Δομήνικος Θεοτοκόπουλος – Ο “Ελ Γκρέκο” της οικουμένης
Ξεκίνησε την καριέρα του ως αγιογράφος στο νησί του, που είχε σπουδαία παράδοση στη μεταβυζαντινή τέχνη και το ανήσυχο πνεύμα του τον οδήγησε αρχικά στη Βενετία και μετά στο Τολέδο, όπου δημιούργησε ένα πολύ προσωπικό κι αναγνωρίσιμο στιλ, που αποτέλεσε τομή στη μετάβαση από την Αναγέννηση στο Μπαρόκ, επηρεάζοντας αργότερα και πολλά κινήματα της μοντέρνας τέχνης.
Παρότι οι κάτοικοι του Φόδελε στα όρια των νομών Χανίων και Ρεθύμνου εξακολουθούν να διατείνονται με πάθος ότι είναι ο τόπος καταγωγής του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, οι αρχειακές έρευνες συγκλίνουν στο συμπέρασμα πως χωρίς αμφιβολία ο διάσημος ζωγράφος γεννήθηκε στο Χάνδακα, σαν σήμερα το 1541. Ξεκίνησε την καριέρα του ως αγιογράφος στο νησί του, που είχε σπουδαία παράδοση στη μεταβυζαντινή τέχνη και το ανήσυχο πνεύμα του τον οδήγησε αρχικά στη Βενετία και μετά στο Τολέδο, όπου δημιούργησε ένα πολύ προσωπικό κι αναγνωρίσιμο στιλ, που αποτέλεσε τομή στη μετάβαση από την Αναγέννηση στο Μπαρόκ, επηρεάζοντας αργότερα και πολλά κινήματα της μοντέρνας τέχνης.
Λίγα είναι γνωστά για τα νεανικά του χρόνια, πέραν του ότι καταγόταν από ορθόδοξη πιθανότατα οικογένεια τελωνειακών και εμπόρων. Στα 22 του χρόνια ήταν ήδη αναγνωρίσιμος αγιογράφος, διακοσμώντας το τέμπλο πολλών εκκλησιών της περιοχής του. Στα 26 του χρόνια πήγε στη Βενετία, όπου έγινε μαθητής του διάσημου ζωγράφου Τισιανού. Επηρεάστηκε πολύ από τα εικαστικά διδάγματα της Αναγέννησης, ιδιαίτερα την προοπτική και τη σύνθεση των μορφών, το έργο του όμως δεν έγινε δεκτό στη Γαληνοτάτη.
Αποφάσισε έτσι το 1570 να εγκατασταθεί στη Ρώμη, στο παλάτι του Μαικήνα Καρδινάλιου Αλεσάντρο Φαρνέζε. Εκεί άρχισε να διαμορφώνει το προσωπικό του ύφος, στη βάση του μανιερισμού, ενός ρεύματος που απέρριπτε τις κλασικές αρμονικές αναλογίες της αναγεννησιακής τέχνης κι έδινε έμφαση στα ιλουζιονιστικά χρώματα και τις παραμορφωμένες δραματικές μορφές. Ο Θεοτοκόπουλος δε ρίζωσε ούτε στην “αιώνια πόλη” πιθανόν λόγω της δημόσιας αντιπαράθεσής του με το Μιχαήλ Άγγελο.
Αναζήτησε την τύχη του στο Τολέδο της Ισπανίας, τότε σημαντικό καλλιτεχνικό κέντρο. Τότε λέγεται πως του δόθηκε και το προσωνύμιο “Ελ Γκρέκο” (Ο Έλληνας), μολονότι η ιταλική ρίζα του εθνωνυμίου δείχνει πως πιθανόν το είχε υιοθετήσει νωρίτερα. Γνώρισε μεγάλη επιτυχία κι είχε συνεχείς παραγγελίες από ισχυρούς άνδρες της εποχής, φτάνοντας ως και στην αυλή του βασιλιά Φιλίππου Β’, από τους σημαντικότερους ηγεμόνες της Ευρώπης. Ωστόσο η ζωγραφική του δεν είχε απήχηση εκεί και αναγκάστηκε να γυρίσει στο Τολέδο. Είχε ένα γιο με τη Χερόνιμα ντε λα Κουέβας, τον οποίο αναγνώρισε χωρίς ποτέ να την παντρευτεί, ίσως γιατί είχε παντρευτεί στην Κρήτη, σε μια εποχή που το διαζύγιο στην Καθολική Εκκλησία απαγορευόταν. Παρά τις κατά καιρούς αμφισβητήσεις, ο Ελ Γκρέκο είναι σχεδόν βέβαιο πως προσχώρησε στον καθολικισμό, κίνηση απόλυτα λογική στο περιβάλλον όπου πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Η θρησκεία παίζει κυρίαρχο ρόλο στους πίνακές του και ο ίδιος έλεγε πως ζωγράφιζε γιατί “τα πνεύματα ψιθυρίζουν με μανία στο μυαλό μου”…
Ο Ελ Γκρέκο εργάστηκε επίσης ως αρχιτέκοτνας και γλύπτης, χωρίς να σώζονται πολλά στοιχεία από αυτήν του τη δραστηριότητα. Ήταν επίσης άνθρωπος των γραμμάτων, με πλούσια βιβλιοθήκη κλασικών και σύγχρονων Ισπανών συγγραφέων.
Έφυγε από τη ζωή το 1614, συνθέτοντας ένα έργο για το νοσοκομείο Ταβέρα. Μετά το θάνατό του, το ιδιότυπο έργο του περιέπεσε στη λήθη, ώσπου ανακαλύφθηκε εκ νέου από συλλέκτες του 19ου αιώνα. Η τέχνη του όμως εκτιμήθηκε κυρίως στις αρχές του 20ού αιώνα, επηρεάζοντας ιδιαίτερα τη δημιουργία του κυβισμού. Ο ίδιος ο Πικάσο εξάλλου έφτιαξε μια δική του εκδοχή της αυτοπροσωπογραφίας του Ελ Γκρέκο, με τίτλο “πορτρέτο ενός ζωγράφου”, για να αποτίσει φόρο τιμής στο μακρινό του δάσκαλο. Ο ζωγράφος θεωρείται επίσης πρόδρομος του εξπρεσιονισμού, κυρίως για την τολμηρή χρήση των χρωμάτων και τη στιλιζαρισμένη αντιφυσιοκρατική απόδοση των μορφών.