Φίλιπ Ροθ-Καυστικός και εικονοκλάστης
Ασυμφιλίωτα ρεαλιστής και προσγειωμένος, εμπνεύστηκε τόσο από το δικό του κοινωνικό περιβάλλον της αμερικανοεβραϊκής κοινότητας μεταναστών δεύτερης γενιάς, όσο και γενικότερα από τα τεκταινόμενα στη σύγχρονη ιστορία των ΗΠΑ, για να δώσει μια ανελέητα σατιρική εικόνα της αμερικανικής κοινωνίας στο β’ μισό του 20ου αιώνα και τις αρχές του επόμενου.
Μεταφυσικές ανησυχίες και ελπίδες για μεταθανάτια ζωή δε σήμαιναν κάτι για τον άθεο Αμερικανοεβραίο συγγραφέα Φίλιπ Ροθ, που έφυγε από τη ζωή χθες όπως ανακοινώθηκε σε ηλικία 85 ετών. Ασυμφιλίωτα ρεαλιστής και προσγειωμένος, εμπνεύστηκε τόσο από το δικό του κοινωνικό περιβάλλον της αμερικανοεβραϊκής κοινότητας μεταναστών δεύτερης γενιάς, όσο και γενικότερα από τα τεκταινόμενα στη σύγχρονη ιστορία των ΗΠΑ, για να δώσει μια ανελέητα σατιρική εικόνα της αμερικανικής κοινωνίας στο β’ μισό του 20ου αιώνα και τις αρχές του επόμενου.
Βγήκε δυναμικά στο προσκήνιο των αμερικανικών γραμμάτων, με το έργο “Αντίο Κολόμπους” το 1959, για το οποίο έλαβε το Εθνικό Βραβείο Βιβλίου, το πρώτο από μια σειρά διακρίσεων, μεταξύ των οποίων και το Πούλιτζερ, αλλά όχι και το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας, παρά τις συχνές προβλέψεις περί του αντιθέτου.
Γεννήθηκε στις 19 Μάρτη 1933 και μεγάλωσε στο Newark κοντά στη Νέα Υόρκη, σε φτωχή αμερικανοεβραϊκή οικογένεια, και η γενέτειρά του θα πρωταγωνιστήσει σε πολλά από τα έργα του. Πολλά βιβλία του περιέχουν αυτοβιογραφικά στοιχεία, καθώς είχε δημιουργήσει και το λογοτεχνικό του alter ego, τον Nathan Zuckerman, συγγραφέας κι εκείνος που υπέφερε από τους γονείς και την επιτυχία του. Στα έργα του επανέρχεται η σκωπτική απεικόνιση των κοινωνικών συμβάσεων, η ρηχότητα του καταναλωτισμού, οι σεξουαλικές εμμονές και νευρώσεις, κυρίως των ανδρών, ενώ στη δεύτερη κυρίως φάση του έργου του εισάγει αρκετά πολιτικά θέματα, απηχώντας την αναστάτωση και την παράνοια που προκάλεσε ο μακαρθισμός και ο πόλεμος του Βιετνάμ στην μεταπολεμική κοινωνία των ΗΠΑ. Επικρίθηκε συχνά για την ασεβή αναπαράσταση των εβραϊκών εθνών από ομοθρήσκους του, ενώ το σεξουαλικό περιεχόμενο πολλών έργων του οδήγησε για χρόνια σειρά δημόσιων βιβλιοθηκών στην Αμερική να μην περιλαμβάνουν τα βιβλία τους στον κατάλογό τους.
8 από τις ταινίες του μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο, τον οποίο δεν εκτιμούσε ιδιαίτερα, παρότι για ένα διάστημα είχε εργαστεί και ως σινεκριτικός. Χωρίς να προσπαθήσει να παρεμποδίσει το γύρισμά τους, δεν γοητεύτηκε σε καμία από το τελικό αποτέλεσμα. Τη στάση του αυτή συνήθως συμμερίζονται και οι κριτικοί, θεωρώντας πως παρά το ταλαντούχο επιτελείου που στελέχωνε τις περισσότερες μπροστά και πίσω από τις κάμερες, καμία δεν μπόρεσε αν αποδώσει την περιπλοκότητα και την εσωτερικότητα του πρωτότυπου υλικού.
Το 2010 εμφανίστηκε η “Νέμεσις” που ήταν και το τελευταίο του βιβλίο, καθώς το 2012 αποσύρθηκε οριστικά από τη συγγραφή, ανακοίνωση που σόκαρε πολλούς, καθώς ο Ροθ συνέχισε να είναι παραγωγικότητος και στην τρίτη ηλικία. Τα περισσότερα έργα του έχουν μεταφραστεί και στα ελληνικά, όπως “Η νόσος του Πόρτνου” (1969), Το θέατρο του Σάμπαθ” (1995), “Παντρεύτηκα έναν κομμουνιστή” (1998) και “Αγανάκτηση” (2008).