Τι γυρεύει η Αντιγόνη στη Χάγη; – Το δίκαιο των λαών εναντίον της ιμπεριαλιστικής «δικαιοσύνης»
Η μόνη δικαίωση για την Αντιγόνη της εποχής μας θα είναι να μπορέσει να θάψει τον άταφο νεκρό ενός συστήματος-βρικόλακα που τρέφεται από το αίμα των λαών, έχει ζωτική ανάγκη τον πόλεμο και «ξανανιώνει» σκορπώντας τον θάνατο.
Τι γυρεύει η Αντιγόνη στη Χάγη; Πάντως σίγουρα όχι δικαιοσύνη. Κανείς ποτέ δεν την βρήκε σε ένα σικέ δικαστήριο με προκαθορισμένους όρους και αποτέλεσμα, όπως στη δίκη του Μιλόσεβιτς (ή όπως ο εργάτης δε βρίσκει ποτέ το δίκιο του σε έναν άδικο ταξικό κόσμο, όσο δεν τον αλλάζει, επιβάλλοντας τον δικό του νόμο).
Γυρεύει όμως μια δικαίωση. Εκείνο το δίκιο που δε χωρά στους ανθρώπινους νόμους -όταν τους ορίζουν οι ισχυροί του πλανήτη- αλλά δεν μπορεί να το σβήσει κανένα νομικό σύστημα. Έτσι κι αλλιώς, σπανίως οι νόμοι αποδίδουν αληθινή δικαιοσύνη, καθώς για άλλους σκοπούς φτιάχνονται.
Η «Αντιγόνη στη Χάγη» είναι τα μεταφρασμένα πρακτικά της κατάθεσης της Λιάνας Κανέλλη στη δίκη του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς. Όποιος ενδιαφέρεται, μπορεί να δει λεπτομέρειες στο οπισθόφυλλο της έκδοσης ή σε κάποιο σχετικό σημείωμα στον Τύπο. Αλλά η πιο ολοκληρωμένη παρουσίαση γίνεται στον πρόλογο της έκδοσης απ’ τον ίδιο τον μεταφραστή, τον Αριστείδη Λαμπρούλη (γιο του βουλευτή του ΚΚΕ), που αναδεικνύει εύστοχα πτυχές και όψεις ενός πολυδιάστατου κειμένου: τη θεατρική, την πολιτική, την ιστορική κτλ. Την ίδια δομή θα ακολουθήσουμε στη συνέχεια.
-Το βιβλίο έχει σχεδόν θεατρική δομή και λόγο, με τραγικά πρόσωπα και τους δικαστές σε ρόλο χορού σε εντεταλμένη υπηρεσία. Θα ήταν αληθινή πρόκληση για κάποιον καλλιτέχνη να προσαρμόσει το κείμενο για να το μεταφέρει επί σκηνής κι ακόμα μεγαλύτερη για την ηθοποιό που θα καλούνταν να αποδώσει στο σανίδι την πληθωρική παρουσία της Λιάνας Κανέλλη. Μιας προσωπικότητας με πολλά ταλέντα (από το λέγειν ως τη γλωσσομάθεια), που αν δε γινόταν δημοσιογράφος και εν συνεχεία βουλεύτρια, θα μπορούσε να την κερδίσει η ηθοποιία. Κι ας διαπρέπει σήμερα σε έναν χώρο (το κοινοβούλιο) με πολλούς κακούς θεατρίνους, που σπανίως ποιούν ήθος με τις πράξεις τους.
Δύσκολα μπορούν να χωρέσουν οι λέξεις τη φρίκη ενός βομβαρδισμού αμάχων, τη δύναμη της εικόνας, τα συναισθήματα ενός αυτόπτη μάρτυρα. Η Λιάνα όμως είναι η πλέον κατάλληλη για να τα αποτυπώσει, ακόμα και στο ψυχρό, τυπικό σκηνικό μιας αίθουσας δικαστηρίου. Έχει χειμαρρώδη λόγο (ακόμα και στα αγγλικά), αυτοσχεδιασμούς, μεγάλες παρεκβάσεις εκτός κειμένου. Έχει σπουδαίες «ατάκες», πχ όταν μεταφράζει το όνομά της στα αγγλικά και συστήνεται ως «Καρνέισον Σίναμον…», και αντεπεξέρχεται γκροτέσκα σκηνικά, όπως η «φάρσα» με τον χάρτη που της παρουσίασαν αλλά δεν περιείχε το Αλέξινατς, με στόχο να εκθέσουν την αξιοπιστία της ως μάρτυρα, για να πετύχουν τελικά το αντίθετο αποτέλεσμα.
Ο πολιτικός – θεατρικός λόγος της Κανέλλη δεν ικανοποιεί τους δικαστές, που την διακόπτουν συχνά και της αφαιρούν τον λόγο, απαιτώντας στεγνές απαντήσεις «κλειστού τύπου», χωρίς ανάπτυξη και πολιτικό σκεπτικό που ανατρέπει το έτοιμο συμπέρασμά τους. Η Λιάνα δίνει μια σπουδαία «παράσταση» χωρίς θεατές, με υψηλό πολιτικό συμβολισμό. Το ζητούμενο για το υποθετικό κοινό, ωστόσο, παραμένει η περιβόητη αποστασιοποίηση του Μπρεχτ. Να πάρει απόσταση από τα γεγονότα, να τα αναστοχαστεί και να δράσει το ίδιο, να ανέβει επί σκηνής, στο προσκήνιο της ιστορίας. Αλλιώς δε θα λάβει καμία κάθαρση, ως παρηγοριά, αν δεν τιμωρήσει το ίδιο την ύβρη των (πλανητ)αρχών.
-Το βιβλίο είναι κατεξοχήν πολιτικό, όπως πολιτικό χαρακτήρα είχε άλλωστε και η δίκη του Μιλόσεβιτς. Εκτός και αν κάποιος πιστεύει ότι το δικαστήριο της Χάγης είναι μηχανισμός απονομής δικαιοσύνης, τυφλής και ανεξάρτητης, που εξετάζει τα γεγονότα και την αλήθεια ως τεχνικό ζήτημα, χωρίς προκατάληψη -και ίσως μια των ημερών καλέσει και τον Νετανιάχου, για να τον δικάσει ως εγκληματία πολέμου…
Τα γεγονότα είναι αμείλικτα, η αλήθεια αντικειμενική. Η ματιά μας όμως τα περνά από πολιτικά φίλτρα, σαν τον φακό της κάμερας. Κι εξαρτάται από τη σκοπιά του παρατηρητή πώς θα κρίνει τους ανελέητους Νατοϊκούς βομβαρδισμούς των 78 ημερών. Αν θα δει απλώς «παράπλευρες απώλειες» ή μαζικά εγκλήματα πολέμου. Αν θα αποφανθεί ότι έπρεπε να ισοπεδωθεί μια κωμόπολη και να σκοτωθούν μικρά παιδιά, γιατί ίσως υπήρχε κάπου στην ευρύτερη περιοχή κάποιος στρατιωτικός σταθμός ήσσονος σημασίας. Να διακρίνει αν οι «έξυπνες βόμβες» είχαν τεχνικά ηλίθιους χειριστές, επιρρεπείς στο «ανθρώπινο λάθος». Ή αν ήταν τόσο «έξυπνες» που στόχευαν ακριβώς στο ψαχνό των αμάχων, για να σκορπίσουν τον πανικό και να προκαλέσουν πολιτικές εξελίξεις.
Κι όμως, οι στρατηγοί εθελοτυφλούν (το χειρότερο είδος ηλιθιότητας) και τείνουν να ξεχνάνε το βασικό ελάττωμα του ανθρώπου, που είναι έλλογο ον. Ξέρει να σκέφτεται, να κρίνει όσα του πασάρουν για αλήθεια. Και εν τέλει η προπαγάνδα των fake news μπορεί να πετύχει το αντίθετο από αυτό που επιδιώκει -όπως έγινε με την πρωτοφανή συσπείρωση του σέρβικου λαού γύρω από το πρόσωπο του Μιλόσεβιτς.
Ασφαλώς μπορεί (και επιβάλλεται) να έχει κανείς αμφιβολίες για την πολιτική και τα πεπραγμένα του Σέρβου ηγέτη. Αυτό που δε δικαιούμαστε είναι να παριστάνουμε τους αφελείς και να επικαλούμαστε την άγνοια ως άλλοθι. Να κάνουμε πως δεν καταλαβαίνουμε τι έργο παίζεται, τι γυρεύουν οι ιμπεριαλιστές στα Βαλκάνια, ποιος είναι ο θύτης και ποιος το θύμα. Να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας και τις ίσες αποστάσεις.
Δεν εξαντλείται όμως στα παραπάνω το πολιτικό στοιχείο. Το ’99 είναι μια χρονιά-ορόσημο, κορύφωση μιας δύσκολης πορείας ανασυγκρότησης για το ΚΚ μετά τις ανατροπές και την επικράτηση της αντεπανάστασης. Μια χρονιά που ο γίγαντας λαός θεριεύει πάλι, πιάνει το ξεχασμένο νήμα, βγαίνει μαζικά στον δρόμο και δείχνει στην πράξη πως η ιστορία δεν τελείωσε, δεν έχουμε πει την τελευταία μας λέξη. Το ΚΚΕ συναντάται στον δρόμο με λαϊκές μάζες κάθε ηλικίας, από τους μαθητές στις καταλήψεις και τα Σωματεία που συσπειρώνονται στο νεοϊδρυθέν ΠΑΜΕ, μέχρι τους βετεράνους της δρακογενιάς της Αντίστασης. Ρίχνει τη σπορά των ιδεών του, που δεν ευδοκιμεί πάντα, αλλά δίνει καρπούς μέχρι σήμερα.
Μια τέτοια περίπτωση είναι η συνάντηση με την Λ. Κανέλλη (την Καρνέισον Σίναμον ντε…). Μια σχέση που φάνηκε ανθεκτική στον χρόνο, έγινε συμπόρευση διαρκείας και κρατά 25 χρόνια τώρα. Κι όταν ξεκίνησε, μπορεί να ξένιζε πολλούς που (της) έθεταν το ερώτημα: «Γιατί με αυτούς;». Για να τους απαντήσει αποστομωτικά. «Και με ποιους άλλους;»
-Το βιβλίο δεν είναι ιστορικό, ούτε καν ένα πρόχειρο ιστόρημα. Είναι όμως μια καλή αφορμή να θυμηθούμε την Ιστορία, να την σκαλίσουμε, να μην αφήσουμε τη λήθη να την σκεπάσει, να μην την αφήσουμε στα χέρια όσων την ξαναγράφουν και μας λένε ότι τελείωσε.
Είναι μια καλή ευκαιρία να θυμηθούμε μερικά βασικά γεγονότα.
Ότι υπήρχε μια χώρα που την έλεγαν Γιουγκοσλαβία, ενιαία και ισχυρή, προτού επικρατήσει το διαίρει και βασίλευε, το δηλητήριο του εθνικισμού, προτού γίνει πειραματόζωο που τη διαμέλισαν τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα.
Ότι ο εικοστός αιώνας, που υποσχόταν πως θα άφηνε πίσω του όλους τους πολέμους, έκλεισε με τον βομβαρδισμό μιας ευρωπαϊκής πρωτεύουσας από το ΝΑΤΟ. Σαν εικόνα από τα προσεχώς, τώρα που πυκνώνουν τα σύννεφα του πολέμου στη γηραιά ήπειρο.
Ότι η σφαγή αυτή είχε φαρδιά-πλατιά την υπογραφή της βρώμικης σοσιαλδημοκρατίας του Σημίτη, του Μπλερ και του Πρόντι -και άλλων.
Κι ότι η μεταθανάτια -κατόπιν «εορτής» και διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας- δικαστική δικαίωση του Μιλόσεβιτς μοιάζει με τραγική ειρωνεία, χωρίς πρακτική αξία. Κάνει όμως φανερό σε όλους τον χαρακτήρα μιας δίκης σκοπιμότητας -και τους σκοπούς που υπηρετούσε. Ένα τέταρτο του αιώνα μετά, έχει συσσωρευτεί αρκετή πείρα, για να διαπιστώσουν και οι πιο αδαής τι είδους ήταν η «ειρήνη» που μας υποσχέθηκαν και επέβαλαν στη γειτονιά μας.
-Τις υπόλοιπες διαστάσεις μπορεί να τις διαπιστώσει μόνος του ο αναγνώστης, διαβάζοντας το βιβλίο. Ίσως έλειπε ένα επίμετρο από τη γραφίδα της ίδιας της Λιάνας -όσο δύσκολο και αν είναι να κλείσει τη σκέψη της στο τυπωμένο χαρτί. Κατά μια έννοια αυτό το κενό το καλύπτουν οι παρουσιάσεις του βιβλίου ανά την επικράτεια, αρχής γενομένης στο βιβλιοπωλείο της Σύγχρονης Εποχής. Εκεί που η Λιάνα γνώριζε εξαρχής πως θα συγκινηθεί, αλλά δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τα δάκρυά της. Και μας χάρισε μια (ακόμα) άκρως συγκινητική στιγμή, χαρίζοντας στον εκδοτικό το βιβλίο ενός μικρού κοριτσιού από το Αλέξινατς, που σκοτώθηκε στη διάρκεια του βομβαρδισμού από κάποια «έξυπνη βόμβα». Ένα βιβλίο, που μαρτυρούσε όσα δε βρίσκουν χώρο στα σχολικά εγχειρίδια της Ιστορίας…
Κλείσιμο αυλαίας: το σάπιο σύστημα της εκμετάλλευσης που ματοκυλά τους λαούς, γεννά ιστορικά τον νεκροθάφτη του, την τάξη που θα το γκρεμίσει και θα το βάλει στο Μουσείο της ιστορίας. Η μόνη δικαίωση για την Αντιγόνη της εποχής μας θα είναι να μπορέσει να θάψει αυτόν τον άταφο νεκρό, την παγκόσμια εξουσία που τρέφεται από το αίμα των λαών, έχει ζωτική ανάγκη τον πόλεμο και «ξανανιώνει» σκορπώντας τον θάνατο.