Η “εύθραυστη” συνθήκη των Σεβρών και η αντίδραση του ΣΕΚΕ
Η μόνη πολιτική δύναμη στην Ελλάδα που αντιτάχθηκε από την πρώτη στιγμή και με συνέπεια στις τυχοδιωκτικές περιπέτειες του ελληνικού κεφαλαίου ήταν το νεαρό τότε ΣΕΚΕ, ο πρόδρομος δηλαδή του σημερινού ΚΚΕ.
Όσοι έχουν αποφοιτήσει από ελληνικό σχολείο, αναμφίβολα κάποια στιγμή της ζωής τους έχουν έρθει αντιμέτωποι με τη θεωρία ότι η συνθήκη των Σεβρών, που υπογράφηκε σαν σήμερα το 1920 μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας, Χατζάζης (Σαουδικής Αραβίας), Πολωνίας, Πορτογαλίας, Ρουμανίας και Τσεχοσλοβακίας από τη μια και Οθωμανικής αυτοκρατορίας από την άλλη αποτέλεσε τη μεγαλύτερη διπλωματική νίκη του ελληνικού κράτους από καταβολής του. Όσα εγχειρίδια ή κι εκπαιδευτικοί δεν εκστασιάζονται ανοιχτά με την “Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών” που δημιουργούσε η συνθήκη στα χαρτιά, απλώς επισημαίνουν με πικρία ότι η συνθήκη ήταν “εύθραυστη σαν τις πορσελάνες των Σεβρών”. Στην πραγματικότητα δεν ήταν παρά μια προσωρινή και φαινομενική νίκη της ελληνικής αστικής τάξης, που ανταμειβόταν για τη συμμετοχή της τόσο στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ, όσο και στην ιμπεριαλιστική επέμβαση κατά της ΕΣΣΔ. Ανταμοιβή βέβαια που προϋπέθετε παραπέρα πολεμική εμπλοκή του ελληνικού λαού μετά από μια σχεδόν συνεχή οκταετία αναμετρήσεων, αυτή τη φορά στην ακόμα πιο αιματηρή Μικρασιατική εκστρατεία. Κι αυτό γιατί η συνθήκη χρειαζόταν τον ελληνικό στρατό ως ένοπλο βραχίονα για την εφαρμογή της, δεδομένου ότι η υπογραφή του υποχείριου των Μεγάλων Δυνάμεων Σουλτάνου δεν είχε καμία αξία στο εσωτερικό της διαλυόμενης αυτοκρατορίας, όπου το αστικοδημοκρατικό εθνικό κίνημα του Κεμάλ διεξήγαγε ήδη από το 1919 το δικό του αγώνα κατά της Αντάντ, με στόχο τη δημιουργία τουρκικού κράτους. Οι δυτικοί σύμμαχοι, όπως φάνηκε εξάλλου στην πορεία δεν είχαν βέβαια κανένα πρόβλημα να έλθουν σε διαπραγματεύσεις και σε συμφωνίες ακόμα με τον Κεμάλ (ιδίως οι Αγγλογάλλοι), όταν διέκριναν ότι δεν ήταν εφικτή η εύκολη ήττα στην οποία υπολόγιζαν, αφήνοντας, όπως και το ελληνικό κράτος εξάλλου, στο έλεος της εκδικητικής μανίας των Τούρκων τσέτηδων τους ελληνικούς πληθυσμούς της Μικράς Ασίας, τους οποίους υποτίθεται θα “απελευθέρωναν”.
Η μόνη πολιτική δύναμη στην Ελλάδα που αντιτάχθηκε από την πρώτη στιγμή και με συνέπεια στις τυχοδιωκτικές περιπέτειες του ελληνικού κεφαλαίου ήταν το νεαρό τότε ΣΕΚΕ, ο πρόδρομος δηλαδή του σημερινού ΚΚΕ. Σε αντίθεση με τη δημαγωγική στάση των βασιλικών κομμάτων, που εκμεταλλεύτηκαν τις αντιπολεμικές διαθέσεις του ελληνικού λαού μόνο και μόνο για να αναρριχηθούν στην εξουσία στις εκλογές του Νοέμβρη 1920, συνεχίζοντας μετά τον πόλεμο με αποτέλεσμα τη Μικρασιατική Καταστροφή, το ΣΕΚΕ δε σταμάτησε στιγμή να καταγγέλλει τον πόλεμο, να φωτίζει τα πραγματικά του αίτια, αλλά και να προειδοποιεί για τα δεινά που θα επέφερε τόσο στο μικρασιατικό ελληνισμό, όσο και σε εκείνον της “Παλαιάς Ελλάδας”. Είναι εξάλλου γνωστές οι διώξεις τόσο κομμουνιστών φαντάρων όσο και στελεχών του κόμματος (πρακτικά το σύνολο της τότε ΚΕ) για την αντιπολεμική τους στάση και δράση εντός κι εκτός μετώπου. Δεν προκαλεί έκπληξη λοιπόν ότι η ανακοίνωση του κόμματος για τη συνθήκη των Σεβρών στηλιτεύει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο τη συνθήκη των Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών, προειδοποιώντας πως άνοιγε ο δρόμος για νέους πολέμους. Στην προκήρυξη που κυκλοφόρησε αναφερόταν μεταξύ άλλων τα εξής:
«Η κυβερνώσα αστική τάξις επωφελείται της υπογραφής της ειρήνης με την Τουρκίαν για να παρασύρη τας εργαζομένας λαϊκάς μάζας εις σοβινιστικάς, και πατριωτικάς εορτάς»,
και σε άλλο σημείο:
«… Εχει συμφέρον, και αυτήν την φοράν περισσότερον από κάθε άλλην, να εξαπατήσει τον λαόν, τας εργαζομένας τάξεις της χώρας, κολακεύουσα το «εθνικόν αίσθημα» αυτών, το οποίον οι πολιτευταί, τα σχολεία, οι παπάδες και οι στρατιωτικοί καταλλήλως διέστρεψαν εις έναν στενόν σοβινισμόν, εις μίσος τυφλόν κατά των αδελφών των, των εργατών και των χωρικών των άλλων χωρών της Βαλκανικής. Εχει συμφέρον να εξαπατήσει δια μίαν ακόμη φοράν το λαόν, δια να δικαιολογήση παν ό,τι εναντίον του ιδίου λαού διεπράχθη, δια να υποκλέψη την ψήφον του αύριον και να νομιμοποιήση την εγκληματικήν πολιτική… Εχει τέλος συμφέρον η αστική τάξις δια να εξοφλήση άπαξ δια παντός με τας ευθύνας της δια την καταστροφήν και την δυστυχίαν εις την οποίαν εξέθεσε την χώραν, δια να δικαιολογήση τα άνομα κέρδη… δια να αποτρέψη την προσοχήν του λαού από την αθλιότητα που τον μαστίζει και δια ν’ απομακρύνη την σκέψιν του από τους νέους πολέμους που παρασκευάζει, από τα νέα πραξικοπήματα που βυσσοδομεί κατά της ελευθερίας του και κατά της ζωής του».
«… Αι συνθήκαι τας οποίας συνήψαν οι ιμπεριαλισταί της Ευρώπης εις Βερσαλλίας, το Νεϊγύ και την Σεβρ, ουδέν άλλο αποτελούν ή την επίσημον σφράγισιν της απάτης και της εκμεταλλεύσεως των λαών, τους οποίους παρέσυραν εις τον πόλεμον…».
Οι κομμουνιστές καλούσαν επίσης τους εργάτες, τους στρατιώτες, τους αγρότες, κάθε άνθρωπο του λαού να μην συμμετάσχει σε «…σοβινιστικούς και καρναβαλικούς εορτασμούς δια μίαν δήθεν ειρήνη, με μία φωνή και μίαν ψυχή: Κάτω οι πόλεμοι και η αλληλοσφαγή των λαών!…», ενώ ξεσκέπαζε τις κίβδηλες επικλήσεις στην “πατρίδα” προβάλλοντας την πραγματική έννοια του πατριωτισμού σε εκείνες τις συνθήκες:
«… Δεν μπορείτε να’ χετε σεις πατρίδα ούτε ιδανικά. Τα ιδανικά σας και η πατρίδα σας είναι κλεισμένα μέσα στο σιχαμερό σας συμφεροντολογικό σας εγώ που την κτηνώδη απληστία του χορταίνει η θυσία του ανθρωπίνου αίματος. Η πατρίδα αυτή που την περιτριγυρίζετε μ’ ένα γελοίο πλασματικό φωτοστέφανο είναι η δική μας η Πατρίδα. Και αληθινοί πατριώτες είμαστε εμείς. Όχι γιατί σκοτωθήκαμε και σκοτώσαμε άλλους ανθρώπους και ματώσαμε και ταλαιπωρηθήκαμε για τα συμφέροντά σας κάτω απ’ την πίεση της βίας σας, αλλά γιατί το κήρυγμα της μεγάλης αλήθειας που ‘ρχεται βροντόφωνο από κει πάνω (εννοούσαν τη σοβιετική Ρωσία), μας σφυρηλάτησε την καρδιά μας με τη θέληση της αγαπημένης πατρίδας μας, αναγεννημένης κι ευτυχισμένης, με τη δύναμη την ακαταμάχητη που χρειάζεται στους μεγάλους απολυτρωτικούς αγώνες…».
H ανάρτηση εντάσσεται στο αφιέρωμα της Κατιούσα για τα 100 χρόνια του ΚΚΕ και τα 50 χρόνια της ΚΝΕ