Το ετήσιο μνημόσυνο στον τάφο του Μαρξ που έγινε λαϊκή συγκέντρωση
Αν και στην κηδεία του Μαρξ δεν είχαν παρευρεθεί παρά δώδεκα άτομα, στο μνημόσυνο δημιουργήθηκε το αδιαχώρητο. Περίπου έξι χιλιάδες άνθρωποι με κόκκινα μαντίλια πλημμύρισαν τη λεωφόρο, με κατεύθυνση το κοιμητήριο. Μέσα στο νεκροταφείο είχαν παραταχθεί πεντακόσιοι αστυνομικοί για να εμποδίσουν το πλήθος να σπάσει τις πύλες των εισόδων.
Με αφορμή τη σημερινή επέτειο του θανάτου του Μαρξ, αντιγράφουμε και δημοσιεύουμε ένα απόσπασμα από τη μυθιστορηματική βιογραφία της Λώρας Μαρξ που έγραψε η Ζέφη Κόλια και κυκλοφορεί από τον εκδοτικό οίκο “Μεταίχμιο”, με τίτλο “Λώρα, η τελευταία των Μαρξ”. Το βιβλίο έχει πολλά ενδιαφέροντα σημεία, αλλά και πολλές, σημαντικές αδυναμίες, αλλά αυτό είναι διαφορετικό θέμα, που πρέπει να θιχτεί ξεχωριστά.
Τον Ιανουάριο του 1883 ο καταβεβλημένος Μαρξ επέστρεψε στο Λονδίνο από το νησί Ουάιτ όπου έκανε νέα κούρα για την πνευμονία του. Στο σπίτι τον περίμενε ένα τηλεγράφημα: Η Τζέννιχεν ήταν νεκρή. Είχε πεθάνει από καρκίνο της κύστης.
Ο θάνατος της πρωτότοκης κόρης του ήταν η ταφόπετρα στην υγεία του. Τις αμέσως επόμενες ημέρες εμφάνισε όγκο στον πνεύμονα.
Δεν κατάφερε να παρευρεθεί ούτε στην κηδεία της Τζέννιχεν. Μαζί με τον Ένγκελς και τη Λένχεν την πένθησαν στο Λονδίνο, ενώ την ίδια στιγμή η ταφή της γινόταν στη Γαλλία. Ο Ένγκελς ανέλαβε να πει μεταξύ τους μερικά λόγια από καρδιάς για το γλυκό τους κορίτσι που γεννήθηκε μαζί με το σοσιαλιστικό κίνημα στο Παρίσι, υποφέροντας μαζί τους όλες τις δύσκολες εποχές του.
Δυο μήνες αργότερα, ενώ ο Μαυριτανός ήταν καθισμένος στην πολυθρόνα του, έπαθε μία από τις συνηθισμένες αιμορραγίες. Η Λένχεν, η οποία τον φρόντιζε όσο καμιά μητέρα δε φρόντισε το παιδί της, όπως έλεγε ο Ένγκελς, τον είδε να γέρνει κοιμισμένος και βγήκε από το δωμάτιο. Ύστερα από λίγο κατέφθασε ο Ένγκελς για την καθημερινή του επίσκεψη. Όταν μπήκε στο σπίτι, η Λένχεν τού είπε δακρυσμένη ότι ο φίλος του ήταν πια πολύ αδύναμος. Είχε μισοκοιμηθεί καθιστός. Μπορούσε να περάσει για να τον ξυπνήσει. Όμως ο Μαυριτανός δε θα ξυπνούσε ξανά. Αν και η ζωή του υπήρξε ταραχώδης, ο θάνατος τον είχε συναντήσει ήσυχα στην αγαπημένη του πολυθρόνα, δίπλα στο αναμμένο τζάκι.
Ήταν 14 Μαρτίου 1883.
Μέσα στις τσέπες του, ο Ένγκελς βρήκε φωτογραφίες του πατέρα του, της Τζέννυ και της Τζέννιχεν. Τις έβαλε μαζί του στο φέρετρο.
Η ταφή του έγινε στο νεκροταφείο Χάιγκεϊτ, δίπλα στη λατρεμένη του σύζυγο.
Στην κηδεία του δεν έγινε λαϊκό προσκύνημα, ούτε συνέρρευσαν συγκινημένα πλήθη. Ο θάνατός του δεν συγκλόνισε τις εργατικές μάζες, τις οποίες ακόμη δεν είχε αγγίξει το νόημα των λόγων του. Δώδεκα άτομα παρευρέθηκαν όλα κι όλα. Μερικοί οικογενειακοί φίλοι και λίγοι σύντροφοι. Ο συντετριμμένος Ένγκελς, για τρίτη φορά μέσα σε λιγότερο από δυο χρόνια, ανέλαβε το θλιβερό καθήκον να προσφωνήσει τον επικήδειο σε ένα ακόμα μέλος της οικογένειας Μαρξ: στον πατριάρχη της.
Σε μια σύντομη αλλά πολύ φορτισμένη συναισθηματικά ομιλία, θύμισε τη μακρά πορεία του αδερφικού φίλου του, αλλά και τη θέση του στην παγκόσμια ιστορία: Σχεδόν δεκαπέντε μήνες πριν οι περισσότεροι από εμάς μαζευτήκαμε γύρω από αυτόν τον τάφο που θα γινόταν το τελευταίο αναπαυτήριο μιας μεγάλης κυρίας με ευγενικής καρδιά. Σήμερα τον ανοίγουμε και πάλι για να δεχθεί ό,τι έχει απομείνει από το σύζυγό της (…) Όπως ακριβώς ο Δαρβίνος ανακάλυψε το νόμο της εξέλιξης της οργανικής ύλης, έτσι ο Μαρξ ανακάλυψε το θεμελιώδη νόμο που καθορίζει την πορεία και την εξέλιξη της ανθρώπινης ιστορίας. Το όνομά του θα αντέξει σε όλες τις επερχόμενες εποχές. Το ίδιο και το έργο του.
Είχε απομείνει βέβαια στον ίδιο τον Ένγκελς και στις δύο κόρες του να αποδείξουν ότι αν και ο άνθρωπος Μαρξ ήταν νεκρός, οι ιδέες του δεν είχαν πεθάνει μαζί του.
Η Λώρα δεν παρευρέθηκε στην κηδεία του πατέρα της. Έμεινε πίσω στη Γαλλία, για να φροντίσει τα ορφανά παιδιά της πρόωρα χαμένης αδελφής της. Ούτε άντεχε άλλη μια κηδεία, ειδικά τη δική του. Όταν ήταν μικρή πίστευε ότι ο πατέρας της ήταν κάτι σα Θεός, δε θα πέθαινε ποτέ. Πολύ γρήγορα όμως κατάλαβε ότι ο θάνατος ήταν άπληστος με τους Μαρξ. Μέσα σε μερικά χρόνια της είχε στερήσει όσος ανθρώπους αγαπούσε. Στην ξεκληρισμένη της οικογένεια είχε απομείνει μόνο η ίδια και η Τούσσυ (α.σ.:Ελεάνορ). Η τόσο διαφορετική από εκείνη μικρή της αδερφή.
Το Μάρτιο του 1884 η Τούσσυ μαζί με τον Ένγκελς οργάνωσαν επιμνημόσυνη τελετή στο νεκροταφείο Χάιγκεϊτ για τη συμπλήρωση ενός έτους από το θάνατο του Μαρξ. Ήταν παράλληλα μια επέτειος μνήμης για τα δεκατρία χρόνια από την Παρισινή Κομμούνα. Αν και στην κηδεία του Μαρξ δεν είχαν παρευρεθεί παρά δώδεκα άτομα, στο μνημόσυνο δημιουργήθηκε το αδιαχώρητο. Περίπου έξι χιλιάδες άνθρωποι με κόκκινα μαντίλια πλημμύρισαν τη λεωφόρο Τότεναμ Κόουρτ, με κατεύθυνση το κοιμητήριο. Η Τούσσυ έγραψε στη Λώρα: Μέσα στο νεκροταφείο είχαν παραταχθεί πεντακόσιοι αστυνομικοί για να εμποδίσουν το πλήθος να σπάσει τις πύλες των εισόδων, αλλά ο μεγαλύτερος όγκος των ανθρώπων παρέμεινε στο πάρκο, αποδίδοντας τιμές στο νεκρό Μαρξ υπό τη στενή παρακολούθηση της αστυνομίας.