Σεργκέι Κίροφ-Ο στενός συνεργάτης του Στάλιν και η συνωμοσιολογία γύρω από τη δολοφονία του
Υπήρξε από τους στενότερους συνεργάτες του Ιωσήφ Στάλιν και η δολοφονία του το 1934 δημιουργεί συζητήσεις μέχρι σήμερα, καθώς συχνά αποδίδεται στον ίδιο τον επικεφαλής της ΕΣΣΔ ή τουλάχιστον θεωρείται “θείο δώρο” για να ξεκινήσει ο ίδιος τις βίαιες εκκαθαρίσεις των εσωκομματικών του αντιπάλων. Πόση σχέση όμως έχουν οι υποθέσεις αυτές με τα υπάρχοντα ιστορικά στοιχεία;
Ο Σεργκέι Κίροφ μπορεί να έγινε γνωστός κυρίως λόγω της δολοφονίας του, η οποία θεωρείται συνήθως η απαρχή της περιόδου των εσωκομματικών εκκαθαρίσεων της δεκαετίας του ’30, για την οποία έχουν διατυπωθεί διάφορες θεωρίες συνωμοσίας με επίκεντρο την εμπλοκή του Στάλιν σε αυτή, ωστόσο είχε πολύ μεγάλη συνεισφορά στην υπόθεση τόσο της Επανάστασης όσο και της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ πριν το θάνατό του, η οποία είναι λιγότερο γνωστή στους περισσότερους.
Ο Κίροφ γεννήθηκε σαν σήμερα το 1886 με το όνομα Σεργκέι Μιρόνοβιτς Κοστρικώφ από φτωχή οικογένεια στην περιοχή Ουρζούμ, στο νομό που σήμερα φέρει το ονομά του. Από τα επτά παιδιά, μόνο ο Σεργκέι και οι δυο αδερφές του Άννα και Γιελιζαβέτα επιβίωσαν ως ενήλικες. Ο Σεργκέι μπήκε σε ορφανοτροφείο σε μικρή ηλικία, καθώς ο αλκοολικός πατέρας εγκατέλειψε την οικογένεια και η μητέρα του πέθανε από φυματίωση. Διατηρούσε ωστόσο επαφές με τις αδερφές και τη γιαγιά του. Χάρη σε υποτροφία φοίτησε στη Βιομηχανική Σχολή του Καζάν ως μηχανικός και μετακόμησε στη Σιβηρία. Έγινε μέλος του Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού κόμματος το 1904 κι ένα χρόνο αργότερα, συμμετείχε στην επανάσταση που ξέσπασε με αφορμή τα γεγονότα της Ματωμένης Κυριακής το Γενάρη του 1905. Για τη δράση του συνελήφθη και φυλακίστηκε. Συνδέθηκε με τη μπολσεβίκικη πτέρυγα του κόμματος και συνελήφθη δυο φορές για εκτύπωση παράνομων εντύπων. Από το 1912 άρχισε να χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο Κίροφ, είτε βασισμένος σε έναν Αιγύπτιο μάρτυρα του τρίτου αιώνα, είτε από τον Πέρση ηγεμόνα Κύρο. Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης τοποθετήθηκε επικεφαλής της Στρατιωτικής διοίκησης στο Αστραχάν, πολεμώντας στον εμφύλιο πόλεμο ως το 1920. Το 1919 σημειώθηκε στο Αστραχάν η σημαντικότερη στάση κατά των μπολσεβίκων πριν την εξέγερση της Κροστάνδης από τμήματα του Κόκκινου Στρατού, στάση την οποία αντιμετώπισε με αποφασιστικότητα ο Κίροφ.
Το 1921 ανέλαβε την καθοδήγηση της κομματικής οργάνωσης του Αζερμπαϊτζάν. Ο Κίροφ ήταν θερμός υποστηρικτής της πολιτικής του Στάλιν, και υπεραμύνθηκε της στροφής προς την ταχεία εκβιομηχάνιση και την κολλεκτιβοποίηση της αγροτικής παραγωγής. Κατά το 16ο συνέδριο του κόμματος το 1930 δήλωσε πως: “Η γενική γραμμή του κόμματος είναι να φέρει εις πέρας την πορεία της εκβιομηχάνισης της χώρας μας. Βασισμένοι στην εκβιομηχάνιση φέρνουμε σε πέρας τη μεταμόρφωση της γεωργίας μας. Δηλαδή συγκεντρωποιούμε και κολλεκτιβοποιούμε”. Ήδη από το 1926 είχε σταλεί στο Λένινγκραντ για να ανακτήσει τον έλεγχο της κομματικής οργάνωσηςη της πόλης, η οποία ήταν προπύργιο του Ζηνόβιεφ και της αριστερής αντιπολίτευσης, στην οποία ανήκε κι ο ως τότε γραμματέας Ευδοκίμοφ, που αργότερα εκτελέστηκε ως συνδεόμενος με τη δολοφονία του Κίροφ. Στη διάρκεια του 17ου συνεδρίου (αποκαλούμενου και “συνέδριο των νικητών”) το 1934, εξελέγη μέλος της Κεντρικής Επιτροπής με μόλις τρεις αρνητικές ψήφους, αναδεικνυόμενος στον εκλεγμένο με τις περισσότερες θετικές ψήφους εκείνου του συνεδρίου. Αν και ο Στάλιν τον κάλεσε στην πρωτεύουσα, ο ίδιος θεωρούσε ότι δεν είχε ακόμα ολοκληρωθεί η αποστολή του στο Λένινγκραντ.
Το νήμα της ζωής για εκείνον κόπηκε το απόγευμα της 1ης Δεκέμβρη 1934, όταν ένας πρώην εργαζόμενος του Ινστιτούτου Κομματικής ιστορίας και πρώην μέλος του κόμματος, ο νεαρός Λεονίντ Νικολάγιεφ, μπήκε κρυφά στην έδρα της κομματικής οργάνωσης στην πόλη και εκτέλεσε τον Κίροφ μπροστά στο γραφείο του με πυροβολισμούς. Ο Νικολάγιεφ είχε συλληφθεί αρκετές φορές για μικροαδικήματα, ήταν άνεργος και με σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Λέγεται πως είχε εξομολογηθεί σε φίλο του την επιθυμία να σκοτώσει τον επικεφαλής της κομματικής επιτροπής ελέγχου που ήταν υπεύθυνη για τη διαγραφή του, κάτι που ο εν λόγω φίλος είχε μεταφέρει στην NKVD. O Στάλιν εμφανίστηκε συγκλονισμένος από την είδηση της δολοφονίας, κατευθυνόμενος αμέσως στο σημείο του φόνου και διεξάγοντας προσωπικά την ανάκριση του Νικολάγιεφ που είχε συλληφθεί αμέσως μετά το έγκλημα, κι ο οποίος φαινόταν να βρίσκεται σε πνευματική σύγχυση. Στην κηδεία του Κίροφ, ο Στάλιν συμμετείχε προσωπικά στην περιφορά του φερέτρου του, ενώ επέβλεπε με κάθε λεπτομέρεια τις έρευνες σχετικά με τη δολοφονία. Ο Νικολάγιεφ δικάστηκε μόνος και με συνοπτικές διαδικασίες εκτελέστηκε στις 29 Δεκέμβρη 1934.
Η συνωμοσιολογία περί της εμπλοκής του ίδιου του σοβιετικού ηγέτη ξεκίνησε από το Νικήτα Χρουστσώφ στη λεγόμενη μυστική έκθεση στα πλαίσια του 20ου συνεδρίου του κόμματος. Ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι η δολοφονία οργανώθηκε από πράκτορες της NKVD, επικαλούμενος ότι οι πράκτορες που είχαν αναλάβει την προστασία του Κίροφ εκτελέστηκαν το 1937, για να “καλυφθούν τα ίχνη των οργανωτών της δολοφονίας”, υπονοώντας δηλαδή ότι τους έβγαλε από τη μέση ο Στάλιν για να μη μιλήσουν, κάτι που δεν εξηγεί γιατί αυτό έγινε τρία χρόνια μετά το περιστατικό, ενώ είχαν ήδη καταδικαστεί σε πολυετείς ποινές φυλάκισης, που ωστόσο δεν εξέτισαν. Η αστική αντικομμουνιστική ιστοριογραφία υιοθέτησε και εμπλούτισε ασμένως τις υπόνοιες Χρουστσώφ, εφευρίσκοντας “αντιπαλότητες” μεταξύ του “μετριοπαθούς” Κίροφ και του “άτεγκτου” Στάλιν ή παρουσιάζοντας το Σοβιετικό ηγέτη να “τρέμει” την αυξανόμενη δημοφιλία του Κίροφ.
Σε κάθε περίπτωση, τόσο η επιτροπή που έστησε ο Χρουστσώφ για τη διερεύνηση της δολοφονίας, όσο και η αντίστοιχη που συγκρότησε χρόνια αργότερα ο Γκορμπατσώφ, βασισμένες σε εκατοντάδες αρχειακά ντοκουμέντα και συνεντεύξεις με πρόσωπα εμπλεκόμενα με τον ένα ή άλλο τρόπο στην υπόθεση, κατέληξαν στο πόρισμα ότι ο Νικολάγιεφ έδρασε μόνος του.
Αν λοιπόν οι κατηγορίες περί ενορχήστρωσης της δολοφονίας από το Στάλιν είναι απλές συκοφαντίες, παραμένει το ερώτημα αν η δολοφονία ήταν απλώς η αφορμή που γύρευε ο Στάλιν για να εξαπολύσει “το κύμα τρόμου” κατά των αντιπάλων του. Κι εδώ όμως τα ιστορικά στοιχεία δεν επιτρέπουν βεβιασμένα συμπεράσματα. Σαφώς ήδη την ίδια μέρα της δολοφονίας εκδόθηκε αντιτρομοκρατική νομοθεσία, βάσει της οποίας οι κατηγορούμενοι για τρομοκρατία μπορούσαν να συλληφθούν και να καταδικαστούν σε θάνατο με συνοπτικές διαδικασίες, νομοθεσία που το 1937 επεκτάθηκε για να συμπεριλάβει και τις περιπτώσεις δολιοφθοράς και υποκίνησης σε στάση. Οι έρευνες για τη δολοφονία ωστόσο αρχικά περιορίστηκαν σε ένα κλειστό αριθμό ατόμων, κι ο αντιτρομοκρατικός νόμος βρήκε εφαρμογή σε 13 μόνο περιπτώσεις συνδεόμενες άμεσα με το φόνο. Ακόμα κι όταν άρχισε να εντάσσεται σε ένα ευρύτερο αφήγημα κατηγοριών προς την αντιπολίτευση, αυτό έγινε με όρους απόδοσης πολιτικών ευθυνών κι όχι άμεσης ποινικής συνέργειας. Έτσι κατά τη δεύτερη δίκη των Ζηνόβιεφ και Κάμενεφ το Γενάρη του 1935, καταδικάστηκαν σε φυλάκιση, κι όχι σε θάνατο, μόνο για τη “διευκόλυνση” της δολοφονίας καλλιεργώντας το πολιτικό έδαφος πάνω στο οποίο συνέβη. Όπως κι αν νοηματοδοτήθηκε εκ των υστέρων η δολοφονία, μια ματιά στο πότε αρχίζουν οι θανατικές καταδίκες κι εκτελέσεις, δείχνει ότι τα έτη 1935 και 1936 (η δολοφονία όπως είδαμε γίνεται στα τέλη του 1934), αυτές κυμαίνονται σε επίπεδα χαμηλότερα του 1934, και πολύ χαμηλότερα σε σχέση με εκείνες τις περιόδου 1937-1938, με τον αριθμό να επανέρχεται περίπου στα προηγούμενα επίπεδα το 1939.
Τα αίτια για την ενδιάμεση εκτόξευση εκφεύγουν του σκοπού του παρόντος σημειώματος. Εντελώς συνοπτικά και πάντα με επιφύλαξη μπροστά σε ένα πραγματικά τεράστιο θέμα, μπορεί να ειπωθεί ότι αποτελούν το αποτέλεσμα ενός κράματος ειλικρινούς φόβου της σοβιετικής ηγεσίας για συνωμοσίες στο στρατό μετά το ξέσπασμα της υπόθεσης Τουχατσέφσκι, και ανεξέλεγκτης πλέον κοινωνικής δυναμικής που είχε λάβει το φαινόμενο των εκκαθαρίσεων από τα κάτω, εντός κι εκτός κόμματος. Σε κάθε περίπτωση, μπορεί να καταρριφθεί ο ισχυρισμός ότι ο Στάλιν “σαν έτοιμος από καιρό” εκμεταλλεύτηκε τη δολοφονία του στενού του συνεργάτη για να ικανοποιήσει τα αιμοδιψή του ένστικτα και τις αρχομανείς του τάσεις.
Κλείνοντας, να πούμε δυο λόγια για την επιβίωση της μνήμης στην ΕΣΣΔ, η οποία τιμήθηκε με τη μετονομασία νομών, πόλεων, οδών, ακαδημιών κι εργοστασίων. Μετά τις ανατροπές, τα περισσότερα μετονομάστηκαν, μια ενδιαφέρουσα εξαίρεση αποτελούν ωστόσο τα μπαλέτα Κίροφ, γνωστά για τις εμφανίσεις τους ανά τον κόσμο, και στην Ελλάδα, που πράγματι φέρουν το όνομα του στενού συνεργάτη του Στάλιν. Προς τιμήν του ονομάζονται και τα Βραβεία Κίροφ, ένα από τα μεγαλύτερα γεγονότα των αγώνων ταχύτητας επί πάγου, που διεξάγεται στην ομώνυμη πόλη, η οποία διατήρησε και μετασοβιετικά τον τίτλο της.