Γεράσιμος Ανδρεάτος: “Ελληνες και ξένοι εργάτες, είμαστε από την ίδια μεριά. Ζούμε την ίδια εκμετάλλευση”
Νομίζω πως το τραγούδι, γενικότερα και το λαϊκό τραγούδι, είναι μια άμυνα, γιατί προτείνει έναν άλλο τρόπο ζωής. Και αυτό δε σημαίνει, καθόλου, άρνηση της καλής μουσικής, από όποια χώρα κι αν προέρχεται.
Ο λαϊκός ερμηνευτής Γεράσιμος Ανδρεάτος έχει σήμερα γενέθλια, κλείνοντας τα 56. Μια σεμνή παρουσία, που δίνει διαχρονικά το “παρών” σε διάφορους κινηματικούς σταθμούς, εκδηλώσεις του Κόμματος και τα Φεστιβάλ της ΚΝΕ (από τον τελευταίο σύνδεσμο είναι παρμένος και ο τίτλος της ανάρτησης). Αντί άλλης παρουσίασης, αναδημοσιεύουμε μια παλιότερη δική του “αυτοπαρουσίαση” στο Ριζοσπάστη και στη Δήμητρα Μυρίλλα, εν έτει 1995.
Ονομάζεται Γεράσιμος Ανδρεάτος και προτιμά να είναι και να συστήνεται ως λαϊκός τραγουδιστής. Το ξεκίνημά του, στην Αθήνα, ήταν ερασιτεχνικό, με “στοιχεία επαγγελματισμού”. Συνεργάστηκε, παίζοντας μπουζούκι, με τους αδελφούς Κατσιμίχα, την Δήμητρα Γαλάνη, τα “Παιδιά από την Πάτρα”, τραγούδησε σε μαγαζί της Πάτρας, και ξαναγύρισε στην Αθήνα, για να τραγουδήσει σε διάφορα νυχτερινά μαγαζιά, μέχρι να γνωριστεί με τον Βαγγέλη Κορακάκη και συμμετείχε στο δίσκο του “Λαύριο” (1993), με τον Πέτρο Ταμπούρη για τους δίσκους “Πορφυρά Καμπάγια” (1993) και “Μισμαγιά” και με την Δήμητρα Γαλάνη,την Ελένη Τσαλιγοπούλου και τον Αλκίνοο Ιωαννίδη και να γίνουν μια παρέα εδώ και δύο χρόνια, στο “Χάραμα”.
Φέτος, ήρθε και ο πρώτος προσωπικός δίσκος του, “Πικρό φιλί”,με συνθέτη τον Βαγγέλη Κορακάκη (κυκλοφόρησε πριν μια βδομάδα). Οι παραπάνω αναφορές, που συστήνουν τον Γεράσιμο Ανδρεάτο, συμπίπτουν όλες σ’ ένα κοινό σημείο:στην απόφασή του να υπερασπίζεται την ποιότητα του τραγουδιού, από τότε, που μαθητής πήρε το πρώτο του μπουζούκι, μέχρι σήμερα. Τον ακολουθούσε η απόφαση, ακόμα και τότε που σε νυχτερινά κέντρα, τα οποία δεν απαιτούσαν την ποιότητα, εκείνος αρνούνταν να συμμετέχει στον εξευτελισμό και διασυρμό του τραγουδιού. Και τελικά, τα κέντρα αποδέχονταν την επιμονή του για ποιότητα… καταρρίπτοντας το περί του αντιθέτου “άλλοθι” πολλών συναδέλφων του.
-Μεγαλώσατε με το λαϊκό τραγούδι και γι’ αυτό το επιλέξατε. Πώς όμως θα περιγράφατε, σήμερα, την ανταπόκρισή του στο κοινό;
– Από το 1970, το λαϊκό τραγούδι εξέλιπε. Εμφανίστηκαν συνθέτες πιο “έντεχνοι”, βάζοντας στοιχεία ξένα, ηλεκτρικά. Αρχισαν, με λίγα λόγια, οι αμερικάνικοι τρόποι να “δηλητηριάζουν” τη μουσική μας. Το χώρο, το λυμαίνονταν άνθρωποι που καμία σχέση δεν είχαν με το λαϊκό τραγούδι. Ψευτοροκάδες, ημιμαθείς, στους οποίους “οφείλει” την ύπαρξή του το σκυλάδικο. Αυτή η κατάσταση, βέβαια, είχε και έχει το αντίκρισμά της στην κοινωνία.
Οι νέοι χάνουν την επαφή τους με το καλό ελληνικό τραγούδι και το λαϊκό.Ακόμα και η εμφάνισή τους είναι αλλοιωμένη. Μοιάζουν σαν κακά αντίγραφα των “τύπων” που περιφέρονται στο ΜΤV και τα βιντεοκλίπ. Δεν τους κατηγορώ. Μπορεί, μάλιστα και ψυχικό πλούτο να έχουν και ταλέντο. Χώρος να εκφραστούν δεν τους δίνεται.Αλλωστε, δεν είναι καθόλου “αθώα”, όσον αφορά στις προθέσεις τους και τα αποτελέσματά τους, τα μηνύματα που δεχόμαστε από τα ΜΜΕ. Δεν είναι τυχαίο, που αντιγράφουμε τον αμερικάνικο τρόπο ζωής, χωρίς να αντιδρούμε πολλές φορές. Και δε μιλάω μόνο για τα “μουσικά πρότυπα” που πλασάρουν, αλλά και για τα “πρότυπα” ζωής. Για γυναίκες και άνδρες, που επιδεικνύουν, καθημερινά από την τηλεόραση, τα σωματικά τους “προσόντα”, φοράνε κράνη και επωμίδες και σπρώχνονται σαν ζώα και είναι δήθεν “Αμερικάνοι μονομάχοι”, στους οποίους πρέπει να μοιάσουμε. Τελικά, πού είναι η Ελλάδα στα ΜΜΕ;
Γιατί, σίγουρα, δεν την αντιπροσωπεύουν κάτι περίεργοι παρουσιαστές με ντύσιμο αλλόκοτο και πολύ περισσότερο με γλώσσα αλλόκοτη, αλλοιωμένη, ούτε τα αμερικάνικα βιντεοκλίπ με τα “διαβολάκια”, που ρέουν αίμα και “σατανάδες”, που πανηγυρίζουν.
-Η μουσική, το τραγούδι, μπορούν να δώσουν απάντηση;
-Νομίζω πως το τραγούδι, γενικότερα και το λαϊκό τραγούδι, είναι μια άμυνα, γιατί προτείνει έναν άλλο τρόπο ζωής. Και αυτό δε σημαίνει, καθόλου, άρνηση της καλής μουσικής, από όποια χώρα κι αν προέρχεται.
-Είναι χρέος του καλλιτέχνη το να αντιπροτείνει άλλο τρόπο ζωής;
-Σίγουρα είναι, φοβάμαι όμως ότι αν είναι μόνο χρέος, θα πάψει η μουσική να είναι χαρά και απόλαυση. Φοβάμαι, μήπως καταντήσω ανούσιος “σταυροφόρος” και “μονομάχος” του ελληνικού τραγουδιού και τελικά “ίδιος” με όσους προανάφερα, αλλά με άλλο πρόσωπο. Δηλαδή ένας “εκτρωματικός” καλλιτέχνης. Άλλωστε όταν σκέφτεσαι την αναπνοή σου, τη χάνεις. Κι εγώ φροντίζω να αγαπώ εκτός από το τραγούδι, τη ζωή, τα παιδιά, την οικογένεια. Πιστεύω ότι πιο επικίνδυνοι, είναι αυτοί που συχνάζουν στα ρεμπετάδικα και τα έχουν κάνει “μόδα”. Μην ξεχνάμε, ότι η Δήμητρα Γαλάνη, για παράδειγμα, δεν είπε ποτέ ότι είναι λαϊκή τραγουδίστρια, όμως το σεβάστηκε πολύ περισσότερο από άλλους που αρέσκονται να συστήνονται ως λαϊκοί.
-Ποιο, κατά τη γνώμη σας είναι το σήμερα του λαϊκού τραγουδιού;
-Πάντα και με πολλούς τρόπους γίνονταν προσπάθειες να υπάρξει. Νεότεροι δημιουργοί, όπως για παράδειγμα οι αδελφοί Κατσιμίχα, που ταίριαξαν στοιχεία ελληνικά και ξένα και γι’ αυτό κατατάχθηκαν στη ροκ σκηνή, με πολύ σεβασμό χρησιμοποίησαν το μπουζούκι και το μπαγλαμά. Και νομίζω πως είναι λαϊκοί, όχι γιατί έβαλαν ένα μπουζούκι, αλλά γιατί άγγιξαν τον κόσμο και τη νεολαία με τον προβληματισμό, το στίχο και τη μουσική τους. Μπορεί να μη “γέννησαν” ένα νέο είδος, βοήθησαν, όμως, ώστε σήμερα το λαϊκό τραγούδι να χαίρει περισσότερης εκτίμησης.