Η Βιρτζίνια Γουλφ: Η θλιμμένη ζωή μιας πρωτοπόρου του μοντέρνου μυθιστορήματος
“Αισθάνομαι σίγουρα πως τρελαίνομαι πάλι. Αισθάνομαι ότι δε μπορούμε να ξαναπεράσουμε τέτοιους τρομερούς καιρούς. Και δεν θα συνέλθω ξανά τούτη τη φορά. Αρχίζω ν’ ακούω φωνές και δε μπορώ να συγκεντρωθώ. Έτσι κάνω κείνο που μου φαίνεται καλύτερο για όλους μας.
Στις 25 Γενάρη 1882 γεννήθηκε η Αντελάιν Βιρτζίνα Στήβεν ως τρίτη κόρη του κριτικού και συγγραφέα Λέσλυ Στήβεν και της συζύγου του Τζούλια στο Λονδίνο. Μεγαλώνει μαζί με οχτώ αδέλφια, τρία από τους ίδιους γονείς και τέσσερα ετεροθαλή. Η παιδική της ηλικία τραυματίζεται ανεπανόρθωτα από τη σεξουαλική κακοποίηση που υπέστη, όπως και η αδελφή της Βανέσσα, στα χέρια των ετεροθαλών αδερφών της Τζώρτζ και Τζέραλντ Ντάκγουορθ.
Η εκπαίδευσή της πραγματοποιήθηκε στο σπίτι κι από μικρή εξέφρασε την επιθυμία να γίνει συγγραφές, μάλιστα μαζί με τα αδέρφια της εκδίδουν και μια οικογενειακή εφημερίδα το 1891, με τίτλο “Hyde Park Gate News”. Ο θάνατος της μητέρας της το 1895 θα επιφέρει μεγάλη ψυχική αναστάτωση στη 13χρονη τότε Βιρτζίνια. Μέσα σε λίγα χρόνια έχασε κι άλλα μέλη της οικογένειάς της, όπως την ετεροθαλή αδελφή της Στέλλα και τον πατέρα της, ο οποίος ήταν ταυτόχρονα πνευματικό της πρότυπο και τύρρανος λόγω της συμπεριφοράς του. Λίγους μήνες τοο θάνατό του, το Μάη του 1904 παθαίνει νευρικό κλονισμό, ενώ τον Οκτώβρη της ίδιας χρονιάς μετακομίζει με τα αδέρφια της στη συνοικία Μπλούμσμπερυ.
Γράφει τα πρώτα της άρθρα για το γυναικείο ένθετο του “Γκάρντιαν”, ενώ σε ένα δείπνο γνωρίζει το μετέπειτα σύζυγό της, δημοσιογράφο και συγγραφέα Λέοναρντ Γουλφ. Γίνεται μέλος της “Ομάδας του Μπλουμσμπερυ”, ενός κύκλου λογοτεχνών, ζωγράφων, εκδοτών, κριτικών κι επιστημόνων. Η ίδια γράφει βιβλιοκριτικές για το λογοτεχνικό ένθετο των “Times”, ενώ διδάσκει παράλληλα στο κολλέγιο Morley. Στις αρχές του 1912 ο Λέοναρντ Γουλφ εγκαταλείπει την υπηρεσία του στις αποικίες και κάνει στη Βιρτζίνια πρόταση γάμου, ο οποίος πραγματοποιείται τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς. Το 1913 τελειώνει το έργο της “Το ταξίδι”, που επεξεργαζόταν για χρόνια. Στο μυθιστόρημα που περιγράφει το ταξίδι μιας κοπέλας από την περίκλειστη λονδρέζικη κοινωνία στη Νότιο Αμερική με το πλοίο του πατέρα της, εντοπίζονται όλα τα στοιχεία που θα χαρακτηρίσουν το μετέπειτα έργο της Γουλφ: την καινοτόμα τεχνική, βασισμένη στον εσωτερικό μονόλογο, ο φεμινιστικός τόνος, η ενασχόληση με τη σεξουαλικότητα και το θάνατο. Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς πέφτει σε σοβαρή κατάθλιψη και αρνείται να φάει, ενώ το Σεπτέμβρη προβαίνει σε απόπειρα αυτοκτονίας με υπνωτικά χάπια.
Το Μάρτη του 1915 μετακομίζει στο Χόγκαρθ Χάουζ και νοσηλεύεται για ένα διάστημα σε ιδιωτική κλινική, ενώ τον ίδιο μήνα δημοσιεύεται το “Ταξίδι”. Δυο χρόνια αργότερα, μαζί με το σύζυγό της ιδρύουν τον εκδοτικό οίκο “The Hogarth Press”. Ως φιλειρηνιστές που ήταν, το ζεύγος Γουλφ προσπάθησε μεταξύ άλλων να εκδίδει έργα ξένων συγγραφέων άγνωστο στο ευρύ βρετανικό κοινό, θεωρώντας πως έτσι θα μπορούσαν να συμβάλουν στην αποτροπή ενός πολέμου. Ο πρώτος μη Βρετανός συγγραφέας που εξέδωσαν ήταν ο Μαξίμ Γκόρκυ. To 1922 ο εκδοτικός της οίκος εκδίδει το μυθιστόρημα “Το δωμάτιο του Ιακώβου”. Στις εκλογές του ίδιου χρόνου ο συζυγός της αποτυγχάνει να εκλεγεί βουλευτής με τους Εργατικούς, γίνεται όμως στις αρχές του ’23 συντάκτης στην εφημερίδα “The Nation”.
Ton Απρίλη του 1925 δημοσιεύει μια συλλογή δοκιμίων με τίτλο “Ο κοινός αναγνώστης”, ενώ τον επόμενο μήνα κυκλοφορεί το μυθιστόρημα της “Η κα Ντάλογουεη”. Δυο χρόνια αργότερα εκδίδεται το έργο “Στο φάρο”. Τον επόμενο χρόνο μαζί με τη φίλη κι ερωμένη της Βίτα Σάκγουιλ-Γουεστ, ταξιδεύουν στη Γαλλία και μετά την επιστροφή της κυκλοφορεί το έργο “Ορλάντο. Μια βιογραφία”, που αντλεί έμπνευση από την οικογενειακή ιστορία της Βίτα κι αποτελεί μια σατιρική ιστορία της αγγλικής λογοτεχνίας . Με το σύζυγό της ταξιδεύει το Γενάρη του 1929 στο Βερολίνο. Το δοκίμιο της “Ένα δικό σου δωμάτιο” κυκλοφορεί την ίδια χρονιά και γίνεται ένα από τα σημαντικότερα κείμενα του φεμινιστικού κινήματος. Τα επόμενα χρόνια εκδίδει αρκετά έργα, ανάμεσα τους το φεμινιστικό και αντιπολεμικό “Τρεις Γουϊνέες” το 1938. Το Γενάρη του ’39 το ζεύγος Γουλφ γνωρίζεται με τον Σίγκμουντ Φρόυντ. Η ίδια απορρίπτει το Μάρτη της ίδιας χρονιάς τη διδακτορία επί τιμή από το πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ. Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου κάνει το τελευταίο της ταξίδι με το Λέοναρντ στη Βρετάνη και τη Νορμανδία της Γαλλίας. Το φθινόπωρο ξεσπάει ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος. Η εισβολή της Γερμανίας στην Ολλανδία και το Βέλγιο το Μάη του ’40 ωθεί το ζεύγος Γουλφ σε απόφαση να αυτοκτονήσουν σε περίπτωση γερμανικής εισβολής στην Αγγλία, δεδομένης και της εβραϊκής καταγωγής του συζύγου. Για το λόγο αυτό προμηθεύονται δηλητήριο. Κατά τη διάρκεια των αεροπορικών επιδρομών της Λουφτβάφε το 1941 παθαίνει σοβαρές ζημιές το σπίτι τους. Η κατάσταση της υγείας της Βιρτζίνια χειροτερεύει ολοένα, κι ο Λέοναρντ Γουλφ την πηγαίνει σε μια γιατρό στο θέρετρο Μπράιτον της Νότιας Αγγλίας. Στις 28 Μάρτη, αυτοκτονεί στον ποταμό Ouse του Σάσεξ, έχοντας τυλίξει μια βαριά πέτρα στο παλτό της. Το πτώμα της εντοπίζεται μέρες αργότερα και αποτεφρώνεται στις 21 Απρίλη 1941. Στο σημείωμα αυτοκτονίας προς το σύζυγό της ανέφερε τα εξής:
“Αισθάνομαι σίγουρα πως τρελαίνομαι πάλι. Αισθάνομαι ότι δε μπορούμε να ξαναπεράσουμε τέτοιους τρομερούς καιρούς. Και δεν θα συνέλθω ξανά τούτη τη φορά. Αρχίζω ν’ ακούω φωνές και δε μπορώ να συγκεντρωθώ. Έτσι κάνω κείνο που μου φαίνεται καλύτερο για όλους μας. Μου ‘χεις δώσει τη μέγιστη δυνατή ευτυχία. Ήσουν με κάθε τρόπο όλ’ αυτά που κανείς δε θα μπορούσε να ‘ναι. Δε γνωρίζω δυο ανθρώπους που θα μπορούσαν να είναι ευτυχέστεροι, μέχρι που με χτύπησε τούτη η φοβερή αρρώστια. Δεν μπορώ να την παλεψω άλλο. Ξέρω ότι χαλώ τη ζωή σου, που χωρίς εμένα θα μπορούσες να κάνεις. Και το ξέρεις πως το ξέρω. Βλέπεις δεν μπορώ μήτε να γράψω… ακόμη κι αυτό. Δε μπορώ να διαβάσω. Θέλω να πω πως οφείλω όλη την ευτυχία της ζωής μου σε σένα. Ήσουν ολότελα υπομονετικός μαζί μου και καλός σ’ απίστευτο βαθμό. Θέλω να σ’ το πω αυτό -ο καθένας το ξέρει. Αν κάποιος θα μπορούσε να μ’ είχε σώσει, αυτός θα ‘σουν εσύ. Όλα έχουνε χαθεί για μένα μα βεβαιώνω για την καλοσύνη σου. Δεν μπορώ να συνεχίσω να χαλώ τη ζωή σου άλλο. Δεν σκέφτομαι ότι δυο άνθρωποι θα μπορούσαν να ‘ναι ευτυχέστεροι απ’ όσο ήμασταν εμείς.”