Μάγε Τζιοβάνι, για πάντα στο λιμάνι
Προτεραιότητά του ήτα η χαρά του παιχνιδιού κι η μαγεία που μπορούσε να δώσει, η “περιττή” ενέργεια, που είναι κι η πεμπτουσία της τέχνης. Όλα αυτά δηλαδή που έκαναν τους Ολυμπιακούς να του φωνάζουν να μείνει για “πάντα στο λιμάνι” και να μην τον συγκρίνουν με κανέναν άλλο…
Ο Τζιοβάνι Σίλβα ντε Ολιβέιρα ή απλά Τζιο δεν ήταν το μεγαλύτερο όνομα που έχει έρθει ποτέ στο λιμάνι, ούτε ο ξένος με τη μεγαλύτερη προσφορά στον Ολυμπιακό (Ριβάλντο και Τζόλε αντίστοιχα, είναι οι “σωστές” απαντήσεις). Είναι όμως αυτός που αγάπησαν περισσότερο οι οπαδοί του, αυτός που λάτρεψαν και κατάφεραν να κρατήσουν για ένα χρόνο ακόμα κοντά τους, απλά και μόνο επειδή τον αποθέωσαν με τόσο ζήλο, που άλλαξαν γνώμη στον πρόεδρο -τότε “ένας ήταν ο πρόεδρος” και το όνομα αυτού Σωκράτης.
Ο Τζιοβάνι γεννήθηκε στις 4 Φλεβάρη 1972 στη Βραζιλία και μέχρι τα 20 του είχε γίνει μεγάλο όνομα στη Σάντος και είχε πείσει τον Πελέ πως θα γινόταν ο διάδοχός του. Το καλοκαίρι του 95′ παίρνει μεταγραφή για την Μπαρτσελόνα, όπου θα σχηματίσει μικρές βραζιλιάνικες παροικίες με άλλους μάγους της μπάλας (Ρονάλντο, Ριβάλντο και άλλοι). Μένει χαραγμένος στη συλλογική μνήμη των blaugrana για τα μαγικά που κάνει και για το νικητήριο γκολ μες στο Μπερναμπέου, που το συνόδευσε με κάτι γαλλικές χειρονομίες.
Δεν ταίριαξαν όμως ποτέ τα χνώτα του με τον Ολαννδό προπονητή, Φαν Χάαλ, που μάλιστα προβληματιζόταν ανοιχτά στις συνεντεύξεις τύπου για το ρόλο του στο γήπεδο και ρωτούσε τους δημοσιογράφους: πείτε μου σε ποια θέση παίζει, για να τον βάλω…
Το καλοκαίρι του 99′, ο Κόκαλης κάνει το μπαμ με δύο μεγάλα ονόματα από Ζήτα (όχι το Ζορό): το Ζλάτκο Ζάχοβιτς και τον (τ)Ζιοβάνι. Ο πρώτος δε θα στέριωνε στο λιμάνι, αλλά ο δεύτερος θα έριχνε άγκυρα για έξι χρόνια στο λιμάνι κολλώντας γάντι με την ιδιοσυγκρασία της ομάδας. Συστήθηκε με το καλημέρα, στο θεαματικό 3-3 με τη Ρεάλ για το Τσάμπιονς Λιγκ, και στη συνέχεια θα έπαιρνε τα πάντα: πρωτάθλημα, κύπελλο, τον τίτλο του πρώτου σκόρερ. Μα πάνω απ’ όλα, την καρδιά του μέσου Ολυμπιακού, που τον ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα, και δε χόρταινε να τον βλέπει.
Τρεις είναι πιθανότατα, οι κορυφαίες στιγμές που ξεχωρίζουν από το πέρασμα του Τζιοβάνι στη χώρα μας.
-Ο τραυματισμός του από το κλάδεμα του Σέμου στο ματς με τον Ηρακλή, που τον άφησε εκτός για έξι μήνες και του έκοψε τα φτερά. Ο Σέμος τον επισκέφτηκε στο νοσοκομείο, ο Τζιοβάνι τον συγχώρεσε σαν πιστός χριστιανός, αλλά δε θα ήταν ποτέ ο ίδιος μετά τον τραυματισμό του, έχοντας χάσει την έκρηξή του, την αποφασιστικότητά του κι ίσως ένα κομμάτι του αγωνιστικού του θάρρους.
-Το εκπληκτικό γκολ από το κέντρο σχεδόν του γηπέδου, στο μαγικό ημιτελικό (5-4) με τον Ηρακλή του Αναστασιάδη, που “ανάγκασε” τον τελευταίο να τον συγχαρεί, ενώ ο αγώνας ήταν ακόμα σε εξέλιξη -και ενώ γενικά δεν ενθουσιάζεται πολύ εύκολα.
-Η ασύλληπτη λόμπαστο Μοντραγκόν της Γαλατασαράι, που σφράγισε την ερυθρόλευκη επικράτηση στη Ριζούπολη για το Τσάμπιονς Λιγκ (η “ψύχραιμη” περιγραφή “τον ξεφτίλισε” είναι του αριστερού Χελάκη…)
Το 2004, η λατρεία των οπαδών κράτησε ουσιαστικά τον Τζιοβάνι για άλλο ένα χρόνο στο λιμάνι. Έσμιξε έτσι ξανά με το Ριβάλντο και τον Μπάγεβιτς, αλλά αυτή ήταν η τελευταία χρονιά του στον Ολυμπιακό και σχετικά συμβατική για τα δικά του δεδομένα.
Το 05′ φεύγει στις αραβικές χώρες για τα τελευταία ένσημα, αλλά επιστρέφει στον Πειραιά, μία φορά ως παίκτης του Εθνικού κι άλλη μία για το τμήμα σκάουτινγκ του Ολυμπιακού, αφού η Ελλάδα ήταν ο αγαπημένος προορισμός του και του θύμιζε όσο καμία άλλη την πατρίδα του, τη Βραζιλία.
Η Ελλάδα ήταν ίσως και το κατάλληλο μέρος για να ευδοκιμήσει το ταλέντο του και να παίξει την μπάλα που ξέρει, χωρίς πολλύ έμφαση στη φυσική κατάσταση, και με συνθήκες που ευνοούσαν την προσωπολατρία αλλά και την καλλιτεχνική του φύση.
Ο Τζιοβάνι είναι βαθιά θρησκευόμενος και αιέρωνε όλα τα γκολ του στον ουρανό -συχνά είχε και φανέλες με θεολογικά μηνύματα. Λατρεύτηκε όμως κι ο ίδιος σα θεός στον Πειραιά για το ποδόσφαιρο που “δίδαξε”, πέρα από τη σκοπιμότητα της νίκης (και την ψύχωση για τον τίτλο), που μπορεί να σε άφηνε γεμάτο, ακόμα κι αν δεν ερχόταν το αποτέλεσμα -όπως χτες στο ντέρμπι με την ΑΕΚ.
Προτεραιότητά του ήτα η χαρά του παιχνιδιού κι η μαγεία που μπορούσε να δώσει, η “περιττή” ενέργεια, που είναι κι η πεμπτουσία της τέχνης. Όλα αυτά δηλαδή που έκαναν τους Ολυμπιακούς να του φωνάζουν να μείνει για “πάντα στο λιμάνι” και να μην τον συγκρίνουν με κανέναν άλλο…