Μια απρόσμενη αλληλογραφία: Η επιστολή του Μαρξ στον Αβράαμ Λίνκολν
Από την αρχή του τιτάνιου αμερικανικού αγώνα οι εργαζόμενοι της Ευρώπης ένιωσαν ενστικτωδώς ότι η αστερόεσσα κουβαλούσε τη μοίρα της τάξης τους. H κατάκτηση των εδαφών που άνοιξε την τρομερή εποποιία,δεν αποφάσιζε μήπως αν το παρθένο έδαφος αχανών εκτάσεων θα ενωνόταν με τη δουλειά του εποίκου ή θα λεκιαζόταν από το πόδι του οδηγού σκλάβων;
Εκ πρώτης όψεως ο Καρλ Μαρξ και ο Αβράαμ Λίνκολν, γεννημένος σαν σήμερα το 1809, δεν έμοιαζαν να έχουν και πολλά κοινά. Ο πρώτος ήταν ο πιο φλογερός και παράλληλα εμβριθής πολέμιος του καπιταλιστικού συστήματος, ενώ ο δεύτερος ως πρόεδρος συνέβαλε σημαντικά στην παραπέρα ενίσχυση του καπιταλιστικού χαρακτήρα των ΗΠΑ, αλλά και προσωπικά είχε εργαστεί ως δικηγόρος σιδηροδρομικών εταιρειών. Το σημείο τομής στη σκέψη των δύο ανδρών ήταν η αντίθεση στο θεσμό της δουλείας, καθώς και η πίστη του Μαρξ στον προοδευτικό χαρακτήρα του καπιταλισμού σε σχέση με τα προηγούμενα επίσης εκμεταλλευτικά κοινωνικά συστήματα, κατάλοιπο των οποίων ήταν και η ύπαρξη σκλάβων. Ο Μαρξ εξάλλου ενδιαφερόταν έντονα για τα τεκταινόμενα στην Αμερική σε διάφορες περιόδους, μάλιστα για ένα διάστημα φλέρταρε με την ιδέα της μετοίκησης στις ΗΠΑ, ενδεχομένως στο Τέξας. Έτρεφε σεβασμό για τους θεσμούς της αμερικανικής δημοκρατίας, που όσο ατελείς κι αν ήταν, πίστευε ότι έδιναν μεγαλύτερα περιθώρια ανάπτυξης των επαναστατικών ιδεών σε σχέση με τη Γηραιά Ήπειρο. Όπως ήταν αναμενόμενο, τάχθηκε με τους Βόρειους στον αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο, έναν πόλεμο που ξέσπασε γιατί “τα δύο συστήματα δε μπορούν πια να ζουν ειρηνικά δίπλα-δίπλα στην αμερικανική ήπειρο. Μπορεί να λήξει μόνο με τη νίκη του ενός συστήματος ή του άλλου”. Γνώριζε ότι η επικράτηση του Βορρά θα σήμαινε δυνάμει καλύτερες προϋποθέσεις για τη χειραφέτηση του συνόλου της εργατικής τάξης της Αμερικής, ανεξάρτητα από το χρώμα του δέρματός τους.
Κατά την επανεκλογή του Αβράαμ Λίνκολν, ο Μαρξ, ως εκπρόσωπος της A’ Διεθνούς, έστειλε συγχαρητήρια επιστολή στον πρόεδρο, όπου φωτίζονται τα αίτια της στήριξης που παρείχε ο Μαρξ και το προσκείμενο σε εκείνον τμήμα του εργατικού κινήματος στον πρόεδρο που κατήργησε θεσμικά τη δουλειά.
Χαιρετισμός της Διεθνούς Ένωσης Εργατών στον Αβράαμ Λίνκολν:
Στον Αβραάμ Λίνκολν, Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.
Κύριε, Συγχαίρουμε τον αμερικανικό λαό για την επανεκλογή σας με μεγάλη πλειοψηφία. Αν η αντίσταση στη δουλοκτητική εξουσία υπήρξε το συγκρατημένο σύνθημα της πρώτης σας εκλογής, η θραμβική πολεμική κραυγή της επανεκλογής σας είναι “Θάνατος στη Δουλεία”. Από την αρχή του τιτάνιου αμερικανικού αγώνα οι εργαζόμενοι της Ευρώπης ένιωσαν ενστικτωδώς ότι η αστερόεσσα κουβαλούσε τη μοίρα της τάξης τους. H κατάκτηση των εδαφών που άνοιξε την τρομερή εποποιία,δεν αποφάσιζε μήπως αν το παρθένο έδαφος αχανών εκτάσεων θα ενωνόταν με τη δουλειά του εποίκου ή θα λεκιαζόταν από το πόδι του οδηγού σκλάβων;
Όταν η Ολιγαρχία των 300.000 δουλοκτητών για πρώτη φορά στα παγκόσμια χρονικά τόλμησε να γράψει στη σημαία της ένοπλης εξέγερσης τη λέξη “Δουλεία”, όταν στην ίδια γη, από την οποία ούτε έναν αιώνα καλά-καλά πριν είχε ξεπηδήσει για πρώτη φορά η σκέψη μιας μεγάλης δημοκρατικής πολιτείας, από την οποία προήλθε η πρώτη Διακήρυξη των ανθρώπινων δικαιωμάτων και δόθηκε η πρώτη ώθηση για τις ευρωπαϊκές επαναστάσεις του 18ου αιώνα, όταν στην ίδια αυτή γη η αντεπανάσταση με συστηματική επιμέλεια καυχώταν ότι ανατρέπει “τις κυρίαρχες ιδέες της οικοδόμησης του παλιού συντάγματος” και παρουσίαζε τη “δουλεία ως υγιή θεσμό-μάλιστα ως μόνη λύση του μεγάλου προβλήματος των σχέσεων εργασίας-κεφαλαίου” και ανακήρυττε κυνικά το δικαίωμα κατοχής ανθρώπων ως “λυδία λίθο του νέου οικοδομήματος”, τότε οι εργάτες της Ευρώπης συνειδητοποίησαν αμέως, πριν ακόμα τους προειδοποίησει η φανατική υποστήριξη των ανώτερων τάξεων προς τους ευγενείς της Συνομοσπονδίας (των 11 δουλοκτητικών πολιτειών που κηρύσσοντας την απόσχισή τους από τις ΗΠΑ το 1861 πυροδότησαν την έναρξη του Αμερικανικού Εμφυλίου ως το 1865, σ.τ.Μ), ότι η εξέγερση των δουλοκτητών θα σήμαινε το σάλπισμα για μια γενική σταυροφορία της Ιδιοκτησίας κατά της Εργασίας και πως για τους ανθρώπους της δουλειάς, παίζονταν εκτός από τις ελπίδες του για το μέλλον και οι περασμένες τους κατακτήσεις σε αυτό τον τεράστιο αγώνα πέραν του Ωκεανού. Για το λόγο αυτό περιέφεραν υπομονετικά τα πτώματα, που τους φόρτωσε η κρίση του βαμβακιού, αντιστάθηκαν γεμάτοι ενθουσιασμό στην επέμβαση υπέρ της δουλείας, την οποία προσπάθησαν να προκαλέσουν με τόσο ζήλο οι ανώτερες και “μορφωμένες” τάξεις, και απέτισαν από τα περισσότερα μέρη της Ευρώπης φόρο αίματος για τον καλό σκοπό.
Όσο οι εργάτες, οι πραγματικοί φορείς της πολιτικής εξουσίας στο Βορρά, επέτρεπαν στη δουλειά να βρωμίζει την ίδια τους τη δημοκρατία, όσο καυχώνταν στο νέγρο, που είχε χωρίς την έγκρισή του έναν αφέντη και πωλούνταν, ότι ύψιστο δικαίωμα του λευκού εργάτη ήταν να μπορεί να πουλά τον εαυτό του και να διαλέγει μόνο τον κύριο του-για τόσο ήταν ανίκανοι να κατακτήσουν την πραγματική ελευθερία της εργασίας ή να υποστηρίξουν τα αδέρφια τους Ευρωπαίους στον απελευθερωτικό τους αγώνα. Αυτό το εμπόδιο της προόδου παρέσυρε η κόκκινη θάλασσα του εμφυλίου.
Οι εργάτες της Ευρώπης διακατέχονται από την πεποίθηση, πως, όπως ο αμερικανικός πόλεμος της ανεξαρτησίας εγκαινίασε μια νέα εποχή άσκησης της εξουσίας για τη μεσαία τάξη, έτσι κι ο αμερικανικός πόλεμος κατά της δουλείας θα εγκαινιάσει μια νέα εποχή για την εργατική τάξη. Το βλέπουν ως σήμα κατατεθέν της εποχής που έρχεται, πως στον Αβραάμ Λίνκολν, τον πεισματάρη, σιδερένιο γιο της εργατικής τάξης έλαχε ο κλήρος, να καθοδηγήσει την πατρίδα του μέσω του απαράμιλλου αγώνα για τη λύτρωση μιας σκλαβωμένης φυλής και για την αναδιαμόρφωση του κοινωνικού κόσμου.
(Ακολουθούν υπογραφές του Κεντρικού Συμβουλίου της Διεθνούς)
Ακολούθησε η τυπικά ευγενική απάντηση του Αμερικανού πρέσβη στο Λονδίνο, που δημοσιεύτηκε στους “Times” στις 6 Φλεβάρη 1865:
Κύριε, μου έχει ανατεθεί να σας πληροφορήσω ότι ο χαιρετισμός του Κεντρικού Συμβουλίου της οργάνωσής σας, που ως όφειλε διαβιβάστηκε μέσω αυτής της αντιπροσωπείας στον πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, έχει παραληφθεί από εκείνον. Στο βαθμό που τα αισθήματα που εκφράζονται με αυτόν είναι προσωπικά, τα αποδέχεται με ειλικρινή και έντονη επιθυμία να μπορέσει να σταθεί ικανός να αποδειχθεί αντάξιος της εμπιστοσύνης που πρόσφατα ανανεώθηκε από τους συμπολίτες του και από τόσους φίλους της ανθρωπότητας και της προόδου σε όλο τον κόσμο. Η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών έχει ξεκάθαρη συνείδηση ότι η πολιτική της δεν είναι ούτε θα μπορούσε να είναι αντιδραστική, αλλά ταυτόχρονα είναι αφιερωμένη στην πορεία που υιοθέτησε εξαρχής, της αποχής παντού από προπαγάνδα και άνομες επεμβάσεις. Επιδιώξει να είναι ακριβοδίκαιη σε όλες τα κράτη και όλους τους ανθρώπους και βασίζεται στα ευεργετικά αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας για υποστήριξη στο εσωτερικό και σεβασμό και καλή προαίρεση σε όλο τον κόσμο. Τα έθνη δεν υπάρχουν για τον εαυτό τους και μόνο, αλλά για να προωθούν την ευμάρεια και την ευτυχία της ανθρωπότητας μέσω καλοπροαίρετης επικοινωνίας και παραδειγμάτων. δια τούτο οι Ηνωμένες Πολιτείες θεωρούν ότι ο σκοπός τους στην παρούσα σύγκρουση με τους στασιαστές που διατηρούν σκλάβους, ως τον σκοπό της ανθρώπινης φύσης και αντλούν νέo θάρρος για να επιμείνουν, από την μαρτυρία των εργαζόμενων της Ευρώπης, ότι η στάση της απάντησης του πρεσβευτή των ΗΠΑ τιμάται με την φωτισμένη τους έγκριση και την ειλικρινή τους συμπάθεια.
Έχω την τιμή να είμαι, Κύριε, πιστός σας υπηρέτης,
Τσαρλς Φράνσις Άνταμς
Εφημερίδα “Times”, 6 Φλεβάρη 1865
Αν σήμερα, που η κυβέρνηση των ΗΠΑ αρνείται ακόμα και την είσοδο σε συνδικαλιστές με το πρόσχημα της τρομοκρατίας, μοιάζει πολύ παράξενο ένας Αμερικανός πρόεδρος να απαντά έστω δι’αντιπροσώπου στη Διεθνή των Εργατών, αυτό δεν οφείλεται στην όποια-υπαρκτή- διαφορά ήθους των εκάστοτε ιστορικών προσώπων, αλλά στο γεγονός πως ο προοδευτικός ρόλος του καπιταλισμού όπως τον χαιρέτιζε ο Μαρξ έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί μαζί με τα υπολείμματα αβροφροσύνης του.
Μετάφραση-επιμέλεια: Δύσκολες Νύχτες