Εμίλ Ζολά-Ο πρόδρομος της στρατευμένης τέχνης
Θεμελιωτής του νατουραλισμού στη λογοτεχνία, απεικόνισε τη ζωής της εργατικής τάξης αλλά και του κοινωνικού περιθωρίου. Επηρεασμένος από τον ουτοπικό σοσιαλισμό, αναδείχτηκε σε πρωταγωνιστή της υπεράσπισης του Εβραίου αξιωματικού Ντρέιφους, αντιμετωπίζοντας δικαστική δίωξη για την περίφημη επιστολή του “Κατηγορώ”.
Ο Εμίλ Ζολά ανήκε μαζί με τον Ονορέ Μπαλζάκ, το Βίκτωρ Ουγκώ και το Γκυστάβ Φλωμπέρ στους θεμελιωτές του σύγχρονου γαλλικού μυθιστορήματος. Γνωστός όχι μόνο για το πλούσιο συγγραφικό του έργο, το οποίο θεμελίωσε το ρεύμα του νατουραλισμού, αλλά και για τις πολιτικές του παρεμβάσεις, με αποκορύφωμα την υπόθεση Ντρέιφους.
Γεννήθηκε στις 2 Απρίλη 1840 στο Παρίσι, γιος ενός Ιταλού μηχανικού και Γαλλίδας μητέρας. Μεγάλωσε στην Προβηγκία όπου γνωρίστηκε ως συμμαθητής με τον Πωλ Σεζάν, μετέπειτα σημαντικό ιμπρεσιονιστή ζωγράφο. Απέτυχε στις εξετάσεις της Νομικής Σχολής κι έζησε κάποιο διάστημα άνεργος, μέχρι να προσληφθεί ως υπάλληλος σε εκδοτικό οίκο. Εκείνη την περίοδο συνέλεξε βιώματα από τη ζωή των φτωχώτερων στρωμάτων της πρωτεύουσας που αργότερα θα αποτελέσουν πυρήνα του έργου του. Το 1864 εμφανίζεται το πρώτο του έργο, τα “Παραμύθια στη Νινόν”. Η δημοσίευση της αυτοβιογραφικής νουβέλλας “Η εξομολόγηση του Κλαυδίου”, του επιτρέπει να ζήσει ως συγγραφέας και δημοσιογράφος.
Με το μυθιστόρημά του “Τερέζ Ρακέν” το 1868 θέτει τις βάσεις του νατουραλιστικού ρεύματος, μιας μετεξέλιξης του ρεαλισμού στη λογοτεχνία, που εστιάζει στη ζωή των πιο περιθωριοποιημένων και αδικημένων τμημάτων της κοινωνίας, αποδίδει με λεπτομέρειες την πραγματικότητα, κυρίως στις πιο σκοτεινές της όψεις, και παρουσιάζει τους ήρωες ως έρμαια ενστικτωδών παρορμήσεων, άσχημων κοινωνικών συνθηκών, κληρονομικών τάσεων και ατυχών συγκυριών. Χάρη στα άρθρα και τα μυθιστορήματά του, συμβάλλει στην εξάπλωση του ρεύματος αυτού σε όλη την Ευρώπη, ενώ και στην Ελλάδα ο νατουραλισμός επηρεάζει σημαίνοντες λογοτέχνες, ιδιαίτερα τον Ανδρέα Καρκαβίτσα.
Δυο χρόνια μετά ο Ζολά παντρεύεται τη Γκαμπριέλ Μελέ ενώ παράλληλα ξεκινά το μυθιστορηματικό του κύκλο “Οι Ρουγκόν-Μακάρ”, αποτελούμενο από 20 συνολικά έργα, τα οποία αποτυπώνουν στα πλαίσια του αφηγηματικού μικρόκοσμου πτυχές της γαλλικής κοινωνίας του τελευταίου τρίτου του 19ου αιώνα. Βασισμένος σε δαρβινιστικές και ντετερμινιστικές θεωρίες περί περιβάλλοντος και κληρονομικότητας, εξιστορεί την πορεία παρακμής μιας οικογένειας. Η επιτυχία των μυθιστορημάτων του του επιτρέπει την αγορά ενός εξοχικού στο Μεντάν, που γίνεται σημείο συνάντησης συγγραφέων.
Μεγάλη αίσθηση προκαλεί το μυθιστόρημα “Νανά” (1880), που αφηγείται τη ζωή μιας εταίρας. Το βιβλίο ξεσήκωσε σκάνδαλο καθώς κατηγορήθηκε από συντηρητικούς κύκλους ως πορνογραφικό, ο Ζολά ωστόσο αντιμετώπισε το σχετικό θόρυβο μάλλον με ικανοποίηση, θεωρώντας πως αποτελούσε την καλύτερη διαφήμιση για το έργο του. Στόχος του έργου είναι να καταδείξει συμβολικά τη σήψη και τη διάβρωση της Δεύτερης Γαλλικής Δημοκρατίας.
Με το δοκίμιό του “Το πειραματικό μυθιστόρημα”, εκθέτει το λογοτεχνικό του μανιφέστο. Θεωρεί πως στόχος της λογοτεχνίας είναι να εισχωρήσει σε τομείς της ανθρώπινης ζωής που η επιστήμη δεν έχει ακόμα φωτίσει και να συμβάλει στη βελτίωση της κοινωνίας μέσω της αποκάλυψης των παθογενειών της, κάτι που μπορεί να γίνει μόνο αν η τέχνη βρίσκεται όσο εγγύτερα γίνεται στην πραγματικότητα.
Εξίσου επιτυχημένος είναι και ο τόμος, από τον κύκλο “Ρουγκόν-Μακάρ” πάντα, με τον τίτλο “Ζερμινάλ” (1885), το οποίο απεικονίζει πιστά τις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας ενός από τα πιο βασανισμένα τμήματα του γαλλικού προλεταριάτου, των ανθρακωρύχων. Διαδραματίζεται τα χρόνια 1866-67, κι αφηγείται κυρίως την απεργία των ανθρωκωρύχων σε μια περιοχή στα σύνορα με το Βέλγιο. O Ζολά δεν υπήρξε μαρξιστής, είχε ωστόσο επηρεαστεί από τις ιδέες του ουτοπικού σοσιαλισμού και ιδίως του Σαρλ Φουριέ.
Το 1888 ξεκινά ο δεσμός του με την κατά πολλά χρόνια νεαρότερή του πλύστρα Ζαν Ροζερό, με την οποία απέκτησε δυο παιδιά. Το 1898 ολοκληρώνεται ο τελευταίος του μυθιστορηματικός κύκλος, η τριλογία “Οι τρεις πόλεις”.
Στις 18 Ιούλη 1898 καταδικάζεται σε ένα χρόνο φυλάκισης και πρόστιμο 3.000 φράγκων, για την ανοιχτή του επιστολή στο Γάλλο πρόεδρο με τον τίτλο “Κατηγορώ” (J’accuse). Eκεί κατήγγειλε αξιωματικούς του γαλλικού στρατού, αλλά και τον ίδιο τον Υπουργό Πολέμου, για την ψευδή κατηγορία του Άλφρεντ Ντρέιφους, αξιωματικού εβραϊκής καταγωγής για διάδοση στρατιωτικών μυστικών στους Γερμανούς. Ο δικηγός και οι φίλοι του τον πείθουν να διαφύγει από τη Γαλλία, κι όντως καταφεύγει στο Λονδίνο για ένα χρόνο. Επιστρέφει στο Παρίσι κατά την αναψηλάφηση της δίκης του Ντρέιφους το 1899. Η επίσημη αποκατάσταση του Ντρέιφους το 1906, μετά το θάνατο του Ζολά, δύσκολα θα νοούνταν δίχως την καίρια παρέμβαση του συγγραφέα.
Ο ίδιος έφυγε από τη ζωή στις 29 Σεπτέμβρη 1902 από δηλητηρίαση μονοξειδίου του άνθρακα, που προκλήθηκε από το αναμμένο τζάκι λόγω ελαττωματικού εξαερισμού. Τέσσερα χρόνια μετά τα λείψανά του εναποτέθηκαν στο Πάνθεον των Παρισίων, όπου αναπαύονται κι άλλες σημαντικές προσωπικότητες της Γαλλίας.