Κλάους φον Στάουφενμπεργκ – Ο πρώην ναζί αριστοκράτης που προσπάθησε να δολοφονήσει το Χίτλερ
Η φρίκη του πολέμου μετέτρεψε το συντηρητικό και φιλοναζί κόμη σε ορκισμένο εχθρό του Χίτλερ.
Η μορφή του Κλάους Σενκ φον Στάουφενμπεργκ, που επιχείρησε στις 20 Ιούλη 1944 να δολοφονήσει τον Αδόλφο Χίτλερ, είναι σήμερα μια από τις πιο σεβάσμιες μορφές της Γερμανικής ιστορίας. Μπορεί τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια η διαχείριση της μνήμης του άλλοτε ναζί αριστοκράτη που επιχείρησε να γίνει τυρρανοκτόνος να προκαλούσε αμηχανία, ήδη από τη δεκαετία του ’50 όμως και οι δυο Γερμανίες ενέταξαν τη μορφή του στο ιστορικό τους αφήγημα, με διαφορετικό πρόσημα σε κάθε μία από τις πλευρές του “παραπετάσματος”. Για την ΟΔΓ η μορφή του προσφερόταν για την επισκίαση της κομμουνιστικής αντίστασης, που συστηματικά αποσιωπούνταν όταν δε συκοφαντούνταν, ενώ στη ΓΛΔ αναδείχθηκε ιδιαίτερα η συνεργασία του με τους κομμουνιστές, παρά τις μεγάλες ιδεολογικές τους διαφωνίες.
Γεννήθηκε στις 15 Νοέμβρη 1907 σε μια καθολική οικογένεια αριστοκρατικής καταγωγής, φέροντας ως εκ τούτου τον τίτλο του “κόμητα”. Ήταν ασθενικό παιδί, παρότι συνήθιζε να παίζει συχνά στη φύση με τα άλλα παιδιά. Έμαθε να παίζει τσέλο κι από μικρή ηλικία ήρθε σε επαφή με τον ποίηση, και μπήκε μέσω του αδερφού του στον κύκλο του Στέφαν Γκεόργκε, ο οποίος απαιτούσε από τους μαθητές του να τον αποκαλούν “κύριο” και προπαγάνδιζε συντηρητικές κι ελιτίστικες ιδέες, αν κι αργότερα αρνήθηκε να συνεργαστεί με τους ναζί, που θεωρούσε “πληβειακό” κίνημα.
Η οικογένειά του ακολουθούσε παραδοσιακά στρατωτική σταδιοδρομία, κάτι που έπραξε και ο ίδιος, κατατασσόμενος στο ιππικό το 1926, ενώ το 1936 εισάγεται στην Ακαδημία Πολέμου στο Βερολίνο. Συμμετείχε στην κατάληψη της Σουδητίας μετά τη συμφωνία του Μονάχου το 1938. Εκείνα τα χρόνια στηρίζει το εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς και ενθουσιάζεται με τις αρχικές επιτυχίες στο μέτωπο του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, ο ίδιος μάλιστα τραυματίζεται βαριά στην Αφρική.
Οι διώξεις κατά Εβραίων φίλων του σπείρουν μέσα του τις πρώτες αμφιβολίες για τους ναζί, αλλά η πορεία του πολέμου είναι εκείνη που τον πείθει ότι η διακυβέρνησή τους είναι καταστροφική για τη χώρα. Ιδιαίτερα ο πόλεμος στο Ανατολικό Μέτωπο τον κλονίζει και από το καλοκαίρι του 1941 αρχίζει να συλλέγει υλικό για εγκλήματα κατά αμάχων και Εβραίων σε κατεχόμενες περιοχές. Από τον Απρίλη του 1942 χαρακτηρίζει σε στενούς τους φίλους τον Χίτλερ ως “εγκληματία” και “παρανοϊκό” που πρέπει να παραμεριστεί.
Διαπιστώνοντας ότι η ηγεσία του στρατεύματος, στην οποία είχε εναποθέσει τις ελπίδες του για ανατροπή του δικτάτορα, δεν είχε σκοπό να παραβεί τον όρκο της προς το φύρερ, αποφασίζει να δράσει. Αναρρώνοντας από τον τραυματισμό του στην Αφρική, όπου έχασε ένα μάτι και το δεξί του χέρι, έρχεται σε επαφή με άλλους αντιχιτλερικούς αξιωματικούς, όπως τον Όλμπριχτ και τον Τρέσκοφ αλλά και οργανώσεις αντίστασης, τόσο συντηρητικές, όσο και σοσιαλδημοκρατικές και κομμουνιστικές.
Αρχικό σχέδιο των συνωμοτών είναι να πείσουν τους Συμμάχους να στηρίξουν ένα πραξικόπημα κατά του Χίτλερ, εκείνοι όμως επιμένουν στην άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας, κάτι που κάνει τους περισσότερους αξιωματικούς να αποχωρήσουν από το σχέδιο εξόντωσης του Χίτλερ. Ο Στάουφενμπεργκ αποφασίζει παρόλαυτα με έναν κύκλο πιστών συναγωνιστών του να προχωρήσει στην εφαρμογή του “Σχεδίου Βαλκυρία”. Πέντε απόπειρες πριν από εκείνη της 20ης Ιούλη 1944 είχαν ματαιωθεί λόγω του άστατου προγράμματος του Φύρερ κυρίως. Εκείνη τη μέρα όμως ο Στάουφενμπεργκ κατάφερε να διεισδύσει στην έδρα του Χίτλερ στο Ράστενμπουργκ, αφήνοντας στο χώρο συζήτησης του καγκελαρίου με τους συνεργάτες του τον χαρτοφύλακα με την ωρολογιακή βόμβα. Δέκα λεπτά αργότερα η βόμβα εξερράγη, σκοτώνοντας τέσσερις παριστάμενους, όχι όμως και το Χίτλερ που υπέστη απλώς ρήξη τυμπάνου και ένα ελαφρύ τραύμα στον ώμο. Ο ίδιος ο Στάουφενμπεργκ ήταν πεπεισμένος ότι είχε δολοφονήσει το Χίτλερ και πέταξε στο Βερολίνο, όπου οι υπόλοιποι συνωμότες είχαν μείνει άπραγοι. Σύντομα εξαπολύεται κύμα διώξεων και οι υπεύθυνοι για το χτύπημα συλλαμβάνονται μαζί με πολλά μέλη της οικογένειάς τους.
Το βράδυ της 20ης προς την 21 Ιούλη 1944 ο ίδιος μαζί με άλλα πέντε άτομα εκτελούνται και θάβονται την ίδια μέρα με τις στολές τους. Ο Χίμλερ έδωσε εντολή για την εκταφή και την καύση τους και η στάχτη τους σκορπίστηκε στα παρακείμενα χωράφια.