Μανώλης Γλέζος – Το ΠΑΣΟΚ μέσα του
Η πορεία του αποτελεί μια ακόμα επιβεβαίωση πως οι αγωνιστικές περγαμηνές και η προσωπική ακεραιότητα δεν αποτέλουν εχέγγυα θωράκισης απέναντι στην ενσωμάτωση και το συμβιβασμό.
Είναι δύσκολο να μιλήσει κανείς για το Μανώλη Γλέζο χωρίς να πέσει στον πειρασμό του διαχωρισμού μεταξύ της πρώτης περιόδου της δράσης του, χοντρικά ως τη χούντα, με τον ηρωισμό και τις διώξεις που την διακρίνουν και της επόμενης, που κρατά ως σήμερα, όπου τα πεπραγμένα και οι τοποθετήσεις του φέρουν τη σφραγίδα της προσκόλλησης σε σοσιαλδημοκρατικές θέσεις, εσχάτως μάλιστα και με κάποιες εθνικιστικές αιχμές, με αφορμή το Μακεδονικό. Η πορεία του αποτελεί μια ακόμα επιβεβαίωση πως οι αγωνιστικές περγαμηνές και η προσωπική ακεραιότητα δεν αποτέλουν εχέγγυα θωράκισης απέναντι στην ενσωμάτωση και το συμβιβασμό. Ο Γλέζος είναι ασφαλώς ένα σύμβολο της αριστεράς και της ελληνικής αντίστασης, αλλά με διεθνή εμβέλεια, που ξέφευγε από τα στενά ελληνικά σύνορα, η οποία αποτυπώθηκε μεταξύ άλλων στην αγάπη που του έδειχνε ο σοβιετικός λαός. Η περίπτωσή του μας δίνει ένα μέτρο τόσο για τα σύμβολα, που ασφαλώς κι έχει ανάγκη το κίνημα, πόσο μάλλον όταν πρόκειται για μια εμβληματική αντιστασιακή ενέργεια όπως η δική του, όσο όμως και για την ανάγκη να μη λειτουργεί η ηρωοποίηση – συμβολοποίηση ως ασπίδα προστασίας στην κριτική.
Κατάγεται από τον Απείρανθο Νάξου, όπου γεννήθηκε στις 9 Σεπτέμβρη 1922. Σε ηλικία 13 ετών ήρθε στην Αθήνα, όπου φοίτησε στο Γυμνάσιο, βιοποριζόμενος ως υπάλληλος φαρμακείου. Ανέπτυξε αντιδικτατορική δράση κατά του Μεταξά και το 1940 εισήχθη στην ΑΣΟΕΕ. Στη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου υπηρέτησε στο Υπουργείο Οικονομικών καθώς ήταν νέος για τα να στρατευτεί. Επί κατοχής δούλεψε στο δήμο της Αθήνας και τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό. Μέσα από την ΟΚΝΕ, το ΕΑΜ Νέων, και την ΟΚΝΕ πρωταγωνίστησε στην αντίσταση κατά των ναζί. Με χρυσές σελίδες γράφτηκε στην ιστορία το κατέβασμα της γερμανικής σημαίας μαζί με τον Απόστολο Σάντα από την Ακρόπολη το βράδυ της 30ης προς 31η Μάη 1941, ενέργεια μοναδική και πρωτοπόρα σε όλη την κατεχόμενη Ευρώπη. Καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο και συνελήφθη το Μάρτη του 1942. Βασανίστηκε κι έπαθε φυματίωση, λόγος για τον οποίο αφέθηκε ελεύθερος. Πιάστηκε άλλες δυο φορές για την αντιστασιακή του δράση, κατορθώνοντας να δραπετεύσει στις 21 Σεπτέμβρη 1944.
Μεταπολεμικά δούλεψε στο Ριζοσπάστη, αναλαμβάνοντας και την αρχισυνταξία του ως την απαγόρευση της εφημερίδας και του ΚΚΕ με το νόμο 509 στο τέλος του 1947. Λίγους μήνες αργότερα συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο σε δύο δίκες το 1948 και το 1949. Η εκτέλεσή του ματαιώθηκε λόγω διεθνών αντιδράσεων και η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια το 1950. Ανακηρύχθηκε υποψήφιος της ΕΔΑ μαζί με τον Αντώνη Αμπατιέλο την περίοδο που στους κόλπους του κόμματος είχε ξεσπάσει η γνωστή διαμάχη για τη συμπερίληψη των Πλουμπίδη και Μπελογιάννη στα ψηφοδέλτια. Εκλέχθηκε βουλευτής Αθηνών και ξεκίνησε απεργία πείνας για να απελευθερωθούν 10 εξόριστοι βουλευτές της ΕΔΑ και σταμάτησε όταν 7 από αυτούς αφέθηκαν ελεύθεροι. Βγαίνοντας από τη φυλακή το 1954, ανέλαβε ηγετικά πόστα στην ΕΔΑ και από το 1956 έγινε διευθυντής της Αυγής.
Το 1958 εξελέγη στην ΚΕ του ΚΚΕ με ψευδώνυμο και το Δεκέμβρη της ίδιας χρονιάς συνελήφθη μετά από πολύμηνη παρακολούθηση της ασφάλειας στο σπίτι της αδερφής του και συνάντησή του με τον τότε γ.γ του ΚΚΕ Κώστα Κολιγιάννη, που είχε βρεθεί παράνομα στην Αθήνα το καλοκαίρι του 1958. Μαζί με 8 συγκατηγορούμενούς του κατηγορήθηκε για “προσφορά σε κατασκοπία”, προκαλώντας μεγάλες αντιδράσεις από πολιτικούς και ανθρώπους του πνεύματος σε όλο τον κόσμο, αλλά και παρέμβαση της ΕΣΣΔ. Είναι χαρακτηριστική η υπόθεση του “πολέμου των γραμματοσήμων”, όταν η ελληνική κυβέρνηση αντέδρασε το 1959 σε έκδοση σοβιετικών γραμματοσήμων με τη μορφή του Γλέζου κυκλοφορώντας σειρά με το πρόσωπο του Ούγγρου αντεπαναστάτη Ίμρε Νάγκι. Η δίκη του Γλέζου ξεκίνησε στις 9 Ιούλη 1941 στο Τακτικό Στρατοδικείο Αθηνών και έληξε με την καταδίκη του σε 5 χρόνια φυλάκισης και 4 χρόνια εκτοπισμού.
Απελευθερώθηκε τελικά μετά από διεθνή εκστρατεία το Δεκέμβρη του 1962 και την άνοιξη του 1963 συμμετείχε μαζί με το Γρηγόρη Λαμπράκη και το Λεωνίδα Κύρκο στην πορεία ειρήνης στο Ολντερμάστον. Ο Κύρκος είναι εκείνος που μας παραδίδει επίσης ένα λιγότερο πολιτικό, μα πολύ ευτράπελο περιστατικό σχετικά με την απαράμιλλη ικανότητα του Γλέζου στην οινοποσία:
Εκείνος που μπορεί να πιει πολύ και δε ζαλίζεται καν είναι ο Mανώλης ο Γλέζος κι ας μην του φαίνεται. Πριν από χρόνια είμαστε συνδιευθυντές στην Αυγή. Πήγαμε όλοι οι συντάκτες εκδρομή στη Θεσσαλονίκη για την έκθεση. Τότε δεν είχε φτιαχτεί η Εθνική οδός και περάσαμε από τον Μπράλο. Εκεί ήταν μια ταβέρνα και σταματήσαμε για φαί. Ο ταβερνιάρης όπως μας είδε πολλούς μυρίστηκε ότι θα πάρει αρκετό παραδάκι και ίσως γι αυτό, ίσως για να κοκορευτεί μας λέει: ποιος από σας θα αναμετρηθεί μαζί μου στο κρασί; Αν χάσετε θα πληρώσετε διπλά. Αν κερδίσετε, θα σας κεράσω ότι φάτε.
Αιφνιδιαστήκαμε. Μερικοί από μας έπιναν λίγο, άλλοι καθόλου. Και ξαφνικά ακούμε το Μανώλη: «εγώ». Βρε Μανώλη, του λέω, έλα στα συγκαλά σου, τι πας να κάνεις. Δεν τον είχα δει να πίνει άλλη φορά. Άσε, μου απαντά, και θα δεις τι έχει να πάθει.
Φέρνει ο ταβερνιάρης τους μεζέδες, φέρνει και τα μπουκάλια το κρασί, Καράς νομίζω ήταν, και αρχίζουν. Γεια σου Μανώλη. Γεια σου ταβερνιάρη. Τα μπουκάλια έφευγαν το ένα πίσω απ’ το άλλο. Ο ταβερνιάρης άρχισε να κοκκινίζει. Ο Μανώλης ατάραχος. Εμείς παρακολουθούσαμε σα χαζοί. Πέντε, δέκα μπουκάλια. Κάποια στιγμή ό ταβερνιάρης σηκώνεται, χτυπά το ποτήρι στο τραπέζι. Γεια σου βρε πουτσαρά Μανώλη, με νίκησες. Πουτσαράς στη Ρούμελη σημαίνει κάτι σαν αντρειωμένος και το πουτσαρίνα το μεταχειρίζονται για τις γυναίκες. Σηκώσαμε το Μανώλη να δούμε μήπως τρέκλιζε. Ήταν μια χαρά λες και είχε πιει νερό.
Σάλος από την άλλη προκλήθηκε από το δεξιό τύπο κατά την παραλαβή του βραβείου Λένιν στη Μόσχα τον Ιούλη του 1963, όταν σύμφωνα με Γαλλικό Πρακτορείο ο Γλέζος φαίνεται σε συνέντευξη να έθεσε θέμα μακεδονικής μειονότητας στην Ελλάδα. Ο ίδιος διεύψευσε κατηγορηματικά το τηλεγράφημα του πρακτορείου, δηλώνοντας πως “δεν υπάρχει μακεδονικό ζήτημα”.
Η δικτατορία της 21ης Απρίλη τον έπιασε στο σπίτι του στην Κυψέλη τη μέρα του πραξικοπήματος και τα επόμενα 4 χρόνια ο Γλέζος τα πέρασε σε διάφορους τόπους φυλακών κι εξορίας, ανάμεσά τους τη Λέρο και τον Ωρωπό. Βγήκε με γενική αμνηστία το 1971 ενώ μεταπολιτευτικά, έχοντας ήδη αποστασιοποιηθεί από το ΚΚΕ σε συνθήκες που θα δούμε παρακάτω, ηγήθηκε προσπάθειας αναβίωσης της προδικτατορικής ΕΔΑ, χωρίς αξιόλογη εκλογική επιτυχία, ενώ αναμείχθηκε και στην τοπική αυτοδιοίκηση ως κοινοτάρχης Απειράνθου. Το 1981 στα πλαίσια συνεργασίας της ΕΔΑ με το ΠΑΣΟΚ εξελέγη αρχικά βουλευτής και το 1984 με το ψηφοδέλτιο του κινήματος, αργότερα όμως αποστασιοποιήθηκε και ανεξαρτητοποιήθηκε το 1985, για να παραιτηθεί από βουλευτής το 1987.
Συνεργάστηκε στενά με το Συνασπισμό και μετέπειτα το Σύριζα, ιδίως στην Τοπική Αυτοδιοίκηση αλλά και στην Ευρωβουλή, κατορθώνοντας το 2014 να αναδειχθεί πρώτος σε προτιμήσεις ευρωβουλευτής μεταξύ όλων των υποψηφίων όλων των κομμάτων. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με το θέμα της διεκδίκησης των γερμανικών αποζημιώσεων και παραιτήθηκε μετά από ένα χρόνο θητείας, όπως είχε εξαρχής δεσμευτεί. Στα χρόνια του μνημονίου έγινε δύο φορές θύμα επίθεσης από χημικά στα πλαίσια διαδηλώσεων, την πρώτη το 2010 και τη δεύτερη το 2012 μαζί με το Μ. Θεοδωράκη. Μια ιδιαίτερα συγκινητική στιγμή ήταν κατά το περασμένο Πολυτεχνείο, όταν παρότι είχε ήδη πατήσει τα 95, δεν παρέλειψε εν μέσω βροχής να καταθέσει στεφάνι, αποδεικνύοντας πως παραμένει μάχιμος.
Η “στροφή” του Σύριζα μετά το δημοψήφισμα του 2015 έκανε τον Γλέζο να αποχωρήσει επικρίνοντας την κυβέρνηση για “υποχώρηση από τις προεκλογικές δεσμεύσεις”. Προσέγγισε τη ΛΑΕ του Παναγιώτη Λαφαζάνη και τέθηκε επικεφαλής του ψηφοδελτίου επικρατείας του κόμματος στις εκλογές του ίδιου Σεπτέμβρη, μολονότι λίγες μέρες πριν δήλωνε πως θα “ψήφιζε ΚΚΕ αν δεν επετύγχανε η δημιουργία μετώπου όλων των αντιμνημονιακών δυνάμεων”. Έκτοτε κινείται κριτικά στον ίδιο χώρο, έχοντας εκπεφρασμένη διαφωνία με την κεντρική γραμμή του κόμματος για εθνικό νόμισμα, καθώς επανειλημμένα έχει ταχθεί υπέρ της παραμονής στο ευρώ. Πρόσφατα παρενέβη και στο ζήτημα του Μακεδονικού, στηρίζοντας επί της ουσίας τα εθνικιστικά συλλαλητήρια, παρατηρώντας μάλιστα ότι “δεν ήταν αρκετά”, ενώ κάλεσε τους κατοίκους της γειτονικής χώρας να “ξεχάσουν τη λέξη Μακεδονία”.
Όπως αναφέραμε εισαγωγικά, ίσως σε κάποιους φαίνεται άκομψο να βγάζουμε απ’την ασφάλεια της δικής μας “μη ηρωϊκής” εποχής απόλυτες κρίσεις για την πολιτική διαδρομή ενός προσώπου που είχε ενεργό ρόλο στους κορυφαίους σταθμούς της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας τον περασμένο αιώνα. Ωστόσο κανείς δεν μπορεί να είναι υπεράνω πολιτικής κριτικής, καθώς αυτό που τον χαρακτηρίζει πολιτικά σε τελική ανάλυση είναι οι ίδιες του οι πράξεις. Ο Γλέζος στρατεύτηκε στο κομμουνιστικό κίνημα, αλλά δεν είναι υπερβολή να πούμε πως άρχισε να ξεκόβει από αυτό, εδώ και τουλάχιστον μισό αιώνα. Δεν πήρε θέση στη διάσπαση του ΚΚΕ το ’68, εκπροσωπώντας την τρίτη κατάσταση του αποκαλούμενου “Χάους”, που ήταν πολιτικά πολύ κοντά στην ομάδα του “Εσωτερικού” – μεταξύ άλλων και στην καταδίκη της επέμβασης του Συμφώνου της Βαρσοβίας στην Τσεχοσλοβακία- αλλά δεν ήθελε κανένα “κομμουνιστικό κόμμα”, γιατί έβλεπε ως τέτοιο την ΕΔΑ. Μαζί με τον Ηλιού, που είχε τις ίδιες απόψεις, κατέληξαν ως φυσική συνέπεια αυτών των τελευταίων στο ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα, φέροντας βαριά στελεχική ευθύνη, για όσα έκανε και δεν έκανε η “Αλλαγή”, για τις αυταπάτες και την απογοήτευση που σκόρπισε και για το ρόλο της στον εκφυλισμό του μαζικού κινήματος. Τα παραπάνω οφείλουν να μας υποψιάσουν ώστε να αντιμετωπίσουμε τουλάχιστον με επιφύλαξη την ελεγχόμενη για την αξιοπιστία της μαρτυρία τους πως οι Σοβιετικοί τους προσέγγισαν τους ίδιους (Γλέζο – Ηλιού) κατά σειρά και έκανε διερευνητική κρούση ψάχνοντας τη διάδοχη λύση για την αντικατάσταση του Κολιγιάννη, κατά την περίοδο της χούντας, προτού καταλήξουν τελικά στην ανάδειξη του Χαρίλαου Φλωράκη. Ένας ισχυρισμός που παρουσίαζε το Χαρίλαο ως ένα υπάκουο στέλεχος που δεν έφερε καμία αντίρρηση στη Μόσχα, σε αντίθεση με τη δική τους “ακεραιότητα”, καθώς ο δικός τους όρος να εκλεγούν από συνέδριο του ΚΚΕ δεν έγινε αποδεκτός κι έτσι το ΚΚΕ εμφανιζόταν ως κόμμα το οποίο λειτουργεί με δαχτυλίδια, εντολές ξένων κέντρων και πρακτικές ανάθεσης της ηγεσίας.
Ο σεβασμός στο ηρωικό παρελθόν του Γλέζου και τη διαδρομή του στο κομμουνιστικό κίνημα είναι δεδομένος, ωστόσο, ακόμα κι αν υποθέσουμε πως η μαρτυρία του για την πρόθεση των Σοβιετικών (και τον τρόπο που λειτουργούν τα ΚΚ) ήταν ακριβής, ένα κομμουνιστικό κόμμα με γραμματέα το Γλέζο, δηλαδή κάποιον που αρνούνταν την αναγκαιότητα ύπαρξής του μπορεί αργά ή γρήγορα να έπαυε να υπάρχει κι είναι εντελώς αμφίβολο αν θα γιορτάζαμε σήμερα τα 100 χρόνια του ΚΚΕ ή αν αυτό θα ακολουθούσε την πορεία άλλων κομμάτων που φλέρταραν με τον ευρωκομμουνισμό και τελικά εκφυλίστηκαν για να οδηγηθούν στην ανυποληψία ή και κυριολεκτικά στην ανυπαρξία, για να εξαφανιστούν τελικά μαζί με τον “υπαρκτό” που τόσο λοιδώρησαν.
Δείτε εδώ όλες τις αναρτήσεις του αφιερώματος της Κατιούσα στα 100 χρόνια του ΚΚΕ και τα 50 χρόνια της ΚΝΕ