Μη μιλάς πολύ
Τώρα αυτός ο άνθρωπος που μοιάζει λίγο με μένα, λίγο με σας, ζητάει ελευθερία του λόγου. Θέλει να μιλήσει αλλά του λένε:
-Σώπα!…
Από μέσα μου μου ‘ρχεται να του φωνάξω:
-Βρε μίλα!… Μίλα!… Μίλα!…
Αλλά τι θα πούμε, πώς θα μιλήσουμε; Πού είναι η γλώσσα μας;
Ένα πολύ ωραίο και διδακτικό διήγημα του τούρκου λογοτέχνη Αζίζ Νεσίν, για το πώς μαθαίνουμε από μικροί να σωπαίνουμε και να μένουμε απαθείς σε όσα συμβαίνουν.
Γεννήθηκε στα 1915. Στο σπίτι δεν μπορούσε να κλάψει. Αμέσως η μάνα του τον μάλωνε και του ‘λεγε:
-Σώπα!
Δεν μπορούσε να γελάσει, δε φώναζε. Ο πατέρας του τον μάλωνε και του φώναζε
-Σώπα!
Όταν ερχόταν μουσαφίρης, του ‘λεγαν:
-Είναι ντροπή, σώπα!
Κι αν δεν ήταν κανείς, του ‘λεγαν πάλι:
-Σώπα, να ξεκουραστεί το κεφάλι μου!
Αυτό συνεχίστηκε έτσι ώσπου να γίνει επτά χρονών.
Πήγε στο Δημοτικό. Όταν ήθελε να μιλήσει στο μάθημα, τον μάλωναν:
-Σώπα!
Όταν σηκωνόταν στο μάθημα, του ‘λεγε ο δάσκαλος:
-Να μη μιλάς πολύ, όταν σε ρωτούν κάτι!
Αυτό κράτησε ώσπου να γίνει δώδεκα χρονών.
Πήγε στο Σχολαρχείο. Σαν άνοιγε το στόμα, του ‘λεγαν:
-Μην ανακατώνεσαι σε κάθε κουβέντα.
Ο διευθυντής του σχολείου τον συμβούλευε:
-Εάν ο λόγος είναι άργυρος, η σιωπή είναι χρυσός.
Ο καθηγητής του είπε:
-Δυο φορές ν’ ακούς, μια φορά να μιλάς… Για κοίταξε, δύο αυτιά έχουμε, ένα στόμα.
-Σώπα!
-Κόψ’ τη φωνή σου!
-Μη μιλάς πολύ!…
Αυτό κράτησε ώσπου να γίνει δεκαπέντε χρονών.
Πήγε στο Λύκειο. Εδώ η πιο προσφιλής διδασκαλία ήταν:
-Η σιωπή είναι πιο καλή από τη φλυαρία.
-Μη μιλάς πολύ!
-Σώπα!…
-Κόψ’ τη φωνή σου!…
Αυτό κράτησε ώσπου να γίνει δεκαεννιά χρονών.
Πήγε στο Πανεπιστήμιο. Στο σπίτι τον συμβούλευαν:
-Δεν πρέπει να μιλούν κοντά στους μεγάλους.
Του έλεγε η μάνα του:
-Ο λόγος του μεγάλου, η σιωπή του μικρού!
Μια μέρα του είπε ο καθηγητής:
-Κράτα τη γλώσσα σου!…
Αυτό κράτησε ώσπου να γίνει 23 χρονών.
Πήγε στο στρατό. Ο δεκανέας του φώναξε:
-Βρε σώπα!…
Ο λοχίας τον μάλωσε:
-Να αφήσεις τις πολυλογίες!…
Τον κάλεσαν στο τμήμα. Του είπε ο αστυφύλακας:
-Μη μιλάς πολύ!…
Του είπε κι ο αστυνόμος:
-Βρε σώπα!…
Πήγε στη δουλειά. Οι συνάδελφοί του βάζοντας το δάχτυλο στα χείλη του ‘λεγαν:
-Σσσσς!…
-Αμάν τσιμουδιά… Αμάν σώπα, αμάν θα βάλεις το κεφάλι σου σε μπελά. Αμάν ααα…
Οι προϊστάμενοί του του ‘λεγαν:
-Εσύ να μη χώνεις τη μύτη σου παντού!…
-Εσύ δεν καταλαβαίνεις…
-Εσένα τι σε νοιάζει…
-Εσύ να σωπαίνεις…
Παντρεύτηκε. Η γυναίκα του του ‘λεγε:
-Αμάν σώπα… Εσύ να μην ανακατεύεσαι!…
Ύστερα έκαναν παιδιά, μεγάλωσαν. Του ‘λεγαν:
-Εσύ πατέρα, σώπα!… Δεν καταλαβαίνεις απ’ αυτές τις δουλειές…
Αυτός ο άνθρωπος είμαι λίγο εγώ, λίγο εσείς, λίγο όλοι μας. Στα παλιά χρόνια, οι γυναίκες τάιζαν στους άνδρες τους γαϊδουρινή γλώσσα, για να μη φλυαρούν, για να μην τους πολυμιλούν. Σύμφωνα μ’ αυτή τη δοξασία, όσοι έτρωγαν γαϊδουρινή γλώσσα, δεν έβγαινε η φωνή τους. Λογαριάστε ότι τάισαν και σε μας γαϊδουρινή γλώσσα. Για ψάξτε να δούμε, έχετε στο στόμα σας γλώσσα; Κατάπιαμε τη γλώσσα μας. Χώσαμε τη γλώσσα μέσα μας. Στόμα έχουμε, γλώσσα δεν έχουμε.
Τώρα αυτός ο άνθρωπος που μοιάζει λίγο με μένα, λίγο με σας, ζητάει ελευθερία του λόγου. Θέλει να μιλήσει αλλά του λένε:
-Σώπα!…
Από μέσα μου μου ‘ρχεται να του φωνάξω:
-Βρε μίλα!… Μίλα!… Μίλα!…
Αλλά τι θα πούμε, πώς θα μιλήσουμε; Πού είναι η γλώσσα μας;