Τσιτσίδι στο σοσιαλισμό: Γυμνισμός στη ΓΛΔ

Ο γυμνισμός δε γεννήθηκε στη χώρα, ούτε έγινε αποδεκτός χωρίς αρχικές τριβές, μέσα σε λίγα χρόνια όμως έγινε ένα από τα βασικά πολιτισμικά στοιχεία της “άλλης” Γερμανίας, επιβιώσεις του οποίου υπάρχουν μέχρι τις μέρες μας.

Μια από τις χαρακτηριστικότερες εικόνες της ΓΛΔ, ιδίως από τη δεκαετία του ’70 κι εξής, ήταν εκείνη των παραλιών της, με χιλιάδες λουόμενους να απολαμβάνουν τον ήλιο και τη θάλασσα (ή και τις ουκ ολίγες λίμνες της) με αδαμιαία περιβολή. Ο γυμνισμός δε γεννήθηκε βέβαια στη χώρα, ούτε έγινε αποδεκτός χωρίς αρχικές τριβές, μέσα σε λίγα χρόνια όμως έγινε ένα από τα βασικά πολιτισμικά στοιχεία της “άλλης” Γερμανίας, επιβιώσεις του οποίου υπάρχουν μέχρι τις μέρες μας. Σύμφωνα με τις περισσότερες μαρτυρίες, “λίκνο” του ανατολικογερμανικού γυμνισμού υπήρξαν οι αμμόλοφοι τους Ahrenshoop, όπου οι πρώτοι γυμνιστές, κυρίως διαννοούμενοι είχαν κάνει την εμφάνισή τους στα χρόνια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Αρχικά οι ναζί απαγόρευσαν το Μάρτη του 1933 όλους τους συλλόγους και συνδέσμους γυμνιστών, ενώ το 1942 επετράπη μερικώς, με τον όρο οι γυμνιστές να είναι “εκτός οπτικού πεδίου των μη συμμετεχόντων”. Η συγκεκριμένη διάταξη παρέμεινε κατ’αρχάς μεταπολεμικά σε ισχύ και στα δύο γερμανικά κράτη.  Το Ahrenshoop, τμήμα πλέον της επικράτειας της νεαρής ΓΛΔ έγινε πόλος έλξης καλλιτεχνών, συγγραφέων, ηθοποιών και πολιτικών όπως τους γέννησε η μαμά τους. H συνήθεια αυτή από τις αρχές της δεκαετίας του ’50 άρχισε να εξαπλώνεται και σε άλλες παραλίες της χώρας. Μάλιστα σε κάποιες από αυτές διοργανώνονταν οι λεγόμενες “Γιορτές του Καμερούν”, όπου λουόμενοι λιγότερο ή περισσότερο γυμνοί, βαμμένοι και με στεφάνια λουλουδιών ή κολιέ από κοχύλια μιμούνταν αφρικανικούς χωρούς. Αργότερα οι γιορτές αυτές μετονομάστηκαν σε “Γιορτές του Ποσειδώνα”.

Στιγμιότυπο από μια “Γιορτή του Καμερούν”

Δεν ήταν όμως όλοι οι ιθύνοντες εξίσου ενθουσιασμένοι με το φαινόμενο. Ο ποιητής και πρώτος υπουργός πολιτισμού της ΓΛΔ, Γιοχάνες Ρ. Μπέχερ, ήταν πολέμιος της συνήθειας, ενώ παραδίδεται και το εξής ανεκδοτολογικό χαρακτηριστικό: Στη διάρκεια βόλτας σε παραλία έπεσε πάνω σε γυμνή λουόμενη σκεπασμένη με φύλλο του “Neues Deutschland” του κομματικού οργάνου του SED. Οργισμένος την έψεξε: “Μα δεν ντρέπεστε, γριά γουρούνα!”. Η γυναίκα τότε τράβηξε την εφημερίδα από το πρόσωπό της, αποκαλύπτοντας εκείνο της Άννα Σέγκερς, δημοφιλούς συγγραφέα. Όταν κάποιο διάστημα αργότερα της απονεμήθηκε το Εθνικό Βραβείο πρώτης τάξεως, ο υπουργός πολιτισμός την κάλεσε στο βήμα με τον προσφώνηση “Αγαπημένη μου Άννα”, για να του αντιγυρίσει εκείνη εκτός μικροφώνου, αλλά αρκετά δυνατά ώστε να ακουστεί και να καταγραφεί από αρκετούς: “Για σένα πάντα η γρια-γουρούνα, Χανς”.

To μπιτς βόλεϋ δεν ήταν λιγότερο διαδεδομένο στις παραλίες γυμνιστών απ’ό,τι στις “κανονικές”

To 1954 η καλοκαιρινή σαιζόν δεν ξεκίνησε με καλούς οιωνούς για τους φίλους του γυμνισμού στο Ahrenshoop, καθώς η τοπική  τουριστική υπηρεσία ανακοίνωνε: “Πριν ξεκινήσει η σαιζόν, θεωρούμε απαραίτητο να επιστήσουμε την προσοχή στους αξιότιμους επισκέπτες μας, ότι οι αρμόδιες υπηρεσίες διαχείρισης των παραλιών της Βαλτικής, λόγω εκτρόπων που παρατηρήθηκαν την περασμένη χρονιά δυστυχώς, δεν επιτρέπουν πλέον το γυμνισμό”. Ως το Σεπτέμβριο η απαγόρευση είχε εξαπλωθεί και σε άλλες παραλίες της χώρας, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις, όπως στο Πρέρωφ, υπήρξε και αστυνομική παρέμβαση κατά γυμνιστών.  Ποια όμως ήταν τα “έκτροπα” στα οποία αναφέρονταν η ανακοίνωση; Με βάση τις αναφορές του δυτικού τύπου, και με όσες επιφυλάξεις μπορεί να έχει κανείς για την αξιοπιστία του, το Υπουργείο Ασφαλείας της ΓΛΔ είχε γίνει μέσα στο 1954 επανειλημμένα δέκτης παραπόνων από κατοίκους πλησίον παραλιών γυμνιστών για “τρομοκρατία” που ασκούσαν οι τελευταίοι απέναντι στους λουόμενους με μαγιώ. Είχαν επίσης σημειωθεί περιστατικά κατά τα οποία περαστικοί που έκαναν τη βόλτα τους στα όρια των παραλιών αυτών είχαν γίνει θύματα επιθέσεων από γυμνιστές, που τους έγδυναν με τη βία. Το σοβαρότερο από αυτά τα περιστατικά αφορούσε δυο κορίτσια 16 και 17 χρόνων, που όχι μόνο τους αφαιρέθηκαν βίαια τα ρούχα από γυμνιστές, αλλά δέθηκαν και σε ένα ένα κορμό δέντρου, υπόθεση για την οποία ασκήθηκαν διώξεις μεταξύ άλλων σε μέλη του κυβερνώντος κόμματος αλλά και διαννοούμενους. Από την άλλη, η αντίδραση των φίλων του γυμνισμού, μεταξύ των οποίων όπως είπαμε πολλοί επώνυμοι, εξέφρασαν την έντονη διαμαρτυρία τους στις αρχές που μεμονωμένα περιστατικά αμαύρωναν τη φιλήσυχη εικόνα τους και γίνονταν αφορμή να απαγορευτεί μια άκακη συνήθεια. Ο διευθυντής της κρατικής εταιρείας διανομής ταινιών ‘Progress”, Ρούντολφ Μπερνστάιν, έγραφε σε επίσημη επιστολή διαμαρτυρίας πως ήταν πεπεισμένος ότι “τα όργανα του κράτους μας μαζί με τους ηθικώς υγιείς και ιδεολογικά σαφείς παραθεριστές, θα ήταν ανά πάσα στιγμή σε θέση να βάλουν τέτοια άτομα στη θέση τους”.

Κάποιος στην παρέα ξεχάστηκε ντυμένος

Οι φίλοι του γυμνισμού ενίοτε δεν αρκούνταν στη δήλωση της ιδεολογικής τους αφοσίωσης ώστε να γίνει δεκτό το αίτημά τους, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις προσπαθούσαν να δώσουν στον ίδιο το γυμνισμό… μαρξιστικό περιεχόμενο. Τέτοια ήταν κι η προσπάθεια της ηθοποιού Τράουτε Ρίχτερ, που μετά την απαγόρευση του γυμνισμού στο αγαπημένο της θέρετρο το Ρύγκεν, δε δίστασε να γράψει επιστολή στον ίδιο τον πρωθυπουργό της χώρας, Όττο Γκρότεβολ, παρουσιάζοντας το γυμνισμό ως χτύπημα στον καπιταλισμό. Έτσι λοιπόν, σύμφωνα με τη Ρίχτερ, ο γυμνισμός είχε νικήσει “όλες τις μικροαστικές-καπιταλιστικές και θρησκευτικές προκαταλήψεις”, μόνο στην καπιταλιστική Αμερική “η αρρωστιάρικη διάθεση είχε ακόμα ανάγκη διεγερτικών”, βάζοντας το σώμα σε “έκφυλα μαγιώ”, τα οποία από τη μια χρησίμευαν ως “ερωτικά διεγερτικά”, από την άλλη έφερναν “σημαντικά κέρδη” στις βιομηχανίες ένδυσης. Άλλοι διαμαρτυρόμενοι πάλι δήλωναν αγανακτισμένοι που στη χώρα εξακολουθούσε να ισχύει ακόμα η εθνικοσοσιαλιστική νομοθεσία για το ζήτημα. Σύντομα άρχισε να γίνεται φανερό ότι οι εχθροί του γυμνισμού εντός της ηγεσίας της ΓΛΔ έδιναν μάχη οπισθοφυλακών. Μια τελευταία προσπάθεια έκανε σε ομιλία του ο Μπέχερ, δηλώνοντας πως ο γυμνισμός “κι από αισθητικής άποψης δε γίνεται να υποστηρίζεται”, ιδίως επειδή “κάποια άτομα επιδεικνύουν προκλητικά τα παραμορφωμένα τους σώματα”. “Δείξτε συμπόνοια! Δείξτε έλεος! Λυπηθείτε τα ματάκια του έθνους!”  κατέληγε σπαραχτικά αλλά και εις μάτην ο υπουργός.

10 Ιούλη 1989 και Βερολινέζοι γυμνιστές συνωστίζονται στην όχθη της λίμνης Μίγκελζεε

Τον Ιούνιο του 1956 εκδόθηκε μια νέα διάταξη, βάσει της οποίας επιτρεπόταν πια το μπάνιο χωρίς μαγιώ σε “χώρους προσβάσιμους σε όλους”, με τον όρο αυτοί οι χώροι να έχουν εγκριθεί από τα τοπικά συμβούλια και να φέρουν την κατάλληλη σήμανση. Από εκείνη τη στιγμή, ο γυμνισμός, με τις ευλογίες του σοσιαλιστικού κράτους πλέον, μετατράπηκε σε μαζικό φαινόμενο. Σύντομα ακόμα και οι τελευταίοι νομικοί περιορισμοί της διάταξης έπεσαν σε αχρηστία, αφού μέσα σε λίγα χρόνια ήταν πολύ δυσκολότερο να βρει κανείς παραλία ντυμένων παρά γυμνιστών. Ήδη από το 1972, όπως κατέδειξε μελέτη του Κεντρικού Ινστιτούτου Μελέτης Νεολαίας της Λειψίας, τα 3/4 των νέων ήταν υπέρ του γυμνισμού, ενώ οι υπόλοιποι εμφανίζονταν ουδέτεροι, εκτός από ένα 2% που απέρριπτε απολύτως το γυμνισμό. Τα στοιχεία αυτά αφορούσαν τόσο τους άντρες όσο και τις γυναίκες, ενώ άτομα που δήλωναν σε σταθερή σχέση ήταν μάλιστα ακόμα πιο ενθουσιωδώς υπέρ του θεσμού. Στην τελευταία σχετική έρευνα που διεξήγαγε το Ινστιτούτο το 1990, λίγους μήνες πριν τη διάλυση της ΓΛΔ, μόλις 8% των ενηλίκων ως 44 ετών δεν είχαν εμπειρία γυμνισμού στη ζωή τους κι ούτε σκόπευαν να αποκτήσουν. Η γυμνότητα ήταν μια κατάσταση που δεν περιορίζονταν στις θερινές εξορμήσεις και διακοπές, αλλά ήταν ιδιαίτερα συνηθισμένη και μεταξύ των οικογενειών, όπως φαίνεται από την ίδια μελέτη του ’90, όπου μόνο το 20% των γονέων δήλωναν ότι απέφευγαν συστηματικά να κυκλοφορούν γυμνοί μέσα στο σπίτι. Υπάρχουν επίσης μαρτυρίες ότι και σε σχολικές εκδρομές, καθηγητές και δάσκαλοι έκαναν μπάνιο μαζί με τους μαθητές τους χωρίς μαγιώ και χωρίς αυτό να προκαλεί την παραμικρή αναστάτωση στον οποιονδήποτε.

Γυμνίστρια στο νησί Ρίγκεν, 1972

Ο γυμνισμός είχε γίνει τόσο αυτονόητο κομμάτι της ανατολικογερμανικής ταυτότητας, ώστε το 1987, στην παρέλαση για τον εορτασμό των 750 χρόνων από την ίδρυση του Βερολίνου, συμμετείχε κι ένα άρμα γυμνιστών, το οποίο πέρασε μπροστά από τον Έριχ Χόνεκερ, ο οποίος, σύμφωνα με μαρτυρίες συνεργατών του, ήταν προσωπικά ενθουσιώδης οπαδός του γυμνισμού, τον οποίο ωστόσο φρόντιζε να ασκεί στο νησάκι Βιλμς μακριά από αδιάκριτα βλέμματα και φωτογραφίες που φοβόταν πως θα μπορούσαν να διαρρεύσουν στο δυτικό τύπο. Στις αρχές της ίδιας δεκαετίας, το 1982, είχε κυκλοφορήσει από κρατικό εκδοτικό οίκο ο πρώτος και μοναδικός ταξιδιωτικός οδηγός για γυμνιστές στη ΓΛΔ, όπου περιγράφονται οι σαράντα επίσημα αναγνωρισμένες παραλίες γυμνιστών της χώρας, που, όπως είδαμε, στην πράξη ήταν αρκετά περισσότερες.

Σήμερα, σχεδόν τρεις δεκαετίες μετά τη γερμανική επανένωση/προσάρτηση, είναι κυρίως οι γενιές που έζησαν το σοσιαλισμό που εξακολουθούν να τηρούν τη συγκεκριμένη “αποκαλυπτική” παράδοση, ωστόσο σε ένα σημαντικό βαθμό φαίνεται πως και η νέα γενιά αν δεν υιοθετεί, τουλάχιστον πειραματίζεται με τις συνήθειες των γονέων και παππούδων της, αφού σύμφωνα με στοιχεία του 2013, 47% των εφήβων της τέως Ανατολικής Γερμανίας από 16-18% έχουν τουλάχιστον μια φορά κάνει γυμνισμό στη ζωή τους.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6


Notice: Only variables should be passed by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/functions.php on line 38

Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/functions.php on line 38
4 Σχόλια

  • Ο/Η Poexania Poexania λέει:

    Εχει ισως ενδιαφερον και ως μελετη παραδειγματος για το πως οι δημοφιλεις συνηθειες τον λαικων μαζων καμπτουν με την επιμονη τους τις αντιστασεις των κρατικων μηχανισμων και γινονται αποδεκτες.

    Τιθεται και ενα ερωτημα βεβαια, κατα ποσο πρεπει ενα κρατος και δη σοσιαλιστικο να υποκυπτει παντα στις συνηθειες των λαικων μαζων, ιδιαιτερα οταν αυτες οι συνηθειες προωθουνται απο τον ταξικο του αντιπαλο. Γνωριζοντας σημερα για παραδειγμα πως η ροκ μουσικη της Δυσης χρησιμοποιηθηκε για να διαμορφωσει τις συνειδησεις των νεων στα σοσιαλιστικα κρατη.

    Που βρισκεται η λυση σε τετοιες περιπτωσεις; Στην απαγορευση, στο να ευνοησεις να αναπτυχθει εντος των τειχων σου κατι παρόμοιο καλλιτεχνικα αλλα χωρις την Δυτικη προπαγανδα; Η μηπως στο να εξασφαλισεις οτι οι συνειδησεις του λαου σου θα ειναι τετοιες ωστε θα μπορουν να αξιολογουν, να διακρινουν, και να “καταναλωνουν” ακομη και τα προπαγανδιστικα προιοντα της Δυσης χωρις να επηρεαζονται αρνητικα; Και αν ναι, πως το πετυχαινεις αυτο στην πραξη;

    • Ο/Η Kostas λέει:

      Πιστεύω ισχύει το τελευταίο, το οποίο όμως θέλει ένα ενιαίο, πολύπλευρο, και 100% ταξικό σύστημα παιδείας – διαπαιδαγώγησης.
      Γενικά έχουμε δει ότι ειδικά μετά τη δεκαετία του 50, τα σοσιαλιστικά κράτη εγκατέλειψαν σιγά σιγά τη γραμμή της ταξικής πάλης, και εσωτερικά και εξωτερικά (ειρηνική συνύπαρξη κλπ.). Αυτό τελικά τα έκανε πολύ ευάλωτα στην αντικειμενική ιδεολογική κυριαρχία του ιμπεριαλισμού, που επηρέαζε τις κοινωνίες αυτές έμμεσα ή άμεσα.
      Θεωρώ ότι με την κατάλληλη διαπαιδαγώγηση, ένα σοσιαλιστικό κράτος μπορεί πολύ εύκολα να αποδομήσει και να χρησιμοποιήσει την προπαγάνδα των αστών εναντίον τους, να τη γελοιοποιήσει και να την ανασυνθέσει.
      Κάτι τέτοιο για να γίνει θα πρέπει να γίνει μαζικά, οργανωμένα, στοχευμένα, να βασίζετε στην επιστημονική ανάλυση, και στην προβολή βάση στοιχείων της ανωτερότητας του σοσιαλισμού, σε αντιπαραβολή με τον καπιταλισμό.

  • Ο/Η Δύσκολες Νύχτες λέει:

    Ο γυμνισμός δεν ήταν ακριβώς λαϊκή συνήθεια εξαρχής στη ΓΛΔ, επρόκειτο για μια μόδα των διανοουμένων κυρίως, που είχε αρχίσει να επηρεάζει και κάποια ευρύτερα στρώματα, αλλά στην πραγματικότητα θα περνούσε μάλλον απαρατήρητη η απαγόρευση αν οι ίδιοι δεν ήταν εκείνοι που διαμαρτυρήθηκαν τόσο μαζικά, κι αν μεταξύ των διαμαρτυρομένων δε βρίσκονταν και πολλά μέλη του κρατικού και κομματικού μηχανισμού. Η έκρηξη του γυμνισμού παρατηρείται ακριβώς τα χρόνια μετά την αλλαγή της νομοθεσίας. Θα έλεγα δηλαδή ότι μάλλον από πάνω προς τα κάτω εξαπλώθηκε σε πραγματικά μαζικό επίπεδο η συνήθεια, κι ίσως το ότι αυτό έγινε τόσο επιτυχημένα, μπορεί να οφειλόταν στο ότι συνέβη έμμεσα και όχι στα πλαίσια κρατικά καθορισμένης εκστρατείας. Μπορεί να έπαιξε ρόλο ότι γενικά οι ιθύνοντες στη ΓΛΔ είχαν αντιληφθεί ότι τα ζητήματα σεξουαλικής ηθικής ήταν ένα πεδίο στο οποίο εύκολα μπορούσε να ξεσκεπαστεί η υποκρισία των Δυτικών, εν προκειμένω ειδικά της ΟΔΓ, και να τονιστούν οι διαφορές της “άλλης Γερμανίας” με τρόπο προπαγανδιστικά αλλά και ουσιαστικά (με την έννοια ότι είχε γενικά θετικό αντίκρυσμα στην καθημερινότητα των πολιτών) επωφελή. Το βλέπουμε αυτό και δηλαδή και σε θέματα όπως η αντισύλληψη, οι αμβλώσεις, η νομοθεσία περί ομοφυλοφιλίας (με τους περιορισμούς της εποχής), η στήριξη στα εκτός γάμου τέκνα κλπ. Τώρα το άλλο θέμα που ανοίγεις είναι τεράστιο και δε μπορεί να απαντηθεί εδώ αναλυτικά. Πολύ τηλεγραφικά να πω, πως εικάζω ότι έμφαση κατ’αρχάς πρέπει να δοθεί στον τρίτο πυλώνα που θέτεις, αλλά φαντάζομαι το κρίσιμο στοίχημα είναι να φτάσεις σε σημείο η δική σου καλλιτεχνική αλλά και μαζικά ψυχαγωγική παραγωγή, είτε έχει ερεθίσματα απέξω είτε όχι, να είναι τέτοια που να επισκιάζει την προπαγανδιστική δύναμη των εισαγόμενων τάσεων.

  • Ο/Η Poexania Poexania λέει:

    Και εδω προκυπτει το αλλο ερωτημα/ζητημα… ο ρολος της διανοησης στο να προωθει την ατζεντα της σε μια κοινωνια και το πως αυτη η ατζεντα μπορει να γινει επικινδυνη σε περιπτωσεις όπως της Τσεχοσλοβακιας. που οδηγησε στην “ανοιξη” της Πραγας.

Κάντε ένα σχόλιο: