65o Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης: Αφιέρωμα: «Εμείς, το τέρας»

«Ιωάννης ο Βίαιος» (Τώνια Μαρκετάκη, 1973)
«Τα τέρατα / Freaks» (Τοντ Μπράουνινγκ, 1932)
«Ο άνθρωπος ελέφαντας / The Elephant Man» (Ντέιβντ Λιντς, 1980)

Tο 65ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (31 Οκτωβρίου έως 10 Νοεμβρίου) φέτος, στα πλαίσια του αφιερώματος «Εμείς, το τέρας» παρουσιάζει 22 ταινίες από τον παγκόσμιο κινηματογράφο που η θεματική τους στρέφεται γύρω από τα τέρατα. Τα τέρατα που στο σινεμά εμφανίζονται σε πολλές και διαφορετικές μορφές και η παρουσία τους αποκαλύπτει τη στάση των ανθρώπων απέναντι στο ξένο, στο διαφορετικό, ενώ πολλές φορές ανοίγει τις πόρτες εξόδου των καλά κρυμμένων «τεράτων» που ο καθένας διατηρεί εντός του.

Μία από τις σημαντικές εκπροσώπους του ΝΕΚ, η Τώνια Μαρκετάκη, λίγους μήνες πριν την πτώση της Χούντας και με αφορμή τη στυγνή δολοφονία μιας νεαρής γυναίκας που συνέβη καθώς εκείνη επέστρεφε στο σπίτι της, γυρίζει την ταινία της «Ιωάννης ο Βίαιος». Σε ένα πρώτο επίπεδο η ταινία στρέφεται στην αστυνομική έρευνα, προκειμένου μέσα από τις μαρτυρίες των κοντινών ανθρώπων του περιβάλλοντος του θύματος να βρεθούν τα στοιχεία που θα αποκαλύψουν τον θύτη. Σε ένα δεύτερο επίπεδο η Μαρκετάκη επικεντρώνεται πάνω στον πιθανό θύτη, ανατέμνοντας με μία πολύ διεισδυτική κινηματογραφική ματιά τα ιδιοσυγκρασιακά στοιχεία της προσωπικότητάς του, καθώς και το πώς αυτή έχει διαμορφωθεί μέσα σε πολύ κλειστά κοινωνικά περιβάλλοντα που κάθε τι το διαφορετικό, κάθε τι που αποκλίνει από τα διαμορφωμένα στερεότυπα, διώκεται, λοιδορείται απομονώνεται. Αναζητώντας τον δολοφόνο, αναζητούνται ταυτόχρονα και τα αίτια σε όλα τα επίπεδα που μπορεί να οδηγήσουν στο έγκλημα, τα αίτια δημιουργίας «τεράτων». Εδώ το «τέρας» είναι ο δολοφόνος, αλλά γύρω από αυτόν περιφέρονται και τα κρυμμένα «τέρατα» που τρέφονται στο εσωτερικό των ανθρώπων που περιστοιχίζουν τον δολοφόνο. Τέρατα που εκκολάπτονται κάτω από τη φτώχεια την πνευματική ένδεια, την υποταγή στα ήθη, τις προκαταλήψεις, την πατριαρχία. 

Η σκηνοθέτης μας μεταφέρει στους χώρους της Αθήνας των μικροαστικών περιοχών, εκεί που οι άνθρωποι μοχθούν για να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα της καθημερινότητάς τους. Μας μεταφέρει στο κλειστό των σπιτιών των οικογενειών, στην κουζίνα, στο σαλόνι, στην κρεβατοκάμαρα εκεί που κατακάθεται όλη η πίεση της καθημερινότητας των κοινωνικών συμβάσεων, των καταπιεσμένων αναγκών. Μας μεταφέρει στον χώρο των δικαστηρίων όπου η αστική δικαιοσύνη συγκρούεται με την ηθική, η επιστήμη με τον άνθρωπο. H ψυχική ασθένεια μπαίνει και αυτή στο κάδρο της κινηματογραφικής μελέτης. Η Μαρκετάκη θέτει όλο το κοινωνικό, πολιτικό, ιστορικό και ατομικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο μια κοινωνία μπορεί είτε να ενισχύσει τους μηχανισμούς που στιγματίζουν τον ψυχικά ασθενή και του αποδίδουν τους χαρακτηρισμούς του «τρελού», του «τέρατος», του ατόμου που πρέπει να παραμείνει εκτός της κοινωνίας, έγκλειστο σε κάποιο ίδρυμα είτε η κοινωνία αυτή μπορεί να αναδείξει άλλους μηχανισμούς μέσω της εκπαίδευσης, της ανθρωποκεντρικής επιστήμης, της τέχνης -αυτής που υπηρετεί και η ίδια η σκηνοθέτης- να λειτουργήσουν ως μια αντι-στίγμα στρατηγική μέσω της οποίας μπορεί να διαλυθούν οι μύθοι σχετικά με την ψυχική ασθένεια και να δοθεί ένα τέλος στην αναζήτηση αποδιοπομπαίων τράγων, πάνω στους οποίους ξεπλένονται τα εγκλήματα που διαπράττονται από τους μηχανισμούς εδραίωσης μιας κυρίαρχης αστικής τάξης, όπου η ηθική διαμορφώνεται μέσα από τα συμφέροντα αυτής.

Σε ένα άλλο «τέρας» μας πηγαίνει η ταινία του Ντέιβιντ Λιντς. Στον «Άνθρωπο Ελέφαντα» μέσα στον οποίο κατοικεί ο Τζον Μέρικ. Ταινία που το σενάριό της βασίστηκε στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Μπέρναρντ Πόμερανς και μας συστήνει έναν έξυπνο, ευγενικό και με πίστη στη ζωή άνθρωπο, που όμως εξαιτίας μίας σπάνιας ασθένειας παρουσιάζει μία μεγάλη δυσμορφία στο πρόσωπο και το σώμα, προκαλώντας τον τρόμο σε όσους τον αντικρίζουν. Ο Τζων Μέρικ εξαιτίας της τρομακτικής του όψης δεν έχει καμία ελπίδα ένταξης στην κοινωνία και έτσι εύκολα καταλήγει να αποτελεί κτήμα του σκληρού, αδίστακτου καιροσκόπου Ρος. Ο Ρος, το αφεντικό του, χρησιμοποιεί τον Τζον ως θέαμα στα Freak Shows προκειμένου να εξασφαλίσει χρήματα από τον κόσμο που συρρέει, ωθούμενος από την ανάγκη να γευτεί έναν ηδονοβλεπτικό τρόμο που μετατρέπεται στην πορεία σε χλευασμό, κυνηγητό και βίαιη συμπεριφορά απέναντι στον καλοκάγαθο και ευαίσθητο Τζον. 

Τα Freak Shows που ξεκίνησαν από την Αγγλία στα μέσα του 16ου αιώνα περίπου, έκρυβαν μέσα τους την πραγματική φρίκη. Εκμεταλλεύονταν ανθρώπους με γενετικές ανωμαλίες και τους παρουσίαζαν στο φιλοπερίεργο κοινό που διψούσε να δει κάτι έξω από τα καθιερωμένα για να σπάσει με αυτόν τον τρόπο τη ρουτίνα των δικών του καθιερωμένων συνθηκών ζωής. Κολλούσαν στα δυστυχισμένα πλάσματα την ταμπέλα «τέρατα» κερδοσκοπώντας από τη διαφορετικότητα αυτών των ανθρώπων.

Στην ταινία «Freaks» του Τοντ Μπράουνινγκ (1932) ο σκηνοθέτης -όπου στην ταινία του πολλοί από τους πρωταγωνιστές του ήταν άνθρωποι με προβλήματα υγείας και γενετικές διαταραχές- επιχειρεί να εξανθρωπίσει στα μάτια του κόσμου τα «τέρατα» του τσίρκου αναδεικνύοντας την εσωτερική τους ομορφιά, κάτι που επίσης επιχειρεί και ο Λιντς. Μόνο που ο Λιντς εμβαθύνει στην αδυναμία των ανθρώπων των κατώτερων κοινωνικών τάξεων που κερδοσκοπούν εις βάρος των ακόμη πιο αδύναμων ανθρώπων, αλλά και στην αδυναμία των ανθρώπων των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων να αποδεχτούν το διαφορετικό, με αποτέλεσμα να το αντιμετωπίζουν με οίκτο και ελεημοσύνη, υποθάλποντας με αυτόν τον τρόπο τον ακραίο τους συντηρητισμό, τον φόβο τους, καθώς και την απέχθεια που δημιουργεί οτιδήποτε βρίσκεται έξω από το κανονικό και το συμβατικό. Τις ασφαλιστικές δικλείδες, δηλαδή, συνύπαρξης σε μια ταξικά συγκροτημένη κοινωνία, που έχει ανάγκη τα «τέρατα» για να επιβιώσει. 

Εδώ ο κατάλογος  όλων των ταινιών του αφιερώματος «Εμείς, το Τέρας» που προβάλλονται στο 65ο ΦΚΘ:

https://vp.eventival.com/thessaloniki/tiff65/film-catalogue?view=compact&search=&sections%5B%5D=21339

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: