Τζον Κόρφας – Ο Κοντορεβυθούλης που εκτελούσε με το ένα χέρι
Ο Τζον Κόρφας ήταν ένας παίκτης που αν τον έχεις προλάβει να παίζει, είναι πρακτικά αδύνατο να μη χαραχτεί στη μνήμη σου για το εντελώς ιδιαίτερο στιλ που τον έκανε να μη μοιάζει σε κανένα.
Ο Τζον Κόρφας ήταν ένας παίκτης που αν τον έχεις προλάβει να παίζει, είναι πρακτικά αδύνατο να μη χαραχτεί στη μνήμη σου για το εντελώς ιδιαίτερο στιλ που τον έκανε να μη μοιάζει σε κανένα.
Ήταν πολύ κοντός για ένα άθλημα όπου κυριαρχούσαν οι ψηλοί, ειδικά τότε σε μια εποχή “δεινοσαύρων”, αν και πλησίαζε το 1.80, οπότε όσοι τον πετύχαιναν στο δρόμο, έμεναν με την απορία, γιατί κάπως αλλιώς τον είχαν πλάσει στη φαντασία τους από την τηλεόραση.
Το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο του “Τεν-Τεν” όμως ήταν το σουτ, όπου πήγαινε κόντρα σε κάθε γενικώς αποδεκτό κανόνα τεχνικής κι εκτελούσε με το ένα χέρι. Σήμερα το μπάσκετ δεν είναι τόσο ανεκτικό απέναντι σε όσους είναι διαφορετικοί κι αυτή η ιδιαιτερότητα ίσως ήταν απαγορευτική για να κάνει καριέρα σε υψηλό επίπεδο. Τότε όμως ο Κοντορεβυθούλης του ΠΑΟΚ κατόρθωνε να επιβιώνει και να εκπλήσσει τους πάντες, κυρίως τους αμυντικούς που πίστευαν πως μπορούν να τον προλάβουν και να τον φιλοδωρήσουν με μια τάπα.
Ο Κόρφας δεν ήταν μόνο αποτελεσματικός, αλλά και φοβερά εύστοχος, ιδίως από τη γραμμή των βολών, με ποσοστά που ξεπερνούσαν το 90%, το οποίο δεν ήταν καθόλου εύκολο -το ξέρει καλύτερα ο Πεδουλάκης, που είχε βαρεθεί να αλλάζει χέρια και στιλ μπας και βελτιώσει την ευστοχία του, στο τέλος της καριέρας του. Ο Κόρφας βγήκε τρεις σερί χρονιές πρώτος σε ευστοχία στις βολές, και άλλη μία στα τρίποντα -χώρια οι τρεις πρωτιές στις ασίστ.
Ήταν πολύ χαμηλών τόνων -εκτός από τις δικές του χαμηλές πτήσεις- υπήρχαν όμως δύο φορές που ξέφυγε από τα καθιερωμένα κι έκανε τη διαφορά. Η πρώτη όταν ξεκίνησε έναν καβγά με άγριο ξύλο στο Βελιγράδι με τον Ερυθρό Αστέρα, ως απάντηση στο βρώμικο παιχνίδι των αντιπάλων. Είναι αξιοσημείωτο πως εκεί αγωνιζόταν και ο Μπάνε Πρέλεβιτς, που ήρθε την αμέσως επόμενη χρονιά στον ΠΑΟΚ, κι ήταν όλα περασμένα-ξεχασμένα.
Η δεύτερη φορά που έκανε το “μπαμ” ο Κόρφας ήταν όταν πέτυχε να κερδίσει ένα τζάμπολ από τον κατά είκοσι πόντους ψηλότερό του Μορέτι, με το οποίο σφράγισε τη νίκη του ΠΑΟΚ στο Αλεξάνδρειο επί της Βίρτους Μπολόνια του Έτορε Μεσίνα, που είχε ακόμα μαλλιά.
Γεννήθηκε σαν σήμερα το 1962 στο Άκρον (όχι άωτο) του Οχάιο από γονείς με ελληνική καταγωγή, και όχι στο Κιλκίς όπως είχε κυκλοφορήσει για να παίξει με την Εθνική ομάδα. Ήρθε στη Θεσσαλονίκη για τον ΠΑΟΚ το 86′ στα 24 του κι έγινε βασικό στέλεχος της μεγάλης ομάδας της εποχής, που ιδίως επί Ίβκοβιτς φαινόταν να παίζει το καλύτερο μπάσκετ στην Ευρώπη, αλλά πήρε πολύ λιγότερους τίτλους απ’ ό,τι της αντιστοιχούσαν ίσως. Έφαγε πολλές δυνάμεις και τα καλύτερά της χρόνια, κυνηγώντας να σπάσει την Αυτοκρατορία του Άρη, για να τον εκθρονίσει και όταν τελικά το κατάφερε, το μπάσκετ κατέβαινε πια στην Αθήνα.
Μαζί του κατέβηκε κι ο Κόρφας το 95′, αφού κατέκτησε με τον ΠΑΟΚ ένα πρωτάθλημα, ένα Κύπελλο Ελλάδας και δύο Ευρωπαϊκά, το Κυπελλούχων το 91′ (όπου δεν είχε ακόμα δικαίωμα συμμετοχής στον τελικό) και το Κόρατς το 94′ -συν ένας ακόμα χαμένος τελικός στο Κυπελλούχων και το Φάιναλ Φορ στο ΣΕΦ το 93′.
Πήγε στην Αθήνα για τον Παναθηναϊκό του Μάλκοβιτς, παίρνοντας το μόνο τρόπαιο που του έλειπε: το Κύπελλο Πρωταθλητριών. Δεν είχε όμως τον ίδιο πρωταγωνιστικό ρόλο, αφού το τριφύλλι έκανε συλλογή σούπερσταρ, και κατηφόρισε μια χρονιά στο Ηράκλειο για να κλείσει τη μεγάλη καριέρα του στο Μαρούσι, ως ο πρώτος παίκτης που έφτασε τις χίλιες ασίστ και ένας από τους κορυφαίους σκόρερ της κατηγορίας (με πάνω από 4 χιλιάδες πόντους).
Ως ομογενής θα μπορούσε να γράψει ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο με την Εθνική Ομάδα, όπου πρόλαβε να αγωνιστεί σε εννιά παιχνίδια, πριν το Ευρωμπάσκετ του 89′ πριν σκοντάψει σε μία ένσταση των Γάλλων και τον κανονισμό για τους ομογενείς, καθώς επιτρεπόταν μέχρι ένας και αυτός τότε ήταν ο Ντέιβιντ Στεργάκος. Είδε από τον πάγκο τις προσπάθειες της Εθνικής για το αργυρό μετάλλιο στο Ζάγκρεμπ, κουβάλησε μια τριετή τιμωρία από τη FIBA και όταν γύρισε, είχε ανοίξει ο ασκός του Αιόλου με τις ελληνοποιήσεις και ένα σωρό άλλα κόλπα, αν και για αυτόν ήταν ήδη αργά. Κι η τραγική ειρωνεία του πράγματος ήταν αφενός πως νικήσαμε και χωρίς τον “Τεν-Τεν” τους Γάλλους, αφετέρου πως η ένσταση προερχόταν από μια χώρα που έχει άπειρους νατουραλιζέ.
Ο Τζον Κόρφας είχε πάντα μια βαριά αμερικάνικη προφορά που δεν εγκατέλειψε ποτέ, επέστρεψε στα γήπεδα ως προπονητής του ΠΑΟΚ για ένα φεγγάρι, ενώ ο γιος του Στέφανος Κόρφας θεωρείται ταλέντο παίζοντας σε σχολικό πρωτάθλημα στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, δείχνοντας πως το μήλο έπεσε κάτω από τη μηλιά (αγαπημένο κλισέ, βγαλμένο από αθλητική μετάδοση).