Ανακοίνωση της ΚΕ του ΚΚΕ για την επέτειο των 80 χρόνων από την Απελευθέρωση (12 Οκτώβρη 1944)

Ανακοίνωση της ΚΕ του ΚΚΕ για την επέτειο των 80 χρόνων από την Απελευθέρωση (12 Οκτώβρη 1944)

«Χρόνια παλεύαμε νάρθης»

Ογδόντα χρόνια πριν, ένα λαϊκό ποτάμι πλημμύρισε τους δρόμους της Αθήνας, διψώντας να γιορτάσει την απελευθέρωσή του από τα κατοχικά στρατεύματα, που αποχωρούσαν κάτω από τα χτυπήματα του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ και υπό τον φόβο ότι η προέλαση του σοβιετικού Κόκκινου Στρατού στα Βαλκάνια θα τα απέκοπτε. Στις 12 Οκτώβρη 1944, στις 9.45, μαχητές του ΕΛΑΣ κατέβασαν από την Ακρόπολη τη ναζιστική σημαία και στα κτίρια του κέντρου άρχισαν να εμφανίζονται τεράστια πανό του ΚΚΕ και του ΕΑΜ. Ηταν η κατάληξη μιας περιόδου 42 μηνών που σημαδεύτηκε από πρωτόγνωρα δεινά και θυσίες για τις εργατικές – λαϊκές δυνάμεις, καθώς και από τη μαχητική τους εισβολή στο προσκήνιο της Ιστορίας, που μετέβαλε ριζικά αλλά δυστυχώς όχι ακόμα αποφασιστικά τον προπολεμικό ταξικό πολιτικό συσχετισμό δυνάμεων. Ο «Ριζοσπάστης» εκείνης της ημέρας συνόψισε σε ένα σχόλιό του τις εξελίξεις των τελευταίων χρόνων:

«Χρόνια παλεύαμε νάρθης. Αιματοποτισμένοι οι δρόμοι μας, γεμάτα τα νεκροταφεία μας. Γκρεμισμένα τα σπίτια μας, χτικιό στα στήθη μας και κουρέλια σκεπάζουν το κορμί μας, μα κοίτταξέ μας, φτερουγίζομε, λάμπομε! Η περηφάνια λάμπει σαν φωτοστέφανος στων αγωνιστών τα κούτελα. Είμαστε εμείς που νικήσαμε τη σκλαβιά! Εμείς που σπάσαμε τις αλυσίδες! Εμείς που χύσαμε το αίμα μας! Εμείς που θα σε ξαναχτίσομε Ελλάδα Λεύτερη, Ανεξάρτητη, λαοκρατούμενη».

Ομως, η χαρά των μαζικά οργανωμένων και αγωνιζόμενων εργατικών – λαϊκών μαζών αποτελούσε και τον εφιάλτη των εγχώριων αστικών δυνάμεων και των διεθνών συμμάχων τους.

Η πατρίδα των καπιταλιστών και η πατρίδα των εργατών

Την άνοιξη του 1941, έπειτα από τη συνδυασμένη επίθεση των γερμανικών και των ιταλικών στρατευμάτων και το σπάσιμο των γραμμών άμυνας του ελληνικού στρατού, οι ενδοαστικές αντιθέσεις οξύνθηκαν και βγήκαν στην επιφάνεια. Η κυρίαρχη μερίδα των Ελλήνων καπιταλιστών ακολούθησαν τα οπισθοχωρούντα υπολείμματα των ελληνικών και βρετανικών στρατευμάτων και τον βασιλιά. Το ίδιο έκαναν ορισμένα στελέχη του στρατού και πολλοί αστοί πολιτικοί, που σχημάτισαν εξόριστη κυβέρνηση στο Κάιρο. Ταυτόχρονα, μια άλλη μερίδα Ελλήνων καπιταλιστών, αρκετοί ανώτατοι αξιωματικοί και ορισμένοι αστοί πολιτικοί παρέμειναν στη χώρα και συνεργάστηκαν με τις Αρχές Κατοχής, συμμετέχοντας και στις δωσιλογικές κυβερνήσεις. Οι πρώτοι συνέδεσαν την τύχη της εγχώριας καπιταλιστικής εξουσίας με τη νίκη των Βρετανών και των συμμάχων τους, οι δεύτεροι με τη νίκη του φασιστικού Αξονα. Τέλος, υπήρχαν και όσοι ανέμεναν να δουν πού θα γείρει η πλάστιγγα του πολέμου για να επιλέξουν συμμαχία και συνέχισαν όπως πάντα τις οικονομικές τους δραστηριότητες. Ολοι άφησαν τις εργατικές – λαϊκές δυνάμεις έρμαιο στις επιλογές των κατοχικών στρατευμάτων, σε συνθήκες μαζικού λιμού και εκτεταμένων διώξεων και εκτελέσεων, ενώ συνέδεαν τη μεταπολεμική αποκατάσταση της εξουσίας τους με τη διατήρηση του παθητικού ρόλου της εργατικής τάξης και των συμμάχων της.

Ετσι κι αλλιώς, είχαν πάρει όλα τα απαραίτητα μέτρα σε αυτήν την κατεύθυνση. Η τελευταία πράξη της εγχώριας καπιταλιστικής εξουσίας ήταν η παράδοση της πρωτοπορίας των εργατικών – λαϊκών δυνάμεων, των κομμουνιστών, στις Αρχές Κατοχής. Με τους περισσότερους κομμουνιστές να βρίσκονται στις φυλακές και τις εξορίες και με τους ελάχιστους ελεύθερους να έχουν αποδιοργανωθεί από τη δράση της λεγόμενης «Προσωρινής Διοίκησης», δηλαδή της πλαστής καθοδήγησης του ΚΚΕ που είχε συγκροτηθεί από τους μηχανισμούς του κράτους, οι εγχώριες αστικές δυνάμεις είχαν κάθε λόγο να πιστεύουν ότι οι εργατικές – λαϊκές δυνάμεις δεν θα μπορούσαν να οργανωθούν και πολύ περισσότερο να αναπτύξουν μια αυτόνομη δράση και στάση απέναντι στις εξελίξεις. Εξάλλου, οι βασικοί κρατικοί μηχανισμοί που προσανατολίζονταν στην καταστολή του κομμουνιστικού και του εργατικού – λαϊκού κινήματος (Γενική και Ειδική Ασφάλεια, Αστυνομία Πόλεων κ.λπ.) συνέχισαν να λειτουργούν κανονικά στο πλευρό των Αρχών Κατοχής.

«Ελα και πάρτη μόνος σου τη λευτεριά, με τραγούδια, όπλα και σπαθιά»

Ομως, έπειτα από την απόδραση κομμουνιστών από τις φυλακές και τις εξορίες συγκλήθηκε η 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (Ιούλης 1941). Η Ολομέλεια έθεσε έναν στόχο ανέφικτο για όποιον έβλεπε τον συσχετισμό δυνάμεων ως στάσιμο, δηλαδή τη συγκρότηση ενός εθνικοαπελευθερωτικού μετώπου που θα πάλευε για την απελευθέρωση της χώρας από τα κατοχικά στρατεύματα και για την υπεράσπιση του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους, της Σοβιετικής Ενωσης, σε μια εποχή που οι «σιδερόφραχτες» στρατιές του Χίτλερ θεωρούνταν αήττητες. Είχε προηγηθεί η συγκρότηση της Εθνικής Αλληλεγγύης και θα ακολουθούσε ως απόρροια των αποφάσεων της Ολομέλειας η ίδρυση του Εργατικού ΕΑΜ (Ιούλης 1941) και του ΕΑΜ (Σεπτέμβρης 1941), και στη συνέχεια του ΕΛΑΣ, του ΕΛΑΝ, της ΕΠΟΝ, της ΟΠΛΑ, αλλά και της Αντιφασιστικής Στρατιωτικής Οργάνωσης (ΑΣΟ), που δρούσε στο εσωτερικό των στρατευμάτων της Μέσης Ανατολής, όπως και των Αντιφασιστικών Οργανώσεων Ναυτικού και Αεροπορίας.

Στις αρχές του 1942, όταν οι πρώτοι αντάρτες του ΕΛΑΣ εμφανίστηκαν στον κύριο ορεινό όγκο της χώρας, οι δυνάμεις του ΚΚΕ και του ΕΑΜ στα αστικά κέντρα έδιναν τη μάχη εναντίον της πείνας. Σταδιακά άρχισαν να πολλαπλασιάζονται οι εστίες της αντίστασης και να δημιουργούν ένα πανελλαδικό δίκτυο. Στη διάρκεια του 1943, οι αντάρτες του ΕΛΑΣ απελευθέρωσαν εκτεταμένα εδάφη, όπου υπό την προστασία τους άρχισαν να λειτουργούν λαογέννητοι θεσμοί τοπικής διοίκησης, εκπαίδευσης και δικαιοσύνης. Την ίδια περίοδο, οι νίκες του Κόκκινου Στρατού στις μάχες του Στάλινγκραντ (Φλεβάρης 1943) και του Κουρσκ (Αύγουστος 1943) άλλαξαν οριστικά τον στρατιωτικό συσχετισμό δυνάμεων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και κατ’ επέκταση ενίσχυσαν την ιδεολογική – πολιτική επιρροή του ΚΚΕ και του ΕΑΜ στην Ελλάδα. Λίγο αργότερα, η συνθηκολόγηση της φασιστικής Ιταλίας (Σεπτέμβρης 1943) δημιούργησε πρόσθετα προβλήματα στις Αρχές Κατοχής και στις δωσιλογικές κυβερνήσεις και προμήθευσε τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ με κρίσιμο οπλισμό.

Στο μεταξύ, οι προσπάθειες των Αρχών Κατοχής να «εξοικονομήσουν» γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις που θα μεταφέρονταν στο ανατολικό μέτωπο, όπου προέλαυνε ο Κόκκινος Στρατός, προσέκρουαν στις αντιδράσεις του μαζικά οργανωμένου στο ΕΑΜ εργατικού – λαϊκού κινήματος. Η επιστράτευση Ελλήνων εργατών που θα μεταφέρονταν στα γερμανικά εργοστάσια ακυρώθηκε στην πράξη από τις μεγαλειώδεις, πολύμορφες και αιματηρές κινητοποιήσεις (διαδηλώσεις, απεργίες κ.λπ.) τον Μάρτη του 1943. Το ίδιο συνέβη τον Ιούλη του 1943 με την προσπάθεια επέκτασης της βουλγαρικής ζώνης Κατοχής στη Μακεδονία.

Εργατική – λαϊκή δράση και αστική αντίδραση

Οσο πλησίαζε η Απελευθέρωση, τόσο αναδεικνυόταν πιο καθαρά η ταξική πάλη που συνέχισε να διατρέχει τις εξελίξεις στα χρόνια της Τριπλής Φασιστικής Κατοχής, παρά την ύπαρξη του αντιφασιστικού μετώπου. Το ΚΚΕ βρέθηκε στην καθοδήγηση ενός μεγαλειώδους απελευθερωτικού κινήματος (ΕΑΜ) που διέθετε τον δικό του στρατό (ΕΛΑΣ), ο οποίος όμως είχε υπαχθεί από το καλοκαίρι του 1943 στις εντολές του Βρετανικού Στρατηγείου της Μέσης Ανατολής. Ο εγχώριος κρατικός μηχανισμός ήταν αποσαθρωμένος, ενώ και στα στρατεύματα της Μέσης Ανατολής κυριαρχούσαν οι φιλοΕΑΜικές δυνάμεις. Στην Ελλάδα, ορισμένες αστικές δυνάμεις, όπως ο ΕΔΕΣ, η ΕΚΚΑ κ.λπ., επιχείρησαν την ένοπλη ανασυγκρότησή τους και η τελευταία δωσιλογική κυβέρνηση του Ι. Ράλλη συγκρότησε τα Τάγματα Ασφαλείας, τα οποία επανδρώθηκαν από βενιζελικούς αξιωματικούς και από μέλη του ΕΔΕΣ Αθήνας. Ολα αυτά όμως δεν έφταναν για να αντιμετωπίσουν τη δύναμη πυρός του ΕΛΑΣ. Τα στρατεύματα Κατοχής έλεγχαν πλέον μόνο το κέντρο των μεγάλων πόλεων και κρίσιμους οδικούς άξονες. Ολα έδειχναν ότι η επερχόμενη αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων θα έθετε υπό αμφισβήτηση το μέλλον της καπιταλιστικής εξουσίας στην Ελλάδα.Η διαμορφωμένη κατάσταση αποτέλεσε σήμα κινδύνου για τις εγχώριες αστικές δυνάμεις και τους διεθνείς τους συμμάχους. Η τάξη των Ελλήνων καπιταλιστών και οι πολιτικοί της εκπρόσωποι ήταν αποφασισμένοι να υπερασπιστούν – μετερχόμενοι κάθε μέσο και έγκλημα – το μοναδικό πράγμα που αναγνωρίζουν ως πατρίδα τους, δηλαδή την ταξική τους κυριαρχία. Ετσι, ξεπέρασαν τις παλιές τους διαφωνίες (βασιλικοί – βενιζελικοί, γερμανόφιλοι – βρετανόφιλοι κ.λπ.) και, υπό τη σκέπη του βασιλιά και σε συνεργασία με τον βρετανικό ιμπεριαλισμό, επιδόθηκαν στον αγώνα για την εξασφάλιση της καπιταλιστικής εξουσίας στην Ελλάδα, που προϋπέθετε το τσάκισμα του ΚΚΕ και του εργατικού – λαϊκού κινήματος και την ανατροπή του πολιτικού ταξικού συσχετισμού δυνάμεων που είχε διαμορφωθεί τα προηγούμενα χρόνια.

Η άτυπη ανακωχή του αστικού ΕΔΕΣ στην Ηπειρο με τα στρατεύματα Κατοχής και οι επιθέσεις του, όπως και της ΕΚΚΑ, εναντίον του ΕΛΑΣ, η δίωξη των μελών της ΑΣΟ από την εξόριστη αστική κυβέρνηση και ο εγκλεισμός τους σε βρετανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, ο εξοπλισμός αστικών παρακρατικών οργανώσεων όπως η ΡΑΝ και η Χ από τους Βρετανούς, όλα φανέρωναν την όξυνση της ταξικής πάλης και υπάκουαν στον ίδιο αστικό σχεδιασμό αντιμετώπισης του ταξικού εχθρού, σε καιρό που διαρκούσε ο ιμπεριαλιστικός Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος.

Το ΚΚΕ, λόγω αδυναμιών στη στρατηγική του, που διαπλέκονταν με ανάλογες αδυναμίες στη στρατηγική του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος, δεν εκτίμησε τη νέα κατάσταση στον συσχετισμό της ταξικής πάλης και δεν κατόρθωσε έγκαιρα να αξιοποιήσει τις δυνατότητες επαναστατικής κατάκτησης και εγκαθίδρυσης της εργατικής εξουσίας στην Ελλάδα. Δεν κατόρθωσε να συνδέσει την πάλη για την απελευθέρωση από τα κατοχικά στρατεύματα με την πάλη για την ταξική απελευθέρωση από τα καπιταλιστικά δεσμά. Αντίθετα, συνέχισε να καλεί σε εθνική – αντιφασιστική ενότητα, την ώρα που το σύνολο των εγχώριων αστικών δυνάμεων και οι «σύμμαχοι» Βρετανοί προετοίμαζαν μεθοδικά το τσάκισμα του ίδιου και του εργατικού – λαϊκού κινήματος. Με αυτόν τον προσανατολισμό, το ΕΑΜ και το ΚΚΕ υπέγραψαν τις απαράδεκτες Συμφωνίες του Λιβάνου (Μάης 1944) και της Καζέρτας (Σεπτέμβρης 1944), με τις οποίες άνοιξαν τον δρόμο της επιστροφής στην Ελλάδα στην εξόριστη αστική κυβέρνηση υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου και δημιούργησαν προϋποθέσεις εργατικής – λαϊκής αποδοχής της, αφού δεσμεύτηκαν να συμμετέχουν σε αυτή, όπως και να μην μπουν οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ στην Αθήνα.

Το ΚΚΕ και οι λαϊκές δυνάμεις στη συνέχεια βρέθηκαν απροετοίμαστοι στην επαναστατική κατάσταση που είχε διαμορφωθεί τις μέρες της Απελευθέρωσης. Παρά το γεγονός ότι ο λαός ήταν οπλισμένος, έγιναν «ουρά» τελικά των εξελίξεων, χάνοντας πολύτιμο χρόνο, με αποτέλεσμα να κερδίσουν έδαφος στη σκληρή ταξική πάλη που ακολούθησε οι αστικές πολιτικές δυνάμεις με τη βοήθεια των ιμπεριαλιστών συμμάχων τους, με τραγικά αποτελέσματα για τον λαό μας και το μεγαλειώδες κίνημά του.

Οι λαοί στη δίνη των ιμπεριαλιστικών συγκρούσεων

Ογδόντα χρόνια μετά, είναι ακόμα εδώ ό,τι οδήγησε στον ιμπεριαλιστικό Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και στην ΕΑΜική Αντίσταση, στην Απελευθέρωση και στην καταστολή του εργατικού – λαϊκού κινήματος. Καθημερινά οξύνεται ο ανταγωνισμός μεταξύ ΗΠΑ – Κίνας για την πρωτοκαθεδρία στη διεθνή ιμπεριαλιστική πυραμίδα. Ως συνέπεια, κλιμακώνεται η πολύμορφη αντιπαράθεση ανάμεσα σε δύο ιμπεριαλιστικά μπλοκ, το ευρωατλαντικό με επικεφαλής τα κράτη – μέλη του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, παρά τις μεταξύ τους διαφοροποιήσεις, και το υπό διαμόρφωση ευρασιατικό μπλοκ με επικεφαλής τη Ρωσία και την Κίνα. Ο πόλεμος ΝΑΤΟ – Ρωσίας στα εδάφη της Ουκρανίας, αλλά και οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, επιβεβαιώνουν ότι οι ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις εξακολουθούν να έχουν θύματα τους λαούς.

Η κυρίαρχη μερίδα της ελληνικής αστικής τάξης και των αστών πολιτικών ποντάρει την επιβίωση και την αναβάθμιση της εξουσίας της στη στήριξη της μιας ιμπεριαλιστικής συμμαχίας. Η χώρα έχει μετατραπεί από τη μια άκρη έως την άλλη σε χώρο φιλοξενίας αμερικανοΝΑΤΟικών βάσεων, ενώ κρίσιμος οπλισμός για την άμυνα των ελληνικών νησιών μεταφέρεται για να ενισχύσει τα ΝΑΤΟικά στρατεύματα στην Ουκρανία. Το ελληνικό καπιταλιστικό κράτος προχωρά σε κοινές στρατιωτικές ασκήσεις με το κράτος – δολοφόνο Ισραήλ, ενώ το Πολεμικό Ναυτικό στέλνει φρεγάτες στην Ερυθρά Θάλασσα. Την ίδια ώρα, το Αιγαίο και η Κύπρος βρίσκονται στο επίκεντρο σκληρών παζαριών έτσι ώστε οι ελληνικές και κυπριακές παραχωρήσεις στην Τουρκία να αποτελέσουν το αντίτιμο για τη σταθεροποίηση της παραμονής της στην ευρωατλαντική ιμπεριαλιστική συμμαχία. 50 χρόνια μετά την εισβολή των στρατευμάτων της «συμμάχου» στο ΝΑΤΟ Τουρκίας και με την προκλητική ευρωατλαντική ανοχή, αστοί πολιτικοί και δημοσιολόγοι προβάλλουν προκλητικά τη σχεδιαζόμενη και επιδιωκόμενη και τότε ΝΑΤΟποίηση της Κύπρου και τη μετατροπή της σε έδαφος – στρατηγικό βάθος του Ισραήλ, ως τη δήθεν μόνη λύση αυθύπαρκτης Κυπριακής Δημοκρατίας.

Το ίδιο ενδοτικοί είναι ΗΠΑ – ΝΑΤΟ στις τουρκικές διεκδικήσεις σε βάρος της ελληνικής κυριαρχίας. Πέρα από πολιτικούς διαξιφισμούς στην Ελλάδα, όλοι οι εκπρόσωποι και υπερασπιστές της εγχώριας καπιταλιστικής εξουσίας έχουν επιδοθεί σε μια πρωτοφανή επιχείρηση ιδεολογικής – πολιτικής χειραγώγησης και τρομοκράτησης των εργατικών – λαϊκών δυνάμεων. Αποσιωπούν συστηματικά τη σφαγή του παλαιστινιακού λαού. Αντιστρέφουν την πραγματικότητα, παρουσιάζοντας ως τρομοκρατική κάθε αντίδραση στην ισραηλινή κατοχή και ως νόμιμη αυτοάμυνα του ισραηλινού κράτους τις επιθέσεις του σε γειτονικά του κράτη.

Διδασκόμαστε από τους ηρωικούς αγώνες του λαού μας, από τις στιγμές κορύφωσης της ταξικής πάλης

Η Ιστορία του ιμπεριαλιστικού Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, της Τριπλής Φασιστικής Κατοχής και της Απελευθέρωσης διδάσκει ότι κανένας λαός δεν μπορεί να στηρίζει την υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας του στην αστική τάξη και στα κόμματά της. Γι’ αυτό κάθε εργάτης, βιοπαλαιστής αγρότης, αυτοαπασχολούμενος, κάθε νέος και κάθε γυναίκα, εργαζόμενη ή άλλη προερχόμενη από τις εργατικές – λαϊκές δυνάμεις, πρέπει να απαιτήσει τώρα την απομάκρυνση όλων των αμερικανοΝΑΤΟικών βάσεων, την επιστροφή της φρεγάτας από την Ερυθρά Θάλασσα, την απεμπλοκή της χώρας από τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες και τις πολεμικές τους συγκρούσεις.

Η πάλη της ΕΑΜικής Αντίστασης μέχρι και την Απελευθέρωση διδάσκει ότι κανένας συσχετισμός δυνάμεων, όσο αρνητικός κι αν εμφανίζεται για την εργατική τάξη και τους συμμάχους της, δεν πρέπει να θεωρείται στάσιμος και αμετάβλητος, απρόσβλητος από τη μαζική οργανωμένη δράση του εργατικού – λαϊκού παράγοντα. Μια δράκα αποφασισμένων κομμουνιστών έκανε πράξη την κήρυξη πολέμου σε μια παντοδύναμη ιμπεριαλιστική συμμαχία, η οποία αρχικά υπέταξε τις κύριες εγχώριες αστικές πολιτικές και στρατιωτικές δυνάμεις και οδήγησε σε υποχώρηση ένα άλλο τμήμα τους. Ομως, σταδιακά και υπό τη σχεδιασμένη δράση του ΚΚΕ, ένας λαός αποφασισμένος να αγωνιστεί για την επιβίωση του ίδιου και των παιδιών του συγκέντρωσε τις δυνάμεις του και μπόρεσε να γίνει φόβος και τρόμος για τα κατοχικά στρατεύματα και τους ντόπιους συνεργάτες τους, τελικά για την εγχώρια και ξένη καπιταλιστική εξουσία.

Η τότε ηρωική πάλη των εργατικών – λαϊκών δυνάμεων αποδεικνύει ότι υπό κανένα πρίσμα ή σύνθημα δεν υπάρχει η δυνατότητα αμοιβαίας εκπλήρωσης και των εργατικών – λαϊκών και των καπιταλιστικών συμφερόντων. Τότε, όπως και σήμερα, η νίκη του ενός σήμαινε την ήττα του άλλου. Τότε η καπιταλιστική εξουσία μακέλεψε ένα από τα μεγαλύτερα αντιστασιακά κινήματα της Ευρώπης, προκειμένου να επιβιώσει, και σήμερα καταστρέφει τις παραγωγικές δυνάμεις, πρώτη απ’ όλες τον άνθρωπο, τόσο σε συνθήκες ιμπεριαλιστικής ειρήνης, με τις καπιταλιστικές οικονομικές κρίσεις, την ανεργία και τη φτώχεια, όσο και σε καιρό ιμπεριαλιστικού πολέμου, με βομβαρδισμούς, αποκλεισμούς, πείνα και προσφυγιά.

Γι’ αυτό και η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της πιο δυναμικά χρειάζεται να αντιδράσουν στην εμπλοκή του ελληνικού αστικού κράτους σε δύο ιμπεριαλιστικούς πολέμους, και να ετοιμάζονται για αποφασιστικά ριζικό αγώνα στο ενδεχόμενο μιας πιο άμεσης γενικευμένης συμμετοχής της χώρας στην ιμπεριαλιστική μοιρασιά. Σε περίπτωση επίθεσης και εισβολής από άλλο καπιταλιστικό κράτος θα πρέπει να διαμορφώσουν το δικό τους κέντρο αντίστασης, που θα συνδυάσει την πάλη απέναντι στο καπιταλιστικό κράτος – εισβολέα με τον αγώνα για την ανατροπή της εγχώριας καπιταλιστικής εξουσίας.

Η Απελευθέρωση και τα όσα ακολούθησαν διδάσκουν ότι ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος είναι ο μεγάλος σκηνοθέτης της σοσιαλιστικής επανάστασης. Γι’ αυτό, η πάλη των εργατικών – λαϊκών δυνάμεων πρέπει να φτάσει έως το τέλος, έως την ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας, που ευθύνεται για τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, έως την επαναστατική κατάκτηση της εργατικής εξουσίας και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού – κομμουνισμού.

Αυτή θα είναι η πραγματική ολοκλήρωση της Απελευθέρωσης του 1944, η καλύτερη ανταπόκριση στο καθήκον της περιόδου και στο χρέος προς τις επόμενες γενιές, και συνάμα η καλύτερη τιμή στους πρωτοπόρους της ταξικής πάλης της δεκαετίας του 1940.

Εμπνεόμαστε από τις ηρωικές στιγμές του εργατικού – λαϊκού κινήματος στη χώρα μας και από την πάλη των λαών όλου του κόσμου, συνεχίζουμε στον δρόμο της πάλης για τη λευτεριά και το δίκιο της εργατικής – λαϊκής πλειοψηφίας.

Η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ

Οκτώβρης 2024

 

Εικόνα: Τάσσος (Αλεβίζος Αναστάσιος, 1914 – 1985): Η απελευθέρωση της Αθήνας, 1945, Έγχρωμη ξυλογραφία σε χαρτί, 45 x 77 εκ., Εθνική Πινακοθήκη

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: