Μιλτιάδης Έβερτ- Ο “μπουλντόζας” της λαϊκής δεξιάς
Το μήλο του Μ. Έβερτ έπεσε κάτω από τη μηλιά του πατέρα του, Άγγελου, του αξιωματικού που διέταξε “πυρ” στη διαδήλωση των Δεκεμβριανών, θεωρώντας πως ο πατέρας του δικαιώθηκε από την ιστορία…
Το προσωνύμιο “μπουλντόζας” του Μιλτιάδη Έβερτ έδειχνε αφενός την ένταξή του στη λεγόμενη “λαϊκή δεξιά”, που έκανε ένα μέτωπο “εσωτερικής αντιπολίτευσης” στο “νεοφιλελεύθερο” Μητσοτάκη, αφετέρου στον, θεωρητικά τουλάχιστον, ορμητικό χαρακτήρα του, έχοντας παρόλαυτα και μια έμμεση αναφορά στο εκτόπισμά του -όχι μόνο το πολιτικό.
Γεννήθηκε σαν σήμερα το 1939 στην Αθήνα κι ήταν γιος του Άγγελου Έβερτ, διοικητή της Αστυνομίας Πόλεων στη διάρκεια της κατοχής και των Δεκεμβριανών, που έδωσε κατόπιν εντολής του Γεωργίου Παπανδρέου τη διαταγή στους αστυνομικούς να ρίξουν στο ψαχνό στη μεγάλη ειρηνική διαδήλωση του ΕΑΜ στις 3ης Δεκέμβρη 1944. Έχει καταγραφεί μάλιστα η μαρτυρία του σε ιστορικό ντοκυμανταίρ της τηλεόρασης, όπου με μια δόση επιτηδευμένης συγκίνησης αναφωνεί κάτι σαν “πατέρα, είχες δίκιο”, θεωρώντας αυθαίρετα πως η κατάληξη και η ήττα των επαναστάσεων του 20ου αιώνα δικαίωναν συνολικά τη στάση ζωής αλλά και τα εγκλήματα που βάραιναν τον πατέρα του. Το γεγονός πως βγήκε τόσο ανοιχτά να μιλήσει υπέρ του γονιού του και της εμφυλιοπολεμικής εκδοχής της δεξιάς ήταν σημείο των καιρών, μετά την επικράτηση της αντεπανάστασης, που έκανε τους λαϊκούς δεξιούς να βγουν πιο θαρρετά απ’ το καβούκι στο οποίο υποτίθεται τους είχει κλείσει η περιβόητη “ιδεολογική ηγεμονία της αριστεράς”.
Όπως φαίνεται κι από το επίθετό του, είχε γερμανική καταγωγή, την οποία έλκυε από τους Βαυαρούς ακολούθους του Όθωνα. Σπούδασε στην ΑΣΟΕΕ και για χρόνια εργάστηκε ως διευθυντικό στέλεχος σε μεγάλες επιχειρήσεις και τράπεζες. Ξεκίνησε την πολιτική του σταδιοδρομία ως στέλεχος της νεολαίας της ΕΡΕ (ΕΡΕΝ), ενώ τέθηκε υπό κατ’ οίκον περιορισμό στη διάρκεια της δικτατορίας. Αναφέρεται ως ιδρυτικό στέλεχος της ΝΔ, παρότι η τελευταία ήταν ένα σαφώς προσωποπαγές “καραμανλικό” κόμμα, σε κάθε περίπτωση ήταν στενός συνεργάτης του τότε αρχηγού του κόμματος. Από τις πρώτες εκλογές της μεταπολίτευσης το 1974 ως και την αποχώρησή του από την πολιτική το 2009 εκλεγόταν διαρκώς βουλευτής στην Α’ Αθηνών, συχνά μάλιστα βγαίνοντας πρώτος σε σταυρούς προτίμησης. Μπορείτε να δείτε σχετικά ένα βίντεο μετά τις εκλογές του ’90 και τη νίκη του Κ. Μητσοτάκη, όπου υποτίθεται πως τον διακατείχε μετριοφροσύνη και αρνήθηκε να δώσει αξία στη δική του πρωτιά μπροστά στη νίκη του κόμματος, κάτι που θυμίζει ωστόσο τις υποκριτικές δηλώσεις κάποιων αθλητών που δηλώνουν μετά από μια νίκη ότι “σημασία δεν έχει πόσους πόντους/γκολ πέτυχα εγώ, αλλά να κερδίζει η ομάδα”.
Το ’89-’90 εμφανίστηκε στο πλευρό του Μητσοτάκη και σ’ ένα προεκλογικό σποτ όπου είναι ζήτημα αν η κιτς αισθητική του υπερβαίνει τα ψέμματα του περιεχομένου, υποσχόμενος “πολλές δουλειές (βασικά δούλεμα) για όλους”. Διατηρούσε ωστόσο τυπικές σχέσεις με το Μητσοτάκη και δεν έχανε ευκαιρία να υπονομεύει την ηγετική θέση του τελευταίου μέσα στο κόμμα, για να τον διαδεχθεί τελικά τον Οκτώβρη του 1993, μετά την εκλογική ήττα της ΝΔ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της υπονόμευσης υπήρξε η παρουσία του ως μάρτυρας υπεράσπισης του Γιάννη Αλαφούζου για λαθρεμπορία, παρά την ανοιχτή αντιπαράθεση του Μητσοτάκη με τον επιχειρηματία. Το γεγονός αυτό αντικατοπτρίζει τις συγκρούσεις διαφόρων πολιτικών κι επιχειρηματικών συμφερόντων, όχι μόνο στο πλαίσιο του δικομματισμού, αλλά πολλές φορές κι εντός του ίδιου κόμματος.
Παρέμεινε στην ηγεσία της ΝΔ για 4 χρόνια, αλλά έχασε τις εκλογές του ’96 από το Πασόκ του Σημίτη, όπου ο δικομματισμός για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια έπεφτε αθροιστικά κάτω από το 80%. Το 1997 παρέδωσε τη σκυτάλη στον Κώστα Καραμανλή, όντως από τους λίγους επικεφαλής της ΝΔ που δε γεύτηκαν τη γλύκα της πρωθυπουργικής καρέκλας, μολονότι είχε μάλλον κερδίσει τις εντυπώσεις στο προεκλογικό ντιμπέιτ, έναντι του άχρωμου και όχι και τόσο δεινού ρήτορα Σημίτη, (γνωστού κι ως Τάπερμαν από τις εκπομπές της Μαλβίνας).
Ένα άλλο χαρακτηριστικό στιγμιότυπο της προεκλογικής περιόδου ήταν σε προεκλογική συγκέντρωση στην Καρδίτσα, όπου απαντώντας ενθουσιασμένος στα συνθήματα και τον παλμό του κοινού που τον επευφημούσε (Έ-βερτ, Έ-βερτ), άρχισε να φωνάζει ρυθμικά από το μικρόφωνο “Καρ-δί-τσα, Καρ-δί-τσα”.
Το πιο σημαντικό γεγονός ωστόσο με το οποίο συνδέθηκε η στρατιωτική του σταδιοδρομία ήταν στη διάρκεια της δημαρχίας του την τριετία 1986-89, όταν ιδρύθηκε ο δημοτικός ραδιοφωνικός σταθμός 9,84, ο οποίος ουσιαστικά άνοιξε το δρόμο στην απελευθέρωση των συχνοτήτων (διάβαζε το χάρισμά τους στους ιδιώτες) κι έτσι θεωρήθηκε πρωτοπόρος, όχι μόνο για τους δημοσιογράφους που ανέδειξε -και κάποιοι μας ταλαιπωρούν μέχρι σήμερα-, αλλά κυρίως για τις πολιτικές και επιχειρηματικές προεκτάσεις αυτής της κίνησης.
Στα θετικά μπορεί να του πιστωθεί η επίδειξη πολιτικού πολιτισμού κατά το θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου, όταν ως πρόεδρος της ΝΔ ζήτησε από τα στελέχη του κόμματός του που βρίσκονταν στην αίθουσα για την Εθνική Συνδιάσκεψη του κόμματος να σηκωθούν όρθιοι και να τηρήσουν ενός λεπτού σιγή, σε αντίθεση με άλλους “λαϊκούς δεξιούς”, που δεν πτοήθηκαν από τη μέρα και τη συγκυρία για να αλλάξουν το ύφος τους, όπως πχ ο Γιώργος Καρατζαφέρης.
Μετά την απόσυρσή του από τον πολιτικό στίβο εξέδωσε βιβλίο με τον καλτ τίτλο “Ειρηνική επανάσταση για τη νέα εποχή”. Εζησε σχεδόν ως τα 72 του χρόνια, καθώς έφυγε από τη ζωή στις 9 Φλεβάρη 2011, μετά από νοσηλεία στο Ιπποκράτειο εξαιτίας σοβαρών προβλημάτων υγείας.