O Φραντς Κάφκα και οι σχέσεις του με τον αναρχισμό
Η επαφή του με αναρχικούς κύκλους θεωρείται στους βασικούς της άξονες πιστοποιημένη μεταξύ 1909-1912, ενώ για τη μεταγενέστερη σχέση του υπάρχει μεγάλη διχογνωμία μεταξύ των βιογράφων του.
Σαν σήμερα το 1924 έφευγε από τη ζωή ο γερμανόφωνος Τσεχοεβραίος Φραντς Κάφκα, ένας συγγραφέας που με τα μυθιστορήματα και διηγήματά του όπως “Η Δίκη”, “Ο Πύργος” και “Η Μεταμόρφωση”, κατέστησε το επίθετο “καφκικός” συνώνυμο της δυστοπίας και των εφιαλτικών, ασφυκτικών και συνάμα παράλογων καταστάσεων. Το πολυμεταφρασμένο του έργο έχει γίνει αντικείμενο συστηματικής ανάλυσης από διάφορες σκοπιές, ενώ και η φαινομενικά άχρωμη ζωή του έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον των ερευνητών, μεταξύ άλλων σε σχέση με τα πολιτικά του ενδιαφέροντα και απόψεις.
Γεννήθηκε σε μια αυστηρά ορθόδοξη συντηρητική εβραϊκή οικογένεια στην μεγάλη εβραϊκή συνοικία της κοσμοπολίτικης τότε Πράγας, στις 3 Ιούλη 1883, και σπούδασε νομική στο πανεπιστήμιο του Καρόλου. Εργάστηκε ως υπάλληλος ασφαλιστικού ταμείου, κάτι που τον έφερε από νωρίς σε επαφή τόσο με τη “σκοτεινή φωλιά της γραφειοκρατίας”, όσο και με τις διακρίσεις λόγω της εβραϊκής του καταγωγής. Ήρθε επίσης σε σύγκρουση με τον επιχειρηματία πατέρα του, αποδοκιμάζοντας έντονα τον τρόπο με τον οποίο φερόταν εκείνος στους υαπλλήλους του: “Γι’αυτό δε θα μπορούσα παρά να συμμαχήσω με το προσωπικό” έγραφε στην “Επιστολή προς τον πατέρα μου”.
Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Μίχαλ Κασά, σημαντικής μορφής του τσεχικού αναρχικού κινήματος, ο Κάφκα κάποιες φορές επισκεπτόταν συναντήσεις της “Λέσχης Νεολαίας”, με αντιμιλιταριστικό και αντικληρικαλιστικό περιεχόμενο, που οργάνωνε η εργατική ένωση “Βίλεμ Κέρμπερ”, αναρχοσυνδικαλιστικών τάσεων. Ο Κασά του έδωσε το παρατσούκλι “Κλίντας” (Σιωπηρός), διότι παρά το ενδιαφέρον του για τα τεκταινόμενα σπάνια έπαιρνε ο ίδιος το λόγο. Ένας άλλος νεαρός εκείνη την εποχή αναρχικός, ο Μίχαλ Μάρες, επιβεβαιώνει τη σιωπηρή παρουσία του Κάφκα, προσθέτοντας ότι συνήθιζε να κάνει γενναιόδωρες δωρεές στην οργάνωση. Μια από τις πρώτες συναντήσεις στις οποίες συμμετείχε ο Κάφκα, είχε θέμα τη θανατική καταδίκη του αναρχικού παιδαγωγού Φρανθίσκο Φερέρ στην Ισπανία το 1909, η οποία διαλύθηκε με παρέμβαση της αστυνομίας. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του συγγραφέα Φραντς Βέρφελ, ο Κάφκα παρέστη και στην ίδρυση του αναρχικού “κόμματος” του διάσημου συγγραφέα του “Καλού στρατιώτη Σβέικ” Γιάροσλαβ Χάσεκ. Άλλοι υποστηρίζουν ότι το 1912 συνελήφθη από την αστυνομία στη διάρκεια διαδήλωσης κατά της θανατικής ποινής του Γάλλου αναρχικού Λιαμπέφ. Το ενδιαφέρον του για την αναρχική σκέψη πιστοποιείται από τα αναγνώσματά του, που περιλάμβαναν μεταξύ άλλων τα έργα των Κροπότκιν και Μπακούνιν.
Η επαφή του με αναρχικούς κύκλους θεωρείται στους βασικούς της άξονες πιστοποιημένη μεταξύ 1909-1912, ακόμα κι από μελετητές που θεωρούν εν πολλοίς κατασκεύασμα άλλων αναρχικών την ενασχόλησή του με το συγκεκριμένο πολιτικό ρεύμα. Μετά το 1912 το βέβαιο είναι ότι σταματάει η δημόσια ανάμειξή του με αναρχικές δραστηριότητες στην Πράγα, ενώ στρέφεται περισσότερο προς εβραϊκούς και σιωνιστικούς κύκλους της πόλης, παρά την δια βίου αμφίθυμη στάση του απέναντι στις εβραϊκές του ρίζες και την πολιτική τους έκφραση.
Η μετέπειτα σχέση του με τις αναρχικές ιδέες εξαρτάται από το βαθμό αξιοπιστίας που αποδίδει κανείς σε μαρτυρίες όπως εκείνες του τότε 17χρονου μετέπειτα συγγραφέα Γκούσταβ Γιάνουχ, που δημοσίευσε αργότερα τις “Συνομιλίες του με τον Κάφκα”, που σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη είναι κράμα μυθοπλασίας, υποκειμενικών εντυπώσεων και πραγματικών βιογραφικών στοιχείων του Κάφκα. Ο Γιάνουχ λοιπόν υποστηρίζει ότι ο Κάφκα ακόμα και στα 1920 θεωρούσε τους αναρχικούς “πολύ καλούς και ζωηρούς ανθρώπους” και ότι “είναι τόσο καλοί και φιλικοί, που δεν μπορεί κανείς παρά να πιστεύψει όσα λένε”. Ο ίδιος παραθέτει σκηνή κατά την οποία ο Κάφκα σχολίαζε μια εργατική διαδήλωση με πανώ και σημαίες ως εξής : “Κυριαρχούν στο δρόμο, γι’αυτό νομίζουν πως κυβερνούν τον κόσμο. Στην πραγματικότητα κάνουν λάθος. Πίσω τους βρίσκονται ήδη οι γραμματείς, οι αξιωματούχοι, οι επαγγελματίες πολιτικοί, όλοι οι σύγχρονοι σατράπες για τους οποίους προετοιμάζουν το δρόμο προς την εξουσία…Η επανάσταση εξατμίζεται, και αφήνει πίσω της μόνο τη γλίτσα μιας νέας γραφειοκρατίας. Οι αλυσίδες της βασανισμένης ανθρωπότητας φτιάχνονται από γραφειοκρατική χαρτούρα”.
Σήμερα θεωρείται βέβαιο από τους περισσότερους μελετητές του πως οι μαρτυρίες αυτές έχουν πολλές μεταγενέστερες προσθήκες, και είναι βέβαιο ότι ορισμένοι αναρχικοί υπερέβαλαν κατά πολύ στο βαθμό οικειότητας που ισχυρίζονταν πως διέθεταν με το συγγραφεά. Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, μπορεί να πει κανείς με αρκετή σιγουριά ότι ο Κάφκα ελκυόταν για ένα διάστημα της ζωής του από αναρχικές ιδέες, ωστόσο ακόμα κι αν ισχύουν στο έπακρο οι μαρτυρίες που παραθέσαμε, τίποτε δεν επαρκεί για να τον χαρακτηρίσει πραγματικά αναρχικό, καθώς ακόμα κι όταν πράγματι είχε παρουσία στα δρώμενα του χώρου δρούσε πάντα ως συμπαθών και παρατηρητής, παρά ως δραστήριο μέλος του αναρχικού κινήματος.
Το ίδιο του το λογοτεχνικό έργο, από τη μια σίγουρα εμπεριέχει την καταγγελία της εξουσίας ως εγγενώς καταπιεστικής και παράλογης, ενώ κι ο καπιταλισμός παρουσιάζεται λιγότερο ως ένα σύστημα οικονομικών σχέσεων και οργάνωσης της παραγωγής, όπως στο μαρξισμό, και περισσότερο ως μια ακόμα ιεραρχική μορφή κοινωνικής οργάνωσης. Από την άλλη, τα στοιχεία αυτά από μόνα τους απαντώνται και σε συγγραφείς που ουδεμία σχέση έχουν με τον αναρχισμό, και είναι πολύ γενικά ώστε να αποδοθούν σε άμεση επιρροή από την αναρχία. Στην πραγματικότητα, οι εκλεκτικές συγγένειες μεταξύ αναρχίας και ποικίλων αστικών φιλελεύθερων συστημάτων σκέψης, καθιστούν δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ απευθείας οφειλών στην αναρχική ιδεολογία και επιρροής από διάφορες εκφάνσεις της κυρίαρχης ιδεολογίας που συμπίπτουν με αυτή.
Σε κάθε περίπτωση, ο Κάφκα έφυγε λόγω φυματίωσης από τη ζωή πριν δει την ιστορική πραγματικότητα του ναζισμού να ξεπερνάει και την πιο σκοτεινή “καφκική” φαντασία σφίγγοντας το θανάσιμο κλοιό του γύρω κι από δικούς του ανθρώπους, όπως η παλιά αγαπημένη του, δημοσιογράφος και συγγραφέας Μιλένα Γέσενσκα, που πέθανε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης το 1944.