«Οι σκλάβοι στα δεσμά τους» του Τώνη Λυκουρέση, με τον Γιάννη Φέρτη (2009)
Το δικό μας αντίο σε έναν υπέροχο ηθοποιό…
Στην ταινία «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους», που αποτελεί μεταφορά του τελευταίου έργου του Κ. Θεοτόκη, από τα ωραιότερα λογοτεχνικά έργα, σε σκηνοθεσία του Τώνη Λυκουρέση, ο Γιάννης Φέρτης ξεδιπλώνει όλο του το υποκριτικό ταλέντο και, τουλάχιστον στη δική μου αξιολογική κατάταξη, η ερμηνεία του σε αυτή την ταινία τον τοποθέτησε οριστικά στο στερέωμα των κορυφαίων Ελλήνων ηθοποιών.
Ο Οφιομάχος, στο έργο, εκπροσωπεί τη φεουδαρχική τάξη στην Κέρκυρα, στις αρχές του 20ου αιώνα που βρίσκεται σε πτώση, παραχωρώντας τη θέση της στην ανερχόμενη αστική τάξη. Είναι ο πατέρας αφέντης, απολυταρχικός, με αυστηρές πατριαρχικές αντιλήψεις και στερεότυπα που μέχρι τώρα αυτό που πράττει είναι να διαιωνίζει την τακτική των προγόνων του με σκοπό τη διατήρηση της πολιτικής τους, όπου η εξουσία, τα χρήματα, η υψηλή θέση στην κοινωνία και η τιμή της οικογενείας, μεταβιβάζονται a priori από τη μία γενιά στην άλλη χωρίς ίχνος αμφισβήτησης. Στη μέχρι τώρα ζωή του δεν έχει αναλογιστεί ποτέ τις συνέπειες των πράξεών του, δεν έχει θέσει ποτέ στη βάσανο της αυτοκριτικής τη συμπεριφορά του απέναντι στους χωρικούς που δουλεύουν για αυτόν, τη συμπεριφορά του απέναντι στη γυναίκα του, απέναντι στα παιδιά του. Ακολουθεί πιστά ως πιστό αντίγραφο και ο ίδιος, τη συμπεριφορά που του δίδαξαν οι προγόνοι του, χωρίς να μπαίνει ποτέ σε μία διαδικασία κρίσης αυτής. Έτσι οι αλλαγές των πολιτικών συνθηκών τον βρίσκουν εντελώς απροετοίμαστο. Δεν φανταζόταν ποτέ ο ίδιος ότι με τον καιρό τα φεουδαρχικά καθεστώτα θα αρχίσουν την καθοδική τους πορεία, προκειμένου να αντικατασταθούν από καθεστώτα όπου δεν αλλάζει η πολιτική της καταπίεσης, αλλάζουν όμως τα πρόσωπα που κυριαρχούν σε αυτά.
Εδώ λοιπόν, κάτω από τον άνθρωπο-μαριονέτα που το μόνο του χρέος και ως μοναδικό σκοπό της ζωής του θεωρούσε τη διαιώνιση των θεσμών, των ηθών και των παραδόσεων που παρέλαβε από τους προγόνους του, αρχίζει να αποκαλύπτεται ένας άλλος άνθρωπος που όταν συνειδητοποιεί ότι το βάρος που του έχει ανατεθεί, προκειμένου να διατηρήσει όλα τα παραπάνω, είναι δυσβάσταχτο, γιατί οι νέες συνθήκες δεν του παρέχουν το κατάλληλο έδαφος προσαρμογής σε αυτές και επειδή ο ίδιος μεγάλος πια, δεν διαθέτει την ευελιξία που προϋποθέτει αυτή η προσαρμογή, αρχίζει η προσωπική του κατάρρευση. Μία κατάρρευση μέσα από την οποία αναδύονται σε λάθος πλέον χρόνο, τα δυνάμει στοιχεία μίας προσωπικότητας που δεν απελευθερώθηκαν ποτέ, που δεν αξιοποιήθηκαν ποτέ.
Όταν στη σπαραχτική σκηνή του τέλους ο Οφιομάχος θρηνεί τον χαμό του μικρού του γιου, βυθιζόμενος στα σκοτεινά μονοπάτια της τρέλας, ίσως του μοναδικού καταφυγίου του για να αντέξει όσα αδυνατεί να αντέξει μέσω της λογικής του, κυριευμένος από τις ενοχές του, αλλά και την οργή του προς τον ίδιο του τον εαυτό, μονολογεί: «Ο γιος μου πέταξε και κατάφερε να πετάξει από πάνω του τη ζωή, αυτό το αβάσταχτο βάρος» εκείνη τη στιγμή στην πραγματικότητα θρηνεί για την αδυναμία να αποτινάξει ο ίδιος το βάρος το οποίο χωρίς να το αντιληφθεί επωμίστηκε, ένα βάρος που δεν λύγισε μόνο τον ίδιο, αλλά και όσους τον περιέβαλλαν.
Είναι η τραγικότητα της ύπαρξης, είναι η κάθαρση που τελικά δεν έρχεται, είναι αυτή η συγκλονιστική ερμηνεία του Γ. Φέρτη που νοηματοδοτεί σε βάθος την υπαρξιακή διάσταση της σκλαβιάς του ατόμου που αλλάζει μορφές όταν αλλάζουν οι εποχές και που απαιτεί μεγάλες μάχες και σε πολλά επίπεδα για να απαλλαγεί κανείς από αυτήν.
Ο Οφιομάχος αργά αλλά σταδιακά συνειδητοποιεί μία κατάσταση για τη δημιουργία της οποίας φέρει ο ίδιος μεγάλη ευθύνη. Η συνειδητοποίηση αυτή επιτελείται μέσω μίας κλιμακωτής αντίδρασης που συνοδεύεται από τη στάση του σώματός του, που όλο και πιο πολύ γέρνει σαν να πλακώνεται όλο και περισσότερο από ένα βάρος που ολοένα και μεγαλώνει, από τα χαρακτηριστικά του προσώπου του που σιγά σιγά καλύπτονται από το πέπλο μιας άφατης λύπης και δυστυχίας, από την ένταση της φωνής του που διατηρεί κάτι από την έπαρση αλλοτινών εποχών και ταυτόχρονα μαρτυρά την ήττα, την απόσυρση, την κούραση, την παραίτηση. Όλα τα παραπάνω στοιχεία αναδεικνύουν την υποκριτική δεινότητα ενός μεγάλου ηθοποιού που αποδεσμεύτηκε και ο ίδιος οριστικά, από τα δεσμά της επίγειας ζωής.
Καλό του ταξίδι…