Τζορντάνο Μπρούνο-Ο αιρετικός που θαύμασε ο Μαρξ
Τη μέρα ανακοίνωσης της καταδίκης του σε θάνατο, απευθύνθηκε στους ιεροεξεταστές λέγοντάς τους “Ίσως ο φόβος σας καταδικάζοντας με είναι μεγαλύτερος από μένα που παραλαμβάνω την καταδίκη”. Μετά από αυτό, μεταφέρθηκε στο Κάμπο ντε Φιόρι, με τη γλώσσα του φιμωμένη και κάηκε ζωντανός.
Μια μέρα σαν τη σημερινή κάηκε στην πυρά ο Τζορντάνο Μπρούνο, μια από τις σπουδαιότερες μορφές της ύστερης Αναγέννησης, που πλήρωσε με τη ζωή του την άρνησή του να αποκηρύξει τις φιλοσοφικές κι επιστημονικές του ιδέες, όπως έπραξε κάποιες δεκαετίες αργότερα ο Γαλιλαίος. Όπως σημείωνε ο νεαρός Μαρξ στη διδακτορική του διατριβή πάνω στην επικούρεια και δημοκρίτεια φιλοσοφία: “Ο Τζορντάνο υποχρεώθηκε να εξιλεωθεί για τη φωτιά του πνεύματος του πάνω στη φωτιά της πυράς”. Γεννήθηκε κοντά στη Νάπολη, στην πόλη Νόλα, που αργότερα του προσέδωσε και το τοπωνυμικό παρατσούκλι “Il Nolano”. To 1526 πήγε στη Νάπολη για σπουδές ανθρωπιστικών σπουδών και ρητορικής. Το 1565 έγινε μέλος μοναχικού τάγματος των Δομηνικανών στην πόλη, όπου σύντομα θεωρήθηκε ύποπτος αιρετικών αντιλήψεων. Χειροτονήθηκε παρ’όλα αυτά ιερέας το 1572 κι επέστρεψε στο μοναστήρι για θεολογικές σπουδές, οι οποίες όμως τον απαγοήτευσαν. Οι κατηγορίες εναντίον του αναζωπυρώθηκαν, κι ενόψει δίκης για αίρεση ο Μπρούνο κατέφυγε στη Ρώμη κι αργότερα, μετά από περιπλάνηση στη βόρεια Ιταλία, κατέληξε στη Γενεύη της Ελβετίας το 1578, όπου αρχικά ασπάστηκε τον καλβινισμό, ο οποίος σύντομα όμως έπαψε να τον συγκινεί, διότι τον έβρισκε εξίσου καταπιεστικό με τον καθολικισμό. Για τις απόψεις του συνελήφθη, κι αφού μετά από περιπέτειες με τις αρχές του επετράπη η έξοδος από την πόλη πήγε στη Γαλλία, όπου μετά από νέες περιπλανήσεις εγκαταστάθηκε στο Παρίσι το 1581. Εκεί , παρά την αντιπαράθεση καθολικών και ουγενότων (Γάλλων προτεσταντών), η αυλή του μετριοπαθούς καθολικού μονάρχη Ερρίκου Γ’ ήταν το κατάλληλο κλίμα δράσης για το Μπρούνο. Υπό την προστασία του Ερρίκου, που τον έχρισε βασιλικό λέκτορα, εξέδωσε μνημοτεχνικά έργα και την κωμωδία “Ο κηροποιός”.
Το 1583 πήγε στο Λονδίνο και μετά στην Οξφόρδη, όπου άρχισε να δίνει διαλέξεις υπέρ του ηλιοκεντρικού συστήματος του Κοπέρνικου, κάτι που συνάντησε την αντίσταση του πανεπιστημιακού κατεστημένου, οδηγώντας τον στην αυλή της Ελισάβετ Α’. Εκεί συνέθεσε το 1584 έξι διαλόγους στην καθομιλουμένη, όπου εξέθετε αναλυτικά τις κοσμολογικές και φιλοσοφικές του απόψεις, απορρίπτοντας τον αριστοτελισμό και σατιρίζοντας τη χριστιανική ηθική. Επέστρεψε στο Παρίσι το 1585, όπου πλέον το πολιτικό κλίμα ήταν λιγότερο ανεκτικό, μετά την αναστολή της πολιτικής ειρήνευσης του Ερρίκου Γ’ έναντι των Ουγενότων. Ο Μπρούνο βρίσκεται για άλλη μια φορά εξόριστος στη Γερμανία, δίδοντας διαλέξεις σε πανεπιστήμια και εκδίδοντας έργα εναντίον συγχρόνων του μαθηματικών και φιλοσόφων, κι εκθέτοντας τις ιδέες του περί ανεξιθρησκείας. Το 1589 αφορίστηκε από τη Λουθηρανική Εκκλησία του Χέλμστεντ, στο οποίο ολοκλήρωσε τρία έργα του στα λατινικά, σχετικά με την ύλη και την ύπαρξη. Για να τα εκδώσει πήγε στη Φρανκφούρτη το 1590, όπου η τοπική σύγκλητος απέρριψε την άδεια παραμονής του. Βρήκε καταφύγιο σε μοναστήρι Καρμελιτών, ενώ παράλληλα έδινε διαλέξεις σε προτεστάντες δόκτορες. Η φήμη του είχε ήδη εξαπλωθεί, με τους θαυμαστές του να τον θεωρούν “οικουμενικό άνθρωπο” και τους εχθρούς του να τον κατηγορούν ότι “δεν είχε ίχνος θρησκείας” και που “ήταν κυρίως απασχολημένος με τη μάταιη και χιμαιρική φαντασίωση καινοτομιών”.
Μοιραία στάθηκε η απόφαση του Μπρούνο να επιστρέψει στην Ιταλία, κατόπιν πρόσκλησης του Βενετού πατρικίου Τζιοβάνι Μοτσενίγκο. Αρχικά εγκαταστάθηκε στην Πάδοβα, ελπίζοντας να καταλάβει την έδρα των μαθηματικών, η οποία τελικά δόθηκε στο Γαλιλαίο. Έτσι εγκαταστάθηκε στην αυλή του Μοτσενίγκο, ο οποίος ωστόσο δυσαρεστήθηκε από τις διαλέξεις του Μπρούνο, και, θέλοντας να τον εκδικηθεί για την πρόθεση του να επιστρέψει στη Φρανκφούρτη, τον κατήγγειλε στην Ιερά Εξέταση της Βενετίας το 1592. Αρχικά ο Μπρούνο φάνηκε να αποτρέπει τα χειρότερα, παραδεχόμενος κάποια θεολογικά σφάλματα, και τονίζοντας το φιλοσοφικό κι όχι θεολογικό χαρακτήρα των αρχών του. Τότε ωστόσο παρενέβη η Ιερά Εξέταση του Βατικανού, ζητώντας την έκδοσή του στη Ρώμη, όπου και κλείστηκε στις φυλακές της Αγίας Έδρας το Γενάρη του 1593. Η δίκη κράτησε επτά ολόκληρα χρόνια, με τον Μπρούνο να εμμένει στην υπερασπιστική γραμμή που είχε χαράξει στη Βενετία, αλλά τους ιεροεξεταστές να ζητούν άνευ όρων αποκήρυξη των θεωριών του. Ο Μπρούνο, μετά από πολλές προσπάθειες να μεταπείσει τους δικαστές, δήλωσε ότι δεν είχε κάτι να ανακαλέσει και δεν ήξερε καν τι περίμεναν από εκείνον να ανακαλέσει, δήλωση που προκάλεσε την οργή του πάπα Κλήμεντα Η’, που ζήτησε την καταδίκη του ως επικίνδυνου αιρετικού. Τη μέρα ανακοίνωσης της καταδίκης του σε θάνατο, απευθύνθηκε στους ιεροεξεταστές λέγοντάς τους “Ίσως ο φόβος σας καταδικάζοντας με είναι μεγαλύτερος από μένα που παραλαμβάνω την καταδίκη”. Μετά από αυτό, μεταφέρθηκε στο Κάμπο ντε Φιόρι, με τη γλώσσα του φιμωμένη και κάηκε ζωντανός. Αμέσως μετά το θάνατό του, αλλά κυρίως από την εποχή του Διαφωτισμού κι έπειτα, ο Μπρούνο θεωρήθηκε μάρτυρας της ελευθερίας της σκέψης και πρωτοπόρος της επιστημονικής σκέψης, αν κι ορισμένοι αμφισβητούν τη συμβολή του σε αυτή, λόγω πεποιθήσεων του σχετικά με τη μετεμψύχωση, την ύπαρξη εξωγήινης ζωής και την αστρολογία.