Βαστίλη: Τρόμος και ελευθερία- Από τον εκατονταετή πόλεμο στη Γαλλική Επανάσταση
Η ιστορία του φρουρίου-φυλακής που μετατράπηκε σε σύμβολο της Γαλλικής Επανάστασης από το Μεσαίωνα ως την κατεδάφισή του.
Μπορεί σήμερα να φαίνονται ελάχιστα πέρα από την κάτοψή της, η Βαστίλη ωστόσο θα παραμείνει για πάντα το απόλυτο σύμβολο της Γαλλικής Επανάστασης, καθώς η “άλωσή” της σαν σήμερα στις 14 Ιούλη 1789 σήμανε και τυπικά την έναρξη ενός από τα πιο κοσμοϊστορικά γεγονότα της νεότερης ιστορίας. Η αρχική του χρήση ήταν αμυντική, αργότερα ωστόσο μετατράπηκε σε φυλακή συνώνυμη της καταπίεσης του παλαιού καθεστώτος.
Χτίστηκε με το όνομα Φρούριο του Αγίου Αντωνίου τον 14ο αιώνα από τον Γάλλο Μονάρχη Κάρολο Δ’ που ανέθεσε το έργο στον ‘Ιγκ Ομπριό, που το ολοκλήρωσε το 1383. Στόχος ήταν να ενισχύσει την άμυνα του Παρισιού έναντι αγγλικών επιθέσεων στη διάρκεια του εκατονταετούς πολέμου (1337-1453). Ο Λουδοβίκος ΙΓ’ ωστόσο το 17ο αιώνα τον μετέτρεψε σε κρατικές φυλακές με 80 κελιά, ορισμένα εξ αυτών υπόγεια. Οι διασημότεροι τρόφιμοί του υπήρξαν το διάστημα 1717 -1718 και ξανά το 1726 ο Βολταίρος αρχικάς, ενώ στο διάστημα 1784-1789 ο Μαρκήσιος ντε Σαντ.
Η Βαστίλλη διέθετε οχτώ πύργους με δικά τους ονόματα ενώ περιβαλλόταν από τάφρο γεμάτη νερό για να εμποδίσει τυχόν απόδραση των κρατουμένων, γεγονός πράγματι εξαιρετικά σπάνιο. Πολλές πληροφορίες για τη λειτουργία της Βαστίλλης ως φυλακής διαθέτουμε από τον Ρενέ ντε Ρενβίλ το 1715, όταν δημοσίευσε αναφορά για την 11χρονη κράτησή του εκεί. Εκεί περιέγραφε τα διαφορετικά κελιά, ανάλογα με την κοινωνική θέση και την οικονομική ευρωστία κάθε φυλακισμένου. Οι κρατούμενοι λάμβαναν μια κρατική χορηγία από την οποία οι δεσμοφύλακες τους αγόραζαν τα απαραίτητα, η εξασφάλιση όμως μιας πιο άνετης ζωής κι ενός καλύτερου κελιού στηριζόταν αποκλειστικά στην οικονομική άνεση των τροφίμων και των οικογενειών τους. Όποιος αδυνατούσε να πληρώσει μεταφερόταν σε ολοένα και χαμηλότερα τοποθετημένα κελιά, με τα μπουντρούμια της Βαστίλης να είναι διαβόητα για τις απάνθρωπες συνθήκες που επικρατούσαν.
Τον Ιούλη του 1789 επικρατούσε αναταραχή στο Παρίσι, καθώς από τη μια η σύγκληση της Συνέλευσης των Τριών Τάξεων είχε δημιουργήσει ελπίδες στο λαό, ο οποίος όμως ήταν δυσαρεστημένος με τις υψηλές τιμές του ψωμιού, που τον έφερναν στα όρια της λιμοκτονίας. Από τις δέκα Ιούλη τελωνεία γύρω από το Παρίσι είχαν αρχίσει να πυρπολούνται με την ελπίδα έτσι να πέσουν οι τιμές των προϊόντων που έφταναν στην πόλη. Στις 11 Ιούλη ο δημοφιλής υπουργός οικονομικών Ζακ Νεκερ απολύθηκε από τον Λουδοβίκο ΙΣΤ’, ενώ παράλληλα ο βασιλιάς συγκέντρωσε στρατό στις Βερσαλίες ως έμμεση μα σαφή απειλή προς τη Συνέλευση. Όταν στο Παρίσι έγινε γνωστή η απόλυση του Νεκερ, ξέσπασαν ταραχές και στις 13 Ιούλη υπήρξε βίαιη συμπλοκή μεταξύ διαδηλωτών και του συντάγματος ιππικού “Royal Allemand”, ενώ στις 14 Ιούλη ξεκίνησε η πολιορκία της Βαστίλης με στόχο τα αποθέματα πυρομαχικών που ήταν αποθηκευμένα εκεί.
Ο διοικητής του φρουρίου άνοιξε πυρ κατά των μερικώς οπλισμένων διαδηλωτών, με αποτέλεσμα το θάνατο 90 εξ αυτών. Οι διαδηλωτές επέμειναν όμως και στη δεύτερη επίθεσή τους έφτασαν καλύτερα εξοπλισμένοι και εξανάγκασαν τους φύλακες σε παράδοση, απελευθερώνοντας τους τελευταίους κρατουμένους: τέσσερις πλαστρογράφους, δυο ψυχασθενείς και πιθανόν τον ντε Σαντ, ο οποίος λέγεται όμως ότι ενδεχομένως να είχε μεταφερθεί νωρίτερα στο ψυχιατρείο Charenton-le-Pont,όπου και πέθανε κάποια χρόνια αργότερα, καθώς κατά την έναρξη των διαδηλώσεων φώναζε “Σκοτώνουν τους κρατούμενους εδώ!”.
Ο διοικητής Μπερνάρ Ρενέ Ζορντάν ντε Λωνέ αποκεφαλίστηκε, μαζί με έναν ευγενή που θέλησε να τον σώσει. Οι δυο τους ήταν οι πρώτοι ευγενείς που εκτέλεσαν οι επαναστάτες. Παρά τον περιορισμένο αριθμό κρατουμένων που απελευθερώθηκε και τη μικρή στρατιωτική σημασία της νίκης επί της φρουράς που αποτελούνταν από βετεράνους κι ανάπηρους πολέμου, πολύ γρήγορα η κατάληψη της Βαστίλης έλαβε μυθικές διαστάσεις ως η πρώτη συμβολική νίκη κατά της δεσποτείας. Η ανακήρυξη της 14ης Ιούλη σε εθνική εορτή της Γαλλίας ως σήμερα πάντως δεν σχετίζεται επισήμως με την κατάληψη του φρουρίου, αλλά με τον όρκο που έδωσαν ένα χρόνο μετά ο βασιλιάς και οι εκπρόσωπο των τριών τάξεων για πίστη προς το έθνος.
Η ίδια η τύχη της Βαστίλης ακολούθησε εκείνη του παλαιού καθεστώτος. Δυο μέρες μετά την κατάληψ, ο εργολάβος Πιερ Φρανσουά Παλουά ξεκίνησε την κατεδάφιση του φρουρίου, που κράτησε ως τον Οκτώβρη του 1790, με εξαίρεση ένα υπόλειμμα του τείχους ύψους 50 εκ. , που αφαιρέθηκε εντελώς αργότερα. Οι λίθοι της Βαστίλης χρησιμοποιήθηκαν για τη λάξευση μοντέλων της πρώην φυλακής που διαμοιράστηκαν ως τρόπαια στις 83 νέες πρωτεύουσες των νομών, ενώ οι κλειδαριές και οι αλυσίδες μετατράπηκαν σε 60.000 μετάλλια με απεικονίσεις της ελευθερίας.
Σήμερα στο χώρο του κτιρίου βρίσκεται η πλατεία της Βαστίλης, όπου σημειώνεται η κάτοψη των τειχών του φρουρία, ενώ το μόνο ορατό σημείο είναι κάποια ελάχιστα ερείπια του εξωτερικού τείχους της τάφρου, στον ομώνυμο σταθμό του μετρό.