Η Πολιτιστική Επανάσταση του Μάο-Σωστά ερωτήματα, αμφισβητούμενες απαντήσεις
Σαφώς τα ζητήματα στα οποία καλούνταν να απαντήσει η πολιτιστική επανάσταση ήταν υπαρκτά, αλλά και διαχρονικά επίκαιρα σε κάθε μελλοντική απόπειρα σοσιαλιστικής οικοδόμησης Εκ του αποτελέσματος, η ΠΕ κατέληξε σε αυτό που είχε ταχθεί να καταπολεμήσει, την ενίσχυση δηλαδή των δεξιών στοιχείων εντός ΚΚΚ, προετοιμάζοντας το έδαφος που επέτρεψε τη στροφή σε καπιταλιστικές λογικές επίσημα το 1978.
Σαν σήμερα το 1966 ξεκινάει με το σχετικό σύνθημα του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚ Κίνας η λεγόμενη “Μεγάλη Προλεταριακή Πολιτιστική Επανάσταση”, η οποία με εξάρσεις και υφέσεις κράτησε ως το θάνατο του Μάο Τσε-Τουνγκ το 1976. Η θέση του Μάο είχε κλονιστεί μετά τα αρνητικά οικονομικά αποτελέσματα του λεγόμενου “Μεγάλου άλματος προς τα εμπρός” του 1958-1960, ενώ παράλληλα θεωρούσε πως το κόμμα είχε καταληφθεί από αναθεωρητικά στοιχεία που έστρεφαν τη χώρα σε λάθος κατεύθυνση. Στηριζόμενος στους εσωκομματικούς του συμμάχους, όπως τη σύζυγό του Γιανγκ-Κίνγκ και τον υπουργό Άμυνας Λιν Μπιάο, ξεκίνησε μια εκστρατεία με διακηρυγμένο στόχο να αποκαθαρεί το κόμμα από αντεπαναστατικά στοιχεία.
Το ιδιαίτερο στοιχείο στην πολιτιστική επανάσταση είναι πως για πρώτη φορά στην ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος, ο ο ίδιος ο ηγέτης ενός ΚΚ, και δη στην εξουσία, αμφισβητούσε τη νομιμότητα της εξουσίας του κόμματος, κινητοποιώντας πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις υπονόμευσης του ίδιου του βασικού φορέα εξουσίας της χώρας. Στην αντίληψη που προωθούσε η ομάδα πέριξ του Μάο, ο ταξικός εχθρός εντοπιζόταν εντός της κομματικής γραφειοκρατίας, καθώς θεωρητικά πλέον είχε εξαλειφθεί η ατομική ιδιοκτησία, άρα ο αγώνας δεν κινούνταν πια τόσο σε επίπεδο βάσης, όσο σε εκείνη του εποικοδομήματος, καθιστώντας αναγκαία την πολιτιστική επανάσταση που θα εμφυσούσε προλεταριακή κι επαναστατική συνείδηση στα ύποπτα ή αμφιταλαντευόμενα στοιχεία, αντίληψη που υποκρύπτει βολοντοριστικά και ιδεαλιστικά στοιχεία.
Σαφώς τα ζητήματα στα οποία καλούνταν να απαντήσει η πολιτιστική επανάσταση ήταν υπαρκτά, αλλά και διαχρονικά επίκαιρα σε κάθε μελλοντική απόπειρα σοσιαλιστικής οικοδόμησης, ακόμα και σε συνθήκες πολύ διαφορετικές από εκείνες της μαοϊκής Κίνας. Αυτά αφορούν την άρση του διαχωρισμού πνευματικής και χειρωνακτικής εργασίας, ή αλλιώς διευθυντικής κι εκτελεστικής εργασίας, η οποία κατά την ΠΕ θα αντιμετωπιζόταν με το λεγόμενο σχήμα της “διπλής συμμετοχής” (των εργατών στη διεύθυνση και των διευθυντών στην παραγωγή), αλλά και το κρίσιμο πρόβλημα της ιστορικά πολλαπλά αποδεδειγμένης δυνατότητας ανάπτυξης αντεπαναστατικών τάσεων στα ίδια τα ΚΚ. Εκ του αποτελέσματος, η ΠΕ κατέληξε σε αυτό που είχε ταχθεί να καταπολεμήσει, την ενίσχυση δηλαδή των δεξιών στοιχείων εντός ΚΚΚ, προετοιμάζοντας το έδαφος που επέτρεψε τη στροφή σε καπιταλιστικές λογικές, η οποία επήλθε επίσημα το 1978. Η αποτίμηση του περιεχομένου της πολιτιστικής επανάστασης σαφώς στηρίζεται και στην αξιολόγηση του ίδιου του χαρακτήρα της κινεζικής επανάστασης, που είναι ζήτημα αν μπορεί να νοηθεί πρωτίστως ως σοσιαλιστική ή εθνικοαπελευθερωτική, με έντονη διατήρηση μικροαστικών στοιχείων.
Πρώτος σταθμός στη διάδοση της πολιτιστικής επανάστασης υπήρξε η ανάρτηση μιας εντοίχιας εφημερίδας (νταζιμπάο) στο πανεπιστήμιο του Πεκίνου, με πρωτοβουλία της Νιέ Γιουανζί, σύζυγος υψηλόβαθμου κομματικού στελέχους και λέκτορας φιλοσοφίας. Στο νταζιμπάο κατηγορούνταν η κομματική οργάνωση του πανεπιστήμιου για “ανάσχεση του επαναστατικού ζήλου” σε μια “σκοτεινή” απόπειρα υπονόμευσης του κόμματος προς όφελος αναθεωρητικών θέσεων. Η έγκριση του Μάο στη συγκεκριμένη ενέργεια είχε ως αποτέλεσμα το κίνημα να εξαπλωθεί σε όλα τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας, με μαθητές και φοιτητές να ξεσηκώνονται κατά των κομματικών οργανώσεων. Τα μαθήματα σε σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στο Πεκίνο άρχισαν να ακυρώνονται, με την αναστολή λειτουργίας των σχολείων να εκτείνεται στις 13 Ιούνη σε όλη τη χώρα. Τα περισσότερα σχολεία άρχισαν σύντομα να ξαναλειτουργούν, αλλά τα πανεπιστήμια παρέμειναν κλειστά ως το 1970, συχνότερα δε ως το 1972.
Το πλήγμα στην ανώτατη εκπαίδευση και συνακόλουθα στην επιστημονική και τεχνική εξέλιξη της χώρα ήταν πολύ μεγάλο, παρότι στον αντίποδα παρατηρήθηκαν τάσεις εξάπλωσης της στοιχειώδους και μέσης εκπαίδευσης στην ύπαιθρο, κάτι που μείωσε δραματικά τον αναλφαβητισμό και σύμφωνα με κάποιες αναλύσεις διευκόλυνε την οικονομική ανάπτυξη που σημειώθηκε τις αμέσως επόμενες δεκαετίες, χάρη στην άνοδο του μορφωτικού επιπέδου σε απόλυτους αριθμούς, αλλά και τη μεταφορά της οικονομικής δραστηριότητας από τις πόλεις στην ύπαιθρο, με βραχυπρόθεσμα ωστόσο αρνητικά αποτελέσματα. Ταυτόχρονα πρέπει να σημειωθεί πως τα χρόνια υποχρεωτικής φοίτησης μειώθηκαν, ενώ και το επίπεδο διδασκαλίας ήταν χαμηλό. Εξάλλου τα ίδια τα κείμενα του ΚΚΚ εκείνη την εποχή κάνουν λόγο για την ανάγκη “να απλοποιηθεί” το εκπαιδευτικό υλικό, απλοποίηση που εκφράζεται και στα συνθήματα της εποχής, τα οποία σε κάποιες περιπτώσεις μπορούν να χαρακτηριστούν έως και απλουστευτικά, όπως το “Κάτω οι ειδικοί”, το οποίο στην πράξη μεταφράστηκε με την μαζική αποστολή διανοουμένων κι ακαδημαϊκών (στους οποίους έφτασαν να περιλαμβάνονται κάποια στιγμή ακόμα και οι πρόσφατοι απόφοιτοι μέσης εκπαίδευσης) σε ορυζώνες και γενικότερα αγροκτήματα της υπαίθρου, ενώ παράλληλες προσπάθειες ανόδου του γνωστικού επιπέδου αγροτών κι εργατών, όπως με την ίδρυση των εργατικών πανεπιστημίων στη Σαγκάη, δεν κατόρθωσαν να αναπληρώσουν το τεχνικοεπιστημονικό κενό που δημιουργήθηκε. Επήλθε λοιπόν εκ των πραγμάτων η ταύτιση του ταξικού χαρακτήρα της γνώσης με την ίδια την απαξίωση του επιστημονικού κεκτημένου, σε πλήρη αντίθεση με την υπόδειξη του Λένιν για την αφομοίωση όλου του πνευματικού πλούτου των ταξικών κοινωνιών και την περαιτέρω, δημιουργική του ανάπτυξη.
Τον Ιούλη του 1966 ο 72χρονος τότε Μάο ενίσχυσε προπαγανδιστικά το προσωπικό του προφίλ, κολυμπώντας στον ποταμό Γιανγκτσε, για να δείξει την ετοιμότητα του μπροστά στις νέες προκλήσεις. Απαντώντας σε επιστολή Ερυθροφρουρών τον ίδιο μήνα, δημοσίευσε το δικό του νταζιμπάο με τίτλο “Βομβαρδίστε τα επιτελεία”, που ερμηνεύθηκε πρωτίστως ως ευθεία βολή κατά των εσωκομματικών του αντιπάλων Λίου Σαόκι και Ντεγκ Ζιαπίνγκ, οι οποίοι, αν και παρέμειναν μέλη του ΠΓ, έχαναν διαρκώς σε επιρροή.
Η επισημοποίηση της ΠΕ ήρθε με απόφαση της ΚΕ (απαράλλαχτης από το 1956) στις 8 Αυγούστου 1966, που έμεινε γνωστή ως τα “16 σημεία”, καθιστώντας ένα ως τότε κατά βάση φοιτητικό και μαθητικό κίνημα, σε πανεθνική εκστρατεία, με συμμάχους τους στρατιώτες, του αγρότες, τους εργάτες και τα χαμηλόβαθμα κομματικά μέλη. Λίγες μέρες αργότερα, 1 εκ. Ερυθροφρουροί απ’ όλη τη χώρα συγκεντρώθηκαν στην πλατεία Τιεν Αν Μεν για να ακούσουν το Μάο και το Λιν Μπιάο, που καλούσε καταστροφή των παλιών ηθών, εθίμων, συνηθειών και ιδεών, ενώ ακολούθησαν κι άλλες μαζικές συγκεντρώσεις την ίδια χρονιά, πιστοποιώντας τη μαζική απήχηση που είχε σε τμήματα του πληθυσμού η ΠΕ.
Βασικοί σύμμαχοι του Μάο σε κοινωνικό επίπεδο ήταν οι Ερυθροφρουροί, εξωκομματικές φοιτητικές οργανώσεις, αποτελούμενες κυρίως από όσους δεν ανήκαν στις λεγόμενες “κόκκινες κατηγορίες” (οικογένειες εργατών, φτωχών αγροτών, πεσόντων επαναστατών, στρατιωτικών και κομματικών/κρατικών αξιωματούχων), καθώς και οι λεγόμενοι εργάτες-αγρότες. Οι τελευταίοι ήταν ένα μικτό στρώμα εσωτερικών μεταναστών τέως αγροτών (ή αγροτών που επέστρεφαν μόνο εποχικά στην ύπαιθρο) που προτιμούνταν συχνά λόγω των χαμηλών αμοιβών τους ως ανειδίκευτοι έναντι των άλλων εργατών, γεγονός που προκαλούσε κοινωνικές τριβές.
Οι Ερυθροφρουροί, με το “Μικρό Κόκκινο Βιβλίο” που περιείχε ρήσεις του Μάο ανά χείρας, επιδόθηκαν σε μια εκστρατεία αναμόρφωσης σύμφωνα με αυτό που αντιλαμβάνονταν ως επαναστατικό πνεύμα, κάτι που μεταξύ άλλων είχε κι ως αποτέλεσμα καταστροφή ιστορικών μνημείων στο όνομα της εκρίζωσης του κομφουκιανισμού και του βουδισμού. Παρότι τα “16 σημεία” σύστηναν τη δύναμη του λόγου και όχι τη βία ως όπλο, περιστατικά ξυλοδαρμών ή και φόνων δεν ήταν ασυνήθιστα, κυρίως αφότου ομάδες ερυθροφρουρών άρχισαν να κατάσχουν όπλα από το στρατό στα 1967. Η άνοδος φατριαστικής βίας μεταξύ αντιμαχόμενων ομάδων εθνοφρουρών είχε ως αποτέλεσμα την έκδοση διαταγής της Γιανγκ-Κινγκ να απέχουν “από μη υγιείς δραστηριότητες”, παράλληλα ωστόσο ενθαρρύνονταν να λάβουν, αν ήταν απαραίτητο, τη θέση του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού, ο οποίος κρίνονταν ύποπτος για αντεπαναστατικές παρεκκλήσεις. Η χώρα ουσιαστικά είχε βυθιστεί σε ένα είδος εμφυλίου, καθώς ερυθροφρουροί πιστοί στο Μάο αντιμάχονταν άλλους ερυθροφρουρούς προσκείμενους στους αντιπάλους του. Η κατάσταση αναρχίας στο στράτευμα τερματίστηκε ωστόσο τον Ιούλη του 1968, καθώς μονάδες του στρατού στάλθηκαν εναντίον ανεξέλεγκτων Ερυθροφρουρών σε διάφορα σημεία της χώρας. Έχει υποστηριχθεί πάντως πως εν μέρει ωφελημένοι από αυτή την επιχείρηση ανάσχεσης των ερυθροφρουρών, υπήρξαν και αρκετοί αντεπαναστάτες, που μάλιστα ζήτησαν και πέτυχαν την αποκατατάστασή τους. Σε κάθε περίπτωση, έχοντας επιτελέσει το ρόλο τους στην εκκαθάριση των εσωκομματικών αντιπάλων του Μάο και τη γενικότερη προώθηση της ατζέντας του, οι Ερυθροφρουροί διαλύθηκαν ένα χρόνο αργότερα.
Το μέγεθος των αλλαγών στο κόμμα φάνηκε στο ένατο συνέδριο του ΚΚΚ τον Απρίλη του 1969, ημερομηνία που συχνά θεωρείται από κάποιους το τέλος της Πολιτιστικής Επανάστασης, μολονότι σε αποκλιμακούμενη μορφή συνεχίστηκε όπως είπαμε ως το 1976. Στο συνέδριο ο Λιν Μπιάο αναδείχθηκε σε διάδοχο του Μάο, η εσωκομματική διαπάλη ωστόσο συνεχιζόταν, εκφραζόμενη κυρίως ως διάσταση μεταξύ του “πολιτικού” και “στρατιωτικού” κομματιού της ηγεσίας, με την τελευταία να βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Μπιάο. Το 1971 ο Λιν Λουγκουό, γιος του Μπιάο, επιχείρησε να σχεδιάσει πραξικόπημα με βάση την Σαγκάη, ενώ είναι άγνωστος ο βαθμός εμπλοκής ή γνώσης του πατέρα του στην υπόθεση. Σε κάθε περίπτωση, τουλάχιστον σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή, η οποία από τους αντιπάλους του Μάο αμφισβητήθηκε έντονα, ο Μπιάο, ο Λιγκουό και η μητέρα του σκοτώθηκαν στη Μογγολία όταν κατέπεσε το αεροσκάφος που θα τους μετέφερε στην ΕΣΣΔ όπου κατά τα φαινόμενα σκόπευαν να ζητήσουν πολιτικό άσυλο. Είναι δύσκολο να εξακριβωθεί τι ακριβώς συνέβη στον Μπιάο, σε κάθε περίπτωση ξέσπασε πολιτική κρίση, η οποία φαίνεται πως επηρέασε και συναισθηματικά τον ηλικιωμένο και εύθραυστο ήδη στην υγεία του Κινέζο ηγέτη, που βρισκόταν πλέον χωρίς διάδοχο.
Από το Σεπτέμβρη του 1972 άρχισε να προωθείται σε υψηλά κομματικά αξιώματα ένα νεαρό στέλεχος, πρώην εργάτης με αγροτική καταγωγή από τη Σαγκάη, ο Γουάνγκ Χονγκουέν. Ο ίδιος σχημάτισε συμμαχία με τη σύζυγο του Μάο και τους Ζαγνκ Τσουνκιάο και Γιάο Βενιουάν, που από τους αντιπάλους τους βαφτίστηκαν η “συμμορία των τεσσάρων”. Από το 1973 με την οικονομία σε κακή κατάσταση και την κατάσταση της υγείας του θεωρούμενου “μετριοπαθή” πρωθυπουργού Τσου εν Λάι να επιδεινώνεται, επέστρεψε στην κεντρική πολιτική σκηνή ο επί χρόνια σε δυσμένεια Ντενγκ Ζιαοπίνγκ, ως αντιπρόεδρος με την έγκριση του Μάο, συσσωρεύοντας διαρκώς αξιώματα στο πρόσωπό του. Κύριοι αντίπαλοι του ήταν η ομάδα των τεσσάρων, που πράγματι κατόρθωσαν να υποσκελίσουν προσωρινά την επιρροή του, πείθοντας το Μάο να τον εξαναγκάσει σε δημόσια αυτοκριτική για τις δεξιές του θέσεις. Ο ίδιος ο Κινέζος ηγέτης πάντως, μετά το θάνατο του Τσου Εν Λάι το 1975 διόρισε ένα άσημο στέλεχος ως διάδοχό του στην πρωθυπουργία, πιθανώς ως μια κίνηση ισορροπίας μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών Ντενγκ και τεσσάρων. Ο θάνατος του Μάο σήμανε το τέλος της ισχύος της ομάδας των “τεσσάρων” , που συνελήφθησαν από το στρατό στις 10 Οκτώβρη 1976. Ο δρόμος της ανόδου του Ντεγνκ στην εξουσία ήταν πλέον ορθάνοιχτος, κι οι προϋποθέσεις που κατέστησαν εφικτή την εύκολη επικράτηση της πολιτικής του είχαν ήδη δημιουργηθεί τα χρόνια που προηγήθηκαν.