Ο “πόλεμος του ποδοσφαίρου” που δεν έγινε για το ποδόσφαιρο
Ο πόλεμος κράτησε περίπου 100 ώρες, στοίχισε όμως τη ζωή σε πάνω από 5 χιλιάδες άτομα -κυρίως άμαχο πληθυσμό- και το ξεριζωμό σε δεκάδες χιλιάδες μετανάστες που αναγκάστηκαν να φύγουν από την εστία τους.
Το 1969 ξέσπασε στην Κ. Αμερική μεταξύ του Σαλβαδόρ και της Ονδούρας ο πόλεμος των 100 ωρών, που ονομάστηκε και πόλεμος του ποδοσφαίρου, εξαιτίας των αναμετρήσεων μεταξύ των δύο Εθνικών που θα έκριναν το εισιτήριο για το Μουντιάλ του Μεξικού την επόμενη χρονιά. Τίποτα δε θα ήταν όμως πιο παραπλανητικό από αυτόν τον τίτλο σε σχέση με τις πραγματικές του αιτίες.
Οι δύο χώρες είχαν καθεστώς Μπανανίας και δικτατορίες φίλα προσκείμενες στις ΗΠΑ. Ή Ονδούρα ήταν σαφώς μεγαλύτερη σε έκταση αλλά κι αισθητά πιο αραιοκατοικημένη από το Σαλβαδόρ, με αποτέλεσμα να υπάρχει ένα ισχυρό μεταναστευτικό κύμα και ροές από τη δεύτερη χώρα στην πρώτη, όπου πολλοί Σαλβαδορένιοι είχαν μικρές εκτάσεις κυρίως κατά μήκος της συνοριακής γραμμής των δύο κρατών. Ο δικτάτορας της Ονδούρας εξήγγειλε μέτρα αναδασμού για να αντιμετωπίσει κάπως την έκρυθμη κατάσταση στη χώρα του. Φυσικά όμως δε στράφηκε εναντίον της United Fruit Company και άλλων τσιφλικάδων, παρά διάλεξε ως εύκολο στόχο τους μετανάστες από το Σαλβαδόρ.
Οι εύφλεκτες πρώτες ύλες για όσα ακολούθησαν, υπήρχαν ήδη και το ποδόσφαιρο ήταν απλώς η αφορμή που άναψε το φιτίλι. Στον πρώτο αγώνα η Ονδούρα επικράτησε στην έδρα της με ένα γκολ στις καθυστερήσεις, κάτι που προκάλεσε την αυτοκτονία μιας 18χρονης κοπέλας στο Σαλβαδόρ -που ηρωοποιήθηκε και έγινε σύμβολο. Το Σαλβαδόρ πήρε τη ρεβάνς στην έδρα του λίγες μέρες αργότερα, σε μια αναμέτρηση που σημαδεύτηκε από τα προεόρτιά της, με ένταση κι επεισόδια που σύμφωνα με κάποια αφιερώματα αποδόθηκαν από τον πρόεδρο της χώρας στους κομμουνιστές!
Το Σαλβαδόρ πήρε τη νίκη και τελικά το εισιτήριο για το Μουντιάλ στον τρίτο και κρίσιμο αγώνα που έγινε στην Πόλη του Μεξικού. Την ίδια μέρα διέκοψε τις διπλωματικές του σχέσεις με τη γείτονα και το πρωί της 14ης Ιουλίου του 1969 επιτέθηκε στην Ονδούρα. Ο πόλεμος κράτησε περίπου 100 ώρες, στοίχισε όμως τη ζωή σε πάνω από 5 χιλιάδες άτομα -κυρίως άμαχο πληθυσμό- και το ξεριζωμό σε δεκάδες χιλιάδες μετανάστες που αναγκάστηκαν να φύγουν από την εστία τους.
Η ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών υπογράφτηκε μόλις το 1980, 11 χρόνια μετά τον τερματισμό των εχθροπραξιών κι αφού πρώτα διευθετηθηκαν σε διεθνές Δικαστήριο κάποιες συνοριακές διαφορές τους. Ή σύγκρουση αυτή πέρασε στην ιστορία ως ο πόλεμος του ποδοσφαίρου. Αλλά όπως σημειώσαμε και εισαγωγικά, τίποτα δεν είναι πιο αναληθές ως προς τις ακριβείς αιτίες της που έχουν πάντα να κάνουν με τα οικονομικά συμφέροντα.