Όταν ο Μαραντόνα δίχασε την Ιταλία σε -περίπου- ταξική βάση
O Μαραντόνα κάλεσε τους Ναπολιτάνους να γυρίσουν την πλάτη στον πλούσιο Βορρά που τους εκμεταλλεύετια και τους θυμάται μια φορά το χρόνο και να υποστηρίξουν τη δική του Αργεντινή, καταφέρνοντας να κλονίσει το κοινό της πόλης στον ημιτελικό του 1990.
Το 1990 η τελική φάση του Μουντιάλ έγινε στην Ιταλία, που επικράτησε της υποψηφιότητας των Σοβιετικών, οι οποίοι έκαναν την τελευταία τους διεθνή εμφάνιση σ’ αυτό το παγκόσμιο κύπελλο. Κι αυτή ήταν μόνο μία απ’ τις ιδιαιτερότητες του “ΙΤΑLIA 90′”, που πρόσφερε πολλές συγκινήσεις, αλλά δυσανάλογα φτωχό θέαμα. Η squadra azzurra έφθασε ως γηπεδούχος, και με εφήμερο ήρωα της μιας διοργάνωσης τον Τοτό Σκυλάτσι στον ημιτελικό, που θα γινόταν στη Νάπολι. Εκεί όμως θ’ αντιμετώπιζε την Αργεντινή του Ντιέγκο Μαραντόνα, που λατρευόταν σα θεός από τους Ναπολιτάνους, γιατί άλλαξε επίπεδο στην τοπική ομάδα, δίνοντάς της τίτλους και διακρίσεις -ανάμεσά τους και το δεύτερο πρωτάθλημα του συλλόγου, λίγες βδομάδες πριν την έναρξη του παγκοσμίου κυπέλλου.
Η Αργεντινή ήταν η απερχόμενη παγκόσμια πρωταθλήτρια, αλλά δεν έκανε πολύ πειστικές εμφανίσεις στα γήπεδα της Ιταλίας. Ξεκίνησε με ήττα-σοκ απ’ το τρομερό Καμερούν του Ροζέ Μιλά, απέκλεισε πολύ δύσκολα στα πέναλτι την αξιόμαχη Γιουγκοσλαβία κι είχε ανέλπιστα για καλύτερο παίκτη της τον αναπληρωματικό τερματοφύλακα Α. Γκοϊγκοετσέα, αντί για κάποιο από τα μεγάλα αστέρα της στην επίθεση.
Ακόμα και η σπουδαία πρόκριση επί της Βραζιλίας στη φάση των 16 σκεπάστηκε από σκιές και φήμες για τα ύποπτα νερά που έδωσαν οι Αργεντίνοι στους Βραζιλιάνους για να μειώσουν την απόδοσή τους.
Ο Μαραντόνα είχε βγάλει μια τρομερή ασίστ στον Κανίγια σε αυτό το παιχνίδι, αλλά είχε αστοχήσει στη διαδικασία των πέναλτυ με τη Γιουγκοσλαβία -χωρίς να γίνει μοιραίος για την ομάδα του- κι ήταν μια σκάλα κάτω απ’ τις εμφανίσεις του στο Μεξικό στο Μουντιάλ του ’86. Πλέον είχε έρθει η ώρα ν’ αποδείξει πως ήταν μεγάλος παίκτης όχι μόνο μες στο γήπεδο, αλλά κι εκτός αυτού.
“Δε μου αρέσει που τώρα όλοι ζητούν από τους Ναπολιτάνους να φερθούν σαν Ιταλοί και να υποστηρίξουν την εθνική τους ομάδα. Η Νάπολη ήταν πάντα περιθωριοποιημένη από την υπόλοιπη Ιταλία. Είναι μια πόλη που αντιμετωπίζεται με τον πιο άδικο ρατσισμό. Για 364 μέρες το χρόνο, θεωρείστε ξένοι στην ίδια σας τη χώρα και σήμερα σας ζητούν να κάνετε το σωστό υποστηρίζοντας την εθνική σας ομάδα. Αντιθέτως, εγώ είμαι Ναπολιτάνος 365 μέρες το χρόνο”.
Τα λόγια του κλόνισαν πολλούς Ναπολιτάνους, που τον λάτρευαν σαν επίγειο Θεό. Είναι μάλλον υπερβολική η εκτίμηση πως το κοινό ήταν διχασμένο, σίγουρα όμως η υποδοχή στην Αλμπισελέστε ήταν σχετικά φιλική κι οι Αργεντινή δεν ένιωσε να παίζει σε εχθρικό περιβάλλον. Το κοινό στις κερκίδες είχε πανώ με συνθήματα όπως το “Έχουμε το Μαραντόνα στις καρδιές μας, αλλά την Ιταλία στα τραγούδια μας”.
Ο στόχος είχε επιτευχθεί κατά το ήμισυ. Κι η Αργεντινή θα οδηγούσε τον αγώνα στα πέναλτι, όπου θα έπαιρνε το εισιτήριο για τον τελικό της Ρώμης, με ήρωα-ποιον άλλον;- τον Γκοϊγκόετσέα. Στη Ρώμη το ιταλικό κοινό ήταν εξοργισμένο με το τέχνασμα του Ντιέγκο, και κάθε άλλο παρά ουδέτερο, ξεκινώντας τις αποδοκιμασίες ήδη από την ανάκρουση των εθνικών ύμνων. Όταν η κάμερα πέρασε μπροστά από το Μαραντόνα, κατά το σύνηθες τελετουργικό, αυτός δεν τραγουδούσε τα λόγια του ύμνου, αλλά κοιτούσε με μίσος τους θεατές στο γήπεδο και ξεστόμισε ένα μεγαλοπρεπές “hijos de puta”, που το ‘πιασαν καθαρά οι κάμερες και δε χρειαζόταν μετάφραση.
Η μαγική εμβέλεια του Μαραντόνα μπορεί να υπνώτισε το κοινό της Νάπολι, αλλά δεν είχε την ίδια πέραση στην πρωτεύουσα. Το τέλος εκείνου του τελικού θα έβρισκε τον Ντιέγκο να βάζει τα κλάματα με την αδικία απ’ τη διαιτησία-αλλά αυτό είναι άλλο κεφάλαιο.
Σε κάθε περίπτωση, με την κίνησή του ο Μαραντόνα έγραψε ιστορία. Κι αυτή δεν απαιτεί απλώς μια μεγάλη προσωπικότητα, αλλά και τις συγκυρίες που θα την ευνοήσουν, σκηνοθετώντας το ιστορικό πλαίσιο (η πόλη της Νάπολι, το σταύρωμα στον ημιτελικό κλπ).
Το διάγγελμα του Ντιέγκο είχε σίγουρα ψήγματα ταξικής ανάλυσης για την εκμετάλλευση που υφίστανται οι εργάτες στις φάμπρικες, κι ένα λόγο πάνω από έθνη και την κίβδηλη εθνική ενότητα. Δεν απέφυγε όμως το εύκολο σχήμα Βορρά-Νότου, που βλέπουμε να χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, με “αριστερό” επίχρισμα.
Βέβαια, όσο κι αν ο Μαραντόνα -που έχει χτυπήσει και τατουάζ με τον Τσε στο μπράτσο του- αντιμετωπίζεται ενίοτε σαν επαναστατικό είδωλο για τη γενιά που πρόλαβε να τον ζήσει, το κήρυγμά του έγινε καθαρά για τακτικούς λόγους που δεν εξυπηρετούσαν κάποια αγωνιστική στρατηγική πλην της νίκης των Αργεντίνων. Γιατί οι μεγάλοι παίκτες δεν είναι μόνο ικανοί, αλλά και έξυπνοι-πονηροί. Κι ο Ντιέγο δεν πέρασε στην ιστορία μόνο για τα αθλητικά του κατορθώματα, αλλά και για τα σατανικά (ή θεϊκά) του κόλπα, όπως πχ με το χέρι και το πόδι του Θεού στο Μουντιάλ του ’86, ή όπως όταν κατάφερε να διχάσει μια ολόκληρη πόλη-και χώρα μ’ ένα -σχεδόν- ταξικό λόγο.