Η ιστορία και η τέχνη
«Λυπήσου αυτούς που δεν ονειρεύονται». Έτσι είχε ονομάσει πριν λίγα χρόνια την καλοκαιρινή του περιοδεία, ο Θάνος Μικρούτσικος. Ναι, αλλά αγαπημένε μου Θάνο, μαζί μ’ αυτούς, άσε με να λυπηθώ και κείνους που πανηγύρισαν κάποτε. Τότε, που ανετράπη η Σοβιετία. Τότε, που κλάψαμε ως το κόκκαλο.
Με ένα ερώτημα του Μπ. Μπρέχτ ξύπνησα σήμερα: «Στον καιρό της φρίκης, θα τραγουδάμε ακόμα»;;
Και με την απάντηση του ίδιου, καλωσόρισα το πρώτο μου πικρό χαμόγελο της μέρας: «Ναι. Θα τραγουδάμε το τραγούδι της φρίκης»…
…Η τέχνη συνοδεύει τον άνθρωπο σε όλη την περιπέτειά του στον πλανήτη μας. Πολύ πριν από την δημιουργία των πρώτων κοινωνιών… Έτσι, δικαίως χαρακτηρίζεται ως το πρώτο χνάρι του ανθρώπου πάνω στη γη. Πολύ πριν τη γραπτή ιστορία, μάθαμε τον πρόγονο του ανθρώπου και για τον τρόπο ζωής του από τις τοιχογραφίες στις σπηλιές. Αλλά και στη συνέχεια, η τέχνη μας μαθαίνει πολλά για την μεγάλη μας και εν πολλοίς επώδυνη οδοιπορία μας.
…Όταν ο καπιταλισμός άρχισε να γίνεται νομοτελειακά όλο και πιο βάρβαρος, η τέχνη αρχίζει να αποκτά και κάποια άλλα έντονα χαρακτηριστικά. Όχι πως η τέχνη μπορεί ν’ αλλάξει τον κόσμο, (αυτό μπορούν να το κάνουν μόνο οι άνθρωποι), μπορεί όμως να συμβάλλει με ενεργητικό τρόπο στην κριτική σκέψη του, και την αφύπνισή του. Άνθρωποι με κριτική σκέψη και σύνδεση με τον ιστορικό κορμό τους, μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο. Σε δύσκολους δε καιρούς, όπως τώρα, η τέχνη έχει χρέος να εμψυχώνει τον άνθρωπο και να του δείχνει διέξοδα.
… «Λυπήσου αυτούς που δεν ονειρεύονται». Έτσι είχε ονομάσει πριν λίγα χρόνια την καλοκαιρινή του περιοδεία, ο Θάνος Μικρούτσικος.
Ναι, αλλά αγαπημένε μου Θάνο, μαζί μ’ αυτούς, άσε με να λυπηθώ και κείνους που πανηγύρισαν κάποτε. Τότε, που ανετράπη η Σοβιετία. Τότε, που κλάψαμε ως το κόκκαλο. Τότε, που οι « προφήτες ολκής» τραγουδούσαν ένα «επιτέλους… οι περιουσίες μας σίγουρες»… Βιάστηκαν οι ανόητοι να μας περιχαρακώσουν στο περιθώριο…
Δεν έβλεπαν τι ερχόταν.
Με την πέννα του βαθειά στις φλέβες των καιρών μας, ο Κώστας Τριπολίτης προσπάθησε να τους το πει: «Έβγαλε βρώμα η ιστορία ότι ξοφλήσαμε, είμαστε λέει τα παρατράγουδα στα ωραία άσματα κι επιτέλους, σκασμός οι ρήτορες, πολύ μιλήσαμε… Κάτω οι σημαίες, στις λεωφόρους που παρελάσαμε…»
Μάλιστα. Στα «ωραία άσματα». Στα ξεσπιτώματα δηλαδή, τον ύπνο στα παγκάκια, στην άδεια κατσαρόλα, στον κομμένο καφέ του γέροντα, στο κομμένο ρεύμα, στα κομμένα όνειρα… Στα λιπόθυμα παιδιά των σχολείων, στα άδεια από μετ-εφηβικές ηλικίες σπίτια,
«Κάτω οι σημαίες»;; Ποια ρε κάτω;; Τα λάβαρα που περνάς μέσα τους -έστω για μια φορά- και ξαναγεννιέσαι;;
Και κει, πάλι ο Μικρούτσικος, έβγαλε όλων μας την πίκρα και την οργή, στις γρήγορες, τις χωρίς ανάσα νότες του, δείχνοντας την νομοτέλεια: ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΕΙ, ΟΣΟ ΚΛΑΙΕΙ, ΓΕΛΑΕΙ, κι ΟΝΕΙΡΕΥΕΤΑΙ!!!
Υ.Γ. Η ιστορία, γράφεται με κόκκινο.
Κι έχουμε κόκκινο.
Όχι σαν αίμα, αλλά αίμα!
Γειά και χαρά!