Η σιωπηλή γυναίκα: Ο παθιασμένος έρωτας του Όσκαρ Κοκόσκα για την Άλμα Μάλερ.
Δύο καλλιτέχνες, δύο δημιουργικές προσωπικότητες, δύο άνθρωποι που μπλέχτηκαν στα δίχτυα του έρωτα και δεν άντεξαν το ίδιο τους το πάθος. Η γυναίκα αποχώρησε αφήνοντας τον άνδρα να υποφέρει για την απώλεια της. Προσπαθώντας να την ‘’ξανααποκτήσει’’ δημιούργησε το ομοίωμα της, την σιωπηλή γυναίκα. Τη πρώτη γυναίκα sex toy στην σύγχρονη ιστορία.
Ήταν 1918 όταν η Ερμίν Μόος, κουκλοποιός στο επάγγελμα δέχτηκε μια επιστολή από τον εξπρεσιονιστή ζωγράφο Όσκαρ Κοκόσκα ο οποίος της ζητούσε να φτιάξει μια κούκλα σε φυσικό μέγεθος με τα χαρακτηριστικά της πρώην ερωμένης του Άλμα Μάλερ.
‘’Χθες σου έστειλα ένα σχέδιο της αγαπημένης μου και σου ζητώ να το αντιγράψεις όσο πιο πιστά γίνεται. Δώσε ιδιαίτερη προσοχή στις διαστάσεις του κεφαλιού και του λαιμού, στο θώρακα, στα πλευρά και στους γοφούς.. Πάρε προσωπικά το σχεδιασμό του σώματος, την γραμμή από το λαιμό ως χαμηλά στην πλάτη, την καμπύλη της κοιλιάς. Σε παρακαλώ δώσε προσοχή σε αυτά τα σημεία ώστε το άγγιγμά τους να είναι ευχάριστο, σε εκείνα τα σημεία όπου το λίπος και οι μύες δημιουργούν ένα συμπαγές μέρος κάτω από το δέρμα. Για το μέσα, χρησιμοποίησε λεπτές φίνες τρίχες αλόγου, απολύμανέ τες, ίσως να χρειαστεί να αγοράσεις κάποιο παλιό καναπέ για να τις βρεις. Πάνω από αυτό βάλε σακούλες γεμισμένες με βαμβάκι στα σημεία που θα είναι τα στήθη και ο ποπός της. Θέλω να την φτιάξεις έτσι ώστε να μπορώ να την αγκαλιάζω.. Μπορεί το στόμα να είναι ανοιχτό; Θα έχει δόντια και γλώσσα; Γίνεται αυτό; Το εύχομαι’’
Και αν αναρωτιέστε γιατί ζήτησε από μια γυναίκα, εκείνη την σεμνότυφη εποχή, να φτιάξει μια άλλη γυναίκα, σαν ‘’ιδιότυπη‘’ γέννηση ήταν γιατί:
‘’Θα πέθαινα από ζήλια αν κάποιος άνδρας θα μπορούσε να αγγίξει αυτή την φτιαχτή γυναίκα ολόγυμνη με τα χέρια ή να την δει με τα μάτια του. Πως θα μπορούσα εγώ μετά να την κρατήσω στα δικά μου;”
Όσκαρ Κοκόσκα
Ο Όσκαρ Κοκόσκα γεννήθηκε στην Αυστροουγγαρία την 1η Μαρτίου του 1886. Ήταν τσέχικης καταγωγής και από τους δύο γονείς του. Παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα του σπούδασε στην Σχολή Καλών Τεχνών της Βιέννης.
Σπούδασε από το 1904 έως και το 1909 αλλά έμελλε να μην πάρει ποτέ επίσημη εκπαίδευση πάνω στην ζωγραφική. Ειρωνικό για κάποιον καλλιτέχνη που έμεινε γνωστός περισσότερο για έργα του στην ζωγραφική και λιγότερο για το ποιητικό ή θεατρικό του έργο.
Από παιδί ο Κοκόσκα είχε αναπτύξει παραισθησιογόνα φαντασία που τον έκανε να μην μπορεί να ξεχωρίσει την πραγματικότητα από το όνειρο γύρω του. Αντιλαμβανόταν πάντα τις σχέσεις μεταξύ άνδρα και γυναίκας σαν μια διαρκή μάχη κυριαρχίας και όλες του οι ερωτικές σχέσεις χαρακτηριζόταν από ακραίο πάθος, ζήλια, κτητικότητα και ψυχολογικά τραύματα.
Η έντονη προσωπικότητα της μητέρας του τον επηρέαζε σε όλη του τη ζωή. Η σχέση τους ήταν ασυνήθιστα πολύ στενή.
“Διάβασα το βιβλίο του Γιόχαν Μπαχόφεν για την μητριαρχία με τόσο ενθουσιασμό όσο άλλοι στην εποχή μου διάβαζαν Κάρολο Μάρξ’’
Έγραφε πολύ συχνά για την αγάπη που έτρεφε στην μητέρα του έναντι του πατέρα του. Πίστευε πως εκείνος και η μητέρα του ήταν τα πιο ευγενή πλάσματα και ότι η μητέρα του κατείχε την δύναμη της έκτης αίσθησης, να προαισθάνεται πράγματα. Ιδέα που ενισχύθηκε από το βιβλίο του Μπαχόφεν, ο οποίος ισχυριζόταν ότι οι μητέρες έχουν αυτή την ‘’δύναμη’’ ώστε να προστατεύουν τα παιδιά τους από τις κακοτοπιές της ζωής.
Η Άλμα Μάλερ
Η Άλμα Μάλερ γεννήθηκε στις 31 Αυγούστου του 1879 στην Βιέννη. Συνθέτρια, συγγραφέας και εκδότρια, καθήλωνε, στα σαλόνια της εποχής, με την ομορφιά της και το πνεύμα της τους επίδοξους μνηστήρες της.
Υπήρξε μοιραία γυναίκα στην ζωή πολλών σημαντικών ανδρών της εποχής. Ο ζωγράφος Γκυστάβ Κλιμτ, την ερωτεύτηκε σφόδρα αλλά εκείνη προτίμησε την αγκαλιά του συνθέτη Αλεξάντερ φον Ζεμλίνσκυ για να τον παρατήσει στην συνέχεια για τον πρώτο της σύζυγο και γνωστό συνθέτη Γκυστάβ Μάλερ.
Του έγραψε ένα πολύ συγκινητικό γράμμα χωρισμού… 15 μέρες αφού είχε αρραβωνιαστεί τον Μάλερ.
Ο γάμος της κάθε άλλο από ευτυχισμένος ήταν. Ο Μάλερ, 19 χρόνια μεγαλύτερός της, φτασμένος συνθέτης δεν της επέτρεπε να ασχοληθεί με τίποτα άλλο εκτός από την ανατροφή των δυο παιδιών τους.
‘’Αγαπητή μου από εδώ και πέρα θα έχει μόνο μια αποστολή στην ζωή σου: Πώς θα με κάνεις ευτυχισμένο’’
Η ίδια έγραφε για εκείνον:
‘’Είναι τρομερά νευρικός. Βηματίζει μέσα στο δωμάτιο σαν άγριο ζώο… Είναι σαν καθαρό οξυγόνο..Έτοιμο για ανάφλεξη’’.
Σύντομα εκείνη νιώθει δυστυχισμένη, κλεισμένη μέσα σε ένα σπίτι χωρίς δικαίωμα να δημιουργήσει κανένα πνευματικό έργο. Ο θάνατος της μεγάλης κόρης της από διφθερίτιδα την οδηγεί σύντομα στην κατάθλιψη από όπου την βγάζει η εξωσυζυγική της σχέση με τον νεαρό αρχιτέκτονα Βάλτερ Γκρόπιους.
Ο Μάλερ δεν αργεί να μάθει για αυτή την σχέση. Ένα βράδυ ανακαλύπτει κάτω από την ίδια του την στέγη τον νεαρό αρχιτέκτονα με τη σύζυγό του. Γεμάτος οργή, βάζει τα κυνηγητικά του σκυλιά να τον καταδιώξουν μέχρι που ο Γκρόπιους καταφέρνει να τους ξεφύγει κρυμμένος κάτω από μια γέφυρα. Προσπαθώντας να σώσει το γάμο του απευθύνεται στο Σίγκμουντ Φρόυντ να τους βοηθήσει να ξεπεράσουν την κρίση αυτή. Ο ίδιος τον συμβουλεύει να αφήσει την γυναίκα του ελεύθερη να δημιουργήσει πνευματικό έργο το οποίο, ο ίδιος πιστεύει ότι θα τιθασέψει την λίμπιντό της και θα σταματήσει την ερωτική της παρασπονδία.
Όντως η Άλμα διέκοψε την σχέση της με τον Γκρόπιους και γύρισε μετανιωμένη στον σύζυγό της, ο οποίος πλέον την ενθάρρυνε να ασχοληθεί με τη μουσική που τόσο αγαπούσε και ο ίδιος. Λίγο καιρό αργότερα ο Μάλερ πεθαίνει από καρδιολογικό πρόβλημα το 1911, αφήνοντας χήρα την Άλμα.
Εκείνη τότε συναντά τον Κοκόσκα…
Η μοιραία έλξη.
Το 1912, οι δύο αυτοί άνθρωποι συναντιούνται. Ο ένας στα μάτια του άλλου αναγνωρίζει τις ελλείψεις τους. Εκείνη 7 χρόνια μεγαλύτερή του, χήρα, με ένα παιδί στα 33 χρόνια, δεν θεωρείται για την εποχή της νέα και ήταν σχεδόν αδιανόητο να βρεθεί μέσα σε μια ιστορία πάθους και έρωτα. Εκείνος μαγεμένος από τη δημιουργικότητά της και ελκυόμενος από εκείνη και εξαιτίας της διαφοράς ηλικίας που είχαν.
‘’Ο Όσκαρ ήταν σαν μικρό παιδί και όπως είχα ακούσει άλλοτε τον Σίγκμουντ να λέει στον συζυγό μου ότι κάθε άνδρας ψάχνει την μητέρα του σε κάθε γυναίκα, το ίδιο συνέβαινε και με εκείνον. Την πρώτη φορά που συναντηθήκαμε με άρπαξε με δύναμη ανάμεσα στα χέρια του. Ήταν μια σοκαριστική και βίαιη αγκαλιά’’
Το πάθος που ένιωθε ο ένας για τον άλλον άγγιζε τα όρια της τρέλας. Η σεξουαλική τους ζωή αποτελούσε για τα επόμενα 2 χρόνια θέμα συζήτησης στα καθωσπρέπει σαλόνια.
‘’Ο Όσκαρ ήταν άγριος στον έρωτα. Το πάθος που έβγαζε ήταν ευλογία και κατάρα μαζί’’.
Οι έντονοι καυγάδες και χωρισμοί οδηγούσαν τον Όσκαρ να ξεσπά στους γύρω του, να μένει πίσω στην καλλιτεχνική του πορεία. Όλο του το έργο ήταν γύρω από εκείνη. Προς τιμή της ζωγράφισε ‘’Την νύφη του ανέμου’’ και έγραψε το ποίημα ‘’ Allos Makar’’, δηλαδή ‘’Άλλος Μακάριος’’, άλλος ευτυχισμένος κάνοντας αναγραμματισμό των ονομάτων τους Oskar -Alma …Μετά το χωρισμό τους έγραψε το θεατρικό έργο ‘’Ευριδίκη και Ορφέας’’.
Ήδη από τον πρώτο χρόνο τους μαζί η σχέση τους ήταν αφόρητη.
‘’Ταξίδεψαν μαζί ως τη Νάπολη και επισκέφτηκαν το Εθνικό Ενυδρείο. Εκεί ο Κοκόσκα είδε ένα ψάρι να παραλύει από το τσίμπημα ενός κεντριού πριν καταβροχθιστεί και παραλλήλισε τη σκηνή με τη γυναίκα που είχε δίπλα του -’’Edward Lucie-Smith, Lives of the Great 20th Century Artists.
Μέσα σε όλα του τα έργα υπήρχε εκείνη. Η σχέση του με την μητέρα του είχε διαταραχτεί. Η μητέρα του απειλούσε ότι θα σκοτώσει την Άλμα αν δεν ελευθέρωνε το γιο της από ‘’τα μάγια της’’ και πως έπρεπε να τον αφήσει ήσυχο να συνεχίσει την καλλιτεχνική του πορεία χωρίς εκείνη.
‘’Αν ξαναδείς τον Όσκαρ μου ποτέ ξανά, θα σε πυροβολήσω εγώ ή ίδια’’.
Ο ίδιος στα γράμματά του, εκείνη την εποχή αλλά και μέχρι το θάνατο της μητέρας του, πάντα απολογούνταν που την πίκρανε με αυτή του τη σχέση.
Η Άλμα δεν άντεχε άλλο κάτω από όλο αυτό το ανυπόφορο πάθος. Όταν συνειδητοποίησε πως ήταν έγκυος από τον εραστή της, αποφάσισε να κάνει έκτρωση και να τον χωρίσει για μια ακόμη φορά.
Εκείνος δεν άντεξε το χαμό του παιδιού του και έναν ακόμα χωρισμό και το 1914 κατατάχτηκε στον Αυστρο-ουγγρικό στρατό.
Τον επόμενο χρόνο, τραυματίστηκε βαριά και ξαναγύρισε στην Βιέννη για να βρει την Άλμα παντρεμένη με τον πρώην εραστή της Γκυστάβ Γκρόπιους και έγκυο στο παιδί τους.
Προσπαθεί με κάθε τρόπο να ξανακατακτήσει την Άλμα. Παθαίνει εμμονή μαζί της. Της στέλνει γράμματα, παρακαλεί κοινούς φίλους τους να της μιλήσουν. Μάταια.
Η σιωπηλή γυναίκα.
Το 1918, 4 χρόνια μετά τον οριστικό τους χωρισμό, η εμμονή του για την Άλμα μεγάλωνε όλο και περισσότερο. Οι γιατροί του τον διέγνωσαν πνευματικά ασταθή.
Ο ίδιος, πλέον, συζούσε με άλλη γυναίκα, αλλά δεν μπορούσε να αποδεχτεί το τέλος της σχέσης του με την Άλμα, παρότι η καινούργια του σύντροφος του ήταν εντελώς υποταγμένη. Τον φώναζε καπετάνιο μου, πόζαρε για εκείνον και τον υπάκουγε και τον υπηρετούσε τυφλά.
Παράγγειλε από την Ερμίν Μόος, μια κούκλα στις πραγματικές διαστάσεις της αγαπημένης του. Είχε περιγράψει με ακρίβεια ακόμα, όπως τα ανέφερε ο ίδιος, ‘’τα ντροπιαστικά μέρη του σώματος της’’, όπως αποκαλούσε τα στήθη και τα γεννητικά όργανα της χαμένης του αγαπημένης.
Ζήτησε να παραδοθεί η κούκλα, ακριβώς στους εννέα μήνες. Όσο διαρκεί μια εγκυμοσύνη… Προσπαθούσε να ξαναδημιουργήσει αυτό που πίστευε ότι η Άλμα του στέρησε με τη διακοπή της εγκυμοσύνης της, μπερδεύοντας για ακόμα μια φορά την τέχνη με την πραγματικότητα.
Δεν προσπαθούσε να δημιουργήσει ένα απλό αντίγραφο της γυναίκας που αγάπησε αλλά να αποκαταστήσει και τη ζωή που είχε αφαιρέσει η ίδια. Το κομμάτι το δικό του που αφαίρεσε εκείνη από μέσα της και τον εγκατέλειψε.
‘’Είμαι πολύ αγχωμένος με την άφιξη της κούκλας μου. Της έχω αγοράσει ρούχα και εσώρουχα από το Παρίσι. Θέλω να τελειώνω με την Άλμα Μάλερ επιτέλους, μια και καλή και ποτέ ξανά να μην ξανανοίξω το κουτί της Πανδώρας που τόσο με έχει κάνει να υποφέρω’’.
Το Φεβρουάριο του 1919, η κούκλα Άλμα Μάλερ, η σιωπηλή γυναίκα όπως θα μετονομαστεί αργότερα, έφτασε στην πόρτα του.
Έχω μια κούκλα αληθινή
‘’Είμαι σε κατάσταση φρενίτιδας! Επιτέλους όπως ο Ορφέας προσπάθησε να βγάλει την Ευρυδίκη από τον κόσμο των Νεκρών, έτσι και εγώ άνοιξα το κουτί και έβγαλα την Άλμα Μάλερ από μέσα. Την έβγαλα στο φως της ημέρας και η εικόνα που είχα στην μνήμη μου για εκείνη ξαναναδύθηκε στην ζωή’’.
Όμως τι απογοήτευση! Μπροστά του είχε ένα σώμα το οποίο δεν έμοιαζε καθόλου με το σώμα που περίμενε. Παντού ήταν καλυμμένο με φτερά και σε τίποτα δεν θύμιζε το φυσικό άγγιγμα του δέρματος της Άλμας.
‘’Είμαι σοκαρισμένος από το αποτέλεσμα! Ήμουν προετοιμασμένος να είναι μακριά από την πραγματικότητα, μα το αποτέλεσμα σε καμία περίπτωση δεν είναι αυτό που ζήτησα. Το δέρμα μοιάζει περισσότερο με πολικής αρκούδας, κατάλληλο για σκέπασμα κρεβατιού και όχι για επιδερμίδα γυναίκας. Με αποτέλεσμα να μην μπορώ να την ντύσω με τα φορέματα και τα εσώρουχα όπως επιθυμούσα…’’
Αρκετοί ισχυρίζονται ότι η Ερμίν Μόος εσκεμμένα δημιούργησε την κούκλα έτσι ώστε να του δημιουργήσει αποστροφή και να μην προβεί σε οποιαδήποτε σεξουαλική πράξη μαζί της. Μάλιστα δεν υπήρχε ούτε ένα σημείο πάνω στην κούκλα όπου θα μπορούσε να υπάρξει διείσδυση.
Ο Κοκόσκα αν και φανερά απογοητευμένος από την εμφάνιση της κούκλας που περίμενε τόσο καιρό, αποφάσισε να παραβλέψει τις όποιες ατέλειες. Την έντυσε με τα ακριβά παριζιάνικα ρούχα, της νοίκιαζε άμαξες για να βγαίνει βόλτες στα πάρκα τις ηλιόλουστες μέρες, πλήρωνε ένα υπηρέτη να την μεταφέρει παντού όταν δεν ήταν ο ίδιος μαζί της σε καφετέριες και εστιατόρια..Έβγαζε γυναίκες να διαδίδουν φήμες για εκείνη σαν να ήταν πραγματική… Στην Όπερα είχε το δικό κουπέ. Με φρίκη μια επίδοξη πλούσια γυναίκα που ήθελε να γίνει ερωμένη του ζωγράφου, μπήκε να την γνωρίσει και όταν βγήκε από εκεί τον ρώτησε σχεδόν τραυλίζοντας, αν κοιμάται μαζί με την κούκλα και αν την αγαπά.
Κάνεις δεν ξέρει πραγματικά αν ο ζωγράφος κοιμόταν με την κούκλα ή όχι. Το σίγουρο ήταν πως η αγαπημένη του σύντροφος τότε, βολτάριζε με τη σιωπηλή γυναίκα και το τρίο έβγαινε συχνά μαζί δημόσια.
Η κούκλα χρησιμοποιήθηκε σαν μοντέλο για πάνω από 100 πίνακες ζωγραφικής. Όλοι οι πίνακες την έδειχναν σε σεξουαλικές στάσεις, το οποίο εντείνει την φήμη ότι ο ζωγράφος την χρησιμοποιούσε για κάτι παραπάνω από μούσα.
Η Άλμα έμαθε για την αντικατάσταση της με αποστροφή… Ο ίδιος ο Κοκόσκα της έγραψε
‘’έχω μια πραγματική κούκλα αντί για σένα’’
Το Διονυσιακό τέλος
Ένα χρόνο μετά την εμφάνιση της σιωπηλής γυναίκας, ο Κοκόσκα φαίνεται να κουράστηκε από την συνεχή της παρουσία. Αποφάσισε πως έπρεπε να έχει το τέλος που της άξιζε.
Κάλεσε για ακόμα μια φορά τους φίλους του για ένα πάρτι προς τιμήν της. Την έντυσε με την τελευταία λέξη της μόδας. Ένας υπηρέτης την περιέφερε στο χώρο όπως πάντα. Τα κουτσομπολιά άναβαν στο πέρασμά της όπως πάντα.
Ο ζωγράφος φαινόταν ευδιάθετος. Έπινε όλο το βράδυ, χόρευε και τραγουδούσε παρέα με τους φίλους του. Φαινόταν να διασκεδάζει πολύ…
Κατά το σούρουπο, το πάρτι συνεχίστηκε στο κήπο του σπιτιού του. Εκεί η σιωπηλή γυναίκα τοποθετήθηκε στην μέση του κήπου σε μια πολυθρόνα. Γύρω της όλοι μεθυσμένοι και αποκαμωμένοι από το ξενύχτι φαινόντουσαν πραγματικά εξαντλημένοι από το ξέφρενο γλέντι.
Ο ζωγράφος κατευθύνθηκε προς το μέρος της, την έγδυσε και την αποκεφάλισε με ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί του οποίου το περιεχόμενο περιέλουσε σε όλο το σώμα της. Έπειτα σίγα-σιγά το γλέντι σχόλασε. Πήγαν όλοι στα σπίτια τους αφήνοντας στο κήπο την αποκεφαλισμένη κούκλα γυμνή και λερωμένη.
Την άλλη μέρα το πρωί δύο αστυνομικοί χτυπούσαν την πόρτα του ζωγράφου για να τον ρωτήσουν ποια ήταν η διαμελισμένη γυναίκα στο κήπο. Για να δουν ότι τελικά δεν ήταν παρά μια κούκλα, την οποία τους ζήτησε να απομακρύνουν τα απομεινάρια της, για να συνεχίσει ανενόχλητος τον ύπνο του.
Το παράδοξο στην ιστορία είναι ότι την ίδια περίοδο, έγραψε το θεατρικό έργο (πάντα εμπνευσμένο από τη Άλμα) ‘’Ορφέας και Ευρυδίκη’’, όπου ο ήρωάς του προσπαθεί να αναστήσει την αγαπημένη του, ενώ ο ίδιος σκότωσε συμβολικά την γυναίκα που αγαπούσε.
Στο έργο αυτό βλέπουμε πάλι τον συγγραφέα να τον απασχολεί η πάλη για κυριαρχία μεταξύ του αρσενικού και του θηλυκού ενώ διακρίνουμε την απαισιοδοξία του για τον έρωτα.
Το 1922 και ενώ βολτάριζε η Άλμα στα σοκάκια της Βενετία, οι δύο πρώην εραστές έπεσαν πρόσωπο με πρόσωπο. Εκείνη έγραψε στο ημερολόγιο της:
‘’Συνάντησα τον Όσκαρ σήμερα… Τυχαία… Τον αισθάνθηκα κάπως περίεργα… τόσο κοντά μου και ταυτόχρονα τόσο μακριά μου‘’