Αντισυμβατικό μοντέλο ζωής;
Η παρουσία της πολιτικής και πολιτειακής ηγεσίας στην κηδεία του Γ. Μπουτάρη, τα ατέλειωτα εγκώμια για τη δράση και τα πιστεύω του από πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες της χώρας δίνουν την εντύπωση ότι ο εκλιπών για όλους αυτούς εκπροσωπούσε κάτι μεγαλύτερο απ’ αυτό που θα μπορούσε να εκπροσωπεί ένας δήμαρχος.
Η παρουσία της πολιτικής και πολιτειακής ηγεσίας στην κηδεία του Γ. Μπουτάρη, τα ατέλειωτα εγκώμια για τη δράση και τα πιστεύω του από πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες της χώρας δίνουν την εντύπωση ότι ο εκλιπών για όλους αυτούς εκπροσωπούσε κάτι μεγαλύτερο απ’ αυτό που θα μπορούσε να εκπροσωπεί ένας δήμαρχος.
Είναι που ο θάνατος του οινολόγου επιχειρηματία πρώην δημάρχου, με την προβολή της ζωής και της δράσης του μπορεί να γίνει αφορμή για ν’ αναδειχτεί ένα μοντέλο ζωής, που από την αποδοχή που είχε από το κατεστημένο φαίνεται συμβατό με την κυρίαρχη ιδεολογία. Χαρακτηριστικά του η αντισυμβατικότητα, όπως εκφραζόταν με το ντύσιμο ή τρόπους συμπεριφοράς και η επιτυχία που πρωτίστως μεταφραζόταν σε αποτελεσματικές επιχειρηματικές επιλογές. Στην εικόνα του πρώην δημάρχου η ανάμιξη του δυνατού -γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας, μεγαλοαστός και ο ίδιος και του αδύναμου -ο αλκοολισμός του, η γοητεία της ιδιωτικής ζωής -με έρωτες, ταξίδια και περιπέτειες και ο εξωραϊσμός της δημόσιας -καταλυτικός ο ρόλος στη δημόσια ζωή της Θεσσαλονίκης, ανταποκρίνονται σε φαντασιώσεις μικρομεσαίων στρωμάτων και καλλιεργούν αυταπάτες. Η φιλοτέχνηση του πορτραίτου του είναι ενδεικτική των προτύπων ζωής που έχουν κυριαρχήσει τις τελευταίες δεκαετίες. Γι’ αυτό και τα εγκώμια των περισσότερων εστίαζαν στον αντισυμβατικό του χαρακτήρα, στην κοσμοπολίτικη συμπεριφορά του, την επιχειρηματική ιδιοφυία του, την πληθωρική προσωπικότητα του, ενώ οι πολιτικές του επιλογές έμειναν συσκοτισμένες στο περιθώριο.
Ένα στίγμα των δικών του «πιστεύω», που συνέπιπταν με την επικρατούσα αντίληψη της προοδευτικότητας, έδωσε ο ίδιος ο Γ. Μπουτάρης με ένα απόσπασμα ηχογραφημένου λόγου του που ακούστηκε στην κηδεία του. Σ’ αυτό προέτρεπε τον καθένα να ευχαριστιέται ό,τι κάνει και να φροντίζει στη διάρκεια της ζωής του να περνά καλά. Και σ’ αυτήν την προτροπή συμπυκνώνεται σχηματικά όλη η ιδεολογία της ευτυχίας στον καπιταλισμό των τελευταίων δεκαετιών.
Στον καπιταλισμό πια η ευτυχία και η αισιόδοξη άποψη του κόσμου και της ζωής έχει καταλήξει σχεδόν υποχρεωτική, ωθώντας μας να βάλουμε τα συναισθήματά μας, την προσωπική μας ανάπτυξη, τις συναισθηματικές μας ανάγκες στο επίκεντρο των ανησυχιών μας, με μια υπερβολική και αποκλειστική παρουσία. Θέτοντας τον στόχο της ατομικής ευημερίας πάνω από όλα, η αποτυχία, η απογοήτευση, τα αρνητικά συναισθήματα δεν γίνονται ανεκτά, παρά μόνο σαν κίνητρο για να δουλέψουμε πάνω στον εαυτό μας, να τον γνωρίσουμε καλύτερα και να διορθώσουμε ό,τι αρνητικό. Η πρόκληση είναι να εργαζόμαστε συνεχώς για τη βελτίωση, ακόμη και τη μεγιστοποίηση, των δυνατοτήτων μας, για να επιτύχουμε μια μορφή ευδαιμονίας. Η αναζήτηση βέβαια της ευτυχίας με το να γίνεται κοινωνική προσταγή γίνεται επίσης και πηγή άγχους, το οποίο στη συνέχεια πρέπει να ξεπεραστεί.
Η βιομηχανία της ευτυχίας μάς ενσταλάζει ότι τα πάντα, ό,τι μας συμβαίνει, είναι καρπός των δικών μας πράξεων, νομιμοποιώντας την ιδέα ότι δεν υπάρχει τίποτα στην καπιταλιστική κοινωνία που να ευθύνεται για τη φτώχεια μας ή τον πλούτο των λίγων, για τις δυσκολίες μας να αντιμετωπίσουμε την ασθένεια ή για το γεγονός ότι μας απολύουν από τις δουλειές μας ή μας διώχνουν από τα σπίτια μας. Όλα αυτά τα κακά αφορούν απλώς τα ατομικά μας ελαττώματα, το να μην θέλουμε να αντιμετωπίζουμε τη ζωή με θετική στάση ή να μην παίρνουμε κάθε κρίση ως ευκαιρία. Μας ζητείται να μεταμορφώσουμε τα συναισθήματα που μας προκαλούν οι αντίξοες καταστάσεις, μετατρέποντας τον θυμό και την απαισιοδοξία σε εσωτερική δύναμη και δημιουργικότητα για να υποδεχτούμε τις αντιξοότητες ως ευκαιρία. Στο χέρι μας είναι να προσαρμοστούμε, να επιβιώσουμε, να μάθουμε από τις δυσχέρειες με χαμόγελο και να συνεχίσουμε να αναζητούμε την ευτυχία που μας αξίζει. Η ευτυχία γίνεται έτσι ένα αποτελεσματικό ιδεολογικό εργαλείο για να δικαιολογήσει τις κοινωνικές ανισότητες.
Στην καρδιά του καπιταλισμού στη νεοφιλελεύθερη φάση του, η ευτυχία επιβάλλεται ως εργαλείο μάρκετινγκ και προϊόν πώλησης. Πρέπει να εκπαιδεύσουμε τον εαυτό μας για να είμαστε ευτυχισμένοι με μια ευτυχία που πολλοί άνθρωποι είναι έτοιμοι να μας την πουλήσουν. Η ευτυχία και η ταλαιπωρία, ο πλούτος και η φτώχεια, η υγεία και η ασθένεια είναι ατομικές ιδιότητες και τα κλειδιά της επιτυχίας βρίσκονται στην ικανότητα των ατόμων να βελτιώνουν τον εαυτό τους, να γίνονται πιο δυνατοί απέναντι στις αντιξοότητες και να αναπτύσσουν τις εσωτερικές τους δυνατότητες. Οι ειδικοί περί της ευτυχίας μάλιστα διαβεβαιώνουν ότι παρά τους άλλους κοινωνικοοικονομικούς και πολιτικούς παράγοντες, ο ατομικισμός είναι η κύρια μεταβλητή που συνδέεται πιο έντονα με την ευτυχία, την οποία ποτέ δεν ορίζουν.
Και στα ερωτηματολόγια ευτυχίας και στις στατιστικές, τα στοιχεία σε αυτά αφορούν μόνο συναισθήματα, στάσεις και αντιλήψεις, όχι κοινωνικές ή οικονομικές συνθήκες. Έτσι οι δείκτες ευτυχίας που προκύπτουν απ’ αυτά αποκτούν ιδεολογικά χαρακτηριστικά στον τρόπο χρήσης τους. Συνήθως έχουν χρησιμεύσει ως προπέτασμα καπνού για να κρύψουν σημαντικές και δομικές πολιτικές και οικονομικές ελλείψεις, για να αποσπάσουν την προσοχή από τους κοινωνικοοικονομικούς δείκτες ευημερίας, όπως η ανακατανομή του εισοδήματος, η υλική ανισότητα, ο κοινωνικός διαχωρισμός, η ανισότητα των φύλων, η δημόσια υγεία, η διαφθορά και η διαφάνεια, κοινωνικά επιδόματα ή ποσοστά ανεργίας. Δηλ. η ευθύνη για τις ευκαιρίες και τις επιλογές χρεώνεται στο άτομο. Γιατί η ελαχιστοποίηση του ρόλου που μπορούν να διαδραματίσουν οι αντικειμενικές συνθήκες στον καθορισμό της ευτυχίας των ανθρώπων είναι ένα από τα χαρακτηριστικά της κυρίαρχης ιδεολογίας.
Ακόμα και την κοινωνική ανισότητα πολλοί υποστηρικτές της ευτυχίας θεωρούν ότι μπορεί να είναι πιο ωφέλιμη για την ευτυχία των ανθρώπων από ό,τι πιστεύαμε προηγουμένως. Γιατί η ανισότητα δεν συνδέεται στον κυρίαρχο λόγο με ταξικές αντιθέσεις, αλλά μ’ έναν παράγοντα ελπίδας σύμφωνα με τον οποίο οι φτωχοί πρέπει να αντιλαμβάνονται την επιτυχία των πλουσίων ως προάγγελο ευκαιριών. Κι έτσι έχουν οι φτωχοί μεγαλύτερο κίνητρο για να πετύχουν και να ευτυχήσουν, αρκεί να προσπαθήσουν.
Ακόμα και η προτροπή οτιδήποτε κάνει κανείς στη ζωή να πρέπει να το ευχαριστιέται, στην πραγματικότητα αποδεικνύεται χρήσιμη για την απόκτηση μεγαλύτερης δέσμευσης και απόδοσης από τους εργαζόμενους, συχνά για σχετικά μικρότερες ανταμοιβές, αποδίδοντας κάθε εργασιακό πρόβλημα στον υποκειμενικό παράγοντα. Κι έτσι να παραμερίζεται η σημασία των αντικειμενικών συνθηκών εργασίας όσον αφορά την ικανοποίηση από την εργασία, συμπεριλαμβανομένων των μισθών. Και συγχρόνως αναμένεται οι εργαζόμενοι να αγαπούν τη δουλειά τους, θεωρώντας την όχι ως ανάγκη, αλλά ως πηγή ευχαρίστησης και προσωπικής ολοκλήρωσης. Τελικά δηλ. ενώ οι εργαζόμενοι δεν φαίνεται να έχουν ωφεληθεί πολύ από την προώθηση της ευτυχίας στην εργασία σίγουρα όμως έχει αποδειχθεί επωφελής για εταιρείες και επιχειρήσεις. Αφού ο καλύτερο τρόπος για να βελτιώσουμε τη ζωή μας δεν είναι να αγωνιζόμαστε για την αλλαγή των κοινωνικών και εργασιακών συνθηκών, αλλά να εργαζόμαστε για να δημιουργήσουμε καλύτερες εκδοχές του εαυτού μας.
Όλες αυτές οι θεωρίες για τον τρόπο κατάκτησης της ευτυχίας θέλουν να μας πείσουν ότι βασική αξία της ύπαρξής μας βρίσκεται στο αίσθημα του ατομικισμού και του αδηφάγου καταναλωτισμού. Η συνταγή της ευτυχίας δεν βασίζεται πλέον σε μια προσπάθεια να αλλάξουμε τον κόσμο, αλλά σε μια μόνιμη αναζήτηση να αλλάξουμε τον εαυτό μας, να αλλάξουμε τον τρόπο που σκεφτόμαστε, τον τρόπο που αισθανόμαστε, τον τρόπο που συμπεριφερόμαστε σε καθημερινή βάση. Ενσωματώνοντας το αξίωμα ότι για να είσαι ευτυχισμένος πρέπει πρώτα και κύρια να αλλάξεις τον εαυτό σου, στην πραγματικότητα συμφωνείς να εγκαταλείψεις την προσπάθεια να αλλάξεις τον κόσμο.
Γι’ αυτό και προσωπικότητες σαν τον Μπουτάρη που επειδή ενσαρκώνουν αστικά πρότυπα και ο αντισυμβατισμός τους δεν απειλεί ούτε στο ελάχιστο το status quo έχουν τόση ευρεία αποδοχή, ανεξάρτητα από τις επιδερμικές διαφωνίες, από την κυρίαρχη εξουσία. Η κυρίαρχη ιδεολογία μεταμφιέζεται έτσι σε εξεγερσιακή και γίνεται προοδευτική.
Μόνο που ενώ η αναζήτηση της ευτυχίας έχει γίνει μια επιτυχημένη επιχείρηση, οι συμβουλές γι’ αυτή δεν έφεραν σε εκατομμύρια ανθρώπους την επιτυχία που προέβλεπαν, αφού δεν λαμβάνουν υπόψη την υλική βάση της ύπαρξης. Γι’ αυτό μπροστά σε τόση ανισότητα, αυθαιρεσία και διακρίσεις που προκύπτουν από την εκμετάλλευση εκατομμυρίων ανθρώπων, το μόνο πράγμα που μοιάζει με ευτυχία είναι να ζει κανείς κάθε μέρα απολαμβάνοντας την εθελοντική απόφαση ενάντια σε αυτή τη θλιβερή κατάσταση να οργανωθεί για συλλογικούς αγώνες με όραμα την αλλαγή του κόσμου, σε αντίθεση με το κυνήγι μιας υποχρεωτικής, εμπορευματοποιημένης και ατομικιστικής ευτυχία που επιβάλλει ο καπιταλισμός.