Ο Β. Κοντογιαννόπουλος και οι μαθητικές καταλήψεις του 1990-91

Το πιο σημαντικό στοιχείο είναι πως εκείνο το κίνημα ήταν ίσως το τελευταίο αντίστοιχο που κατάφερε να πετύχει μια σημαντική νίκη, με την απόσυρση της σχεδιαζόμενης “μεταρρύθμισης” και την παραίτηση του υπουργού

Προχθές ο Βασίλης Κοντογιαννόπουλος είχε γενέθλια, κλείνοντας τα 76. Η πολιτική του διαδρομή είναι μάλλον αδιάφορη, αν και πολυκύμαντη, απ’ τη ΝΔ στο ΠΑΣΟΚ και την κυβέρνηση Σημίτη κι από εκεί στη νεοφιλελεύθερη Δράση με σήμα τον ταύρο του Στέφανου Μάνου, που είχε περάσει κι αυτός από το ΠΑΣΟΚ. Παρά τις συχνές αλλαγές, μπορεί να ισχυριστεί πως αυτός παρέμεινε μάλλον συνεπής και ήταν οι άλλοι που άλλαξαν μανδύες και τον προσέγγιζαν. Με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα το ΠΑΣΟΚ, που το ’91 ήταν στους δρόμους για να πέσει ο Κοντογιαννόπουλος και η Δεξιά συνολικά -κερδίζοντας μάλιστα και την εκλογική στήριξη της εξωκοινοβουλευτικής οργάνωσης του Τεμπονέρα- και μια δεκαετία αργότερα τον έκανε υφυπουργό.

Ο Β. Κοντογιαννόπουλος ήταν πολιτικά τόσο αδιάφορος όσο μπορεί να υποδηλώνει αυτή η μαρκίζα από την προσωπική του σελίδα στο διαδίκτυο.

Μας δίνει όμως μια καλή αφορμή να μιλήσουμε για το κίνημα των μαθητικών καταλήψεων που συνδέθηκε με την παραίτησή του και σημάδεψε μια γενιά – η οποία έπεσε ωστόσο πάνω στην αντεπανάσταση. Τελευταία κάποιοι την αποκάλεσαν γενιά του Τσίπρα, που τότε ήταν μαθητής, οργανωμένος στην ΚΝΕ, κι είχε κάνει μάλιστα την πρώτη τηλεοπτική του εμφάνιση σε εκπομπή της Παναγιωταρέα. Το πιο σημαντικό στοιχείο όμως είναι πως εκείνο το κίνημα ήταν ίσως το τελευταίο αντίστοιχο που κατάφερε να πετύχει μια σημαντική νίκη, με την απόσυρση της σχεδιαζόμενης “μεταρρύθμισης” και την παραίτηση του υπουργού – κάτι που έκτοτε αποτελεί μόνιμο αίτημα αιχμής για κάθε εκπαιδευτικό κίνημα, περιορίζοντας λανθασμένα ίσως την πολιτική ευθύνη στον εκάστοτε υπουργό.

Η μορφή της κατάληψης απέρρεε προφανώς απ’ την πείρα και τη ριζοσπαστική αίγλη του Πολυτεχνείου, αν και δεν είχε χρησιμοποιηθεί ευρύτερα στη Μεταπολίτευση την πρώτη περίοδό της. Συνολικά πάνω από 2 χιλιάδες σχολικές μονάδες τελούσαν υπό κατάληψη σε ένα πρωτοφανές μαζικό κύμα που οδηγηγήθηκε στη νίκη το Γενάρη του ’91, μετά δηλαδή από τις διακοπές των Χριστουγέννων και παρά τη σχετική κόπωση που φαινόταν να έχει επέλθει. Για να γίνει αυτό όμως, χρειάστηκε να προηγηθεί η επιδρομή των τραμπούκων της ΝΔ στα κατειλημμένα σχολεία και η δολοφονία του καθηγητή Νίκου Τεμπονέρα από το τοπικό στέλεχος της ΟΝΝΕΔ και σημερινό χρυσαυγίτη Καλαμπόκα.

Μπορεί τώρα στα πανεπιστήμια να ακούγεται το σύνθημα “Δαπίτες φλώροι πρωτοπόροι”, τότε όμως η ΟΝΝΕΔ αντί να πληρώνει μπράβους της νύχτας, τους έκανε μέλη της οργάνωσης, ή λειτουργούσαν και τα στελέχη της ως τέτοιοι, με τάγματα εφόδου-κρούσης, όπως τους Ρέιντζερς ή τους Κένταυρους, που ήταν επαγγελματίες τραμπούκοι, τιμώντας τη δράση των πολιτικών τους προγόνων.

Η μεταρρύθμιση Κοντογιαννόπουλου προέβλεπε μεταξύ άλλων αξιολόγηση μαθητών με point system, ιδιωτικοποίηση πανεπιστημίων, κατάργηση των 15μελών (από ΝΠΔΔ σε πρώτη φάση) και δωρεάν συγγραμάτων. Σήμερα κάποιοι μπορεί να έλεγαν πως είναι παρεξηγημένος και μπροστά από την εποχή του, αν δεν είχε βέβαια κάποιες αναχρονιστικές ρυθμίσεις, όπως την επιβολή ομοιόμορφης εμφάνισης, μόλις δέκα χρόνια μετά την κατάργηση των ποδιών και του υποχρεωτικού εκκλησιασμού. Ο ίδιος μάλιστα απέδιδε την εξάπλωση των μαθητικών καταλήψεων στο μιμητισμό του Έλληνα, δείχνοντας εκ νέου τους “ανοιχτούς του ορίζοντες”. Ενώ ο Ελεύθερος Τύπος, παραδοσιακή εφημερίδα της Δεξιάς, είχε συμπυκνώσει την ουσία των μαθητικών καταλήψεων στο τρίπτυχο “βία-τάβλι-αναρχία” που έγινε και ειρωνικό πανό απ’τους μαθητές – διαδηλωτές.

Η υποχώρηση της κυβέρνησης ήταν άτακτη κι η μετέπειτα στάση της σχεδόν απολογητική. Αντικατέστησε το Βασίλη Κοντογιαννόπουλο με το Σουφλιά και ζητούσε διάλογο από μηδενική βάση, ενώ ουσιαστικά ήξερε πως τα γραφεία που είχε στην Κάνιγγος ήταν χαμένα από χέρι και φρόντισε απλώς να τα αδειάσει εγκαίρως από τα απολύτως απαραίτητα και να τ’αφήσει στην τύχη τους, έρμαιο στην οργή των διαδηλωτών για να ξεθυμάνουν. Αυτό δε σημαίνει βέβαια πως δε χρησιμοποίησε το μαστίγιο της καταστολής. Οι επόμενες νύχτες μετά τη δολοφονία του Τεμπονέρα στιγματίστηκαν από άγρια επεισόδια τα οποία κατέληξαν στο θάνατο τεσσάρων ατόμων στο κτίριο Κ. Μαρούσης στην Πατησίων. Το 2010 οι μηχανισμοί του συστήματος είχαν πάρει το μάθημά τους, έδρασαν με άλλη μέθοδο κι έκαναν τη Μαρφίν σημαία τους.

Αντιθέτως οι νεκροί στο Κ. Μαρούσης παραδόθηκαν στη λήθη του χρόνου και των ΜΜΕ, ενώ ο θάνατός τους, κατά την επίσημη εκδοχή, αποδίδεται γενικά κι αόριστα στα επεισόδια, κι όχι στα δακρυγόνα της αστυνομίας. Το σύστημα επίσης περνάει τον πυρήνα των μέτρωνπου προωθούσε ως υπουργός παιδείας ο Κοντογιαννόπουλος χωρίς το αναχρονιστικό τους περίβλημα. Και είναι κρίμα που δεν είναι λίγο νεότερος, γιατί θα μπορούσε να υπουργοποιηθεί κι αυτός να εκφράσει το παλιό που αναβαπτίζεται σε καινούριο στη νέα κυβέρνηση.

Το ιστορικό των καταλήψεων έγινε διατριβή κι αργότερα βιβλίο του Δ. Σκλαβενίτη, που εξέταζε συνολικά τα κινήματα της Μεταπολίτευσης (απ’ τη δική του σκοπιά, αν κι ο τίτλος είναι απ’το σύνθημα που χαρακτήρισε ένα άλλο κίνημα, τις καταλήψεις του Αρσένη. Το βιβλίο έχει πολιτικούς περιορισμούς αλλά και ενδιαφέροντα ιστορικά στοιχεία που αξίζει να διαβαστούν.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: