Σύντροφος
Κι εκεί που στον εικοστό αιώνα εκατομμύρια άνθρωποι, μέλη κομμουνιστικών κομμάτων, αποκαλούσαν ο ένας τον άλλο σύντροφο, μια λέξη φορτωμένη ιστορία και βαρύ νόημα, τις τελευταίες δεκαετίες ανέλαβε ο κυρίαρχος λόγος να επικρατήσουν οι νέες σημασίες γι’ αυτή, αποφορτίζοντάς τη από το ιστορικό της βάρος…
Κι εκεί που στον εικοστό αιώνα εκατομμύρια άνθρωποι, μέλη κομμουνιστικών κομμάτων, αποκαλούσαν ο ένας τον άλλο σύντροφο, μια λέξη φορτωμένη ιστορία και βαρύ νόημα, τις τελευταίες δεκαετίες ανέλαβε ο κυρίαρχος λόγος να επικρατήσουν οι νέες σημασίες γι’ αυτή, αποφορτίζοντάς τη από το ιστορικό της βάρος.
Κι αν ήταν η Γαλλική επανάσταση, με την απόρριψη των ταξικών τιμητικών διακρίσεων, που έδωσε νέο πολιτικό νόημα στη λέξη σύντροφος, η οποία μέχρι το τέλος του ΧΙΧ αιώνα εξελίχτηκε σε μια μορφή προσφώνησης μεταξύ σοσιαλιστών και εργαζομένων, είναι η άρρηκτη σύνδεσή της με τον κομμουνισμό, μετά την Ρωσική επανάσταση, που κινητοποίησε τον κυρίαρχο λόγο για οικειοποίησή της. Μοιάζει να θεωρεί επιτακτική την ανάγκη να αποσυνδεθεί από την κομμουνιστική παράδοση, αποκαθηλώνοντας τη σημασία της από τη συναισθηματική φόρτιση που απέκτησε τον 20ο αιώνα μέσα από τους ταξικούς αγώνες. Γιατί δεν έχει φυσικά ξεφύγει από την κυρίαρχη τάξη με τις στρατιές ειδικών στην ενημέρωση, εκπαίδευση, επικοινωνία κλπ. ότι η γλώσσα είναι φορέας και όργανο ιδεολογικής πάλης, στην οποία πρέπει να παρεμβαίνει. Καθώς λοιπόν ο ιδεολογικός αγώνας είναι αγώνας για λέξεις, για το σωστό νόημά τους, για μεταφορές, για αποτελεσματικά συνθήματα, ο κυρίαρχος λόγος ενσωμάτωσε τη λέξη σύντροφος, αποδεικνύοντας τη λεξιλογική δύναμη της κυρίαρχης ιδεολογίας που παρεμβαίνει.
Δεν είναι μόνο το ΠΑΣΟΚ που υιοθέτησε την προσφώνηση μεταξύ των μελών του από την ίδρυσή του, τότε που με τη δικτατορία οι κοινοί αγώνες εναντίον της δημιούργησαν πράγματι ένα είδος συντροφικών δεσμών και δικαιολογούσαν αυτή την προσφώνηση, που προϊόντος του χρόνου και αλλαγής των στόχων σχεδόν εγκαταλείφθηκε. Είναι που η επιμονή στη χρησιμοποίησή αυτής της προσφώνησης από πολιτικούς φορείς όπως ο ΣΥΡΙΖΑ με τον ευτελισμό της πολιτικής πρακτικής του μοιάζει να θέλει να απαξιώσει. Ο εκπεσών πρόεδρος Σ. Κασσελάκης, όπως και τα περισσότερα μέλη του κατ’ όνομα μόνο αριστερού ΣΥΡΙΖΑ, στις ομιλίες τους δεν ξεχνούν να χρησιμοποιούν την προσφώνηση «σύντροφοι», πριν ν’ αρχίσουν τις αλληλοκατηγορίες σε επίπεδο κουτσομπολιού, μεταβάλλοντας αυτή την προσφώνηση σ΄ έναν κούφιο απόηχο ενός παραποιημένου αγωνιστικού παρελθόντος που θέλουν να σφετεριστούν.
Και βέβαια τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερο τείνει να επικρατήσει η χρησιμοποίηση της λέξης σύντροφος στα κοσμικά νέα, σε προσωπικά στοιχεία βιογραφιών για να περιγράψει ερωτικές και οικογενειακές σχέσεις ανάμεσα σε ζευγάρια όλων των συνδυασμών, χάνοντας ολότελα το πολιτικό περιεχόμενό της, περιγράφοντας στην καθημερινή ζωή μια πολλές φορές προσωρινή ταυτότητα. Και αυτό είναι ενδεικτικό της επικράτησης της πολιτικής των ταυτοτήτων που αναδεικνύει την έμφυλη καταπίεση σε πρωταρχικό ζήτημα, παραβλέποντας την ταξική καταπίεση ή το πολύ θεωρώντας τη σαν μια ακόμα καταπίεση δίπλα στην καταπίεση φύλου ή της καταγωγής, θρησκείας κλπ.
Η απαξίωση και η αλλαγή της σημασίας του όρου «σύντροφος» δεν είναι ούτε τυχαία ούτε χωρίς σημασία. Εντάσσεται στην πολιτική πρακτική της αστικής τάξης που θέλει κάθε ιδέα για αλλαγή της κοινωνίας να θεωρείται ανέφικτη και να αποτρέπεται κάθε προσπάθεια γι’ αυτό. Γιατί ο όρος σύντροφος, με τα ιστορικά του συμφραζόμενα, υποδηλώνει μια σχέση που στηρίζεται σε ένα σύνολο κοινών προσδοκιών και δράσης για αλλαγή της κοινωνίας, αναδεικνύοντας την ομοιότητα όσων μοιράζονται έναν κοινό ορίζοντα πολιτικής δράσης. Η συντροφικότητα δεσμεύει τη δράση και μ’ αυτή τη δέσμευση λειτουργεί για να την κατευθύνει προς ένα ορισμένο μέλλον, που για τους κομμουνιστές είναι μια κοινωνία απελευθερωμένη από καταναγκασμούς της καπιταλιστικής παραγωγής. Η συντροφικότητα και η αλληλεγγύη είναι απαραίτητες για την οικοδόμηση μιας κομμουνιστικής κοινωνίας. Η έννοια του συντρόφου σημαίνει κατά κάποιον τρόπο ότι κάποιος ανήκει σε μια μεγάλη, ισότιμη, οικουμενική τάξη εργατών σε αντίθεση με την απομόνωση, την ιεραρχία, τον ανταγωνισμό και την καταπίεση των αστικών μορφών σχέσεων. Η συντροφικότητα συνδέεται με έναν αγώνα για την πραγματοποίηση ενός μέλλοντος στο οποίο όλοι θα είναι σύντροφοι. Σύντροφοι είναι εκείνοι που βρίσκονται στην ίδια πλευρά του αγώνα για έναν χειραφετημένο ισότιμο κόσμο. Τα κοινά στοιχεία των συντρόφων δεν προκύπτουν από την ταυτότητα τους, δεν αναγνωρίζεται ένας σύντροφος από το ποιος είναι, αλλά από αυτό που γίνεται όταν αγωνίζεται και πολεμά για την απελευθέρωση της κοινωνίας από τον καπιταλισμό.
Σήμερα, σε ένα περιβάλλον που είναι όλο και πιο εθνικιστικό και αυταρχικό, όλο και πιο ανταγωνιστικό, άνισο και σκληρό, σε έναν κόσμο ιδεολογικής εξάντλησης, μοιάζει δύσκολο να ανακτήσουμε την ελπίδα, το όραμα ενός καλύτερου μέλλοντος και την αίσθηση του κοινού αγώνα που ήταν μέρος της κομμουνιστικής παράδοσης. Και την επιδιωκόμενη ρήξη μ’ αυτή την παράδοση σηματοδοτεί και η εννοιολογική επέκταση της λέξης «σύντροφος» για να συμπεριλάβει άτομα που οριοθετούν τον εαυτό τους στο πλαίσιο μια βασικής ταυτότητας που ατομικά βιώνουν, περιορίζοντας το νόημά της σε νέες συνδηλώσεις. Ο όρος σύντροφος αποκτά συναισθηματική χροιά που σχετίζεται με επιλογή και βίωμα ατομικό.
Όμως σύντροφοι στην κομμουνιστική παράδοση είναι εκείνοι που αγωνίζονται στην ίδια πλευρά ενός πολιτικού αγώνα, οργανωμένοι στο Κομμουνιστικό Κόμμα, που εκφράζει την αλήθεια τους στην οποία είναι πιστοί και η οποία τους ενώνει. Η μαχητικότητά τους καταγράφει πρακτικές μέσω των οποίων οι σύντροφοι εκφράζουν το όραμά τους και εργάζονται για να το υλοποιήσουν στον κόσμο. Ακόμα και σε εποχές που δεν είναι επαναστατικές αυτή η συντροφικότητά στην μαχητική δέσμευση σφυρηλατείται και αναδεικνύεται με ποικίλες δράσεις και ενέργειες, με τις κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας, την οργάνωση απεργιών, μέσα από την πολιτική δουλειά, όπως είναι και η οργάνωση και το στήσιμο στα καθ’ ημάς των ετήσιων φεστιβάλ της ΚΝΕ.
Επειδή λοιπόν σε γενικές γραμμές προσμένει κανείς από συντρόφους στα κομμουνιστικά κόμματα να συμμετέχουν στους αγώνες των καταπιεσμένων και να διατηρούν την ενότητα δράσης τους, η απουσία τέτοιων προσδοκιών αλληλεγγύης καταντά τον όρο σύντροφος κενό περιεχομένου, ενώ όταν στη σχέση μεταξύ συντρόφων δεν διαμεσολαβεί η προσδοκία για σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας η προσφώνηση μοιάζει να είναι ειρωνική.
Η συντροφικότητα προϋποθέτει συγχρόνως την ένταξη, τον αγώνα αλλά και τον αποκλεισμό, χαρτογραφώντας τις κοινωνικές σχέσεις με έναν νέο τρόπο. Μπορεί οποιοσδήποτε να είναι σύντροφος, όποιος είναι στην ίδια πλευρά του αγώνα εναντίον της καπιταλιστικής αγριότητας, αλλά όχι όλοι, όχι αυτοί που συμπορεύονται με τον ταξικό εχθρό. Αυτό δεν σημαίνει ότι η αλληλεγγύη μεταξύ των συντρόφων είναι ανεστραμμένο το μίσος εναντίον του ταξικού εχθρού, αλλά ότι απορρίπτουν τον κατακερματισμό, την ιεραρχία, τον ατομικισμό, την καταπίεση, την απομόνωση με μια εξισωτική υπόσχεση ότι ανήκουν σε μια τάξη οικουμενική που αγωνίζεται για την κατάργηση των κοινωνικών διαχωρισμών, για την χειραφέτηση της κοινωνίας σε όλον τον κόσμο. Γι’ αυτό συντρόφους βρίσκει κανείς σε όλον τον κόσμο, γι’ αυτό ο Μοχάμεντ Ικναΐμπι, επικεφαλής του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων της Γενικής Ένωσης Παλαιστινίων Εργατών, μιλώντας στο συλλαλητήριο των Συνδικάτων στη ΔΕΘ και μεταφέροντας τους θερμούς, αγωνιστικούς χαιρετισμούς εκ μέρους της Γενικής Ένωσης Παλαιστινίων Εργατών και εκ μέρους των εργατών και του λαού της Παλαιστίνης προσφώνησε τους συγκεντρωμένους στην πλατεία με τις λέξεις «σύντροφοι και συντρόφισσες».
Η συντροφικότητα δεν είναι σχέση ταυτότητας, είναι πέρα από τις ιδιαιτερότητες της ατομικής ζωής, από τη μοναδικότητα της βιωμένης εμπειρίας, ξεπερνά την προσωπική αντιπάθεια, δεν είναι σχέση αγκυροβολημένη στο άτομο, αλλά αφορά την ομοιότητα που προκύπτει από το να είναι κανείς στην ίδια πλευρά στον ταξικό αγώνα. Κι όταν στις προσπάθειες για απαξίωση του κομμουνιστικού κόμματος κατηγορούνται οι κομμουνιστές ότι εκμηδενίζεται η προσωπικότητα τους μέσα στη συλλογικότητα του κόμματος, ότι είναι στρατιώτες υπάκουοι στις αποφάσεις του, αλυσοδεμένοι σε πνευματική και ηθική σκλαβιά, στην πραγματικότητα πίσω από τέτοιες κάθε είδους υπερβολικές κατηγορίες επιδιώκεται η διαστρέβλωση της συντροφικής γενναιοδωρίας, ως μιας πειθαρχημένης σχέσης στην υπηρεσία ενός αγώνα που υπερβαίνει τα προσωπικά συμφέροντα.