Ιωάννης Παύλος Β’ – Ο πάπας του αντικομμουνισμού
Ο πρώτος μη Ιταλός πάπας μετά από σχεδόν μισό αιώνα και πιο πολυταξιδεμένος ηγέτης της Αγίας Έδρας της ιστορίας, παρά το διαλλακτικό προφίλ που προέβαλε στα διεθνή ζητήματα, υπήρξε ενεργότατος παράγοντας στην ανατροπή του σοσιαλισμού στην πατρίδα του Πολωνία αλλά και ευρύτερα.
Ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’, κατά κόσμον Κάρολος Ιωσήφ Βοϋτίλα, υπήρξε αναμφίβολα ο πάπας με τη μεγαλύτερη επιρροή κατά τον περασμένο αιώνα, εξάλλου η θητεία του επί 25 έτη στον παπικό θρόνο υπήρξε η μεγαλύτερη στην ιστορία. Εκατομμύρια καθολικοί εξακολουθούν να συντηρούν με θέρμη την ανάμνηση του αγιοποιημένου από το 2014 πάπα, ενώ στην πατρίδα του την Πολωνία, θεωρείται επισήμως αλλά και από σημαντικό κομμάτι του πληθυσμού κάτι σαν εθνικός ήρωας, εξαιτίας και του ρόλου του στις ανατροπές του 1989, ρόλο που του αναγνωρίζουν με θαυμασμό και οι μη καθολικοί υποστηρικτές του.
Ο Βοϊτίλα γεννήθηκε σαν σήμερα το 1920 στο Βαντοβίτσε της Πολωνίας,σε μια πόλη κοντά στο Άουσβιτς με 20% εβραϊκό πληθυσμό, όπου ωστόσο κατά τα φαινόμενα οι Εβραίοι αντιμετώπιζαν λιγότερο αντισημιτισμό απ’ό,τι σε άλλες καθολικές κοινότητες, ο ίδιος ο μετέπειτα ποντίφηκας στα παιδικά του χρόνια έκανε παρέα με τον γιο του τοπικού ραββίνου. Ο πατέρας του ήταν αξιωματικός του στρατού, ενώ η μητέρα του πέθανε όταν ο ίδιος ήταν οχτώ ετών, ενώ είχε κι έναν αδερφό που ακολούθησε ιατρική σταδιοδρομία. Μεγάλωσε σε αυστηρά καθολικό περιβάλλον, ενώ παράλληλα ήταν εξαίρετος αθλητής και μαθητής. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Κρακοβίας μέχρι την εισβολή των ναζί στην Πολωνία, όταν κι άρχισε να εργάζεται σε ένα χημικό εργοστάσιο που δούλευε για τους ναζί. Ο ίδιος συμμετείχε σε μια εθνικιστική αντιστασιακή ομάδα, για την οποία έγραφε κι ο ίδιος θεατρικά έργα.
Τους μήνες που ακολούθησαν το θάνατο του πατέρα του το 1941 οριστικοποιήθηκε μέσα του η απόφαση να γίνει κληρικός, κι άρχισε να παρακολουθεί παράνομα θεολογικά σεμινάρια. Το 1944 κόντεψε να εκτελεστεί σε ναζιστική επιχείρηση, κατόρθωσε ωστόσο να διαφύγει, κρυπτόμενος στην αρχιεπισκοπή της Κρακοβίας ντυμένος ως κληρικός. Το 1946 χειροτονήθηκε και σε μια συμβολική κίνηση εναντίωσης στο νεότευκτο σοσιαλιστικό καθεστώς της Πολωνίας αποφάσισε να τελέσει την πρώτη του λειτουργεία στην κρύπτη του καθεδρικού ναού του Βάβελ, όπου βρίσκονταν σαρκοφάγοι Πολωνών μοναρχών και ηρώων της φεουδαρχικής εποχής. Τα επόμενα χρόνια απέκτησε δυο διδακτορικά και αναδείχθηκε σε καθηγητή του Καθολικού Πανεπιστημίου του Λούμπλιν, που συνέχιζε να λειτουργεί κανονικά επί σοσιαλισμού, όντας για προφανείς λόγους προπύργιο αντεπαναστατικών και συντηρητικών αντιλήψεων, καθώς και χώρος υποδοχής “πολιτικά ανεπιθύμητων” φοιτητών απ’όλη τη χώρα.
Η άνοδος του Βοϊτίλα στην ιεραρχία υπήρξε αλματώδης και το 1963 διορίστηκε από τον πάπα Παύλο Στ’ αρχιεπίσκοπος Κρακοβίας, ενώ από τον ίδιο πάπα διορίστηκε σε επιτροπή που συνέταξε την εγκύκλιο Humanae Vitae (1968) που απέρριπτε κάθε τεχνητή μορφή αντισύλληψης, απόψεις στις οποίες επέμεινε κι ο ίδιος ως ποντίφηκας.
Από την πρώτη στιγμή στο νέο του αξίωμα επέδειξε τις διαθέσεις του, προσπαθώντας να αποσπάσει άδεια ίδρυσης εκκλησίας σε βιομηχανικό προάστιο της Κρακοβίας, την οποία όταν δεν έλαβε από τις αρχές, αποφάσισε να “αντικαταστήσει” με έναν σταυρό που κάρφωσε στο οικόπεδο που σκόπευε να την ανεγείρει, τελώντας εκεί τη θεία λειτουργία, ενώ προσπαθούσε διαρκώς να αποσπά άδειες για την τέλεση λιτανειών.
Η εκλογή του στον παπικό θρόνο ήταν ένας συνδυασμός τυχαιότητας και πολιτικών σκοπιμοτήτων. Μετά τον αιφνίδιο θάνατο του πάπα Ιωάννη Παύλου Α’ μόλις 33 μέρες μετά την εκλογή του, ο Βοϊτίλας έγινε ο πρώτος μη Ιταλός ποντίφηκας από το 1522, κι ο πρώτος πάπας σλαβικής καταγωγής στην ιστορία. Ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’, όπως επέλεξε να αποκαλείται για να τιμήσει τον προκάτοχό του και να δηλώσει την πίστη του στη συνέχεια της πολιτικής του Βατικανού, εξαρχής κατέστησε φανερό πως σκόπευε να έχει έντονη δημόσια δράση, πραγματοποιώντας το πρώτο του ταξίδι στη Λατινική Αμερική, όπου στο Μεξικό λέγεται πως συγκέντρωσε το μεγαλύτερο πλήθος της ιστορίας, περίπου 5 εκατομμύρια πιστούς.
Σε μια κίνηση ακόμα μεγαλύτερου πολιτικού συμβολισμού επισκέφτηκε στη συνέχεια, τον Ιούνη του 1979 την πατρίδα του την Πολωνία, συγκεντρώνοντας μεγάλα πλήθη, στα οποία διακήρυττε πως είχαν δικαίωμα να είναι “ελεύθεροι”. Η επίδρασή του στο αντεπαναστατικό κίνημα της Πολωνίας, που παραδοσιακά βρισκόταν σε στενή σύνδεση με την Καθολική Εκκλησία, φάνηκε στη διάρκεια των διαδηλώσεων του συνδικάτου “Αλληλεγγύη” (ο ίδιος ο Λεχ Βαλέσα είχε στενές σχέσεις με την εκκλησία) όταν φωτογραφίες του πάπα δέσποζαν μεταξύ του πλήθους. Ο ίδιος ο πάπας εξέφρασε έμπρακτα τη στήριξή του στις υπονομευτικές για το σοσιαλισμό ενέργειες της “Αλληλεγγύης”, απευθύνοντας επιστολή στο στρατηγό Γιαρουζέλσκι το 1981, ζητώντας του τον τερματισμό του στρατιωτικού νόμου που είχε επιβάλει λίγο νωρίτερα στη χώρα. Η απόπειρα δολοφονίας εναντίον του από τον Τούρκο Μεχμέτ Αλί Αγτζά, που χωρίς κανένα αποδεικτικό στοιχεία αποδόθηκε στις σοβιετικές μυστικές υπηρεσίες, χρησιμοποιήθηκε ευρώς προπαγανδιστικό όπλο, τόσο από την ηγεσία της “Αλληλεγγύης”, όσο και από διάφορους αντικομμουνιστικούς κύκλους σε όλο τον κόσμο.
Από πολλούς εξάλλου θεωρείται εμπνευστής της “φιλειρηνικής” τακτικής της “Αλληλεγγύης”, που θεωρούνταν προπαγανδιστικα΄αποτελεσματικότερη, ενώ μετά τη CIA υπήρξε ο μεγαλύτερος χρηματοδότης της οργάνωσης, που εκτιμάται ότι συνολικά ξεπέρασε τα 50 εκατομμύρια δολλάρια. Παράλληλα, παρότι εξωτερικά εμφάνιζε ένα πρόσωπο συνεννόησης με τα ανατολικά κράτη, υποδεχόμενος τον Αντρέι Γκρομίκο στο Βατικανό μεταξύ άλλων, στο παρασκήνιο φρόντιζε να υποβιβάζει ή να θέτει προσκόμματα σε εκκλησιαστικούς αξιωματούχους που θεωρούνταν “φιλοσοβιετικοί”. Εξαιρετικά καλές ήταν όπως ήταν φυσικό οι σχέσεις του με το Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, του πρώτου και τελευταίου Σοβιετικού ηγέτη που επισκέφθηκε το Βατικανό, λίγο μετά την πτώση του τείχους το Δεκέμβρη του 1989, ενώ ένα χρόνο πριν η ορχήστρα του Κόκκινου Στρατού εκτέλεσε το “Άβε Μαρία”, στην παπική κατοικία.
Παρότι συχνά εμφανίζονται οι επικρίσεις του στον “ανεξέλεγκτο καταναλωτισμό” και “υλισμό” της Δύσης και ιδίως της Αμερικής, ως στοιχεία “ριζοσπαστικότητας”, στην πραγματικότητα ο πάπας ήταν ο πρώτος που είχε τόσο αγαθές σχέσεις με το κράτος των ΗΠΑ, το οποίο για ιστορικούς λόγους παραδοσιακά ήταν καχύποπτο έναντι της Αγίας Έδρας, ακόμα κι επί προεδρίας του καθολικού Κένεντι. Επί Ρίγκαν, με τον οποίο σύμφωνα με τα ημερολόγια του τελευταίου είχαν συναντηθεί πάρα πολλές φορές συζητώντας κυρίως θέματα διεθνούς πολιτικής, οι ΗΠΑ για πρώτη φορά επισημοποίησαν τις διπλωματικές τους σχέσεις με την Αγία Έδρα, αποστέλλοντας πρέσβη στο Βατικανό.
Τη δεκαετία του ’90 η κατάσταση της υγείας του άρχισε να επιδεινώνεται ραγδαία, καθώς η νόσος του Πάρκινσον από την οποία έπασχε προχωρούσε ενώ υποβλήθηκε σε μια σειρά επιχειρήσεων. Συνέχισε ωστόσο αδιάκοπα τα ταξίδια του, που τον κατέστησαν τον πιο πολυταξιδεμένο πάπα της ιστορίας. Σημαντικοί σταθμοί του στο εξωτερικό ήταν η επίσκεψη του σε θερμό κλίμα στην Αβάνα το 1998, η πρώτη επίσκεψη πάπα στην επαναστατική Κούβα (ακολούθησε εκείνη του Φραγκίσκου το 2015), η προσευχή του στο Τείχος των Δακρύων στο Ισραήλ το 2000 καθώς και η επίσκεψή του στη Δαμασκό το 2001, όταν έγινε ο πρώτος πάπας της ιστορίας που έμπαινε σε τζαμί, παρουσία μουσουλμάνων κληρικών.
Μετά από εγχείρηση στην τραχεία είχε μείνει μουγγός, ενώ τα τελευταία χρόνια της ζωής του εμφανιζόταν μόνο καθιστός. Έφυγε στις 2 Απρίλη 2005, προσελκύοντας πιστούς από όλο τον κόσμο στην κηδεία του. Ο διάδοχός του, ο μετέπειτα παραιτηθείς Ράτσινγκερ, επέσπευσε τη διαδικασία αγιοποίησης του, που ολοκληρώθηκε όπως είπαμε πριν τέσσερα χρόνια, ενώ ο η μνήμη του ως αγίου εορτάζεται από τους καθολικούς στις 22 Οκτώβρη.