Ραούλ Κάστρο – Ο αθόρυβος επαναστάτης
Από τους πρώτους κομμουνιστές του κινήματος για την ανατροπή του δικτάτορα Μπατίστα, έδρασε αθόρυβα όσο και αποτελεσματικά στην κατεύθυνση της εδραίωσης του σοσιαλιστικού χαρακτήρα της επανάστασης.
Το όνομα Ραούλ Κάστρο ήταν “καταδικασμένο” να μείνει για πάντα συνδεδεμένο με εκείνο του μεγαλύτερου αδελφού του, Φιντέλ. Μπορεί ο Ραούλ να μην άγγιξε ποτέ το θρύλο του πρώτου ηγέτη της Κουβανικής Επανάστασης, εξάλλου ποτέ δεν έδειξε να έχει την πρόθεση να τον επισκιάσει, αυτό σε τίποτε όμως δε μειώνει τη μεγάλη του προσφορά στη σύγχρονη ιστορία του νησιού μέχρι και σήμερα, μετά την αλλαγή σκυτάλης στην προεδρία της χώρας. Από τους πρώτους κομμουνιστές του κινήματος για την ανατροπή του δικτάτορα Μπατίστα, έδρασε αθόρυβα όσο και αποτελεσματικά στην κατεύθυνση της εδραίωσης του σοσιαλιστικού χαρακτήρα της επανάστασης, ενώ καθ’ όλη τη διάρκεια της διακυβέρνησης του Φιντέλ έπαιξε σημαντικό ρόλο σε διάφορες θέσεις. Η πείρα του αυτή εξάλλου ήταν που τον οδήγησε στο τιμόνι της χώρας το 2006 κι επισήμως από το 2008 μέχριν πριν λίγες εβδομάδες.
Γεννήθηκε σαν σήμερα στο Μπιράν της ανατολικής Κούβας, ως εκτός γάμου γιος ενός ισπανικής καταγωγής μεγαλογαιοκτήμονα και μιας υπηρέτριας, την οποία παντρεύτηκε αργότερα. Είναι ο νεότερος μεταξύ των τριών αδελφών Κάστρο, ενώ έχει και τέσσερις αδερφές. Γράφτηκε σε ηλικία επτά ετών στο ιησουιτικό Κολέγιο Ντολόρες στο Σαντιάγο της Κούβας, μαζί με τα μεγαλύτερα αδέρφια του, ενώ το 1945 φοίτησε στο Κολέγιο Μπελέν της Αβάνας, όπως ο αδερφός του, αναγκάστηκε ωστόσο να διακόψει τις σπουδές του και να εργαστεί στον αγροτικό τομέα στο Μπιράν. Το 1950 επέστρεψε στην Αβάνα συγκατοικώντας με τον Φιντέλ και επισκέφθηκε το πανεπιστήμιο της Αβάνας, παρακολουθώντας μαθήματα διοίκησης και κοινωνιολογίας, χωρίς να αποφοιτήσει.
Στα φοιτητικάτου χρόνια ξεκίνησε η πολιτική του ενασχόληση με τη “Σοσιαλιστική Νεολαία”, τη νεολαία του ΚΚ Κούβας (που εκείνο το διάστημα ονομάζονταν Λαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα). Το Μάρτη του 1953 συμμετείχε σε διάσκεψη των δημοκρατικών νεολαιών στη Βιέννη, όπου συνάντησε το Νικολάι Λεόνοφ, συνεργάτη του σοβιετικού υπουργείου εξωτερικών, που αργότερα θα γινόταν βασικός σύνδεσμος της Κούβας με την ΕΣΣΔ. Παράλληλα γνώρισε από κοντά μια σειρά σοσιαλιστικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Συνελήφθη για την πολιτική του δράση κατά την επιστροφή του στην Κούβα τον Ιούνη της ίδιας χρονιάς, και λίγες εβδομάδες αργότερα ακολούθησε το κάλεσμα του Φιντέλ για ένοπλο αγώνα κατά του δικτάτορα Φουλχένσιο Μπατίστα. Το κόμμα του εκείνη την περίοδο ήταν αντίθετο σε τέτοιες ενέργειες, κι έτσι μετά τη συμμετοχή του Ραούλ στην επίθεση στο στρατόπεδο της Μονκάδα στις 26 Ιούλη 1953, που σηματοδότησε την έναρξη της Κουβανικής Επανάστασης, διαγράφηκε από την κομμουνιστική νεολαία, καθώς η πράξη κρίθηκε ως “μικροαστικό πραξικόπημα που δεν έχει σχέση με τους κομμουνιστές”. Καταδικάστηκε σε 13 χρόνια φυλάκισης στο νησί Isla de Pino νότια της Αβάνας, αλλά μετά από 2 χρόνια απελευθερώθηκε κατόπιν γενικής αμνηστίας στις 15 Μάη 1955, συμμετέχοντας στην ίδρυση του “Κινήματος της 26ης Ιούλη”.
Λίγες μέρες μετά κατέφυγε στο Μεξικό, όπου τον βρήκε λίγο αργότερα κι ο Φιντέλ. Εκεί στεγαζόταν μαζί με άλλους Κουβανούς εξόριστους από την συμπατριώτισά τους Μαρία Αντόνια Γκονσάλες, ενώ γνωρίστηκε και με τον Αργεντινό γιατρό Ερνέστο “Τσε” Γκεβάρα. Στο Μεξικό εκπαιδεύτηκαν σε στρατόπεδο στον ανταρτοπόλεμο κατά του καθεστώτος. Το 1956 ο Ραούλ σύστησε το Φιντέλ στο Λεόνοφ, που εργαζόταν στη σοβιετική πρεσβεία του Μεξικού, κι αργότερα πέρασε στην KGB. Παρά τους ισχυρισμούς του Χρουστστόφ πως ο Ραούλ “έκρυβε” τις πολιτικές του συμπάθειες από τον αδερφό του, τα στοιχεία δείχνουν ότι όλες οι επαφές με Κουβανούς και ξένους κομμουνιστές γινόταν εν γνώσει, αν όχι και υπό την καθοδήγηση του Φιντέλ, ο οποίος για λόγους εσωτερικών ισορροπιών του αντιδικτατορικού κινήματος τις κρατούσε κρυφές.
Ο Ραούλ διακρίθηκε εξαρχής στη διάρκεια των μαχών στη Σιέρα Μαέστρα, ως πειθαρχημένος και σκληροτράχηλος πολεμιστής, συμβάλλοντας τα μέγιστα στην εξάπλωση της επανάστασης σταδιακά σε όλο το νησί. Σε κάποιες περιπτώσεις συγκρούστηκε με το Φιντέλ, όπως με την ομηρία εργαζομένων της United Fruit Company το 1958, την οποία τερμάτισε ο τελευταίος φοβούμενος στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ. Για τον ίδιο λόγο απέτρεψε σχέδιο του Ραούλ να απαγάγει Αμερικανούς στρατιώτες της βάσης του Γκουαντάναμο.
Εκτός από τις στρατιωτικές, ο Ραούλ επέδειξε και οργανωτικές αρετές, που χρησίμευσαν αργότερα στην δημιουργία των θεσμών του επαναστατικού κράτους. Διασφάλισε τη στήριξη των φτωχών χωρικών, αγοράζοντας κι όχι επιτάσσοντας το περίσευμα της σοδειάς τους, ενώ συνέβαλε μαζί με τους υπόλοιπους επαναστάτες στη δημιουργία υποδομών, όπως δρόμων, σχολείων, νοσοκομείων και φαρμακείων.
Μετά την επικράτηση της επανάστασης το 1959 ο Ραούλ ανέλαβε την πλήρη αναδόμηση του κουβανικού στρατού, μετατρέποντας τον αντάρτικο στρατό σε αποτελεσματικές ένοπλες δυνάμεις του κράτους. Στο πλαίσιο αυτό τον Οκτώβρη του 1959 ο ίδιος έγινε υπουργός Επαναστατικών Ενόπλων Δυνάμεων, και στη δικαιοδοσία του ανήκε επίσης η αμυντική βιομηχανία, η πολιτική προστασία και οι επαναστατικές πολιτοφυλακές που ιδρύθηκαν αργότερα. Ο Ραούλ έπαιξε σημαντικό ρόλο στη μυστική αποστολή Ισπανών κομμουνιστών συμβούλων, που είχαν εκπαιδευτεί σε σοβιετικές στρατιωτικές ακαδημίες. Επί υπουργίας του, ο κουβανικός στρατός αντεπεξήλθε με μεγάλη επιτυχία στην απόκρουση επιθέσεων εσωτερικών κι εξωτερικών εχρθών, με κορυφαία στιγμή τον εξευτελισμό της αμερικανικής επιχείρησης απόβασης Κουβανών αντικαθεστωτικών στον Κόλπο των χοίρων.
Από τη δεκαετία του ’70 και μετά κυρίως, ο Ραούλ είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στη διεθνιστική αλληλεγγύη της Κούβας σε αντιαποικιακά και άλλα απελευθερωτικά κινήματα της Λ. Αμερικής και της Αφρικής, ιδιαίτερα στην Ανγκόλα. Μετά τη διάλυση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου, βασικού εμπορικού εταίρου και πολιτικού συμμάχου της Κούβας, ο Ραούλ συνέβαλε αποφασιστικά στην επιβίωση της επανάστασης μέσα σε πολύ δύσκολες συνθήκες, με τους αντιπάλους της Επανάστασης να τον κατηγορούν για τη χρήση του στρατού προκειμένου να διασφαλιστεί η τάξη. Σημαντικότερη συνέπεια των ανατροπών ήταν βέβαια η σταδιακή επανεισαγωγή ενός περιορισμένου ιδιωτικού τομέα, αρχικά με την επαναφορά αγορών αγροτικών προϊόντων που είχαν καταργηθεί το 1986, και η εισαγωγή δυτικότροπων μεθόδων διοίκησης, με το όνομα Sistema de Perfeccionamento Empresarial.
Στις 31 Ιούλη 2006 ο άρρωστος Φιντέλ ανέθεσε τη διακυβέρνηση της χώρας στον αδερφό του, προκειμένου να υποβληθεί σε μια περίπλοκη εγχείρηση στο έντερο. Το 2008 εξελέγη πρόεδρος της χώρας, δεσμευόμενος ότι παρά τη διαδικασία μετάβασης που εξήγγειλε, θα συνέχιζε την πορεία στο σοσιαλισμό, ενώ το 2011 εξελέγη γ.γ του Κομμουνιστικού Κόμματος, θέση που κατέχει ως σήμερα. Δυτικοί αναλυτές συχνά παρουσίαζαν ως “κινεζόφιλο”το Ραούλ σε οικονομικά θέματα, σαφώς όμως οι διαφορές μεταξύ των δύο χωρών είναι τόσο τερατώδεις σε όλα τα επίπεδα, που τέτοιοι χαρακτηρισμοί συσκοτίζουν τη δυνατότητα κατανόησης των αναμφίβολα περίπλοκων εξελίξεων στο νησί της Επανάστασης. Άλλοι επισημαίνουν μέτρα “φιλελευθεροποίησης”, όπως την απελευθέρωση αντικαθεστωτικών κρατουμένων (αργότερα και αμνήστευση ποινικών, με εξαίρεση φονιάδες, εμπόρους ναρκωτικών και ξένους πράκτορες), που απελάθηκαν ως επί το πλείστον στην Ισπανία και την έλλειψη κατασταλτικών μέτρων κατά μπλόγκερ που επικρίνουν την κυβέρνηση. Εξάλλου στον ίδιο τον κουβανικό τύπο στηλιτεύονται συχνά κακώς κείμενα της κρατικής διοίκησης. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει σημαντική χαλάρωση στους ταξιδιωτικούς περιορισμούς των Κουβανών στο εξωτερικό, ενώ παρατηρείται κι ένα ρεύμα επιστροφής αντιφρονούντων στην ίδια τη χώρα, με ποικίλα αίτια.
Το 2010 ξεκίνησε μια σειρά οικονομικών μεταρρυθμίσεων, με επίκεντρο την επέκταση των δραστηριοτήτων στις οποίες επιτρέπεται η επιχειρηματική δραστηριότητα. Αν και είναι δύσκολο να προδικάσει κανείς την παραπέρα εξέλιξη της διαδικασίας, το μόνο σίγουρο είναι πως συμβαίνει με την ενεργή συμμετοχή των ίδιων των Κουβανών, και δεν είναι απλώς μια κατά βάση άνωθεν επιβεβλημένη πολιτική, κάτι που τη διαφοροποιεί από αντίστοιχες μεταρρυθμίσεις άλλων τέως σοσιαλιστικών χωρών στο παρελθόν, αφήνοντας ανοιχτό το ερώτημα αν αυτή η ειδοποιός διαφορά – σε συνδυασμό βέβαια με τους διεθνείς συσχετισμούς – αποτελεί το κλειδί για να μην εκτραπεί όντως το κουβανικό μοντέλο στην κινεζοποίηση ή την πλήρη καπιταλιστική αποσάθρωση.
Επί ηγεσίας Ραούλ Κάστρο έγιναν σοβαρές προσπάθειες επαναπροσέγγισης με τις ΗΠΑ, καθώς ο Μπάρακ Ομπάμα υπήρξε μετά από 88 χρόνια ο πρώτος πρόεδρος που επισκέφτηκε την Κούβα, επίσκεψη που ο ίδιος ο Φιντέλ αντιμετώπισε κριτικά με την έκφραση: “Δεν έχουμε ανάγκη να μας χαρίσει κάτι η αυτοκρατορία”. Οι επιμέρους βελτιώσεις των κουβανοαμερικανικών σχέσεων δεν άγγιξαν όμως το φλέγον ζήτημα της άρσης του εγκληματικού εμπάργκο σε βάρος του κουβανικού λαού, ενώ με την ανάληψη της προεδρίας από τον Ντόναλντ Τραμπ μια νέα “ψυχροπολεμική” φάση φαίνεται να επιστρέφει μεταξύ των δύο χωρών, με την επιβολή μεταξύ άλλων νέων περιορισμών δυνατότητας ταξιδίων σε Αμερικανούς πολίτες στο νησί, προκαλώντας ήδη φέτος μεγάλη πτώση των επισκεπτών από τις ΗΠΑ.
Από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που κλήθηκε να αντιμετωπίσει ο Ραούλ Κάστρο ήταν οι απανωτές φυσικές καταστροφές, εικόνα γνώριμη μεν, αλλά εντεινόμενη από την κλιματική αλλαγή, με αποκορύφωμα τον εξαιρετικά καταστροφικό τυφώνα Ίρμα πέρισι, ο οποίος παρά την κατά γενική ομολογία υποδειγματική αντίδραση των κρατικών αρχών, που ελαχιστοποίησε τις ανθρώπινες απώλειες, έχει αφήσει ακόμα ανεπούλωτες πληγές στις υποδομές της χώρας. Εξαιτίας της θεομηνίας αυτής, παρατάθηκε κατά δύο μήνες η προβλεπόμενη θητεία του Ραούλ Κάστρο, ως τις 19 Απρίλη 2018, μέρα κατά την οποία εκλέχθηκε νέος πρόεδρος της χώρας ο Μιγκέλ Ντίαζ-Κανέλ, με τον Ραούλ να διατηρεί ακόμα ισχυρή δύναμη ως γραμματέας του ΚΚ Κούβας.