Μπενίτο Μουσολίνι – Από τη σοσιαλδημοκρατία στο φασισμό
Παρότι “επισκιάστηκε” από τον Αδόλφο Χίτλερ αργότερα, ο τελευταίος παρά τις διακυμάνσεις των ιταλογερμανικών σχέσεων, δεν έπαψε να τον θαυμάζει και να τον στηρίζει μετά την ανατροπή του το 1943, ενώ λέγεται ότι στο γραφείο του υπήρχε προτομή του Ιταλού δικτάτορα.
Συμπληρώνονται σήμερα 135 χρόνια από τη γέννηση του Μπενίτο Μουσολίνι, του πρώτου φασίστα ηγέτη της ιστορίας. Παρότι “επισκιάστηκε” από τον Αδόλφο Χίτλερ αργότερα, ο τελευταίος παρά τις διακυμάνσεις των ιταλογερμανικών σχέσεων, δεν έπαψε να τον θαυμάζει και να τον στηρίζει μετά την ανατροπή του το 1943, ενώ λέγεται ότι στο γραφείο του υπήρχε προτομή του Ιταλού δικτάτορα.
Γεννημένος στη Ντόβιο ντι Πρεντάπιο γράφτηκε στο Ιταλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα το 1900, ενώ αργότερα κλήθηκε στην πόλη Τρέντο για να αναλάβει γραμματέας του εργατικού κέντρου και διευθυντής του εβδομαδιαίου κομματικού εντύπου “Το μέλλον”. Επέστρεψε στο Φορλί το 1909, όπου και παντρεύτηκε έξι χρόνια μετά τη Ρακέλε Γκουίντι. Τον επόμενο χρόνο αναδείχθηκε σε γραμματέα της τοπικής οργάνωσης του ΙΣΚ, ιδρύοντας το όργανό της “Η ταξική πάλη”. Η ανέλιξή του συνεχίστηκε, καθώς το 1912 γίνεται διευθυντής του επίσημου κομματικού οργάνου “Avanti” και μετακομίζει στο Μιλάνο. Με το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, που προκάλεσε έντονη διαπάλη στους κόλπους του ΙΣΚ, ο ίδιος αρχικά τάσσεται υπέρ της ουδετερότητας, σύντομα όμως αλλάζει στάση υπέρ της εμπλοκή στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Καθώς η θέση του κόμματος, αν και αμφίσημη, επίσημα παρέμενε αντιπολεμική, ο ίδιος διαγράφηκε το Νοέμβρη του 1914, συνεχίζοντας την προπαγάνδα υπέρ του πολέμου μέσω της εφημερίδας “Il popolo d’Italia”.
Σημείο καμπής υπήρξε η ίδρυση, στις 23 Μάρτη 1919 των “Fasci di combattimento”, δηλαδή των φασιστικών ταγμάτων κρούσης που θα αποτελούσαν το πρόπλασμα του φασιστικού κόμματος.
Χαρακτηριστικά του κινήματος ήταν ο υστερικός εθνικισμός, ο φανατικός αντικομμουνισμός και η απόρριψη του κοινοβουλευτισμού, με την άσκηση εκφοβισμών και βίας κατά των πολιτικών αντιπάλων να βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη. Η δημαγωγική ικανότητα του Μουσοίνι, η οικονομική στήριξη από το μεγάλο βιομηχανικό κεφάλαιο και τους μεγαλογαιοκτήμονες, η αδυναμίας έως απροθυμία των αστικών πολιτικών δυνάμεων να ανακόψουν την πορεία των φασιστών, η ελλιπής οργάνωση του εργατικού κινήματος και η ευνοϊκή ή και ενθουσιωδης στάση ενός μεγάλου τμήματος της άρχουσας τάξης, επέτρεψεαν την άνοδο του φασισμού στην εξουσία.
Μετά τη διαβόητη “πορεία προς τη Ρώμη” των μελανοχιτώνων του κόμματος, που είχε ιδρυθεί επίσημα το Νοέμβρη του 1921, ο Μουσολίνι ανέλαβε την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στις 30 Οκτώβρη 1922. Η εξουσία του εδραιώθηκε σταδιακά ως το 1926, αρχικά μέσω νομότυπων “μεταρρυθμίσεων”, αλλά και μέσω της προσφυγής στη δολοφονική ενίοτε βία κατά όσων αντισέκονταν, με γνωστότερη την περίπτωση του σοσιαλιστή βουλευτή Τζάκομο Ματεότι.
Στις 6 Νοέμβρη του 1926 απαγορεύτηκαν όλα τα αντιπολιτευόμενα κόμματα, οι συνδικαλιστικές ενώσεις, καθώς και η ελευθερία του τύπου και του συνέρχεσθαι. Στις 11 Φλεβάρη 1929 προχώρησε σε συμφωνία (κονκορδάτο) με το Βατικανό, αίροντας το σχίσμα κράτους-εκκλησίας που κρατούσε από τον καιρό της ιταλικής ενοποίησης το 1870. Το σημαντικότερο γεγονός της θητείας του Μουσολίνι προπολεμικά υπήρξε η εισβολή στην Αιθιοπία το 1935, που κατακτήθηκε λίγους μήνες μετά. Ο φασιστικός στρατός εφήρμοσε βάρβαρες μεθόδους κατά του πληθυσμού, με την Κοινωνία των Εθνών και τους δυτικούς συμμάχους να αντιδρούν χλιαρά και με χαρακτηριστική χρονοτριβή στην ιμπεριαλιστική αυτή επέμβαση. Η εξωτερική πολιτική του καθεστώτος άρχισε να στρέφεται εντονότερα στη ναζιστική Γερμανία μετά την παραίτηση του Μουσολίνι από τις βλέψεις του στην Αυστρία. Το 1938 μάλιστα υιοθέτησε σειρά φυλετικών και αντισημιτικών μέτρων στα πρότυπα των νόμων της Νυρεμβέργης, διευρύνοντας την ιδεολογική εγγύτητα ναζισμού – φασισμού.
Στην αρχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου δεν μπήκε αμέσως στο πλευρό του Χίτλερ, αλλά μόλις τον Ιούνη του 1940, θεωρώντας πως η ως τότε αήττητη πορεία της Γερμανίας θα προσπόριζε οφέλη και στην ιταλική αστική τάξη. Η εξαιρετικά αποτυχημένη έκβαση των αναμετρήσεων για τον ιταλικό στρατό, όπως και η μεταβολή της τροπής του πολέμου για τη Γερμανία, ιδίως μετά τη μάχη του Στάλινγκραντ, σήμανε τριγμούς για τη θέση του Μουσολίνι.
Το ανώτατο όργανο του κράτους, το Μεγάλο φασιστικό συμβούλιο, μετά την απόβαση των Αγγλοαμερικανών στη Σικελία εκδίωξε και μετά συνέλαβε το Μουσολίνι στις 24 Ιούλη του 1943. Λίγο μετά την συνθηκολόγηση της νέας κυβέρνησης υπό το στρατηγό Μπαντόλιο στις 8 Σεπτέμβρη 1843 ο Μουσολίνι απελευθερώθηκε από μονάδα ναζί αλεξιπτωτιστών και μεταφέρθηκε στη Γερμανία, απ’όπου προκήρυξε τη “Δημοκρατία του Σαλό” στη Βόρεια Ιταλία, ένα φασιστικό προτεκτοράτο υπό γερμανική αιγίδα.
Η προέλαση των Ιταλών ανταρτών σήμανε τη διάλυση του κρατιδίου, με το Μουσολίνι να προσπαθεί μάταιν να δραπετεύσει. Συνελήφθη στις 27 Απρίλη 1945 από αντάρτες στο Μούσο κι εκτελέστηκε την επομένη μαζί με την ερωμένη του Κλάρα Πετάτσι. Τα πτώματά τους εκτέθηκαν σε κεντρική πλατεία του Μιλάνου, αφημένα στην οργή του απελευθερωμένου λαού.