Γιάσερ Αραφάτ – Μια πορεία μεταξύ αγώνων και συμβιβασμών
Στη δύση η εικόνα του κυμάνθηκε μεταξύ εκείνη του “τρομοκράτη” και του “ειρηνοποιού”, ανάλογα με τη συγκυρία και την ετοιμότητα ή μη του τελευταίου να έρθει σε συμβιβασμό με το Ισραήλ και τους συμμάχους του.
O Γιάσερ Αραφάτ, που 14 χρόνια μετά το θάνατό του εξακολουθεί να αποτελεί ίσως την πιο αναγνωρίσιμη φυσιογνωμία του Παλαιστινιακού αγώνα για ανεξαρτησία. Στη δύση η εικόνα του κυμάνθηκε μεταξύ εκείνη του “τρομοκράτη” και του “ειρηνοποιού”, ανάλογα με τη συγκυρία και την ετοιμότητα ή μη του τελευταίου να έρθει σε συμβιβασμό με το Ισραήλ και τους συμμάχους του. Στην Ελλάδα έγινε ιδιαίτερα γνωστός χάρη και στη στενή φιλία του με τον Ανδρέα Παπανδρέου, η οποία χρονολογείται από το 1982, όταν ο τότε Έλληνας πρωθυπουργός τον υποδέχτηκε στη χώρα μας αφότου είχε εκδιωχθεί από τη Βηρυττό από τους Ισραηλινούς.
Ο ίδιος υποστήριζε πως γεννήθηκε στην Ιερουσαλήμ, παρότι φαίνεται πως στην πραγματικότητα τόπος γέννησης ήταν το Κάιρο. Προερχόταν από εύπορη οικογένεια εμπόρων, ενώ η μητέρα του προερχόταν από τη διάσημη οικογένεια Χουσαϊνί, που είχε σημαντική παρουσία στην παλαιστινιακή ιστορία και στην αντίσταση κατά του σιωνισμού. Πολέμησε ως εθελοντής στον πρώτο αραβοϊσραηλινό πόλεμο το 1948 κι ένα χρόνο μετά γράφτηκε στο τμήμα μηχανολογίας του πανεπιστήμιου του Καΐρου. Εκεί αναδεικνύεται σε πρόεδρο της Ένωσης Παλαιστινίων φοιτητών από το 1952 ως το 1956. Συνδέθηκε με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και φυλακίστηκε μετά την απόπειρα δολοφονίας ενός μέλους τους κατά του Νάσερ το 1954. Μετά την αποφυλάκισή του αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο και υπηρέτησε στον αιγυπτιακό στρατό στη διάρκεια της κρίσης στη διώρυγα του Σουέζ.
Έπειτα εργάστηκε ως μηχανικός στο Κουβέιτ, συστήνοντας δική του εργολαβική εταιρεία. Το 1959 ίδρυσε την πολιτικοστρατιωτική οργάνωση Φατάχ, η δημόσια ανακήρυξη της οποίας έγινε το 1965, ένα χρόνο μετά την ίδρυση της θρυλικής PLO , της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης. Πρότυπό του ήταν ο αγώνας των Αλγερινών κατά της γαλλικής αποικιοκρατίας, που πέτυχε τη δημιουργία του ανεξάρτητου Αλγερινού κράτους το 1962, πείθοντας τον Αραφάτ για τη δυνατότητα της διεξαγωγής ένοπλου αγώνα βασισμένου σε ίδιες δυνάμεις.
Την ίδια περίοδο ξεκινά και η ένοπλη δράση κατά του Ισραήλ με αντάρτικες επιθέσεις υπό την επωνυμία “Ασίφα – Καταιγίδα”. H πρώτη σημαντική μάχη δόθηκε το 1968 με τον ισραηλινό στρατό στο ιορδανικό Καραμέχ, καταλήγοντας σε υποχώρηση των Ισραηλινών. Με ενισχυμένο κύρος ο Αραφάτ ένα χρόνο μετά εκλέγεται πρόεδρος της PLO. To 1970 οι άντρες της Οργάνωσης εκδιώκονται από τον Ιορδανία με κύριο προορισμό το Λίβανο, καθώς ο στρατός της χώρας τους επιτέθηκε μετά από 4 αεροπειρατείες της οργάνωσης κατά το λεγόμενο “Μαύρο Σεπτέμβρη”.
Έχοντας κερδίσει πλέον διεθνές κύρος, ο Αραφάτ εμφανίζεται για πρώτη φορά στο διεθνές κοινό το 1974 από βήματος της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, ντυμένος στρατιωτικά και απευθύνοντας το περίφημο λόγο “Κρατώ ένα κλαδί ελιάς κι ένα όπλο ενός μαχητή της ελευθερίας. Μην αφήσετε να πέσει από τα χέρια μου το κλαδί ελιάς”, το οποίο πράγματι κρατούσε στο ένα χέρι με το όπλο του στο άλλο.
Το 1983, ένα χρόνο μετά την εισβολή του Ισραήλ στο Λίβανο για την εκδίωξη των Παλαιστινίων ανταρτών γίνεται εξέγερση κατά της PLO και του Αραφάτ, που μεταβαίνει στην Τυνησία. Το μένος του ισραηλινού κράτους δε θα σταματήσει ούτε τότε, καθώς το 1985 βομβαρδίσουν την έδρα της οργάνωσης στην Τύνιδα, από την οποία ο Παλαιστίνιος ηγέτης θα κατορθώσει να σωθεί. Δυο χρόνια αργότερα ξεκινά η πρώτη Ιντιφάντα των Παλαιστινίων της Δυτικής Όχθης και της Λωρίδας της Γάζας, με την οποία συντάσσεται ο Αραφάτ, λαμβάνοντας ταυτόχρονα διπλωματικές πρωτοβουλίες για τη διευθέτηση του παλαιστινιακού ζητήματος. Μετά από ένα χρόνο ζυμώσεων αλλά και έντονων διεθνών, κυρίως αμερικανικών πιέσεων, το Δεκέμβρη του 1988 ο Αραφάτ διακηρύσσει την ανεξαρτησία της Παλαιστίνης, αποκηρύσσει “κάθε μορφή τρομοκρατίας” και αναγνωρίζει το δικαίωμα ύπαρξης του Ισραήλ, κάτι πρωτοφανές για το ως τότε δεδομένα του συνόλου των παλαιστινιακών πολιτικών δυνάμεων.
Ευάλωτος μετά την διάλυση του σταθερά συμμαχικού στην Παλαιστίνη σοσιαλιστικού μπλοκ, καθώς και μετά την επιλογή του να στηρίξει το Σαντάμ Χουσεΐν στον πρώτο πόλεμο του Κόλπου, συμμετέχει στην πρώτη “ειρηνευτική σύνοδο” της Μέσης Ανατολής στη Μαδρίτη το 1991, η οποία δεν διασφάλιζε ότι οι αποφάσεις της θα βασίζονταν στα προϋπάρχοντα ψηφίσματα του ΟΗΕ για την Παλαιστίνη.
Το 1992 επιβιώνει από αεροπορικό δυστύχημα στην λιβυκή έρημο και το Σεπτέμβρη του 1993 υπογράφει μαζί με τον Γιτζάκ Ράμπιν, την ειρηνευτική συμφωνία του Όσλο, επιστρέφοντας το 1994 για πρώτη φορά στη Λωρίδα της Γάζας, ιδρύοντας την Παλαιστινιακή Αρχή. Στο τέλος της ίδιας χρονιάς λαμβάνει το Νόμπελ Ειρήνης από κοινού με τον Ράμπιν και τον υπουργό εξωτερικών Σιμόν Πέρες.
Η συνεργασία με το Ράμπιν θα συνεχιστεί με την υπογραφή της λεγόμενης “ενδιάμεσης συμφωνίας” του 1995, που προέβλε σταδιακή απόσυρση ισραηλινών στρατευμάτων από κάποια παλαιστινιακά εδάφη, κίνηση που προκάλεσε την οργή της εβραϊκής ακροδεξιάς, που δολοφόνησε τον πρωθυπουργό της χώρας το Νοέμβρη της ίδιας χρονιάς. Στις αρχές του 1996 ο Αραφάτ αναδεικνύεται σε νικητή των εκλογών για την ηγεσία της Παλαιστινιακής αρχής. Επί της ουσίας ελάχιστη πρόοδος είχε σημειωθεί στο παλαιστινιακό ζήτημα, γεγονός που δεν άλλαξε ούτε με τις δυο “ενδιάμεσες συμφωνίες” του 1998 και του 1999 με τους Νετανιάχου και Μπάρακ αντίστοιχα.
Απηυδισμένος με τη στασιμότητα, ο Αραφάτ αρνήθηκε να δεχτεί τελική συμφωνία στο Καμπ Νου, παρά τις πιέσεις του Αμερικανού προέδρου Μπιλ Κλίντον, οδηγώντας στο τέλος των συνομιλιών και τελικά το Σεπτέμβρη στο ξέσπασμα της δεύτερης Ιντιφάντα. Η νέα εξέγερση κατέληξε σε πανηγυρική νίκη τους ισραηλινού στρατού, που ανακατέλαβε τελικά τη Δυτική Όχθη, ενώ το 2002 ο ακροδεξιός Αριέλ Σαρόν ανακηρύσσει εχθρό του Ισραήλ τον Αραφάτ, καταστρέφει τα ελικόπτερά του, απαγορεύοντάς του ουσιαστικά τη μετακίνηση εκτός του αρχηγείου του στη Ραμάλα. Από την Παλαιστίνη επετράπη στον Αραφάτ να αναχωρήσει ελάχιστες μέρες πριν το θάνατό του στις 11 Νοέμβρη 2004, νοσηλευόμενος στο στρατιωτικό νοσοκομείο “Περσί” του Παρισιού.