«Υπάρχει ελπίδα;» – Ανοιχτή επιστολή στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη

«Όλα αυτά που ζω, ακούω και βλέπω με φαρμακώνουν, με πονάνε και με πνίγουν. Κυρίως όταν σκέφτομαι κι εκείνο το χαώδες κι αποκαρδιωτικό “ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΤΕΡΑ”. Σκέφτομαι κι αναρωτιέμαι ΓΙΑΤΙ; Και πόσο πια χειρότερα;»

“ΖΗΤΕΙΤΑΙ  ΕΛΠΙΣ”

Ονομάζομαι  Νομικού-Αρβανιτάκη  Σουλτάνα.

Είμαι συνταξιούχος και βαδίζω στα τελευταία βήματα των εβδομήντα πέντε χρόνων μου. Θα μου πείτε, ίσως, όπως είπαν παλιότερα μερικοί και λένε το ίδιο σήμερα και κάποιοι άλλοι, ότι ζούμε πολύ!!! Ε, τι να κάνουμε, δεν ψηφίστηκε ακόμη ο νόμος που θα ορίζει σε ποια ηλικία θα γίνεται η ευθανασία γερόντων, ίσως και ανάπηρων.

Αναρωτιέμαι,  όμως, όλων άραγε; Ή μήπως μόνο των φτωχών και βασανισμένων;

Έζησα μια ζωή μετρημένη και με αξιοπρέπεια. Ποτέ μου ούτε ζήλεψα, ούτε ζήτησα πολλά. Ευτύχησα να γίνω μητέρα δύο κοριτσιών.

Αριστούχες στο σχολείο και με πτυχίο κτηνιατρικής, η μεγάλη, και φυσικού η μικρή από το Α.Π.Θ. Αν όμως με ρωτήσετε με ποιο πτυχίο είμαι περισσότερο περήφανη, θα σας απαντήσω απερίφραστα, με το πτυχίο της ΑΝΘΡΩΠΙΑΣ που απέκτησαν.

Δυστυχώς όμως κι οι δυο χτυπήθηκαν από ασθένειες που τις επέφεραν αναπηρίες. Πρώτα η μικρή μου, λίγο μετά την εισαγωγή της στο πανεπιστήμιο, και η μεγάλη ενάμιση χρόνο αργότερα από την γέννηση της μονάκριβης εγγονούλας μας.

Ο άνδρας μου κι εγώ μένουμε μαζί με την μικρή μας κόρη. Κάθε βράδυ μένω άγρυπνη, όταν σκέφτομαι την ώρα του φευγιού μας.

Αγωνιώ τι θ’ απογίνει μονάχη και με σχεδόν μηδενική οικονομική δυνατότητα.

Όλη την ώρα καταπίνω τα θεόπικρα δάκρυά μου, για να μην την πληγώσω και την τρομάξω.

Τούτη την στιγμή που σας γράφω, βρίσκομαι στη Σίνδο Θεσσαλονίκης για να φροντίσω τον αδελφό μου που αρρώστησε βαριά. Έχει δουλέψει από μικρό παιδί στα χωράφια, στις οικοδομές, σαν παρκετοποιός, και τα τελευταία χρόνια σαν οδοκαθαριστής.  Η  σύνταξη του μόλις αγγίζει τα επτακόσια (700) ευρώ, που με το ζόρι φτάνουν για την διατροφή και τα πανάκριβα πια φάρμακα.

Σας παρακαλώ να μου απαντήσετε, αν είναι δίκαιο, τίμιο και σωστό, αυτοί οι άνθρωποι που ματώνουν και τσακίζουν τα κορμιά τους σε πάρα πολλές και σκληρές δουλειές, αν δικαιούνται να έχουν μια αξιοπρεπή φροντίδα στο σπίτι ή σε δομή φιλοξενίας ηλικιωμένων με δημόσια δαπάνη.

Αυτές που υπάρχουν σήμερα (δημόσιες ή “φθηνές” ιδιωτικές), όχι μόνο υπολειτουργούν, αλλά καταρρακώνουν και πληγώνουν την αξιοπρέπεια των ηλικιωμένων.

Οι οποίοι ηλικιωμένοι, σας πληροφορώ, (ιδίως σε αγροτικές δουλειές) όσο βαστούν τα πόδια  τους δουλεύουν μέχρι την τελευταία τους ανάσα.

Όλα αυτά που ζω, ακούω και βλέπω με φαρμακώνουν, με πονάνε και με πνίγουν.

Κυρίως όταν σκέφτομαι κι εκείνο το χαώδες κι αποκαρδιωτικό “ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΤΕΡΑ”.  Σκέφτομαι κι αναρωτιέμαι ΓΙΑΤΙ;  Και πόσο πια χειρότερα; Κι’ αυτό το ΓΙΑΤΙ μπήγεται σαν καρφί στην καρδιά μου και με ματώνει.

ΕΣΕΙΣ; Δεν πρέπει ν’ αναρωτιέστε;

Σας παρακαλώ απαντήστε μου.

“ΥΠΑΡΧΕΙ   ΕΛΠΙΔΑ;”

Να γίνουμε “όχι ίδιοι ή ίσοι”, αλλά κι εμείς τα ακούραστα “μυρμηγκάκια”, ο φτωχός λαός, να έχουμε μια ΑΝθΡΩΠΙΝΗ ζωή  και έναν ΑΞΙΟΠΡΕΠΗ θάνατο;

Να μη φεύγουμε με το δηλητήριο της αφροντισιάς και περιφρόνησης στα χείλη.

Με απόλυτη ειλικρίνεια.

Τάνια Νομικού

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: