστια πρόκληση είναι η στάση της αστυνομίας. Γιατί δεν βοηθήθηκε όπως ζήτησε η ίδια, γιατί δεν συνοδεύτηκε από αστυνομικούς μέχρι το σπίτι της ή γιατί δεν της έγινε πρόταση να παραμείνει στο τμήμα μέχρι να βρεθεί διαθέσιμο περιπολικό. Ερευνάται και η στάση του φρουρού του Τμήματος αν έπραξε ως όφειλε. Επίσης, με βάση όσα έγιναν γνωστά όταν η ίδια πήρε την Αμεση Δράση, το «100», φέρεται να δέχτηκε την εξοργιστική απάντηση ότι «κύρια μου το περιπολικό δεν είναι ταξί», και λίγο μετά έγινε η δολοφονία της σε ζωντανή ακρόαση από το κέντρο της Αμεσης Δράσης.
Η εκπρόσωπος Τύπου της Αστυνομίας, Κωνσταντία Δημογλίδου, μιλώντας την Τετάρτη σε τηλεοπτικούς σταθμούς, σημείωσε ότι «δεν τέθηκε ποτέ θέμα μη ύπαρξης περιπολίας στην περιοχή, υπήρχε περιπολία στην περιοχή των Αγίων Αναργύρων. Το ερώτημα είναι το γιατί δεν κλήθηκε το περιπολικό από τους αστυνομικούς για να συνοδεύσει την κοπέλα στο σπίτι της» ενώ είπε ότι «δεν είναι πρέπων ο τρόπος που απαντάει ο αστυνομικός της Αμεσης Δράσης» και ότι έγιναν «λανθασμένοι χειρισμοί».
Ακόμη υπάρχουν δημοσιεύματα που κάνουν λόγο ότι ο φρουρός στο Αστυνομικό Τμήμα ήταν καταδικασμένος για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση (σπείρα με πλαστογραφίες και για διευκόλυνση εξόδου αλλοδαπών από τη χώρα), για αρκετούς μήνες μπήκε στη φυλακή, το 2023 με βούλευμα αποφυλακίστηκε και στη συνέχεια έκανε ενστάσεις στα πειθαρχικά με το χαρτί της αποφυλάκισης και επέστρεψε στην Αστυνομία. Ο φάκελός του παρέμεινε ανοιχτός ώσπου πριν από μερικές μέρες καταδικάστηκε τελεσίδικα από τον Αρειο Πάγο και ξεκινούσε η διαδικασία της απόταξής του!
Επίσης, αυτόπτης μάρτυρας την ώρα της δολοφονίας στους Αγίους Αναργύρους, που κατέβαινε από το λεωφορείο, σύμφωνα με όσα ανέφερε σε πολλά τηλεοπτικά κανάλια, άκουσε την κοπέλα να μιλάει στο τηλέφωνο με την Αμεση Δράση και να λέει «δέχομαι απειλές για τη ζωή μου, κυνηγάει να με σκοτώσει» και στη συνέχεια είδε τον 39χρονο να την μαχαιρώνει. Αναφορικά με τον αστυνομικό που ήταν εκείνη τη στιγμή στη σκοπιά του αστυνομικού τμήματος, είπε ότι δεν βγήκε από το φυλάκιο, ενώ ανέφερε: «Δεν αντέδρασε κανείς».
Σε σχέση με την υπόθεση σε εξέλιξη βρίσκεται Ενορκη Διοικητική Εξέταση για τις ενέργειες που έγιναν στο Αστυνομικό Τμήμα, ενώ και η Εισαγγελία Πρωτοδικών ζήτησε προκαταρκτική έρευνα για να διερευνηθεί αν υπάρχουν ποινικές ευθύνες από την πλευρά των αστυνομικών οργάνων που βρίσκονταν σε υπηρεσία και μεταξύ άλλων θα ερευνηθεί το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος. Χτες έγινε γνωστό ότι «απομακρύνθηκαν» από τις θέσεις τους ο διοικητής του ΑΤ Αγ. Αναργύρων, 4 αστυνομικοί που είχαν βάρδια και ο αστυνομικός του τηλεφωνικού κέντρου. Επίσης, ο 39χρονος δράστης, που στο παρελθόν έκανε χρήση ναρκωτικών και είχε νοσηλευτεί σε ψυχιατρεία, αναμένεται να απολογηθεί σήμερα.
Με βάση και τα παραπάνω, αποδεικνύονται ακόμα πιο καθαρά για άλλη μια φορά οι ευθύνες κράτους και κυβέρνησης, που αφήνει απροστάτευτα τα θύματα της βίας, με οδυνηρά αποτελέσματα. Οσο για τις ελάχιστες δομές προστασίας, με ευθύνη διαχρονικά όλων των κυβερνήσεων δεν μπορούν να καλύψουν τις μεγάλες ανάγκες.
Υποχρηματοδότηση, υποστελέχωση και αδιαφορία
Η χρηματοδότηση για τα 44 συμβουλευτικά κέντρα για κακοποιημένες γυναίκες, τους 19 ξενώνες σε όλη τη χώρα και την τηλεφωνική γραμμή SOS 15900 – η οποία εξαρτάται από ευρωπαϊκά προγράμματα με ημερομηνία λήξης – για την οκταετία 2015-2023 ήταν κάτι λιγότερο από 1,5 εκατ. ευρώ.
Η λίστα αναμονής για ψυχολογική υποστήριξη μπορεί να ξεπερνά τον έναν μήνα σε αρκετά συμβουλευτικά κέντρα, καθώς υπάρχουν μόνο σε 8 από τους 66 δήμους της Αττικής.
Προϋπόθεση για να γίνει μια γυναίκα δεκτή σε ξενώνα είναι μια σειρά ιατρικές εξετάσεις, τις οποίες καλείται να συγκεντρώσει μόνη, προσκόπτοντας και πάλι στην υποστελέχωση των Κέντρων Υγείας και Ψυχικής Υγείας.
Η γραμμή SOS 15900 λειτουργεί μόνο με 10 άτομα προσωπικό, που δουλεύουν επί χρόνια με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, καλύπτοντας την 24ωρη λειτουργία, 365 μέρες τον χρόνο, με τραγικές ελλείψεις και σε διερμηνείς. Είναι ανύπαρκτα εξειδικευμένα κέντρα – καταφύγια για τις γυναίκες θύματα βιασμού και σεξουαλικής βίας, που θα παρέχουν άμεσα δημόσιες και δωρεάν υπηρεσίες, όπως η ιατροδικαστική εξέταση, η νομική συνδρομή, η ψυχολογική βοήθεια από μόνιμο ειδικευμένο προσωπικό.
Αναδημοσιεύεται από τον σημερινό Ριζοσπάστη
*
Απροστάτευτες από την πολύμορφη βία
Την έλλειψη στοιχειωδών μέτρων για την προστασία από τη βία και την κακοποίηση, την εγκληματική αδιαφορία του κράτους και της αστυνομίας για τη ζωή των γυναικών, φέρνει με εξοργιστικό τρόπο στο προσκήνιο η δολοφονία μια ακόμα νέας γυναίκας, λίγα μόλις βήματα μακριά από το Αστυνομικό Τμήμα των Αγίων Αναργύρων. Το χρονικό της υπόθεσης είναι γνωστό και έχει προκαλέσει δικαιολογημένη αγανάκτηση: Η 28χρονη έπεσε νεκρή το βράδυ της Δευτέρας, όταν δέχθηκε επίθεση με μαχαίρι από τον πρώην σύντροφό της, έξω από το Αστυνομικό Τμήμα, στο οποίο είχε καταφύγει για να ζητήσει βοήθεια. Συγκεκριμένα, είχε ζητήσει τη συνοδεία περιπολικού για να φτάσει με ασφάλεια στο σπίτι της. Το περιπολικό δεν διατέθηκε, αλλά της συστάθηκε να τηλεφωνήσει στην Αμεσο Δράση. Κατά τη διάρκεια αυτής της κλήσης, λίγα μέτρα από το Τμήμα, δέχθηκε τη δολοφονική επίθεση.
Η Ενορκη Διοικητική Εξέταση, και συνολικότερα η έρευνα για τη νέα αυτή τραγωδία, δεν πρόκειται να απαντήσει στο αμείλικτο ερώτημα: Γιατί δεν μπορεί να προστατευτεί η ζωή μιας γυναίκας, που τολμάει να σπάσει τη σιωπή και να καταγγείλει ανοιχτά την κακοποίησή της, ζητώντας μάλιστα προστασία από την αστυνομία; Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη προσπάθησε την επομένη να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, λέγοντας ότι 17.000 αστυνομικοί έχουν περάσει από σεμινάρια για τη διαχείριση περιστατικών κακοποίησης. Η πραγματικότητα όμως είναι άλλη: Η καταγγελία της 28χρονης πήγε στον βρόντο – η Αμεση Δράση μάλιστα την ενημέρωσε ότι «τα περιπολικά δεν είναι ταξί» – και τελικά δολοφονήθηκε στο πλατύσκαλο σχεδόν του Αστυνομικού Τμήματος. Την επόμενη μέρα, οι αστυνομικοί που φρουρούσαν το Τμήμα από τους φορείς που διαμαρτύρονταν ήταν πολλαπλάσιοι – και σίγουρα πιο «ετοιμοπόλεμοι» – από όσους έκαναν βάρδια τη μοιραία νύχτα. Είναι άλλωστε κοινό μυστικό ότι η καταστολή σε βάρος του εργατικού-λαϊκού κινήματος βαίνει σε όλες τις εκδοχές της – συνδικαλιστικές διώξεις, καταδίκες, εισβολή των ΜΑΤ στα πανεπιστήμια, απρόκλητη επίθεση σε διαδηλώσεις – αντιστρόφως ανάλογα με τα μέτρα προστασίας του λαού, πόσο μάλλον των γυναικών από την πολύμορφη βία.
Και σε αυτήν την περίπτωση, όπως και σε πλήθος άλλων τέτοιων περιστατικών, ο δράστης ήταν γνωστός στις αρχές. Το θύμα είχε καταθέσει μήνυση εναντίον του το 2020 για βιασμό και ξυλοδαρμό, ενώ αυτήν τη φορά – όπως ισχυρίζεται η αστυνομία – «δεν επιθυμούσε να υποβάλει έγκληση», προφανώς από φόβο. Γιατί όμως δεν κινούνται οι αυτεπάγγελτες διαδικασίες; Γιατί αποθαρρύνονται οι καταγγέλλουσες να καταθέσουν μηνύσεις με μια σειρά από τρόπους; Μια ματιά στις πρόσφατες δολοφονίες γυναικών αρκεί για να αναδείξει πόσο διάτρητα είναι τα «πρωτόκολλα» που διαφημίζει η αστυνομία: Δράστες καταγγέλλονται αλλά δεν εντοπίζονται στο πλαίσιο του αυτόφωρου – είναι ζήτημα ακόμα κι αν αναζητούνται. Ασφαλιστικά μέτρα και περιοριστικοί όροι που επιβάλλονται δεν τηρούνται. Τακτικές δικάσιμοι ορίζονται μήνες μετά την καταγγελία, η εκδίκαση των υποθέσεων διαρκεί ολόκληρα χρόνια. Σε όλες αυτές τις μακροχρόνιες και πολυδάπανες διαδικασίες, οι γυναίκες αφήνονται χωρίς καμία νομική, ψυχολογική, κοινωνική στήριξη και προστασία. Το υφιστάμενο δίκτυο δομών για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών (Συμβουλευτικά Κέντρα, Ξενώνες, γραμμή SOS) υπολείπεται δραματικά των αναγκών.
Ειδικά για τα κενά και τις ελλείψεις στην Αττική, το ΚΚΕ είχε καταθέσει Ερώτηση τον περασμένο Νοέμβρη, την οποία η κυβέρνηση και το αρμόδιο υπουργείο έχουν καταχωνιάσει στα συρτάρια τους. Είναι ενδεικτικό ότι σε όλη την Αττική λειτουργούν μόλις 10 Συμβουλευτικά Κέντρα, σε 8 από τους 66 δήμους της. Οι Ξενώνες Φιλοξενίας είναι μόλις 3, ενώ ακόμα κι αυτοί, όπως όλοι οι Ξενώνες, δεν μπορούν να καλύψουν – λόγω των πρωτοκόλλων με τα οποία λειτουργούν – τις περιπτώσεις στις οποίες μια γυναίκα χρειάζεται άμεσα να αναζητήσει καταφύγιο. Ετσι, υπάρχει παντελής έλλειψη δομών επείγουσας φιλοξενίας κακοποιημένων γυναικών που έχουν άμεση ανάγκη να βρουν προστασία. Η γυναίκα που παίρνει την απόφαση να προχωρήσει στην καταγγελία και σε άλλες νομικές ενέργειες κατά του δράστη – απόφαση που μόνο εύκολη και αυτονόητη δεν πρέπει να θεωρείται – στερείται δωρεάν νομικής στήριξης από το κράτος. Ο ρόλος του Συμβουλευτικού Κέντρου εξαντλείται στην παροχή σχετικών συμβουλών, ενώ το κόστος των πολυδάπανων και μακροχρόνιων νομικών διαδικασιών, των δικαστικών εξόδων και άλλων συναφών δαπανών πέφτει στην καταγγέλλουσα.
Αντίστοιχες είναι οι ελλείψεις όσον αφορά την απαραίτητη δωρεάν ψυχολογική στήριξη των γυναικών, με δεδομένη την ανυπαρξία δημόσιου και δωρεάν κέντρου για τη θεραπεία του τραύματος. Το αποτέλεσμα είναι – παρά τις φιλότιμες προσπάθειες και την προσφορά των εργαζομένων σε Συμβουλευτικά Κέντρα και Ξενώνες – κάθε γυναίκα που προσπαθεί να απεγκλωβιστεί από μια βίαιη, παθογόνα οικογενειακή ή διαπροσωπική σχέση, να βρίσκεται αντιμέτωπη με σοβαρά εμπόδια. Υπόλογη για την πραγματικότητα αυτή είναι η πολιτική που αντιμετωπίζει την ανάγκη για ολόπλευρη οικονομική, ψυχολογική, νομική στήριξη των γυναικών που έχουν υποστεί βία με κριτήριο το κόστος για το κράτος. Υλοποιώντας αυτήν ακριβώς την πολιτική, όλες διαχρονικά οι κυβερνήσεις εξαρτούν τη χρηματοδότηση ακόμα και αυτού του υποτυπώδους δικτύου από ευρωπαϊκά προγράμματα με «ημερομηνία λήξης», καταδικάζουν το προσωπικό να δουλεύει με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, θέτουν τις δομές στη μέγγενη της «οικονομικής βιωσιμότητας» και των αντιλαϊκών δημοσιονομικών στόχων.
Σύλλογοι Γυναικών και άλλοι μαζικοί φορείς, που καταγγέλλουν τη νέα δολοφονία και οργάνωσαν ήδη μια διαμαρτυρία, απαιτούν το αυτονόητο: Να διερευνηθούν οι συνθήκες του εγκλήματος, συμπεριλαμβανομένων των ευθυνών των αστυνομικών αρχών. Κυρίως, όμως, σηκώνουν τείχος αλληλεγγύης σε κάθε γυναίκα που βιώνει την κακοποίηση και απαιτούν να πάψουν η υποκρισία και τα κροκοδείλια δάκρυα από το κράτος, την κυβέρνηση, τα άλλα κόμματα. Να παρθούν εδώ και τώρα όλα τα αναγκαία μέτρα για την κοινωνική προστασία των γυναικών από κάθε μορφή βίας.
Ευ. Χ.
Από την στήλη “Αποκαλυπτικά” του σημερινού Ριζοσπάστη