Κώστας Ταχτσής – Ζωή σαν σκοτεινό παραμύθι
Ο Κώστας Ταχτσής αποτελεί μοναδική κι ανεπανάληπτη περίπτωση στα ελληνικά γράμματα, καθώς η πολυτάραχη ζωή και ο μυστηριώδης θάνατός του εξακολουθούν να προσελκύουν αμείωτο το ενδιαφέρον του κοινού, όσο και το σχετικά ολιγάριθμο αλλά πρωτοποριακό για την εποχή έργο του, κυρίως το μοναδικό του μυθιστόρημα “Το τρίτο στεφάνι”.
Ο Κώστας Ταχτσής αποτελεί μοναδική κι ανεπανάληπτη περίπτωση στα ελληνικά γράμματα, καθώς η πολυτάραχη ζωή και ο μυστηριώδης θάνατός του εξακολουθούν να προσελκύουν αμείωτο το ενδιαφέρον του κοινού, όσο και το σχετικά ολιγάριθμο αλλά πρωτοποριακό για την εποχή έργο του, κυρίως το μοναδικό του μυθιστόρημα “Το τρίτο στεφάνι”.
Ήρθε στον κόσμο στις 8 Οκτώβρη 1927 στη Θεσσαλονίκη, από γονείς πρόσφυγες από την Ανατολική Ρωμυλία. Μετά τα 7 του χρόνια, έζησε στην Αθήνα με τη γιαγιά του. Πριν από εκείνον, οι γονείς του είχαν αποκτήσει έναν άλλο γιο, που πέθανε λίγες μέρες μετά τον τοκετό, ιδέα που στοίχειωνε το συγγραφέα σε όλη του τη ζωή.
Σκόπευε να γίνει εμποροπλοίαρχος, αλλά τη μέρα των εξετάσεων αρρώστησε από τυφοειδή πυρετό. Γράφτηκε στη Νομική Σχολή, την οποία δεν ολοκλήρωσε. Υπηρέτησε στο στρατό, όπου προήχθη σε Ανθυπολοχαγό.
Τα επόμενα χρόνια έκανε διαφορετικές δουλειές, ταξιδεύοντας παράλληλα στον κόσμο. Μεταξύ άλλων υπήρξε βοηθός καμαρότος σε δανέζικο πλοίο και βοηθός σκηνοθέτη στη γνωστή ταινία που είχε γυριστεί στην Ελλάδα με πρωταγωνίστρια τη Σοφία Λώρεν “Το παιδί και το δελφίνι”. Το 1960 θέλησε να κάνει το γύρο της Ευρώπης με Βέσπα, φτάνοντας ως το Εδιμβούργο. Από την Αυστραλία στέλνει σε εκδοτικό οίκο τα χειρόγραφα του “Τρίτου Στεφανιού”, που απορρίπτεται λόγω ακαταλληλότητας και κυκλοφορεί σε αυτοέκδοση το 1962. Αρχικά περνάει απαρατήρητο, αλλά μετά την επανέκδοσή του το 1970, γίνεται δημοφιλές, αρχικά μεταξύ πολιτικών κρατουμένων της χούντας κι αργότερα μεταφράζεται σε πολλές γλώσσες.
Ζει στην Αμερική ως το 1964, ενώ με το Νάνο Βαλαωρίτη ιδρύουν το λογοτεχνικό περιοδικό “Πάλι”. Στη διάρκεια της δικτατορίας συμμετείχε στα “18 κείμενα”, ενώ για τη δράση του γνωρίζει συχνά παρενοχλήσεις από την Ασφάλεια. Ανοιχτά ομοφυλόφιλος και τραβεστί, πραγματευόταν συχνά στα έργα και τις συνεντεύξεις του τη σεξουαλική του διαφορετικότητα, απέναντι στην οποία είχε έντονα αμφίθυμα συναισθήματα.
Δολοφονήθηκε στις 25 Αυγούστου 1988 στο σπίτι του στον Κολωνό, χωρίς ποτέ να διαλευκανθεί το έγκλημα. Οι γείτονες τον είχαν δει να εισέρχεται με τον τελευταίο του πελάτη, ένα νεαρό με μουστάκι, ο οποίος βγήκε λίγο αργότερα. Τα πιο απίθανα σενάρια έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς για τα αίτια του στραγγαλισμού του, αλλά η κλοπή ενός βίντεο από το σπίτι του καθιστά πιο λογικό το σενάριο της ληστείας μετά φόνου.
Ο Ταχτσής έκανε το ντεμπούτο του ως ποιητής, εκδίδοντας από το 1951 ως το 1956 πέντε ποιητικές συλλογές. Τα ποιήματά του φέρουν ήδη το ρεαλισμό και το λυρισμό που θα χαρακτήριζαν το σύνολο του έργου του. Η καθημερινότητα και τα απλά πράγματα αποτελούν το θεματικό τους άξονα.
Το διασημότερο έργο του ήταν και παραμένει βέβαια το μυθιστόρημα “Τρίτο Στεφάνι”. Στο βιβλίο που εκτείνεται μεταξύ δικτατορίας Μεταξά και πρώτων μεταπολεμικών ετών, δύο γυναίκες, πεθερά και νύφη, η κυρα-Εκάβη και η Νίνα αφηγούνται περιστατικά από τη ζωή τη δική τους και των γύρω τους φτάνοντας στα παιδικά τους χρόνια. Μέσα από μια παρέλαση προσωπικών μικροχαρών και οικογενειακών δραμάτων, τα συγκλονιστικά ιστορικά γεγονότα, από το Μακεδονικό Αγώνα ως τα Δεκεμβριανά, φτάνουν ως μακρινός απόηχος.
Ιδιαίτερα σχολιάστηκε η γλώσσα του βιβλίου, ένα κράμα καθαρεύουσας και δημοτικής, που αποδίδει πιστά τον τρόπο έκφρασης των μικροαστικών στρωμάτων της εποχής. Ο ίδιος ο Ταχτσής έλεγε πως όλα σχεδόν τα πρόσωπα που εμφανίζονται στο μυθιστόρημα έχουν ως πρότυπο μορφές του οικογενειακού του περιβάλλοντος. Το βιβλίο διασκευάστηκε αρχικά στο ραδιόφωνο, το 1995 στην τηλεόραση με σκηνοθέτη το Γιάννη Δαλιανίδη και δύο φορές στο θέατρο, το 2009 και το 2014.
Όσο ζούσε, εκδόθηκαν επίσης η συλλογή διηγημάτων “Τα ρέστα” (1972) και το αυτοβιογραφικό “Η γιαγιά μου η Αθήνα” (1979) ενώ αρκετά έργα του εκδόθηκαν μετά θάνατον, ανάμεσά τους η ημιτελής αυτοβιογραφία του “Το φοβερό βήμα”.