Έριχ Χόνεκερ: «Η καταστροφή της ΓΛΔ δεν μου αφαίρεσε την πίστη στο σοσιαλισμό σαν τη μοναδική εναλλακτική λύση για μια ανθρώπινη κοινωνία»
Σαν σήμερα έφυγε από τη ζωή, στη Χιλή όπου είχε καταφύγει διωκόμενος, ο Έριχ Χόνεκερ, ηγέτης της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας (ΓΛΔ), Γενικός Γραμματέας του Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος Γερμανίας (ΕΣΚΓ) από το 1971 έως το 1989 και Πρόεδρος της χώρας από το 1976 έως το 1989.
Σαν σήμερα, στις 29 του Μάη 1994, έφυγε από τη ζωή, στη Χιλή όπου είχε καταφύγει διωκόμενος, ο Έριχ Χόνεκερ, ηγέτης της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας (ΓΛΔ), Γενικός Γραμματέας του Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος Γερμανίας (ΕΣΚΓ) από το 1971 έως το 1989 και Πρόεδρος της χώρας από το 1976 έως το 1989.
Ο Έριχ Χόνεκερ είχε γεννηθεί στις 25 Αυγούστου του 1912. Εντάχθηκε στο κομμουνιστικό κίνημα από πολύ νωρίς. Το 1922 έγινε μέλος των Σπαρτακιστών και το 1929 μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας. Το 1937 καταδικάστηκε σε 10 χρόνια φυλάκιση από το ναζιστικό καθεστώς.
Παρέμεινε στη φυλακή μέχρι το 1945, ενώ στη συνέχεια δραστηριοποιήθηκε μέσα από τις γραμμές του Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος Γερμανίας.
«Μπορεί να στενοχωρεί την αστική τάξη και τους υπηρέτες της, αλλά δεν ανήκω σ’ αυτούς που μετά την ήττα πετάνε τ’ όπλο τους και τρέχουν να κρυφτούν. Δεν το έκανα ούτε το 1933, όπως και εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι άνθρωποι. Όταν είναι κανείς πεισμένος ότι ο σοσιαλισμός αποτελεί τη μοναδική εναλλακτική λύση στον καπιταλισμό, οφείλει με συνέπεια να ασχολείται με το ποιες συγκεκριμένες μορφές θα πάρει ο σοσιαλισμός στο μέλλον. (…) Η ύπαρξη και μόνο της ΓΛΔ, αυτού του τόσο κατασυκοφαντημένου από την αντίδραση «φαινομένου», έχει ασκήσει περισσότερη επίδραση στα διεθνή γεγονότα απ’ ό,τι υποθέτουν πολλοί σήμερα» επισημαίνει ο Έριχ Χόνεκερ στο βιβλίο του «Για τα δραματικά γεγονότα του 1989» (μετάφραση: Δέσποινα Μάρκου, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1992). Στο βιβλίο, ο αείμνηστος ηγέτης της ΓΛΔ κριτικά και αυτοκριτικά αναφέρεται στις επιτυχίες του σοσιαλισμού, στην προσφορά του νέου κοινωνικού συστήματος στην ειρήνη, την κοινωνική δικαιοσύνη, την ελπίδα και τη σιγουριά για την επικράτηση της κοινωνίας απαλλαγμένης από τη εκμετάλλευση, θέτει ερωτήματα για την πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, αναφέρεται στις αδυναμίες και αναζητά τα λάθη που έπαιξαν ρόλο στο πισωγύρισμα, και καταλογίζει ευθύνες στο κόμμα και στον εαυτό του.
Από το ίδιο βιβλίο μεταφέρουμε αποσπάσματα:
Είμαι σταθερά αποφασισμένος, όσο μου το επιτρέπουν οι δυνάμεις μου, να μην αφήσω τους σημερινούς νικητές να με φιμώσουν, όπως κάποτε δεν άφησα να με φιμώσει η φασιστική Γκεστάπο. Αυτό το οφείλω σ’ ολόκληρη τη ζωή μου σαν κομμουνιστή.
Καταρχήν, θέλω να πω ένα πράγμα: Τα γεγονότα που συνέβησαν στη Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία (ΓΛΔ) από τότε που παραιτήθηκα από Πρόεδρος του Κρατικού Συμβουλίου και Γενικός Γραμματέας, με συγκλόνισαν βαθιά. Δεν μπορώ, όμως, να πω ότι “γκρεμίστηκε μέσα μου ένας ολόκληρος κόσμος”. Η καταστροφή της ΓΛΔ δε μου αφαίρεσε ούτε εμένα ούτε άλλων συναγωνιστών την πίστη στο σοσιαλισμό σαν τη μοναδική εναλλακτική λύση για μια ανθρώπινη κοινωνία. Το “κατρακύλισμα” του σοσιαλισμού στον καπιταλισμό, δεν είχε να κάνει μ’ εμένα, αλλά με όλους όσους, με τις δυνάμεις τους, δημιούργησαν και διαμόρφωσαν μαζί μας τη σοσιαλιστική κοινωνία. Καταλαβαίνω πολύ καλά όλους εκείνους που λένε ότι δεν μπορεί ποτέ να είναι αλήθεια πως δουλεύαμε τσάμπα 40 χρόνια. Δίκιο έχουν! Ό,τι προσφέραμε 40 χρόνια, ο καθένας στο πόστο του, κάτω από δύσκολες συνθήκες για να υπάρχει σοσιαλισμός σε γερμανικό έδαφος, θα εξακολουθήσει να ζει στους μελλοντικούς αγώνες. Συγκεκριμένα, εννοώ κυρίως την κοινωνική ασφάλιση για όλους, που εξαρτιέται από τις σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής, τα ανθρώπινα εκείνα δικαιώματα που έγιναν πραγματικότητα, όπως είναι το δικαίωμα στη δουλειά, το δικαίωμα στη μόρφωση, την ισοτιμία της γυναίκας, όλα αυτά τα επιτεύγματα, που σε πολλούς φαίνονταν αυτονόητα, αλλά που σήμερα ποδοπατούνται βάναυσα. Εργάτες, αγρότες, επιστήμονες, δάσκαλοι, άντρες και γυναίκες και η νεολαία, πολλοί από τους οποίους σήμερα είναι χωρίς δουλειά, χωρίς προοπτικές, μόνο με την πάλη θα μπορέσουν να ξανακερδίσουν αυτά τα δικαιώματα που είχαν εξασφαλισμένα στην πρώην σοσιαλιστική χώρα μας. Με όλα αυτά τα τελείως ακατανόητα σχετικά με την κατάρρευση της σοσιαλιστικής κοινωνίας, με όλη αυτή την προδοσία, με όλη την αθλιότητα που χρειάστηκε να ζήσουμε, ένα παραμένει σίγουρο: Ο ερχομός ενός νέου κόσμου δεν μπορεί πια να ανασταλεί. Αυτή η γνώση βγαίνει για τον καθένα που όχι μόνο έχει διαβάσει, αλλά και έχει κατανοήσει τον Μαρξ, τον Ένγκελς και τον Λένιν. Οι νόμοι της εξέλιξης της ανθρώπινης κοινωνίας είναι αντικειμενικοί. Η κύρια αντίθεση του κόσμου του κεφαλαίου, όσο και να μπορεί να “αλλάζει” ο καπιταλισμός, υπάρχει και παραμένει. Μόνο όταν καταργηθεί η αντίθεση ανάμεσα στην κοινωνική εργασία και την ιδιωτική ιδιοποίηση, θα μπορέσουν να δημιουργηθούν οι συνθήκες για να ζήσει το άτομο μια αξιοπρεπή ζωή. Τα όρια, πάνω στα οποία τελικά θα προσκρούσει η καπιταλιστική κοινωνία, ανοίγουν το δρόμο στο σοσιαλισμό.
Παρ’ όλη την τωρινή ήττα, είμαι απόλυτα πεπεισμένος, όπως και πολλοί ομοϊδεάτες, ότι η αντικατάσταση της καπιταλιστικής κοινωνίας από μια σοσιαλιστική κοινωνία, με οποιαδήποτε συγκεκριμένη μορφή κι αν πάρει, είναι αναπόφευκτη, γιατί οι νόμοι της ιστορίας δεν μπορούν να πάψουν να ισχύουν. Γι’ αυτό, από ιστορική σκοπιά, δε θεωρώ τα πράγματα τόσο απαισιόδοξα, όπως πολλοί μετά το σοκ του 1989.
Σε τελική ανάλυση, όλα τα ζητήματα που κάνουν τη ζωή του ανθρώπου άξια να τη ζει κανείς, συνοψίζονται καταρχήν σε αξίες όπως είναι η κοινωνική ασφάλιση. Για την κοινωνική ασφάλιση, όμως, δεν υπάρχει απολύτως καμιά θέση στην κοινωνία που μας έριξαν και όπου προσπαθούν να μας παραγκωνίσουν. Οι νόμοι της κοινωνίας των λύκων του καπιταλισμού τύπου Μάντσεστερ, που επικρατεί σήμερα στην πρώην ΓΛΔ, σε καμιά περίπτωση δεν αποτελούν εναλλακτική λύση σε μια κοινωνικά δίκαιη κοινωνία. Γι’ αυτό και είμαι πεισμένος ότι η εξέλιξη δεν έχει φτάσει σ’ ένα τελικό σημείο και ότι οι σοσιαλιστικές ιδέες δεν έχουν πεθάνει. Μερικοί αυτό το ονομάζουν παλιά σκέψη, μακριά από την πραγματικότητα, και με τον τρόπο αυτό αποδείχνουν ότι δεν κατανοούν τις ιστορικές διαδικασίες, καθώς επίσης ότι είναι βαθιά εχθρικοί απέναντι στη μαρξιστική θεωρία.
Η ΓΛΔ παραδόθηκε στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία Γερμανία (ΟΔΓ), κατελήφθη από την ΟΔΓ, κι ας το ονομάζουν αυτό ελεύθερη προσάρτηση. Και σήμερα αποδείχνεται ότι δεν ήταν αυτή η θέληση του λαού, κι ας ψήφισε αργότερα η πλειοψηφία υπέρ της Χριστιανικής Δημοκρατικής Ένωσης/Χριστιανικής Κοινωνικής Ένωσης (ΧΔΕ/ΧΚΕ).
Αυτό το λάθος ο λαός θα το πληρώσει ακριβά. Η θυσία της ΓΛΔ είναι ό,τι πιο οδυνηρό έχει συμβεί στη ζωή μου, διατηρώ, όμως, την πεποίθηση και μαζί μ’ εμένα τη συμμερίζονται πολλοί άνθρωποι: Ο σοσιαλισμός δεν εξαφανίστηκε από την παγκόσμια σκηνή, ούτε και θα εξαφανιστεί.
Παρ’ όλη την προσωρινή αποτυχία της προσπάθειας να εγκαθιδρυθεί μια σοσιαλιστική κοινωνία, παρ’ όλη τη σημερινή πολιτική σύγχυση, η θέληση για την εγκαθίδρυση ενός δίκαιου, ειρηνικού και απαλλαγμένου από εκμετάλλευση κόσμου δεν πρόκειται να καμφθεί. Σημαντικό είναι και παραμένει το γεγονός ότι το κίνημά μας, μετά τη μεγαλύτερη ήττα που δέχτηκε από τη γέννησή του, την κατάρρευση των σοσιαλιστικών χωρών στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, συγκεντρώνει νέες δυνάμεις, ότι τα μαρξιστικά κόμματα εδραιώνονται και πάλι, γιατί μόνο αυτά είναι σε θέση να επεξεργαστούν μια πολιτική που να ανταποκρίνεται στους νόμους της κοινωνικής εξέλιξης, να δώσουν απαντήσεις στα νέα προβλήματα και στις συνθήκες που προέκυψαν, και, παρ’ όλες τις αντιξοότητες, να φέρουν τις σοσιαλιστικές ιδέες στις μάζες.
Ο σοσιαλισμός δεν είναι ουτοπία, είναι επιστήμη, και αυτό δεν μπορεί να το αλλάξει το γεγονός ότι στη Γερμανία, τη χώρα όπου γεννήθηκαν οι ιδρυτές του επιστημονικού σοσιαλισμού, έγινε “της μόδας” να τον αμφισβητούν ορισμένοι “θεωρητικοί του σοσιαλισμού”. Τις ήττες πρέπει κανείς να τις αναλύει με τη μέθοδο του Μαρξ. Μόνον έτσι μπορούν να βγουν διδάγματα. Όπως έγραψε και ο Καρλ Λίμπκνεχτ λίγο πριν από τη δολοφονία του, μόνον έτσι μπορούν οι ήττες να είναι και νίκες, οι ήττες να οδηγούν σε νέες νίκες.
Φυσικά συνέβαλαν στις εξελίξεις και τα λάθη μας και οι παραλείψεις μας. Πιο καθαρά, όμως, φαίνεται ότι το Σύμφωνο της Βαρσοβίας έπρεπε να παραιτηθεί από το καθήκον, για το οποίο είχε ιδρυθεί: την υπεράσπιση της σοσιαλιστικής κοινωνίας των κρατών που είχαν προκύψει στην Ευρώπη σαν αποτέλεσμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και της μεταπολεμικής εξέλιξης από την επιθετική, ανατρεπτική πολιτική του ΝΑΤΟ, συμπεριλαμβανομένης και της μυστικής του οργάνωσης. της “Γκλάντιο”. Δυστυχώς, δεν υπήρχε προθυμία να μιλήσουμε ανοιχτά για τα σχέδια αυτά στην Πολιτική Γνωμοδοτική Επιτροπή. Ούτε και όταν το 1987, κατά την άσκηση “Μάιστερσαφτ” της ανώτατης διοίκησης, έγινε φανερό ότι με το νέο στρατιωτικό δόγμα της Σοβιετικής Ένωσης το δόγμα αποφυγής της σύγκρουσης και επαρκούς υπεράσπισης σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης, θα έμενε η ΓΛΔ έρμαιο στα χέρια του ΝΑΤΟ. Η διαμαρτυρία μας για μια τέτοιου είδους παραλλαγή του αμυντικού δόγματος απορρίφτηκε σαν παρανόηση, σαν λαθεμένη ερμηνεία του νέου στρατιωτικού δόγματος.
Σ’ αυτό έρχεται να προστεθεί και το γεγονός ότι όλοι οι πιθανοί εσωτερικοί και εξωτερικοί αντίπαλοι ενθαρρύνθηκαν από το δίλημμα “Ποιος-Ποιον” που ξανατέθηκε επί τάπητος στη Σοβιετική Ένωση μπροστά στις ακόμα πιο μαζικές επιθέσεις τους ενάντια στο σοσιαλισμό. Ήταν μία από τις μεγαλύτερες απογοητεύσεις των ανθρώπων εκείνων, που είχαν συνδέσει το μέλλον τους τις ελπίδες τους με το σοσιαλισμό στη ΓΛΔ.
Παρ’ όλα αυτά, δεν πρέπει κανείς να παραγνωρίσει την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε. Νεοφασιστικά πογκρόμ, εθνικιστικά έκτροπα, αντικομμουνιστικό κυνήγι μαγισσών χωρίς προηγούμενο και προδοσία απέναντι στην υπόθεσή μας -όλα αυτά δεν πρέπει να θολώνουν την εικόνα αυτού που διαδραματίζεται τούτη τη στιγμή σε γερμανικό έδαφος, στην Ευρώπη και στον κόσμο.
Για λόγους κέρδους και καπιταλιστικού ανταγωνισμού οργανώθηκε συνειδητά η καταστροφή της οικονομίας της ΓΛΔ, η εσκεμμένη κατάρρευση της αγοράς: μαζί με επιχειρήσεις, που χωρίς κρατική βοήθεια και άλλα κίνητρα δε θα ήταν βιώσιμες στην οικονομία της αγοράς, καταστρέφονται μεθοδικά και μαζικά ακόμα και τεχνικά υπερσύγχρονες, ικανές επιχειρήσεις,που όχι σπάνια είχαν ιδρυθεί από δυτικές εταιρίες. Ο μαζικός κοινωνικός θάνατος που διαγράφεται αδρά, η καταστροφή κοινωνικών υπάρξεων σε μεγάλη κλίμακα, η διάλυση γάμων και οικογενειών, που δεν μπορούν να προσαρμοστούν στο δυτικό τρόπο ζωής που τους επιβλήθηκε από τη μια στιγμή στην άλλη, οδηγούν σε μια έκρηξη της εγκληματικότητας και σε μια διαρκή, ανησυχητική επιδημία αυτοκτονιών. Η κατάρρευση ολόκληρων κοινωνικών τομέων, όπως για παράδειγμα του συστήματος υγείας, της μέριμνας για τα παιδιά, τη νεολαία και τους ηλικιωμένους, η εξέλιξη της επιστήμης του πολιτισμού και της λαϊκής μόρφωσης -όλα αυτά βρίσκονται σε οξεία αντιπαράθεση με τις ψεύτικες υποσχέσεις των κυρίαρχων κύκλων, καθώς και με τις προσδοκίες και τις φρούδες ελπίδες μιας μεγάλης πλειοψηφίας, που καλλιεργούν και μεγαλοποιούν τα μέσα ενημέρωσης. Για την ώρα, οι κυρίαρχοι κύκλοι της Βόννης καταφέρνουν να περιορίζουν και να υποστέλλουν τις κοινωνικές διαμαρτυρίες. Η κλιμάκωση των μέτρων για τη δραστική μείωση των κοινωνικών παροχών και τμηματικές παραχωρήσεις που αποσπάστηκαν με το ζόρι από τους επιχειρηματίες, οδήγησαν σε μια πρόσκαιρη ηρεμία πριν από την καταιγίδα, που, όμως, είναι αναπόφευκτη. Και κανείς δεν ξέρει πού θα μπορούσε να καταλήξει μια ριζοσπαστικοποίηση.
Μπροστά στην πολιτική και οικονομική καταστροφή, που εκφράζεται πιο καθαρά στον τεράστιο αριθμό των 3 εκατομμυρίων ανέργων στην πρώην ΓΛΔ, είναι όλο και πιο δύσκολο για την κυβέρνηση Κολ να επιρρίψει τις ευθύνες στην εποχή της ΓΛΔ. Η διαμαρτυρία δεν μπορεί πια να διοχετεύεται προς τα πίσω, παρ’ όλη τη μαζική προπαγάνδα. Η στάση ορισμένων “δυτικών” στην πρώην ΓΛΔ, που δεν μπορεί να χαρακτηριστεί με λόγια, η υπεροψία τους που θυμίζει άποικους, βοηθάνε κατά τ’ άλλα ώστε να ανοίξουν τα μάτια όλο και πιο πολλών ανθρώπων. Όταν οι συνοδοιπόροι του Νοέμβρη 1989 -που έπεσαν θύματα- λένε ότι δεν ήθελαν να γίνει αυτό, τους πιστεύουμε. Μπροστά στη σημερινή εξέλιξη και στο κατώτερο σημείο της κρίσης που πλησιάζει, γίνεται όλο και πιο καθαρό ότι τα γεγονότα στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη στα τέλη του 1989 – αρχές του 1990, που μας συγκλόνισαν όλους βαθιά ήταν αντεπανάσταση, και η νίκη της διευκολύνθηκε από τη συστηματική μείωση της επιρροής των μαρξιστικών κομμάτων. Δυστυχώς αυτό το παραδεχτήκαμε πολύ αργά. Όχι, όμως, τόσο αργά που να μην μπορούμε να βγάλουμε διδάγματα για το μέλλον και για την αποφασιστική δράση που χρειάζεται να αναπτύξουμε μέσα και έξω από το κοινοβούλιο. Το δικαίωμα στη δουλειά, ο ίσιος μισθός για ίση εργασία, χωρίς διάκριση ηλικίας και φύλου, το δικαίωμα στη μόρφωση και την ανάπαυση, το δικαίωμα να έχουν όλοι μια κατοικία -όλα αυτά τα αγαθά που ζητούσα για τη νέα γενιά ήδη από το 1945-46- αυτά τα αιτήματα ισχύουν για όλους, ιδιαίτερα σήμερα.